Οι δημοφιλείς συναυλίες σκηνοθετούνται ως μια θεαματική κανονικότητα που κάποιοι αντισυστημικοί από το κοινό τις καταστρέφουν, συμμετέχοντας στο καλλιτεχνικό συμβάν αρνητικά, διαλυτικά | CreativeProtagon
Θέματα

Γιατί οι θεατές συναυλιών πετούν αντικείμενα στη σκηνή

Το φαινόμενο της ρίψης αντικειμένων σε ποπ-ροκ συναυλίες με στόχο τον καλλιτέχνη, που «ανθεί» σε Αμερική και Ευρώπη, φαίνεται πως έφτασε και στην Ελλάδα. Πρόκειται, άραγε, για μόδα επιθετικής δημόσιας συμπεριφοράς που θα περάσει, όπως και τόσες άλλες; 'Η μήπως για μια εδραιωμένη και αποδεκτή στάση που εξαπλώνεται «μολύνοντας» όλο και περισσότερους «μουσικόφιλους»;
Αννα Αθανασιάδου

Τελευταία, σε αρκετές ποπ και ροκ συναυλίες κάποιοι φανατικοί θεατές πετούν στη σκηνή διάφορα έως και αλλόκοτα και συχνά επικίνδυνα αντικείμενα, ή ανάβουν καπνογόνα. Ετσι, τον Ιούνιο, δεκάδες καπνογόνα πρόσθεσαν τις αναθυμιάσεις τους στη συναυλία του  Θανάση Παπακωνσταντίνου στο Matala Beach Festival. Ενα από αυτά πετάχτηκε στην σκηνή προκαλώντας δικαιολογημένη ενόχληση και ταραχή στους μουσικούς, που πραγματικά κινδύνεψαν.

Λίγο αργότερα, στις 3 Ιουλίου, στο Θέατρο Γης, ο Γιάννης Χαρούλης διέκοψε τη συναυλία του για να εκφράσει προειδοποιητικά τη δυσαρέσκειά του σχετικά με τη ρίψη καπνογόνων. Ο καλλιτέχνης απαίτησε κάτι που δεν θεωρείται πια αυτονόητο σε τέτοιες εκδηλώσεις: αλληλοσεβασμό μεταξύ του κοινού, και κυρίως απέναντι σε γονείς με μικρά παιδιά.

Το φαινόμενο διαδόθηκε και στην Ελλάδα, εισαγόμενο από ευρωπαϊκές και αμερικανικές σκηνές, με πολλά και διάφορα αντικείμενα να προστίθενται στον κατάλογο των βλημάτων. Αραγε πρόκειται για μόδα επιθετικής δημόσιας συμπεριφοράς που θα περάσει, όπως και τόσες άλλες; ‘Η μήπως η συνειδητή ρίψη αντικειμένων κατά καλλιτεχνών εξελίσσεται σε εδραιωμένη και αποδεκτή στάση που εξαπλώνεται «μολύνοντας» όλο και περισσότερους οπαδούς της δημοφιλούς μουσικής;

Ρίψη αντικειμένων σε διεθνείς μουσικές σκηνές

Σε άλλες χώρες, τα αυτοσχέδια βλήματα αποκτούν μεγαλύτερη ποικιλία, εκφράζοντας  τα αινιγματικά (ή μήπως ακραία απλοϊκά;) συναισθήματα κάποιων θαυμαστών. Κάποιοι από αυτούς προσχεδιάζουν τις ρίψεις τους και δεν νοιάζονται για το κόστος. Ετσι, σε πρόσφατη συναυλία της Pink στο Λονδίνο, επί σκηνής εμφανίστηκε ένα ολόκληρο κεφάλι από τυρί μπρι.

Σε άλλη συναυλία, η τραγουδίστρια περιεργάστηκε το περιεχόμενο μιας πλαστικής σακούλας που προσγειώθηκε μπροστά της, ως ένδειξη θαυμασμού ενός λάτρη της. «Αυτή είναι η μητέρα σου;», τού απευθύνθηκε συγκρατημένα, έχοντας πληροφορηθεί ότι, ναι, στην καφεπράσινη σκόνη συμπυκνωνόταν το αποτεφρωμένο σώμα της μητέρας του.

Δεν είναι η μόνη που έχει να αντιμετωπίσει τέτοια βλήματα λατρείας, διατηρώντας, φαινομενικά τουλάχιστον, την ψυχραιμία της. Σύμφωνα με το BBC, πολλά γυάλινα μπουκάλια πετιούνται προς την σκηνή, ενώ η τραγουδίστρια Bebe Rexha βρέθηκε με ένα πρησμένο και μελανιασμένο μάτι εξαιτίας του κινητού που της ήρθε ουρανοκατέβατο στο πρόσωπο.  Αλλά και η Ava Max χτυπήθηκε με παρόμοια ακρίβεια από έναν εκδηλωτικό θαυμαστή.

Ο ράπερ Lil Nax X έγινε αβλαβής (ευτυχώς) αποδέκτης ενός ιπτάμενου ερωτικού βοηθήματος. Οι KSI και Logan Paul, δυο διασημότητες του Υou Tube, επλήγησαν από πλαστικά μπουκάλια οπαδών τους σε μια εκδήλωση στη Δανία. Η ποπ τραγουδίστρια Kelsea Balerrini τραυματίστηκε τον προηγούμενο μήνα στο μάτι από βραχιόλι που της πέταξε ένας λάτρης.

Στο στόχαστρο τέτοιων ατίθασων οπαδών μπήκε και ο βρετανός τραγουδιστής και συνθέτης Harry Styles: τραυματίστηκε οδυνηρά στο μάτι από ιπτάμενο αντικείμενο στην πρόσφατη συναυλία του στη Βιέννη. Σε μια πιο τυχερή στιγμή, ο ίδιος πρόλαβε να αποκρούσει εύστοχα ένα ιπτάμενο τηγανητό κοτόπουλο, και να το ξαναστείλει στο πλήθος.

Η βρετανίσα τραγουδίστρια Adele αντέδρασε προληπτικά στο ενδεχόμενο στόχευσής της. «Πάψτε να πετάτε πράγματα στους καλλιτέχνες» προειδοποίησε τους οπαδούς της σε μια συναυλία στο Λας Βέγκας. «Μην τολμήσετε να μου πετάξετε κάτι, θα σας σκοτώσω!» είπε και έστρεψε προς το μέρος του κοινού ένα υβριδικό όπλο-μπλούζα, σα να πυροβολούσε τους πιθανούς εκσφενδονιστές. Η απειλή της έπεισε, όπως φάνηκε, αφού κανείς δεν της πέταξε το παραμικρό στη διάρκεια της συναυλίας. Ωστόσο, δεν είναι όλοι οι μουσικοί τόσο ευρηματικοί.

Τέτοιες ρίψεις προκαλούν ρωγμές στη σχέση του κοινού με τους καλλιτέχνες. Κάποιοι από αυτούς διακόπτουν τις συναυλίες, όπως ο Cid Kudi εξαιτίας βολών εναντίον του με νερομπούκαλα. Υπάρχει βέβαια και η εναλλακτική να εγκαταλείψουν τις περιοδείες και τις πολυπληθείς συναυλίες. Ετσι έκανε η αμερικανίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός Miley Cyrus: διέκοψε τις περιοδείες, δηλώνοντας στους «LA Times»: «Δεν με ευχαριστεί πραγματικά να τραγουδώ έτσι για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Δεν υπάρχει καμία σύνδεση, καμία ασφάλεια».

Η πρωτοπορία ως αποδέκτης εκρηκτικών αντιδράσεων

Η τάση να αντιδρά το κοινό επιθετικά, ακόμα και εκσφενδονίζοντας αντικείμενα σε μουσικούς, συνθέτες και εκτελεστές, καταγράφεται τουλάχιστον από τις αρχές του 20ού αιώνα στις πολυδιάστατες εκδηλώσεις (μετά μουσικής), καθώς και σε συναυλίες μοντέρνων καλλιτεχνικών πρωτοποριών.

Εκείνα τα κινήματα όμως, φιλοδοξούσαν να ταράξουν τα καλλιτεχνικά νερά και να ξεσηκώσουν το κοινό κατά της συμβατικής, καθιερωμένης τέχνης, και γενικά ενάντια σε όλες τις ιεραρχίες, τους κανόνες και τις συμβάσεις, αισθητικές και ηθικές. Αναπόφευκτα, προκαλώντας το με πρωτοφανή έργα και συνθέσεις που γκρέμιζαν οτιδήποτε οικείο και καθησυχαστικό, το αποσταθεροποιούσαν και το σύγχυζαν.

Κάποτε κατάφερναν να το εξοργίζουν, στρέφοντάς το σκόπιμα εναντίον τους. Αποτέλεσμα, να δέχονται οι τολμηρότεροι καλλιτέχνες άγριες, απολίτιστες και συχνά βίαιες αντιδράσεις, που καθόλου δεν τους δυσαρεστούσαν. Η βία του κοινού εναντίον τους αποτελούσε ένδειξη πως τα έργα τους ήταν πρωτοποριακά και ανατρεπτικά. Η αντισυστημικότητά τους επιβεβαιωνόταν από τις εκρήξεις του κοινού.

Το Νταντά και η σκόπιμη εξαγρίωση του κοινού

Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση αποτελούν οι μουσικοχορευτικοποιητικές εκδηλώσεις του Νταντά. Η ντανταϊστική τέχνη, «η βίαιη διαμαρτυρία ολόκληρης της ύπαρξης μέσω της καταστροφικής δράσης… η συνάντηση όλων των αντιθέτων και όλων των αντιθέσεων, κάθε παράδοξου μοτίβου, κάθε ασυνέπειας: η ζωή», όπως την προσδιόρισαν οι ίδιοι οι ντανταϊστές καλλιτέχνες μέσα από το μανιφέστο τους, δίνει έμφαση στη «χειρονομία» και όχι στο έργο.

Τέτοιες προκλητικές «χειρονομίες» συνδυασμένες με ντανταϊστικά, τυχαία και αλλόκοτα αντικείμενα παρουσιάζονταν στο «Cabaret Voltaire», που λειτουργεί ακόμα ως καφέ, συνδυάζοντας διάφορες εκδηλώσεις – στο ίδιο πάντα κτίριο, στην παλιά πόλη της Ζυρίχης, στον αριθμό 1 της Spielgasse (ενώ στο No 14 του ίδιου δρόμου έμενε ο Λένιν με τη γυναίκα του, την Kρουπσκάγια, τότε που γεννήθηκε το Νταντά – 1916-17).

Εκεί οι πρωτοποριακές ντανταϊστικές εκδηλώσεις συνδύαζαν ποίηση, χορό και μουσική σε συνταρακτικά μείγματα. Σκόπιμα, η χαοτική και βάναυση, συχνά χωρίς νόημα τέχνη προκάλεσε αρκετές φορές επιθέσεις του κοινού και ρίψεις αλλοπρόσαλλων αντικειμένων στην πολύπαθη σκηνή.

Οταν η πρωτοποριακή μουσική διεγείρει τη βία

Εξίσου επιθετική υποδοχή από κοινό και κριτικούς συναντούσαν οι μοντέρνοι συνθέτες του 20ου αιώνα, με έργα που καταργούσαν τις αρμονικές συμβάσεις και ακούγονταν δυσαρμονικά, σχεδόν παράφωνα, ακόμα και τρομακτικά σε ασυνήθιστα αυτιά.

Ετσι, οι αρχικές  συναυλίες του Aρνολντ Σένμπεργκ, συνθέτη ατονικής μουσικής, προκαλούσαν «μουσικά σκάνδαλα» ισοδύναμα με εκείνο της πρώτης εκτέλεσης της «Ιεροτελεστίας της Ανοιξης» ή την κυκλοφορία του άλμπουμ των Sex Pistols «Anarchy in the UK», όπως γράφει ο Aλεξ Ρος, μουσικοκριτικός του περιοδικού New Yorker, στο βραβευμένο βιβλίο του «The Rest Ιs Noise». Εξαγριωμένες κραυγές που ζητούσαν να διακοπεί η εκτέλεση, τρανταχτά γέλια των ακροατών για το πανδαιμόνιο που έσβηνε τη μουσική, ακόμα και γρονθοκοπήματα – έπεφτε άγριο ξύλο, δηλαδή – μεταξύ φίλων και πολέμιων της δωδεκαφθογγικής μουσικής, δεν ήταν ασυνήθιστα.

Αντίστοιχες πηγαίες εκρήξεις ενός σοκαρισμένου κοινού εκδηλώθηκαν όταν πρωτοπαρουσιάστηκε η «Ιεροτελεστία της Ανοιξης» του Ιγκόρ Στραβίνσκι. Οι αντιδράσεις των θεατών μετέτρεψαν την πρεμιέρα σε ένα αλησμόνητο «σκάνδαλο». Οταν, σε ένα παγανιστικό τοπίο, οι χορεύτριες άρχισαν να χορεύουν άγρια, χαοτικά, σχεδόν αναρχικά, υπό τη συνοδεία μιας επαναλαμβανόμενης (200 φορές) δυσαρμονικής συγχορδίας, από τα θεωρεία ήχησαν ουρλιαχτά αγανάκτησης.

Οι λεκτικές προκλήσεις και ύβρεις μεταξύ όσων απέρριψαν με μανία την «Ιεροτελεστία» – από τα θεωρεία των πλουσιότερων εστέτ στον 16ο κύκλο – και όσων την αποδέχτηκαν με πρωτοποριακό πνεύμα, πήραν ακόμα και ταξικές αποχρώσεις. Κάτι τέτοιο φάνηκε όταν ο φιλικός στο έργο συνθέτης Φλόρεντ Σμιτ φώναξε στις πλούσιες κυρίες που αλάλαζαν εχθρικά: «Βουλώστε το, πόρνες του 16ου!».

Η Γερτρούδη Στάϊν το σχολίασε κάπως έτσι: «Κανείς, κυριολεκτικά, στη διάρκεια όλης της παράστασης, δεν μπορούσε να ακούσει τον ήχο της μουσικής… Η προσοχή μας ήταν σταθερά αποσπασμένη από έναν άνδρα στο θεωρείο κοντά μας, που κουνούσε το μπαστούνι του και, τελικά, σε μια βίαιη λογομαχία με έναν ενθουσιώδη στο διπλανό του θεωρείο, το μπαστούνι του κατέβηκε και συνέτριψε το καπέλο όπερας που ο άλλος είχε φορέσει αμυνόμενος. Ολο αυτό ήταν απίστευτα βίαιο».

Αβλαβή αντικείμενα εναντίον ποπ-ροκ ειδώλων

Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, να μη σημαδευτεί και η ποπ-ροκ κουλτούρα από άγριες αντιδράσεις του κοινού απέναντι σε καλλιτέχνες. Αλλωστε, η ποπ-ροκ μουσική, ενισχυμένη από το ανατρεπτικό νεανικό lifestyle στην εποχή της άνθισής της, ενσωμάτωσε αρκετά αντισυμβατικά στοιχεία από τις μοντέρνες καλλιτεχνικές πρωτοπορίες. Ετσι, αποδέχτηκε τον προκλητικό ακτιβισμό με τη χρήση αυτοσχέδιων αντικειμένων. Η καταστροφική επίθεση προς καθιερωμένες μορφές τέχνης αποτελούσε προαπαιτούμενο για να γεννηθεί το νέο.

Βέβαια, εδώ πραγματοποιείται μια αντιστροφή. Το ποπ-ροκ κοινό αντιδρά έξαλλα, ανορθόλογα και εκρηκτικά για να εκδηλώσει τη λατρεία και την επιδοκιμασία του προς τα είδωλά του. Οι ποπ-ροκ αστέρες, στις μεγαλειώδεις συναυλίες τους κυρίως, αυτοσκηνοθετούνταν προκλητικά, εκπέμποντας το μήνυμα πως αντιστρατεύονταν θεαματικά την αστική αισθητική και ηθική. Το κοινό συντονιζόταν και εκστασιαζόταν μαζί τους, ενώ μοιραζόταν και ενίσχυε την καταιγιστική διάθεσή τους. Πετώντας τους αντικείμενα, σε καμία περίπτωση δεν τους υπονόμευε.

Η ποπ-ροκ ιστορία, λοιπόν, σημαδεύεται από ουρανοκατέβατα αντικείμενα που προσγειώνονται στις συναυλιακές σκηνές για να εκφράσουν την έξαρση που προκαλούν στο κοινό οι λατρεμένοι του μουσικοί. Στις συναυλίες του Τομ Τζόουνς η σκηνή γέμιζε με γυναικεία εσώρουχα. Ενας κόκορας ήρθε σαν φτερωτό βλήμα καταπάνω στον Αλις Κούπερ. Στον Oζι Οσμπορν, τραγουδιστή των Black Sabbath, πέταξαν μια νυχτερίδα που τον χτύπησε κατακέφαλα.

Ας θυμηθούμε και τη σκηνή με το εξαγριωμένο κοινό που ήθελε να ακούσει κάντρι μουσική, να εκσφενδονίζει μπουκάλια στο δίδυμο των Τζον Μπελούσι και Ντάν Ακρόιντ, τραγουδιστών των Blues Brothers, στην ομώνυμη ταινία του 1980, όταν άρχισαν να παίζουν μπλουζ, ενώ συνέχισαν να τους πετάνε αντικείμενα, αυτή τη φορά από ικανοποίηση, καθώς η μπάντα έπαιζε το «Rawhide». Εκεί, βέβαια, ένα μεταλλικό πλέγμα προστάτευε τους εκτελεστές από τις διφορούμενες ρίψεις αντικειμένων, ώστε να προσαρμοστούν στο  άγριο κλίμα σνομπάροντας τον κίνδυνο εκ του ασφαλούς.

Η σκηνή από την ταινία «Blues Brothers» του Τζον Λάντις

Ρήξη με τη συναυλιακή αρμονία

Το φαινόμενο, λοιπόν, επαναλαμβάνεται στο παρόν. Θα μπορούσε ίσως κανείς να αποδώσει τέτοιες επιθετικές συμπεριφορές στην πανδημία της covid, που «πάγωσε» τις συναυλίες. Μήπως το κοινό ξεσυνήθισε του κανόνες που τηρούνται σε τέτοιες μουσικές εκδηλώσεις, ενώ επιτρέπουν την ελεγχόμενη έκσταση; Εχω την εντύπωση πως αυτό δεν δικαιολογεί τέτοια επιθετικότητα.

Τώρα πια βιώνουμε μια αντιστροφή: οι δημοφιλείς συναυλίες σκηνοθετούνται ως μια θεαματική κανονικότητα που κάποιοι αντισυστημικοί από το κοινό καταστρέφουν, είτε προσχεδιασμένα είτε και αυθόρμητα. Ετσι, συμμετέχουν στο καλλιτεχνικό συμβάν αρνητικά, διαλυτικά.

Αν προκαλείς κραυγαλέα δυσαρμονία, ιδίως πάνω σε θεαματικές μουσικές σκηνές όπου πρωταγωνιστούν περιφρουρούμενα μουσικά αστέρια, σπας την εναρμόνιση μεταξύ κοινού και μουσικών. Ο καταστροφέας μιας τέτοιας αμοιβαίας κατάστασης αυτόματα ξεχωρίζει από το πλήθος αρνητικά, γεννώντας συναισθήματα εντονότερα από την παραγκωνισμένη μουσική. Συχνά κερδίζει και πόντους στις ψηφιακές πλατφόρμες, που προβάλλουν κάθε ανατροπή της κανονικότητας ως διασκεδαστικό παιχνίδι.

Σε σχέση με τις παλαιότερες, μαζικές κοινωνίες, ελάχιστα συνδέουν τα μέλη του σύγχρονου μουσικού κοινού. Οι προσερχόμενοι στις ποπ-ροκ συναυλίες  δεν μπορούν να συνενωθούν ούτε μέσα από την λατρεία προς το πρόσωπο των μουσικών ειδώλων τους. Ωστόσο, παραμένουν διαρκώς διασυνδεδεμένοι στα κοινωνικά δίκτυα, ως άτομα που φιλοδοξούν να ξεχωρίσουν με τη μοναδικότητά τους.

Κάτι τέτοιο μπορούν να το πετύχουν ευκολότερα με εικόνες των εμπειριών τους. Τα άβατάρ τους ξεχωρίζουν και με τις «αυθεντικές» βιντεοσκοπημένες αντιδράσεις τους στις μουσικές εκδηλώσεις που επιλέγουν.

Πετώντας αντικείμενα στη σκηνή, οι θαυμαστές μια μουσικής διασημότητας μπορούν να παράξουν ένα βίντεο με πιθανότητα να γίνει viral στο Tik Tok, στο You Tube  ή στο Instagram, αδιαφορώντας αν η πράξη τους βλάπτει το είδωλό τους.

Οταν αυτές οι εκρηκτικές αντιδράσεις εμφανίζονται ως ασυνήθιστες και φαινομενικά αυθόρμητες –αλήθεια, για ποιον αυθορμητισμό μιλάμε όταν τραβάς και βίντεο με μια στοιχειώδη σκηνοθεσία;–, οι δράστες επιβραβεύονται μέσω της αναγνώρισης στα social media για την πρωτοτυπία και την ετοιμότητα να δρουν άμεσα, ωθούμενοι, φυσικά, από ανεξέλεγκτα συναισθήματα.

Πρόκειται για έναν δικτυωμένο ατομικισμό που τροφοδοτείται από τις άπειρες (αυτό)εικόνες, τραβώντας την προσοχή με αυτές. Aλλωστε, οι πλατφόρμες τύπου Instagram, You Tube, Tik-Tok κ.λπ. ευνοούν την οπτική επικοινωνία με μια θεατρική αυτοσκηνοθεσία. Οπως υποστηρίζει ο επικοινωνιολόγος Ρόλαντ Μπέρκαρτ επικαλούμενος πρόσφατες έρευνες, οι εικόνες αντιμάχονται τον ήχο (προφορικό λόγο ή μουσική) και συνήθως τον υποβαθμίζουν.

Στο πλαίσιο της  «οπτικής συγκινησιακής επικοινωνίας», επισημαίνει, «οι εικόνες έχουν μεγαλύτερη πειστικότητα, αποτυπώνονται στη μνήμη καλύτερα και για μεγαλύτερο διάστημα… και προκαλούν καλύτερη συναισθηματική εμπλοκή».

Ετσι, λοιπόν, τα εκσφενδονιζόμενα αντικείμενα με τη «σκληρή» υλικότητά τους προκαλούν έναν αδέξιο αντιπερισπασμό ως προς τη μουσική, την πιο άυλη και εκλεπτυσμένη τέχνη. Αναφερόμενος σε αυτόν τον αντιπερισπασμό, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου τόνισε, εκφράζοντας τη δυσφορία του: «Δεν διανοούμαι ότι υπάρχει περίπτωση να αποτελέσουν (οι μουσικές και τα τραγούδια) αφορμή να εμφανιστεί πόνος, εκεί που θα έπρεπε να βασιλεύει χαρά και μέθεξη». Ο ίδιος υποστήριξε σαφέστατα πως τα εξωτερικά, θεαματικά «υποβοηθήματα» περιττεύουν μπροστά στην εσωτερική φλόγα.

Δεν έχει άδικο. Μήπως εμείς οι ακροατές/θεατές δεν ζωντανεύουμε τη μουσική με τα πιο ενδόμυχα συναισθήματά μας, τα οποία αυτή απελευθερώνει, εφόσον βέβαια την ακούμε πραγματικά; Τα καπνογόνα πνίγουν τη μαγεία της, αποσπώντας την προσοχή προς κάτι κραυγαλέο και άσχετο.

Οπως, άλλωστε, γράφει στο εμπνευσμένο βιβλίο του «Musik und Tranzendenz» (Μουσική και Υπερβατικότητα), που εκδόθηκ πρόσφατα, o σημαντικός ελβετός μπλουζίστας Richard Koechli, για τη δύναμη της μουσικής να ξετρελαίνει το κοινό παρασέρνοντάς το να διαβεί μια πύλη προς έναν κόσμο πέρα από τον παρόντα χωροχρόνο, «η μουσική είναι το χάπι της ευτυχίας. Η μουσική, η μουσική και πάλι η μουσική. αυτή μπορεί πολύ περισσότερα, μπορεί το απροσδόκητο και δεν χρειάζεται δεκανίκια. Εφόσον εμείς την εμπιστευόμαστε».