Ο Σεμπάστιαν Σβερκ, δημιουργικός διευθυντής μιας διαφημιστικής εταιρείας στη Δρέσδη της Γερμανίας, έμεινε ξύπνιος τη νύχτα, με το μυαλό του να τρέχει. Ο πατέρας του είχε πεθάνει πρόσφατα από λευχαιμία. Ο Σβερκ τον φρόντιζε επί μήνες μαζί με τα αδέλφια του, φροντίζοντας παράλληλα και τη δική του οικογένεια. Αργότερα χρειάστηκε φροντίδα και η μητέρα του. Τα δύο μεγαλύτερα παιδιά του περνούσαν την εφηβεία. Και ανησυχούσε ότι με τόσο πολλά που του συνέβαιναν, δεν έδινε αρκετή προσοχή στον μικρότερο γιο του.
«Ολα αυτά τα ζητήματα μου προκαλούσαν τεράστιο άγχος», λέει ο Σβερκ στο BBC/Family Tree, «Και τότε η σύντροφός μου μού είπε: “Καταλαβαίνεις ότι έχεις δικαίωμα να πας σε ένα καταφύγιο υγείας, έτσι δεν είναι;”».
Η Γερμανία, γράφει στο BBC η Σόφι Χάρντακ, είναι ίσως η μόνη χώρα στον κόσμο όπου τα ασφαλιστικά ταμεία δικαιολογούν στους γονείς που δυσκολεύονται μια «κούρα» (Kur) περίπου τριών εβδομάδων, κάθε τέσσερα χρόνια, σε ένα καταφύγιο υγείας, η οποία συνταγογραφείται από γιατρό και περιλαμβάνει γεύματα, παιδική φροντίδα και θεραπείες διαφόρων ειδών. Και μπορεί να γίνει όχι μόνο για τη θεραπεία ενός προβλήματος υγείας, αλλά και ως προληπτικό μέτρο για να σταματήσει η μετατροπή των σχετικά ήπιων προβλημάτων σε χειρότερα.
Φροντίδα και θεραπείες πρόληψης
Ο Σβερκ, για παράδειγμα, αποφάσισε να κάνει αίτηση για κούρα στο ασφαλιστικό ταμείο του ως προληπτικό μέτρο και για να θεραπεύσει την αϋπνία του. «Η βασική μου ανάγκη ήταν πραγματικά να περάσω όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο με τον γιο μου, χωρίς άγχος, και να επιστρέψω σε έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής», λέει. Ετσι, τον Ιανουάριο του 2020, μαζί με τον μικρότερο γιο του πέρασαν τρεις εβδομάδες σε ένα παραθαλάσσιο καταφύγιο. Ο Σβερκ έκανε συνεδρίες μυϊκής χαλάρωσης, διαλογισμού, σκανδιναβικού περπατήματος και γιόγκα, πράγματα, δηλαδή, που δεν είχε δοκιμάσει ποτέ πριν.
Εγκατέλειψε επίσης μερικές συνήθειες: «Το αλκοόλ είναι εντελώς απαγορευμένο σε αυτές τις κλινικές, κάτι που μπορεί να είναι δύσκολο για τους Γερμανούς. Είπα στον εαυτό μου, “Λοιπόν, μου αρέσει η μπίρα μετά τη δουλειά, αλλά στην πραγματικότητα είναι καλή ιδέα να την αφήσω για τρεις εβδομάδες”», είπε στη Σόφι Χάρντακ του BBC.
Μπορεί να ακούγονται σαν διακοπές, αλλά η έρευνα δείχνει ότι αυτού του είδους τα καταφύγια είναι εκπληκτικά αποτελεσματικά στην πρόληψη πολύ πιο σοβαρών προβλημάτων υγείας. Ορισμένοι υποστηρίζουν, ωστόσο, ότι η αυξανόμενη ζήτηση θα πρέπει να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, ως ένα μήνυμα ότι όλο και περισσότεροι γονείς λυγίζουν κάτω από την πίεση της καθημερινότητας. Και φαίνεται ότι ο παρατεινόμενος αντίκτυπος της πανδημίας Covid-19 και των lockdown έχει επιδεινώσει αυτήν την πίεση.
«Τα καταφύγια αναφέρουν ότι οι γονείς που έρχονται σε αυτά είναι πιο άρρωστοι από ό,τι πριν (από την πανδημία)», λέει η Ιβόν Μπόβερμαν, διευθύντρια του Deutsches Müttergenesungswerk, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού που διαχειρίζεται περίπου 70 καταφύγια υγείας σε όλη τη Γερμανία. Οι περισσότεροι ασθενείς είναι μητέρες: «Οι υπηρεσίες μας στη συντριπτική τους πλειονότητα προορίζονται για πρόληψη. Αλλά τα καταφύγια λένε ότι ένα μεγάλο ποσοστό των γυναικών, περίπου το 30%, φτάνουν εκεί σε πολύ χειρότερη κατάσταση, οπότε τους προσφέρεται θεραπεία και όχι πρόληψη», επισημαίνει η Μπόβερμαν.
Τα πιο κοινά προβλήματα είναι ψυχολογικά, όπως άγχος, αϋπνία ή συμπτώματα κατάθλιψης, τα οποία επηρεάζουν πλέον πάνω από το 90% των γονέων που έρχονται στις κλινικές τους, λέει η Μπόβερμαν, από 80% που ήταν παλαιότερα. «Επιπλέον, σχεδόν όλοι έχουν σωματικά προβλήματα, όπως πόνους στα γόνατα ή στην πλάτη. Ο λόγος που πηγαίνουν για κούρα δεν είναι ένας πόνος στο γόνατο, αλλά γιατί απλώς δεν ξέρουν πώς να τα βγάλουν πια πέρα στη ζωή τους. Είναι τόσο απογοητευμένοι, που χρειάζονται αυτές τις τρεις εβδομάδες μακριά από την καθημερινότητά τους, για να τους επιτραπεί να αρχίσουν να σκέφτονται: “Πώς θα βγω από αυτή την κατάσταση;”».
Οι λόγοι δημιουργίας των καταφυγίων διαφέρουν πάρα πολύ από τις ανησυχίες της σύγχρονης γονικής μέριμνας. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελι Χόις-Κναπ, πολιτικός του κόμματος των Ελευθέρων Δημοκρατών ή Φιλελευθέρων (FDP) και σύζυγος του προέδρου της Γερμανίας Τέοντορ Χόις, ίδρυσε το Müttergenesungswerk για να στηρίξει τις εξαντλημένες μητέρες. Ανάμεσα στις πρώτες που πήγαν ήταν μητέρες οι οποίες υπέφεραν από τις συνέπειες του πολέμου και του υποσιτισμού, ενώ φρόντιζαν τους τραυματισμένους συζύγους και τα παιδιά τους.
Γονείς σε κατάσταση burn-out
Σήμερα, στη Γερμανία και σε όλο τον κόσμο, την προσοχή τραβάει ένα διαφορετικό είδος οικογενειακού στρες: η εξουθένωση των γονέων (burn-out). Παγκόσμια έρευνα έχει επισημάνει τον βαθύ αντίκτυπο της γονικής εξουθένωσης, που ορίζεται ως μια κατάσταση «τρομερής εξάντλησης, που σχετίζεται με τον γονεϊκό ρόλο του ατόμου, με μια συναισθηματική αποστασιοποίηση από τα παιδιά του και μια αίσθηση γονεϊκής αναποτελεσματικότητας». Εκτός του ό,τι προκαλεί άγχος στους γονείς, η εξουθένωση αυξάνει τον κίνδυνο παραμέλησης των παιδιών και βίαιης συμπεριφοράς στα παιδιά. Η απελπισία των γονιών μπορεί επίσης να επηρεάσει τα παιδιά τους και με άλλους τρόπους. Η κατάθλιψη των γονέων αυξάνει την πιθανότητα να αναπτύξουν κατάθλιψη και τα παιδιά, και έχει συνδεθεί με προβλήματα συμπεριφοράς.
Ερευνες ψυχικής υγείας υποδεικνύουν ότι το πρόβλημα επιδεινώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19 και των lockdown, όταν πολλοί γονείς δούλευαν στο σπίτι και ταυτόχρονα φρόντιζαν τα παιδιά τους χωρίς υποστήριξη. Οι μόνοι γονείς, μητέρες και οι πατέρες βρέθηκαν κάτω από ιδιαίτερη πίεση εκείνη την περίοδο. Επίσης, γενικά, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερους κινδύνους υγείας, με το ένα τρίτο των ανύπαντρων μητέρων να αναφέρει συμπτώματα κατάθλιψης ή άγχους. Οι μόνοι γονείς έχουν ακόμη μικρότερο προσδόκιμο ζωής από τους γονείς με συντρόφους.
Στη Γερμανία, λέει η Μπόβερμαν, το πρόβλημα έγκειται και στις βαθιά ριζωμένες κοινωνικές προσδοκίες ότι ένας σύντροφος –παραδοσιακά η μητέρα– πρέπει να μένει στο σπίτι με τα παιδιά. Οταν η χώρα διχάστηκε, αυτή η προσδοκία ήταν ιδιαίτερα έντονη στη Δυτική Γερμανία. Στην Ανατολική Γερμανία, οι γυναίκες έτειναν να εργάζονται και η έρευνα έδειξε ότι αυτό είχε διαρκή, θετικό αντίκτυπο στην ισότητα των φύλων σε αυτό το τμήμα της χώρας, ακόμη και δεκαετίες μετά την επανένωση.
Συνολικά, οι εργαζόμενες μητέρες στη Γερμανία εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν έλλειψη αξιόπιστης παιδικής φροντίδας και κοινωνικής υποστήριξης, σε αντίθεση με τη Γαλλία ή τις σκανδιναβικές χώρες, σύμφωνα με την Μπόβερμαν. Οι πατέρες που θέλουν να προσφέρουν εξίσου μπορεί να αντιμετωπιστούν με λίγη κατανόηση. Πολλοί γονείς, εξάλλου, αντιμετωπίζουν τη διπλή ευθύνη της φροντίδας των παιδιών και των ηλικιωμένων γονέων τους: «Ανεξάρτητα από το φύλο, όσοι φροντίζουν παιδιά και άλλους που έχουν ανάγκη, έχουν πολύ λίγη υποστήριξη στη Γερμανία. Και αυτό προκαλεί τεράστια πίεση και μπορεί να οδηγήσει σε ασθένεια».
Η έρευνα παρατηρεί ότι μια κούρα τριών εβδομάδων δεν μπορεί να λύσει με μαγικό τρόπο αυτά τα προβλήματα, μπορεί, ωστόσο, να έχει ισχυρό αντίκτυπο σε μόνους γονείς, να τους προσφέρει ακόμη και οφέλη που διαρκούν: «Το μεγάλο πλεονέκτημα της πρόληψης είναι ότι αποφεύγεις μια πιο σοβαρή μορφή ασθένειας», λέει η Κλαούντια Κιρς, επικεφαλής μιας ερευνητικής μονάδας στην Ιατρική Σχολή του Ανόβερου στη Γερμανία, που έχει αξιολογήσει τον αντίκτυπο της κούρας σε αυτά τα καταφύγια κλινικών στην οικογενειακή υγεία. «Στην περίπτωση του πόνου στην πλάτη, αυτό μπορεί να σημαίνει παρέμβαση προτού γίνει σοβαρός, χρόνιος πόνος. Και αν οι γονείς δείχνουν σημάδια εξάντλησης, μπορεί να είναι βέβαιο ότι δεν θα επιδεινωθούν και δεν θα εξελιχθούν σε εξουθένωση (burn-out)».
Οταν οι γονείς επισκέπτονται ένα καταφύγιο, αξιολογούνται και τους δίνεται ένα πρόγραμμα εξατομικευμένων δραστηριοτήτων και θεραπειών, όπως θεραπεία ομιλίας, σωματική άσκηση και συνεδρίες με συμβουλές για μια πιο υγιεινή ρουτίνα. Τα παιδιά δέχονται φροντίδα και υποστήριξη για τυχόν δικά τους προβλήματα υγείας, ενώ υπάρχει προσωπικό που αναλαμβάνει τα γεύματα και την καθαριότητα. Τα απογεύματα, οι γονείς και τα παιδιά περνούν χρόνο μαζί. «Νομίζω ότι αυτό το μείγμα καθιστά τις παρεμβάσεις επιτυχημένες», λέει η Κιρς στο BBC, «Η θεραπευτική προσέγγιση είναι ζωτικής σημασίας, χωρίς αυτή, δεν θα λειτουργούσε».
Ερευνες έχουν δείξει βελτίωση σε σωματικά προβλήματα των γονιών, όπως ο πόνος στην πλάτη έως και εννέα μήνες μετά τη θεραπεία, ειδικά εάν οι γονείς συνέχισαν τις ασκήσεις στην καθημερινή τους ζωή. Τα παιδιά ωφελήθηκαν επίσης για μια σειρά παθήσεων, όπως δερματικά προβλήματα, αναπνευστικά προβλήματα και προβλήματα συμπεριφοράς, με τη βελτίωση να είναι εμφανής ακόμα και έξι μήνες μετά τις τρεις εβδομάδες στο καταφύγιο. Αλλες έρευνες έχουν δείξει επίσης ότι οι γονείς στην πλειονότητά τους θεωρούν ωφέλιμα τα καταφύγια και πιστεύουν ότι τους βοήθησαν να αντιμετωπίζουν προβλήματα και να φροντίζουν την υγεία τους στην καθημερινή ζωή.
Δεδομένου ότι τα οφέλη πιστεύεται γενικά ότι διαρκούν έως και ένα χρόνο, η Κιρς συνιστά την επανάληψη της κούρας κάθε λίγα χρόνια εάν τα προβλήματα υγείας επανέλθουν ή επιδεινωθούν: «Είναι μόνο τρεις εβδομάδες, αλλά σε αυτό το διάστημα οι γονείς δέχονται πολλή βοήθεια, συμβουλές και έχουν την ευκαιρία να δοκιμάσουν διαφορετικές θεραπείες. Και φυσικά, είναι σημαντικό να τις επαναλάβουν και, ιδανικά, να υποστηρίζονται οι γονείς να τις χρησιμοποιούν στην καθημερινότητά τους».
Οι μονογονεϊκές οικογένειες είναι πιο ευάλωτες
Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα εξειδικευμένα καταφύγια θα μπορούσαν επίσης να βοηθήσουν τους πιο ευάλωτους γονείς και τα παιδιά τους.
Οι ανύπαντρες μητέρες, λέει στο BBC ο Ματίας Φραντς –ειδικός στην Ψυχοσωματική Ιατρική και ψυχαναλυτής στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ντίσελντορφ, ο οποίος έχει μελετήσει την ψυχολογική δυσφορία σε ανύπαντρες μητέρες και τα παιδιά τους– αντιμετωπίζουν κίνδυνο κατάθλιψης, τριπλάσιο σε σχέση με τις μητέρες που έχουν σύντροφο. Η φτώχεια, η οποία επηρεάζει δυσανάλογα τις ανύπαντρες μητέρες και τα παιδιά τους, επιδεινώνει αυτά τα ψυχολογικά προβλήματα.
«Πολλές ανύπαντρες μητέρες δεν είναι απλώς μόνες με τα παιδιά τους, εγκαταλείπονται και περιθωριοποιούνται από την κοινωνία και συχνά συντρίβονται εντελώς», προσθέτει ο Ματίας Φραντς.
Μαζί με τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Walter Blüchert Stiftung, ο Φραντς και η ομάδα του ανέπτυξαν ένα πρόγραμμα για μόνους γονείς με προβλήματα, όπως σοβαρή κατάθλιψη, που ονομάζεται «Wir 2» («Εμείς οι 2»). Το πρόγραμμα επικεντρώνεται στην εντατική θεραπεία μητέρων, για να ξεπεράσουν τη κατάθλιψή τους και να συνδεθούν συναισθηματικά με τα παιδιά τους και μπορεί να γίνει με συνεδρίες εξωτερικών ασθενών ή ως μέρος παραμονής τριών ή έξι εβδομάδων σε εξειδικευμένη κλινική.
«Οι μητέρες μαθαίνουν να βλέπουν τον εαυτό τους ως πολύτιμο, ακούν πράγματα που δεν έχουν ακούσει εδώ και χρόνια όπως “είσαι υπέροχη μητέρα, φαίνεσαι ωραία σήμερα”. Συχνά συγκινούνται και κλαίνε. Και μετά από τέσσερις ή πέντε συνεδρίες, αρχίζουν να ξαναζωντανεύουν συναισθηματικά», λέει ο Φραντς. Αυτό με τη σειρά του τις βοηθά να κατανοήσουν και να ανταποκριθούν στα παιδιά τους, προσθέτει.
Ερευνες έχουν δείξει ότι το πρόγραμμα βελτίωσε τα καταθλιπτικά συμπτώματα των μητέρων και επίσης μείωσε τα προβλήματα συμπεριφοράς στα παιδιά. Τα αποτελέσματα εξακολουθούσαν να είναι μετρήσιμα έναν χρόνο αργότερα. Ο Φραντς τονίζει ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα για την υποστήριξη των μόνων γονέων και λέει ότι οι μητέρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα «πραγματικά παίρνουν κάτι μαζί τους και αντιμετωπίζουν τον εαυτό τους και τα παιδιά τους με πολύ πιο χαλαρό τρόπο».
Τα κύρια οφέλη για τον Σεμπάστιαν Σβερκ, τον πατέρα που πήγε για κούρα τριών εβδομάδων σε ένα παραθαλάσσιο καταφύγιο μαζί με τον γιο του, ήταν ότι έμαθε περισσότερα για τον εαυτό του, δέθηκε με τον γιο του και απέκτησε μια νέα οπτική για την αντιμετώπιση των οικογενειακών συγκρούσεων. Τρία χρόνια αργότερα, λέει ότι αυτό τον βοηθά ακόμα να υιοθετεί μια πιο χαλαρή προσέγγιση σε ορισμένες καταστάσεις.
Μάλιστα, έπειτα από ένα μεγάλο διάστημα που έπρεπε να φροντίζει εντατικά τη μητέρα του, σκέφτεται ότι είναι μάλλον καιρός για άλλη μια κούρα: «Τις προάλλες μίλησα με τη γιατρό μου και μου είπε ότι θα μπορούσα να το κάνω ξανά του χρόνου. Γιατί σίγουρα μου έδωσε μερικές υγιείς ωθήσεις», λέει.