H Σούζαν Σαράντον με τον επίσης ηθοποιό Μάιλς Ρόμπινς, έναν από τους δύο γιους που απέκτησε με τον επί χρόνια σύντροφό της Τιμ Ρόμπινς | GED/NHL/Getty Images/Ideal Image
Θέματα

H Σούζαν Σαράντον στη «μαύρη λίστα» του Χόλιγουντ

Πίστευε ότι οι πολιτικές της θέσεις δεν θα έβλαπταν την καριέρα της. Τώρα όμως φοβάται ότι μπορεί να μην παίξει ποτέ ξανά σε παραγωγή του Χόλιγουντ. Η 78χρονη αμερικανίδα ηθοποιός μίλησε στους Times του Λονδίνου για τη ζωή της, τις ιδέες της και τη νέα, χαμηλού προϋπολογισμού κωμωδία στην οποία πρωταγωνιστεί
Protagon Team

Η  78χρονη Σούζαν Σαράντον έχει πίσω της μια καριέρα που εκτείνεται από τη Χρυσή Εποχή του Χόλιγουντ μέχρι το επιχρυσωμένο πλαστικό σύμπαν της Marvel και από τον Μπίλι Γουάιλντερ μέχρι τον Μπεν Στίλερ. Είναι επίσης γνωστή για τον ακτιβισμό της. Τελευταία, ωστόσο, η βραβευμένη με Οσκαρ αμερικανίδα ηθοποιός αισθάνεται ότι έχει μπει στη «μαύρη λίστα» της Tinseltown, μετά τα σχόλια που έκανε σε μια συγκέντρωση υπέρ των Παλαιστινίων πέρυσι τον Νοέμβριο.

Ορθια στο πίσω μέρος ενός φορτηγού στη διαδήλωση της Νέας Υόρκης, και προφανώς χωρίς να είναι προετοιμασμένη να μιλήσει, είπε ότι πολλοί άνθρωποι στις ΗΠΑ «μπορεί να φοβούνται αυτή τη στιγμή επειδή είναι Εβραίοι και παίρνουν μια γεύση τού πώς είναι να είσαι μουσουλμάνος σε αυτή τη χώρα». Οι επιπτώσεις ήταν άμεσες. Oπως έγραψε ο Independent, δέχτηκε κριτική για τις δηλώσεις της και απολύθηκε από το πρακτορείο United Talent Agency (UTA).

Γρήγορα, όμως, ζήτησε συγγνώμη, και ανασκεύασε το σχόλιό της μιλώντας για λανθασμένη διατύπωση. «Πρόσφατα συμμετείχα σε μια συγκέντρωση μαζί με μια ποικιλόμορφη ομάδα ακτιβιστών που προσπαθούσαν να αναδείξουν την επείγουσα ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα και να ζητήσουν κατάπαυση του πυρός. Δεν είχα προγραμματίσει να μιλήσω, αλλά με κάλεσαν να ανεβώ στη σκηνή και να πω λίγα λόγια» έγραψε στο Instagram.

«Αυτή η φράση ήταν ένα τρομερό λάθος, καθώς υπονοεί ότι μέχρι πρόσφατα οι Εβραίοι δεν ήξεραν τι θα πει διωγμός, ενώ ισχύει το αντίθετο» πρόσθεσε, και ότι αυτό που ήθελε ήταν να εκφράσει την ανησυχία της για τις αντισημιτικές επιθέσεις.

«Οπως όλοι γνωρίζουμε, από αιώνες καταπίεσης και γενοκτονίας στην Ευρώπη μέχρι τη [θανατηφόρα] επίθεση στη συναγωγή Tree of Life του Πίτσμπουργκ [το 2018 στην Πενσιλβάνια], οι Εβραίοι έχουν από καιρό βρεθεί αντιμέτωποι με τις διακρίσεις και τη θρησκευτική βία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα» είπε και τόνισε: «Λυπάμαι βαθιά που υποτίμησα αυτή την πραγματικότητα και πλήγωσα ανθρώπους με αυτό το σχόλιο. Η πρόθεσή μου ήταν να δείξω αλληλεγγύη στον αγώνα ενάντια στον φανατισμό κάθε είδους, και λυπάμαι που απέτυχα».

Στις ΗΠΑ η φιλοπαλαιστινιακή στάση έχει συνέπειες

Τώρα επανέρχεται με συνέντευξή της στους Times του Λονδίνου: «Με απέλυσε το πρακτορείο μου και τα έργα μου αποσύρθηκαν» λέει μιλώντας για τις επιπτώσεις των δηλώσεών της στον Γουίλ Παβία, ανταποκριτή της βρετανικής εφημερίδας στη Νέα Υόρκη. «Με έχουν χρησιμοποιήσει ως παράδειγμα για το τι δεν πρέπει να κάνεις, αν θέλεις να συνεχίσεις να εργάζεσαι».

Η Σαράντον δεν είναι η μόνη που υπέστη τις συνέπειες της φιλοπαλαιστινιακής στάσης της. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Variety, άλλη μια ηθοποιός, η Μελίσα Μπαρέρα, αποβλήθηκε από το καστ του «Scream 7» επειδή κατηγόρησε το Ισραήλ για γενοκτονία με αναρτήσεις της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ η Μάχα Ντακίλ, εξέχουσα ατζέντισσα στο Creative Artists Agency, υποβιβάστηκε για τον ίδιο λόγο αλλά δεν απολύθηκε, χάρη στην υποστήριξη του Τομ Κρουζ, που είναι ο καλύτερος πελάτης της.

«Υπάρχουν πάρα πολλοί άνεργοι αυτή τη στιγμή από τον περασμένο Νοέμβριο… Επιστάτες, συγγραφείς, ελαιοχρωματιστές, άνθρωποι που εργάζονται στην καφετέρια, αναπληρωτές δάσκαλοι απολύθηκαν επειδή έγραψαν  ένα tweet ή έκαναν like σε ένα tweet ή ζήτησαν κατάπαυση του πυρός» λέει η Σαράντον στους Times.

Δεν είναι, πάντως, ασυνήθιστο το γεγονός ότι η Σαράντον ενοχλεί. Υπάρχει ακόμα μια ομάδα φιλελεύθερων που δεν την έχουν συγχωρήσει επειδή αρνήθηκε να στηρίξει τη Χίλαρι Κλίντον το 2016 και στήριξε την Τζιλ Στάιν, την υποψήφια του κόμματος των Πρασίνων, η οποία στη συνέχεια κατηγορήθηκε ότι έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην έκβαση των εκλογών, καθώς απέσπασε αρκετούς ψηφοφόρους από τους Δημοκρατικούς σε τρεις Πολιτείες, βοηθώντας έτσι τον Ντόναλντ Τραμπ να νικήσει.

Η συνέντευξη της Σαράντον στους Times δόθηκε 12 μέρες πριν από τις πρόσφατες εκλογές. Οταν ο Παβία τη ρώτησε πώς αισθάνεται αυτή τη φορά, η αμερικανίδα ηθοποιός απάντησε ότι ούτε οι Ρεπουμπλικανοί ούτε οι Δημοκρατικοί θα έπαιρναν την ψήφο της.

«Νομίζω ότι συμβαίνει μια επανάσταση μεταξύ των συνδικάτων και μεταξύ των νέων που δεν έχουν γεννηθεί μέσα σε κόμματα» λέει. «Εχω την αίσθηση ότι και τα δύο κόμματα ανήκουν σε εταιρείες. Νομίζω ότι υπάρχει μεγάλη πολιτισμική διαφορά –ως προς αυτά για τα οποία  μιλούν– αλλά όχι στην πολιτική. Ετσι, εγώ προτιμώ να υποστηρίζω την ανθρωπότητα».

Στο παρελθόν η Σαράντον είχε πει ότι το Χόλιγουντ δεν θα την τιμωρούσε για τις πολιτικές θέσεις της. Τώρα, όμως, φαίνεται λιγότερο σίγουρη, γράφει ο Γουίλ Παβία στους Times, ο οποίος μίλησε μαζί της με αφορμή τη low budget κωμωδία στην οποία πρωταγωνιστεί.

Εχει τίτλο «The Gutter» (2024), ενώ το σενάριο είναι του κωμικού Γιασίρ Λέστερ, ο οποίος υπογράφει και τη σκηνοθεσία μαζί με τον αδελφό του Αϊζάια Λέστερ. Η Σαράντον δεν ήξερε κανέναν από τους δύο, αλλά της άρεσε το σενάριο. «Ηταν εξωφρενικό» λέει. Της θύμισε το «The Rocky Horror Picture Show» (1975), επίσης ανεξάρτητη ταινία και πρώτη μεγάλη της επιτυχία πριν από σχεδόν 50 χρόνια.

Σύμφωνα με την πλοκή, ένας νεαρός Αφροαμερικανός ονόματι Γουόλτ ανακαλύπτει τυχαία ότι είναι τρομερά προικισμένος παίκτης του μπόουλινγκ. Η Λίντα Κέρσον είναι μιας συνταξιούχος πρωταθλήτρια του μπόουλινγκ που επιστρέφει στο παιχνίδι για να τον συντρίψει.

Οι αδελφοί Λέστερ ήθελαν τη Σαράντον για τον ρόλο της Κέρσον, η οποία είναι ένα κράμα χαρακτήρων που έχει παίξει η Σαράντον στο παρελθόν: επιβλητική και σέξι, καπνίζει και φυσάει δαχτυλίδια καπνού καθώς μιλάει. «Είναι ναρκισσίστρια και ρατσίστρια με έναν ασυνείδητο τρόπο – και, προφανώς, φρικτή μητέρα» λέει η Σαράντον. «Ολα αυτά τα πράγματα είναι πολύ διασκεδαστικό να τα παίζεις».

Πριν από τα γυρίσματα πήγε να γνωρίσει τους σκηνοθέτες. «Ηταν γλύκες και σκέφτηκα, πρώτα απ’ όλα, δόξα τω Θεώ που είναι μαύροι» λέει, δεδομένου του ρατσιστικού σεναρίου. Κάποια στιγμή, για παράδειγμα, η Κέρσον λέει χλευαστικά: «Ο Γουόλτ θα μπορούσε να γίνει κάποια μέρα, σκουπιδιάρης, ας πούμε, ή θυρωρός στη Γουακάντα» (φανταστική χώρα στο σύμπαν της Marvel).

Φροντίζοντας οκτώ μικρότερα αδέλφια

Η Σαράντον ήταν κάποτε ένα ντροπαλό και ονειροπόλο κορίτσι, αλλά αυτό το χαρακτηριστικό εξαλείφθηκε καθώς μεγάλωνε με οκτώ μικρότερα αδέρφια τα οποία έπρεπε να προσέχει. Ο πατέρας της, Φίλιπ Τόμαλιν, ήταν τραγουδιστής μεγάλης μπάντας και στη συνέχεια, στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έγινε επικεφαλής ψυχαγωγίας των στρατευμάτων που στάθμευαν στην Ιταλία. Μετά τον πόλεμο επέστρεψε, «άφησε αμέσως έγκυο τη μαμά» της και πήγε να δουλέψει στην τηλεόραση και μετά στη διαφήμιση.

Οι Τόμαλιν ζούσαν αρχικά στο Κουίνς και κατόπιν μετακόμισαν στο Νιου Τζέρσεϊ, σε ένα ράντσο σε ένα χωράφι γεμάτο βράχια – τα παιδιά έπρεπε να το καθαρίσουν από τις πέτρες. Ο πατέρας της πήγαινε στην πόλη για να δουλέψει και «η μαμά μου ήταν πάντα έγκυος και καταπονημένη» θυμάται. Τα αδέλφια της, δε, θυμούνται ότι «τους έκανα μπάνιο και τους έβαζα στο κρεβάτι. Μου πήρε πολύ χρόνο για να μην το κάνω αυτό… και στις σχέσεις μου» αποκαλύπτει στους Times.

Η Σούζαν Σαράντον είχε ανέκαθεν μια τάση να φροντίζει ανθρώπους. «Είναι πραγματικά καθησυχαστικό για μένα και είναι, ξέρετε, η κατάρα της αρμόδιας γυναίκας. Συνηθίζεις να το κάνεις και το κάνεις καλά» παραδέχεται. Μόνο πολύ αργότερα, όταν μια σχέση τελείωνε, αναρωτιόταν τι είχε πάει στραβά και σκεφτόταν: «Α, ναι… ίσως έπρεπε να είχα κάνει πίσω και να τον αφήσω να κάνει περισσότερα για μένα».

Η Σούζαν Τόμαλιν, όπως λεγόταν τότε, ήθελε να σπουδάσει λογοτεχνία και κατέληξε στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Αμερικής, στην Ουάσινγκτον, σε ηλικία 17 ετών. Εμενε με τον παππού και τη γιαγιά της και εργαζόταν στο τηλεφωνικό κέντρο του τμήματος θεάτρου όπου έκανε το μεταπτυχιακό του ο ελληνοαμερικανός ηθοποιός Κρις Σαράντον (Σαραντονίτης), σταρ των σαιξπηρικών ρόλων της σχολής.

Η Σούζαν ερωτεύθηκε τον Κρις και τον παντρεύτηκε το 1967, σε ηλικία 20 ετών, παίρνοντας το επώνυμό του. Οταν τελείωσε το μεταπτυχιακό του, τον συνόδευσε στο ραντεβού του με έναν ατζέντη που θέλησε να τους εκπροσωπήσει και τους δύο. Ετσι, έστειλε τη Σούζαν σε οντισιόν για μια ταινία με τίτλο «Joe», μιας εταιρείας που γύριζε σοφτ πορνό.

Από τα σοφτ πορνό στις μεγάλες ταινίες

«Μου ζήτησαν να αυτοσχεδιάσω» λέει. «Το πρώτο πράγμα που έπρεπε να κάνω ήταν να προσποιηθώ ότι ήμουν υπό την επήρεια κάποιου απροσδιόριστου ναρκωτικού και να καταστρέψω ένα κατάστημα στη 14η οδό» θυμάται. Της φάνηκε «πολύ διασκεδαστικό». Ακολούθησαν και άλλοι ρόλοι που της άρεσαν. Και κάπως έτσι έγινε ηθοποιός.

Η Σούζαν και ο Κρις χώρισαν το 1979. Κράτησε όμως το επίθετό του. «Ηταν ένας πολύ ευγενικός άνθρωπος και με κρατούσε ζωντανή, ξέρετε, οπότε είμαι χαρούμενη που έχω αυτό το όνομα» λέει. Λυπάται, όμως, γιατί δεν άλλαξε το μικρό της όνομα. «Η Σιγκούρνεϊ Γουίβερ, η Τιούσντεϊ Γουέλντ, η Στόκαρντ Τσάνινγκ, όλες  ξεκίνησαν ως Σούζαν και είχαν το μυαλό να αλλάξουν αυτό το όνομα, αλλά εγώ έχω κολλήσει με τη Σούζαν» λέει. «Είναι ωραίο να ξαναβαφτίζεσαι καθώς αρχίζεις να συνειδητοποιείς ποια είσαι».

Με τον Κρις δεν είχαν παιδιά. Ενας γιατρός τής είχε πει ότι δεν μπορούσε να κάνει. Ομως έξι χρόνια και αρκετές σχέσεις αργότερα, σε ηλικία 39 ετών, και προς μεγάλη της έκπληξη, η Σαράντον έμεινε έγκυος ενώ έβγαινε με τον ιταλό σκηνοθέτη Φράνκο Αμούρι. Απέκτησαν μια κόρη, την Εύα, η οποία είναι σήμερα 39 ετών και επίσης ηθοποιός. Στη συνέχεια, δε, θα αποκτούσε και δύο γιους –τον Τζακ Χένρι, 35 ετών, σκηνοθέτη, και τον Μάιλς, 32 ετών, ηθοποιό– με τον επί χρόνια σύντροφό της Τιμ Ρόμπινς, με τον οποίο γνωρίστηκε το 1987 στα γυρίσματα της κωμωδίας «Η Κυρία και ο Ταύρος».

Κέρδισε μάλιστα το Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία «Dead Man Walking»(1995) σε σενάριο, σκηνοθεσία και συμπαραγωγή του Τιμ Ρόμπινς, ο οποίος ήταν επίσης υποψήφιος για το Οσκαρ Σκηνοθεσίας. Ο Ρόμπινς κέρδισε ακόμη ένα Οσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου, για την ερμηνεία του στο «Σκοτεινό Ποτάμι» (2003) του Κλιντ Ισγουντ.

Η Σαράντον και ο Ρόμπινς χώρισαν το 2009 αλλά παραμένουν φίλοι. «Εχεις παιδιά… δεν έχεις άλλη επιλογή» παρατηρεί. Θα δούλευε ξανά μαζί του; «Αν μου φέρει κάτι που θα μου αρέσει, ναι» απαντά. «Φανταστείτε οι άνθρωποι στο Χόλιγουντ να μη δούλευαν με τους ανθρώπους με τους οποίους είχαν κοιμηθεί». Ολες οι παραγωγές θα σταματούσαν την επόμενη μέρα…

Για ένα διάστημα η Σαράντον έβγαινε και με τον Ντέιβιντ Μπόουι, με τον οποίο έπαιξε στην ταινία τρόμου «Αίμα και Πάθος» («The Hunger», 1983). Είχαν προηγηθεί δύο ταινίες του Λουί Μαλ (με τον οποίο είχε επίσης σχέση), η «Κουκλίτσα της Νέας Υόρκης» (1978) και το «Atlantic City» (1980). Αφότου, μάλιστα, έγινε μητέρα, έφερνε τα παιδιά της μαζί της στη δουλειά. «Τις περισσότερες φορές αυτές οι μεγάλες ταινίες (“Ο πελάτης”  του 1994, το “Θέλμα και Λουίζ” του 1991) γυρίζονταν το καλοκαίρι» λέει. «Μετά, όταν έγιναν έφηβοι, ήθελαν να φεύγω και να μένουν στο σπίτι. Αλλά μέχρι τότε τα έσερνα παντού μαζί μου».

Ο δημοσιογράφος των Times τη ρωτάει ακόμη αν πιστεύει ότι θα της προταθούν πλέον και άλλες μεγάλες ταινίες. «Δεν ξέρω» λέει. Οχι, υποψιάζεται, «τίποτα στο Χόλιγουντ». Τώρα πάλι, εργάζεται σε άλλη μια ταινία χαμηλού προϋπολογισμού. Και ζει «σε ένα μικροσκοπικό διαμέρισμα με μια ωραία βεράντα, γεμάτο γάτες, σε έναν δρόμο όπου μένουν πολλοί συγγραφείς και ζωγράφοι» λέει. Εξηγεί πως όταν όλα τα παιδιά της έφυγαν και χώρισε με τον Τιμ, πούλησαν το τεράστιο λοφτ όπου έμενε η οικογένεια.

Αυτή τη στιγμή είναι ανύπαντρη, για την ακρίβεια «αδέσμευτη», όπως προτιμά να το θέτει. Αλλά έχει «ορκιστεί» να μη γράψει τα απομνημονεύματά της. «Δεν μπορώ να μιλήσω για τα πράγματα που είναι πραγματικά ενδιαφέροντα» γιατί «στην πραγματικότητα είμαι αρκετά κλειστή» παραδέχεται.