Μήπως διασταυρωθήκατε πρόσφατα με έναν πρώην συμμαθητή σας από το λύκειο; Ή μήπως συναντηθήκατε στο reunion με συμφοιτητές σας που δεν τους είχατε δει δια ζώσης επί δεκαετίες; Αν ναι, ίσως γίνατε μάρτυρας ενός… αξιοπερίεργου φαινομένου. Ποιο είναι αυτό; Σε μερικούς ανθρώπους ο χρόνος φαίνεται να κυλάει από πάνω τους σαν χάδι, ενώ κάποιους άλλους τους συμπαρασύρει, με αποτέλεσμα να φαίνονται μεγαλύτεροι από την ηλικία τους.
Η παρατήρηση αυτή, όμως, δεν σημαίνει πως έχει και επιστημονική απάντηση. Αυτό τουλάχιστον παραδέχεται στους New York Times o δρ Nir Barzilai, διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνας Γήρανσης στο Ιατρικό Κολέγιο «Albert Einstein», τραβώντας παράλληλα μια κόκκινη γραμμή ανάμεσα στη «βιολογική» και στη «χρονολογική» ηλικία.
Οι επιστήμονες εργάζονται συνεπώς πάνω στο πεδίο αυτό επιχειρώντας να βάλουν έναν αριθμό, ή αλλιώς να ποσοτικοποιήσουν τη «βιολογική ηλικία» ενός ατόμου, εξετάζοντας δηλαδή την κυτταρική του υγεία, αντί για το πόσα χρόνια ζει. Μάλιστα, ήδη στο εμπόριο προσφέρονται τέτοιες μετρήσεις, για τις οποίες χρειάζεται μόνο δείγμα αίματος ή σάλιου.
Οι ειδικοί, ωστόσο, προειδοποιούν ότι αυτές οι εξετάσεις δεν είναι προς το παρόν έτοιμες προς… μαζική κατανάλωση.
Η μεζούρα της βιολογικής ηλικίας
Οι ερευνητές ορίζουν τη βιολογική ηλικία ως «τη συσσώρευση βλαβών που μπορούμε να μετρήσουμε στο σώμα μας», δήλωσε στου New York Times η δρ Αντρεα Μπρίτα Μέιερ, συνδιευθύντρια του Κέντρου για την Υγιή Μακροζωία στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης.
Η ιδέα αποδίδεται συχνά στον βρετανό γιατρό-επιστήμονα δρ Αλεξ Κόμφορτ (γνωστός για τη συγγραφή του βιβλίου «Η Χαρά του Σεξ»), ο οποίος δημοσίευσε το 1969 μια σχετική εργασία. Επί δεκαετίες, όμως, οι επιστήμονες δεν ήξεραν πώς θα μπορούσαν να μετρήσουν τη βιολογική ηλικία ενός ατόμου.
Μια σημαντική πρόοδος σημειώθηκε το 2013, όταν ο Στιβ Χόρβαθ, καθηγητής Ανθρώπινης Γενετικής και Βιοστατιστικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στο Λος Αντζελες, πρότεινε τη χρήση ενός «ρολογιού» που βασιζόταν στον αναδυόμενο τομέα της επιγενετικής. Η σκέψη του βασίστηκε στο γεγονός πως κατά διάρκεια της ζωής μας το DNA μας συσσωρεύει μοριακές αλλαγές που ενεργοποιούν και απενεργοποιούν διάφορα γονίδια. Ο δρ Χόρβαθ ανέλυσε αυτές τις αλλαγές σε χιλιάδες ανθρώπους και ανέπτυξε έναν αλγόριθμο για να καθορίσει πώς συσχετίζονται με την ηλικία.
Αυτές οι αλλαγές συμβαίνουν φυσιολογικά καθώς μεγαλώνουμε, σύμφωνα με τον δρ Τζές Πόγκανικ, καθηγητή στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, που ερευνά τη βιολογική γήρανση. Μπορούν επίσης να επιταχυνθούν από συμπεριφορές που επηρεάζουν την υγεία, όπως το κάπνισμα και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Ως αποτέλεσμα, έχει αποδειχθεί ότι οι εκτιμήσεις της βιολογικής ηλικίας σχετίζονται με τo προσδόκιμο ζωής και τη γενικότερη κατάσταση της υγείας.
Πόσο χρόνων είμαι τελικά;
Τη χρονολογική ηλικία είναι εύκολο να την υπολογίσει κανείς μετρώντας τα κεράκια της γενέθλιας τούρτας του. Ομως η βιολογική ηλικία είναι πιο δύσκολο να εκτιμηθεί, με τα τεστ του εμπορίου να είναι «αναξιόπιστα», όπως τα χαρακτηρίζουν οι επιστήμονες που μιλούν στους New York Times.
Η αιτία; «Τα επιγενετικά ρολόγια δεν μπορούν στην πραγματικότητα να σας πουν πολλά για την υγεία σας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σχεδιάστηκαν για να αξιολογούν μεγάλες ομάδες ανθρώπων και όχι μεμονωμένα άτομα».
Από την άλλη, ο Ντάνιελ Μπέλσκι, αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, ο οποίος ανέπτυξε ένα τέτοιο επιγενετικό ρολόι, κάνει έναν διαχωρισμό όταν λέει πως τα καλύτερα από αυτά τα τεστ «δεν είναι εντελώς άχρηστα». Προειδοποιεί, εντούτοις, ότι δεν πρόκειται για κλινικώς δοκιμασμένα εργαλεία.
Ενα άλλο πρόβλημα με τα τεστ είναι ότι δεν είναι σαφές τι πρέπει να κάνει κανείς με τα αποτελέσματα. Και αυτό διότι οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν πώς να αντιστρέψουν τη βιολογική ηλικία κάποιου – ή αν είναι καν δυνατό.
Εν μέρει, αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αναπτύχθηκαν τα επιγενετικά ρολόγια. Οι ερευνητές ελπίζουν να τα χρησιμοποιήσουν σε κλινικές δοκιμές για παρεμβάσεις κατά της γήρανσης.
Το «μπλέντερ» της ηλικίας
Τα επιγενετικά ρολόγια δεν είναι τα μόνα προϊόντα στην αγορά που υπόσχονται ότι υπολογίζουν τη βιολογική ηλικία. Ορισμένες εταιρείες προσφέρουν μια σειρά από συμβατικές εξετάσεις αίματος – π.χ. για τη χοληστερόλη ή ενός δείκτη για τη ρύθμιση του διαβήτη (Ηb A1C). Σύμφωνα με τους New York Times, οι μετρήσεις τέτοιου τύπου αποτελούν «υποκατάστατα» για τον ορισμό της βιολογικής ηλικίας ενός ατόμου.
Σχολιάζουν ότι ένα πλεονέκτημα αυτού του είδους της εξέτασης είναι, ίσως, ότι αξιολογούνται παράγοντες που μπορούν να τροποποιηθούν: γνωρίζουμε λ.χ. πώς να μειώσουμε τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα μέσω φαρμακευτικής αγωγής και καθημερινών αλλαγών. Αντίθετα, η επιγενετική ηλικία ομοιάζει προς το παρόν με ένα «μαύρο κουτί».
«Η επέκταση της πρόσβασης και η χρήση συχνότερων εξετάσεων για τη βελτιστοποίηση της υγείας μού φαίνεται αρκετά λογική» καταλήγει ο δρ Πόγκανικ. Δεν παραλείπει όμως να συμπληρώσει πως «κάθε ισχυρισμός για ακριβή ατομικό προσδιορισμό της βιολογικής ηλικίας θα πρέπει να προσεγγίζεται με προσοχή».
Πάντως, και παρά τις δεύτερες σκέψεις που εκφράζουν οι ειδικοί, στις ΗΠΑ μπορεί κανείς να υποβληθεί σε εξετάσεις για να μάθει την βιολογική ηλικία του, με το κόστος να αγγίζει περίπου τα 300 δολάρια. Στη χώρα μας, πάλι, η προσφορά τέτοιου τύπου τεστ είναι περιορισμένη, πλην όμως υπαρκτή.
Στο διαδίκτυο μπορεί κάποιος να εντοπίσει προσφορές, όπως on line υπηρεσίες προς 35, 50 ή 60 ευρώ: ο ενδιαφερόμενος καλείται να αποστείλει μια σειρά από αιματολογικές εξετάσεις και έπειτα λαμβάνει ηλεκτρονικά τα αποτελέσματα. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, όμως, το κόστος αγγίζει ακόμη και τα 300 ευρώ, με τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται και τους δείκτες που αξιολογούνται να ποικίλλουν.