Μες στο κατακαλόκαιρο οι άνθρωποι που υποφέρουν από αϋπνίες αυξάνονται έως και 20%, κυρίως λόγω της επίδρασης της υγρασίας σε συνδυασμό με τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Οσον αφορά τις συνέπειες της μερικής έως και ολικής στέρησης ύπνου, «κακή διάθεση κατά τη διάρκεια της ημέρας, κακή απόδοση στην εργασία, υπνηλία, αυξημένος κίνδυνος τροχαίων επειδή η ταλαιπωρία κατά την οδήγηση εκδηλώνεται μέσω του ασυνείδητου κλεισίματος των βλεφάρων», εξήγησε, μιλώντας στην Corriere della Sera o Πιερλουίτζι Ινοτσέντι, νευρολόγος με ειδίκευση στην ιατρική του ύπνου, αντικείμενο της οποίας αποτελούν οι διαταραχές αυτής της εξαιρετικά ευεργετικής όσο και πολύπλοκης λειτουργίας.
Ποιοι, όμως, υποφέρουν από διαταραχές του ύπνου; Ολοι όσοι κοιμούνται τουλάχιστον δύο ώρες λιγότερο σε σχέση με τη σύσταση των περισσότερων ειδικών, οι οποίοι συμφωνούν πως ένας ενήλικας χρειάζεται οκτώ ώρες ύπνου. Υπάρχουν, επίσης, και οι ακραίες, σχεδόν παθολογικές περιπτώσεις, ανθρώπων που παλεύουν όλο το βράδυ να κλείσουν μάτι, καταφέρνοντας να ξεκουραστούν από τέσσερις έως μόλις δύο ώρες, ενίοτε και καθόλου. Οσον αφορά την έκταση του προβλήματος, μόνον στις ΗΠΑ συμπτώματα αϋπνίας παρουσιάζει το 30% των ενηλίκων, (περιλαμβανομένων των διασήμων, μεταξύ άλλων, Τζορτζ Κλούνεϊ, Λέιντι Γκάγκα και Μαντόνα).
Το ζήτημα είναι ότι φάρμακο για την αϋπνία δεν υπάρχει. Οι βενζοδιαζεπίνες (ηρεμιστικά) και τα μη βενζοδιαζεπινικά υπνωτικά (γνωστά ως φάρμακα-Ζ) που συνταγογραφούνται κατά βάση σε όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα ύπνου, δεν θεραπεύουν όποιον δεν μπορεί να κοιμηθεί αλλά τον συνδράμουν να τα καταφέρει. Οσο για την ορμόνη μελατονίνη, όπως αναφέρει ο ειδικός, δεν λαμβάνεται καν υπόψη ως αντίδοτο στην αϋπνία, ενδείκνυται, κυρίως, για την αντιμετώπιση του τζετ λαγκ.
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού ο αριθμός των ανθρώπων που δυσκολεύονται να κοιμηθούν, ή να διατηρήσουν τον ύπνο τους, αυξάνεται σημαντικά, καταρχάς λόγω των υψηλότερων θερμοκρασιών και της υγρασίας.
Συμβάλλουν, όμως, επίσης οι πιο ακανόνιστοι -σε σχέση με τον χειμώνα- ρυθμοί ζωής, η αυξημένη (λόγω των ανοιχτών παραθύρων) ηχορύπανση, η μεγαλύτερη διάρκεια της ημέρας αλλά και η τάση των ανθρώπων να τρώνε αργότερα, ειδικά το βράδυ.
Σύμμαχος της αϋπνίας κατά τη διάρκεια του θέρους είναι και η αφυδάτωση. «Το να πηγαίνουμε για ύπνο χωρίς να έχουμε πιει ενάμισι, δύο λίτρα νερό κατά τη διάρκεια της ημέρας είναι λάθος. Το βράδυ ιδρώνουμε για ρίξουμε τη θερμοκρασία του σώματός μας, οπότε τείνουμε να αποβάλλουμε άλλα υγρά των οποίων η απώλεια αλλοιώνει τις λειτουργίες του οργανισμού», ανέφερε σχετικά ο ιταλός νευρολόγος με ειδίκευση στον ύπνο, συνιστώντας να έχουμε πάντα στο κομοδίνο ένα μπουκάλι νερό.
Η ολοένα εξελισσόμενη (την τελευταία εικοσαετία) ιατρική του ύπνου αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος και για τους οδοντιάτρους. «Εμείς ασχολούμαστε κυρίως με την υπνική άπνοια, μια κατάσταση διαφορετική από την αϋπνία, που προκαλεί υπνηλία. Χωρίς να το αντιλαμβάνεται, ο ασθενής βιώνει μια αδιάκοπη σειρά μικροαφυπνίσεων που συνδέονται με την άπνοια. Το αποτέλεσμα είναι να μην κοιμάται ποτέ και να μην το ξέρει. Το καταλαβαίνουμε από τη φθορά των δοντιών, τα οποία τείνουν να τα τρίζουν, όσοι υποφέρουν από υπνική άπνοια», εξήγησε στην Corriere o Ντομένικο Τσαβαρέλα, καθηγητής στην οδοντιατρική σχολή του Πανεπιστημίου της Φότζα.