Διαχωρισμός ανιούσης αορτής. Πιο απλά, η πιο μεγάλη φλέβα που μεταφέρει το αίμα σε ολόκληρο το σώμα «σκίστηκε». Οχι εντελώς, άνοιξε ένα τμήμα της εσωτερικά και πέρασε μέσα το αίμα, με κίνδυνο βέβαια να σπάσει (ρήξη)….
Τι γίνεται σε αυτήν την περίπτωση; Κάθε λεπτό μετράει, αφού το αίμα δεν μεταφέρεται με την ίδια ταχύτητα ροής στο σώμα και επιπλέον ο κίνδυνος ρήξης αυξάνει ολοένα και περισσότερο τις πιθανότητες για το μοιραίο.
Ο ασθενής πρέπει να μεταφερθεί όσο το δυνατόν συντομότερα στο νοσοκομείο, οι γιατροί να κάνουν τη σωστή διάγνωση και άμεσα να μπει στο χειρουργείο για αντιμετώπιση.
Και όταν ένα «κοινό» έμφραγμα αντιμετωπίζεται μεταξύ άλλων με μπαλονάκι και έχει ποσοστό θνησιμότητας μόλις 2%, στην πολύπλοκη αυτή επέμβαση ο ασθενής έχει ποσοστό θνησιμότητας 20%.
«Στο χειρουργείο έπρεπε στην πραγματικότητα να ανακατασκευάσουμε την αορτή του κ. Τατσόπουλου. Είναι μία πολύ σύνθετη διαδικασία και γι’ αυτό και απαιτείται αρκετός χρόνος για να πραγματοποιηθεί», εξηγεί στο Protagon ειδικός από την ομάδα των θεραπόντων ιατρών του συγγραφέα.
Τι την προκαλεί. Οτιδήποτε γνωστό βλάπτει την καρδιά και τα αγγεία, προκαλεί και τον διαχωρισμό αορτής. Δηλαδή κάπνισμα, υψηλή χοληστερίνη, πολλά κιλά, στρες, έλλειψη φυσικής δραστηριότητας και άσκησης, καθιστική ζωή, υπέρταση κ.ά.
Υπουλη νόσος
Η ασθένεια δεν έχει ιδιαίτερα προηγούμενα συμπτώματα που θα «υποψιάσουν» τον ασθενή και όταν «σκάσει» απαιτεί άμεση διακομιδή και χειρουργείο. Η συγκεκριμένη περίπτωση ονομάζεται διαχωρισμός αορτής τύπου άλφα.
Τα συμπτώματα που εκδήλωσε μπροστά στην κάμερα ο κ. Τατσόπουλος είναι τα κλασικά θορυβώδη συμπτώματα που έχουν οι περισσότεροι ασθενείς και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων οξύ πόνο στην πλάτη, βήχα, δύσπνοια, δυσκολία στην κατάποση, ζάλη και αλλαγή στη χροιά της φωνής.
Τον διαχωρισμό, δηλαδή το σκίσιμο του εσωτερικού τοιχώματος της αορτής, ακολουθούν σαν διαδικασίες η ρήξη (σπάσιμο) και ο αιφνίδιος θάνατος.
Για να γίνει η διάγνωση πριν από το χειρουργείο, στις περισσότερες περιπτώσεις γίνεται ακτινογραφία θώρακος, όπου εκεί συνήθως φαίνεται η διεύρυνση του μεσοθωρακίου και οι εργαστηριακές εξετάσεις αίματος μπορεί να δείχνουν καρδιακά ένζυμα ή ανεβασμένα D-Dimers, όπως ονομάζονται.
Το υπεροχηκαρδιογράφημα, η αξονική τομογραφία με σκιαγραφικό και η μαγνητική τομογραφία είναι επίσης κατάλληλες για τη διάγνωση, ενώ η αγγειογραφία, που ήταν παλαιότερα μία από τις εξετάσεις διάγνωσης του διαχωρισμού, δεν χρησιμοποιείται πλέον.
«Ευαίσθητη» είναι και η περίοδος αποθεραπείας του ασθενή μετά την επέμβαση και ειδικά οι πρώτες 48 ώρες μετά το χειρουργείο, γι’ αυτό και υπήρχε συγκρατημένη αισιοδοξία για την πορεία της υγείας του κ. Τατσόπουλου, ακόμη και αν η επέμβαση ανακατασκευής της αορτής ήταν επιτυχημένη.
Η μετεγχειρητική παρακολούθηση είναι απαραίτητη σε όλους τους ασθενείς που υπεβλήθησαν στην επέμβαση, επειδή σε ένα ποσοστό 30% μπορεί να αναπτυχθεί χειρουργική νόσος της αορτής και σε δεύτερο αορτικό τμήμα.