Οι γόβες στιλέτο ταιριάζουν και με τζιν | Shutterstock
Θέματα

Γιατί οι γυναίκες αγαπούν τα ψηλά τακούνια

Η σχέση τους με τις γόβες-στιλέτο είναι πηγή μεγάλων και περίπλοκων φεμινιστικών αντιπαραθέσεων. Παρ' όλα αυτά, υποστηρίζει η Σάμερ Μπρέναν, συγγραφέας του βιβλίου «High Heel» {«Ψηλά Τακούνια»), οι γυναίκες τις αγαπούν ακόμα. Και καλά κάνουν
Κική Τριανταφύλλη

Επί ένα χρόνο η Σάμερ Μπρέναν φορούσε ψηλά τακούνια σχεδόν καθημερινά. Mπορεί να μην είχε μεγάλη δύναμη η ίδια, αλλά εργαζόταν στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, ένα μέρος όπου συναθροίζονται ισχυροί με κοστούμια, γραβάτες και φρεσκογυαλισμένα wingtips, αλλά και ταγιέρ, μεταξωτές μπλούζες, και φυσικά ψηλοτάκουνες γόβες. Και όπως όλες οι συνάδελφοί της, σύμφωνα με το στερεότυπο της γυναίκας επαγγελματία, η Μπρέναν συνήθιζε να κλείνεται σε κάποια γυναικεία τουαλέτα και να αλλάζει τα βολικά με τα άβολα παπούτσια και αντιστρόφως, ανάλογα με την περίσταση.

Στα γραφεία του ΟΗΕ κυκλοφορούσαν γυναίκες από όλα τα μέρη του κόσμου με εντυπωσιακές γόβες στιλέτο, λεοπάρ ή πράσινες και φολιδωτές, ροδί ή σατινέ σκουροκόκκινες, από λαμπερό μαύρο λουστρίνι με κόκκινες σόλες. Μερικές ήταν απλές, πλην όμως άβολες όπως όλες οι άλλες. Ίσως κάποια από εκείνα τα παπούτσια statement να έχουν εξωραϊστεί στη φαντασία της, γράφει η Μπρέναν στον Guardian, αλλά το σίγουρο είναι ότι όλα είχαν ένα ατσάλινο «στιλέτο» καρφωμένο στο πέλμα τους: με αυτό το κρυφό «όπλο» στην τσάντα τους μπαινόβγαιναν οι γυναίκες καθημερινά στο κτίριο του ΟΗΕ.

Γόβα στιλέτο και… συζήτηση του Προϋπολογισμού στην ολομέλεια της ελληνικής Βουλής (photo: SOOC)

Όταν πάλι δούλευε σε ένα κοινό γραφείο, τα ψηλά τακούνια δεν ήταν must, της άρεσαν όμως και κάπου κάπου φορούσε γόβες-στιλέτο. Παραδέχεται βέβαια ότι την έκαναν να αισθάνεται ισχυρή με έναν γυναικείο τρόπο: «Ίσως έπρεπε να αποδείξω κάτι ή ίσως ήμουν φτιαγμένη έτσι ώστε να το σκέφτομαι συνέχεια», λέει.

Καλώς ή κακώς, οι ψηλοτάκουνες γόβες είναι τα πιο δημοφιλή γυναικεία υποδήματα, κατάλληλες για εκδηλώσεις, επίδειξη, υψηλές επιδόσεις, εξουσία και αστική ζωή. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα -συνήθως στις πιο επίσημες εκδηλώσεις- είναι έως και απαραίτητες. Τα ψηλά τακούνια είναι για τις γυναίκες κάτι ανάλογο με τις γραβάτες για τους άνδρες, επειδή χωρίς αυτές μπορεί να είναι πιο δύσκολο να δείχνουν επίσημες και θηλυκές ταυτόχρονα. Μάλιστα υποχρεώνονται από τους εργοδότες τους να φορούν γόβες με ψηλά τακούνια σε όλο το φάσμα της εργασίας, από τις σερβιτόρες στο Λας Βέγκας μέχρι τις υπαλλήλους στα γραφεία της εταιρείας Pricewaterhouse Coopers.

Είναι τα παπούτσια της φιλοδοξίας, για εξώφυλλα περιοδικών, κόκκινα χαλιά, βραβεύσεις, αίθουσες συνεδριάσεων και κοινοβουλίων. Και, πράγμα μάλλον παράδοξο –αλλά μπορεί και όχι- σύμφωνα με τη βιομηχανία των φετίχ τα τελευταία 150 χρόνια, θεωρούνται τα ιδανικά παπούτσια για σεξ επίσης… Για τις γυναίκες, βέβαια ό,τι το δημόσιο είναι ταυτόχρονα και το πιο ιδιωτικό και αντίστροφα. Οι γόβες μας, λοιπόν, εκτός από υποδήματα για δημόσιες εμφανίσεις, θεωρούνται επίσης ό,τι πιο θηλυκό μπορούμε να φορέσουμε.

Προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, στη Βουλή. Γαλάζιες γόβες, άρα βουλευτίνα της Νέας Δημοκρατίας; | SOOC

Κάπως έτσι, η Μπρέναν διαπίστωσε ότι το θέμα των ψηλών τακουνιών και όλα τα ερωτήματα που τα ακολουθούν -να τα φοράμε ή όχι, τι σημαίνουν ή δεν σημαίνουν, τι σηματοδοτούν και τι όχι, να τα ζητάμε ή όχι- συνθέτουν έναν απίθανο πλην όμως γόνιμο τόπο φεμινιστικών αντιπαραθέσεων.

Τα σύγχρονα ψηλά παπούτσια γεννήθηκαν στο Παρίσι και έγιναν αμέσως απαραίτητο στοιχείο της δυτικής μόδας. Τα γοβάκια, εμπνευσμένα από παπούτσια των ιππέων της Περσίας (που ήταν πιο ψηλά στο πίσω μέρος για να αυξάνουν την σταθερότητα του ιππέα όταν στεκόταν όρθιος στους αναβολείς της σέλας), πρωτοεμφανίστηκαν τον 17ο αιώνα στην αυλή του βασιλιά Λουδοβίκου XIV, και καθιερώθηκαν ως σύμβολα κοινωνικής τάξης.

Πολύ αργότερα, τη δεκαετία του 1950 ο σχεδιαστής του οίκου Dior Ροζέ Βιβιέ  πρόσθεσε ατσάλινες ράβδους στους άξονες των λεπτών τακουνιών, τα ψήλωσε πάνω από οκτώ εκατοστά και ενθάρρυνε τις απλές γυναίκες να τα φορούν καθημερινά. Ο Βιβιέ είχε αρχίσει ήδη από την δεκαετία του 1930 να σχεδιάζει τις γόβες της Ζοζεφίν Μπέικερ και της βασίλισσας Ελισάβετ αλλά δεν ήταν ο πρώτος που έφτιαξε ατσάλινα στιλέτα.  Η δουλειά του στον Dior, όμως, προσέδωσε αίγλη και ένα ξεχωριστό look στις γόβες του.

Εσείς τι προτιμάτε; (Ακριβά) αθλητικά ή γόβες;

Από τις δημιουργίες του Βιβιέ, φθάσαμε στις εμβληματικές γόβες των σύγχρονων «θεών της μόδας» Μανόλο Μπλάνικ, Τζίμι Τσόου, Κριστιάν Λουμπουτέν και Αλεξάντερ ΜακΚουίν, που μεταμορφώνουν τις γυναίκες σε κάτι άλλο πέρα από την ανθρώπινη ύπαρξη. Τις κάνουν να μοιάζουν με φυτά, ζώα, τις ανυψώνουν, αλλά ταυτόχρονα είναι πιο εύκολο να τις πιάσει κανείς και να τις υποτάξει.

Όταν ρωτήθηκε ποιοι άντρες βρίσκουν ελκυστική μια γυναίκα με ψηλά τακούνια, ο Κριστιάν Λουμπουτέν, μιλώντας στη φωτογράφο μόδας Γκαράνς Ντορέ το 2013, απάντησε ότι τα τακούνια αναγκάζουν τη γυναίκα να περπατάει πιο αργά, πράγμα που δίνει την ευκαιρία στον άντρα να την παρατηρεί περισσότερη ώρα. Δεν είπε τίποτα για την αισθητική, μίλησε μόνο για την ταχύτητα. «Για ποιο λόγο θέλει να τρέξει;», αναρωτήθηκε, «είμαι υπέρ του να γίνει πιο αργός ο ρυθμός των βημάτων, και τα ψηλά τακούνια είναι πολύ καλά γι’ αυτό».

Μια γυναίκα σε κίνηση, εκτός ανδρικού ελέγχου, θεωρείται εδώ και πολύ καιρό πρόβλημα. Ποιος λοιπόν είναι ο καλύτερος τρόπος να δαμάσει κανείς αυτές τις γυναίκες από το να τις βιδώσει κυριολεκτικά στο έδαφος;

Παρόλες αυτές τις σκέψεις η Σάμερ Μπρέναν δεν απαρνείται τα φορέματα και τα ψηλά τακούνια της: «Μου αρέσει η θηλυκότητά μου, ή αυτό που έχω συνηθίσει να σκέφτομαι ως “θηλυκότητα μου”. Δεν θέλω να μιμηθώ τη συμπεριφορά ή την εμφάνιση των αντρών για να έχω εξουσία και ελευθερία. Αν θέλω να τρέξω, θα βάλω αθλητικά παπούτσια. Μου αρέσει να μακιγιάρομαι. Απολαμβάνω τα κοσμήματα», λέει.

Ίσως μάλιστα να σκέφτεστε το ίδιο κι εσείς, ανεξάρτητα από το φύλο σας. Στο βιβλίο της «Bad Feminist», η  Ροξάν Γκέι υπερασπίζεται «θηλυκά» στερεότυπα όπως την αγάπη για το ροζ χρώμα, απορρίπτοντας την ιδέα ότι ο φεμινισμός πρέπει να αποκλείει τα στολίδια της γυναικείας κουλτούρας. Μπορούμε άραγε να διεκδικήσουμε δύναμη ως γυναίκες, χωρίς ταυτόχρονα να απορρίπτουμε την κοριτσίστικη διάθεσή μας; Θα μπορούσε άραγε να σωθεί η πολιτισμική θηλυκότητα από την πατριαρχία και την καταπίεση;

Ενα ζευγάρι γόβες μπορεί να “αναβαθμίσει” ακόμα και το πιο απλό ντύσιμο (photo: SOOC)

Εδώ και δεκαετίες προσπαθούμε να διαπιστώσουμε πώς μπορεί να φαίνεται και να δρα μια ελεύθερη γυναίκα, πράγμα το οποίο πιθανότατα θα χρειαστεί αιώνες μέχρι να προσδιοριστεί. Προς το παρόν, το να κάνουμε κάτι με «ψηλά τακούνια» είναι μια έννοια σχεδόν καθολικά κατανοητή που σημαίνει ότι το πρόσωπο που το κάνει είναι θηλυκού γένους, και ότι κάνοντάς το, αντιμετωπίζει πρόσθετες προκλήσεις που σχετίζονται με το φύλο.

Αυτό που περιορίζει, εξαθλιώνει, εκμεταλλεύεται, υποδουλώνει, καταπιέζει, αρρωσταίνει, ματώνει, βιάζει και σκοτώνει τις γυναίκες δεν είναι γενικά τα ρούχα ή τα παπούτσια, αλλά οι νόμοι και οι κοινωνικές νόρμες. Η προκατάληψη, ο μισογυνισμός, η λευκή υπεροχή, η τρανσφοβία, η ομοφοβία. Επιθετικές εταιρείες και άδικοι εργατικοί νόμοι. Διακρίσεις στους χώρους εργασίας και στις πολιτικές προσλήψεων. Έλλειψη νομικής προστασίας από τη βία στους χώρους εργασίας, στο σπίτι και στο δρόμο. Μη εφαρμογή των υφιστάμενων προστατευτικών μέσων.

Γραφειοκρατία. Υπερτιμημένες υπηρεσίες για γυναίκες. Ιατρικός σεξισμός. Θρησκευτικός σεξισμός. Απαγόρευση πρόσβασης σε ιδιοκτησία, οικονομική διαχείριση, πιστωτική κάρτα ή βιβλιάριο επιταγών. Απειλή βίας σε δημόσιους χώρους, τόσο σε φυσικό όσο και σε εικονικό επίπεδο, και σε δημόσιες συγκοινωνίες. Η κινητικότητα των γυναικών έχει περιοριστεί σωματικά μέσω της μόδας, αλλά κυρίως έχει περιοριστεί νομικά, οικονομικά, επαγγελματικά, ιατρικά, πνευματικά, σεξουαλικά, πολιτικά. Δηλαδή, συστημικά.

Ευκολία (στον δρόμο)  VS κομψότητα (στο γραφείο)

Τα επικρατέστερα αφηγήματα στην κοινωνία και στα μέσα ενημέρωσης εξακολουθούν να αγωνίζονται να δουν τις γυναίκες ως άτομα. Είμαστε πιο συχνά αρώματα, τύποι. Οι φεμινίστριες διανοούμενες κατακρίνονται συχνά δριμύτατα όταν επικρίνουν μεμονωμένες γυναίκες με τις οποίες διαφωνούν, ακόμη και όταν αυτή η διαφωνία δεν έχει εκφραστεί με σεξιστικό τρόπο. Και είναι κάτι που συμβαίνει πολύ συχνά όταν οι γυναίκες τσακώνονται για το αν πρέπει ή όχι να φορούν ψηλά τακούνια.

Όταν όμως οι γυναίκες δεν θεωρούνται εντελώς ισότιμοι άνθρωποι, είμαστε όλες ίδιες, και η κριτική για μια από μας σημαίνει κριτική για όλες εμάς, λέει η Μπρέναν. Αμφιβάλλετε;

*Η Σάμερ Μπρέναν είναι συγγραφέας του βιβλίου «High Heel»