Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στη γερμανική πρωτεύουσα | Michael Sohn/Pool via REUTERS/CreativeProtagon
Θέματα

Γιατί οι Τούρκοι έβγαλαν στη φόρα την τριμερή του Βερολίνου;

Οσο περνούν οι ημέρες και η Άγκυρα εμφανίζεται πιο δύσκολη στην συνεννόηση, τόσο μεγαλώνει και η αγωνία στις Βρυξέλλες για ένα θερμό φθινόπωρο, κάτι που, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, οδηγεί τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην προσπάθεια να δημιουργήσει μια ευρύτερη ευρωπαϊκή συνεννόηση για το συγκεκριμένο θέμα
Νίκος Μαρτίνος

Η συνάντηση ανάμεσα στους διπλωματικούς συμβούλους του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, της καγκελαρίου Μέρκελ και του εκπροσώπου του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πριν από λίγες ημέρες στο Βερολίνο, είχε οργανωθεί με τη γνωστή γερμανική ευθύτητα προθέσεων. Ενώπιον της Ελένης Σουρανή και του Ιμπραήμ Καλίν, ο Γιαν Χέκερ μετέφερε στους συνομιλητές του την πρόθεση της Ανγκελα Μέρκελ, ει δυνατόν να μεσολαβήσει ανάμεσα στις δύο πλευρές, ώστε αυτές να πιάσουν ξανά το νήμα των διερευνητικών επαφών που διακόπηκαν άδοξα το 2016.

Ο Χέκερ έβαλε δύο όρους: έναν γερμανικό και έναν πιο κοντά στις ελληνικές απόψεις. Ο πρώτος ήταν ο έλεγχος των μεταναστευτικών ροών, ώστε αυτές να μην πυροδοτούν τον εξαιρετικά δύσκολο σχετικό διάλογο στο εσωτερικό της Γερμανίας. Ο δεύτερος όρος ήταν να μην προχωρήσει η Άγκυρα σε γεωτρήσεις ή έρευνες σε περιοχή του Τουρκολιβυκού Μνημονίου, πριν γίνουν διαπραγματεύσεις.

Ο Καλίν αποχώρησε από το Βερολίνο και, δύο ημέρες αργότερα, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, πρόσωπο το οποίο δεν ανήκει σε καμία περίπτωση στον στενό κύκλο του Ερντογάν, έβγαλε στη φόρα το ραντεβού του Βερολίνου, κάτι που πυροδότησε έναν χαρακτηριστικά εσωστρεφή ελληνικό διάλογο περί «μυστικής διπλωματίας» και άλλων τινών. Χαρακτηριστική η ταχύτητα των φημολογιών, που οδήγησαν τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια να διαψεύσει τις πληροφορίες ότι δεν γνώριζε για τη συνάντηση του Βερολίνου.

Ακολούθησε τηλεφώνημα του Κυριάκου Μητσοτάκη με την Ανγκελα Μέρκελ το πρωί της Τετάρτης, όπου, παρά τα περί του αντιθέτου διακηρυσσόμενα, συζητήθηκε και η Τουρκία. Λίγο νωρίτερα, από το Βερολίνο είχε εκφραστεί ενόχληση για την νέα ανακοίνωση τουρκικών γεωτρήσεων στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα. Σε αυτή την περίπτωση η είδηση δεν ήταν η αλλαγή σημείου γεωτρήσεων για το πλωτό γεωτρύπανο «Γιαβούζ», αλλά η αντίδραση του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών.

Η παντελής έλλειψη διπλωματικού τακτ εκ μέρους του Μεβλούτ Τσαβούσογλου ενόχλησε, όπως ήταν αναμενόμενο, την Αθήνα, διότι την εμφανίζει ως διαπραγματευόμενη παρά την δημόσια ρητορική περί κόκκινων γραμμών, αλλά και το Βερολίνο. Η Ανγκελα Μέρκελ δεν επιθυμεί να δει την προεδρία της Γερμανίας στην Ε.Ε. στο τρέχον εξάμηνο να μετατρέπεται σε ένα πεδίο όπου βασικό αντικείμενο θα είναι η διαχείριση μιας πιθανής ελληνοτουρκικής σύγκρουσης. Γνωρίζει πολύ καλά τις ελληνικές κόκκινες γραμμές και ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται ότι τις έχει εξηγήσει επανειλημμένως στην καγκελάριο. Το «άδειασμα» Τσαβούσογλου ήταν χρήσιμο και με έναν άλλο τρόπο. Κατέστησε σαφές στο Βερολίνο, ότι δεν είναι η Αθήνα εκείνη που διστάζει να ξεκινήσει διάλογο. Αντιθέτως.

Σίγουρα πολλά θα φανούν τις επόμενες ημέρες. Στις Βρυξέλλες, όπου συνέρχονται μετά από καιρό δια ζώσης οι ηγέτες της ΕΕ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη συμφωνήσει για μια συνάντηση με τον γάλλο ομόλογό του Εμανουέλ Μακρόν. Όσο περνούν οι ημέρες και η Άγκυρα εμφανίζεται πιο δύσκολη στην συνεννόηση, τόσο μεγαλώνει και η αγωνία στις Βρυξέλλες για ένα θερμό φθινόπωρο, κάτι που, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, οδηγεί τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην προσπάθεια να δημιουργήσει μια ευρύτερη ευρωπαϊκή συνεννόηση για το συγκεκριμένο θέμα. Οπότε, τις επόμενες ημέρες στις Βρυξέλλες, δεν θα πρέπει να αποκλείεται μια ευρύτερης σύνθεσης συνάντηση με όλους τους μεγάλους παίκτες της ΕΕ και τους βασικούς θεσμικούς παράγοντές της.

Η συνάντηση του Βερολίνου, οι προσπάθειες συμμαχίας με το Παρίσι, όλη αυτή η, ομολογουμένως μάλλον βιαστική και δίχως σαφή στόχευση, κινητοποίηση της ΕΕ, δεν είναι παρά αποτέλεσμα μιας μεγάλης, αισθητής απουσίας. Οι Αμερικανοί δεν βρίσκονται πουθενά μέσα στο παιχνίδι και ο μόνος δίαυλος επικοινωνίας που υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ και τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, γεγονός που απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ως χρήσιμο για την περιφερειακή ειρήνη και τη σταθερότητα. Ο Τραμπ σε μια στιγμή διεθνούς κατακραυγής κατά του Ερντογάν λόγω της Αγίας Σοφίας, προσφέρει στον τούρκο πρόεδρο σταθερή στήριξη. Αυτό εξηγεί και την σπουδή του Ερντογάν να έχει θέσει επί τάπητος όλη την περιφερειακή του ατζέντα, πριν από τις αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου, που αναμένονται αμφίρροπες στην καλύτερη περίπτωση για τον Τραμπ. Παρά τις στρατηγικές συγκλίσεις Τουρκίας και ΗΠΑ, με κορυφαίο παράδειγμα την Λιβύη, ο Ερντογάν δεν θα μπορεί να συνομιλεί με τον Τζο Μπάιντεν, ούτε βέβαια και να τον επηρεάζει, όπως κάνει με τον σημερινό πρόεδρο.

Κάτι που σημαίνει ότι εφόσον η Τουρκία σχεδιάζει να προχωρήσει σε έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα το φθινόπωρο, η Αθήνα έχει ως βασικά διπλωματικά στηρίγματα την Γαλλία και την όποια σχέση αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής θα έχει συνάψει και την Ανγκελα Μέρκελ, ευελπιστώντας ότι ο Ερντογάν θα απαντήσει στην πρώτη κλήση της  γερμανίδας καγκελαρίου και όχι αφού τα πράγματα θα έχουν εκτραχυνθεί σε βαθμό δημιουργίας τετελεσμένων.