Tην περασμένη Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου, ο Βλαντίμιρ Πούτιν μετέβη στο πάλαι ποτέ Στάλινγκραντ για να τιμήσει με την παρουσία του την 80η επέτειο της νίκης των Σοβιετικών εναντίον των Ναζιστών στην πόλη που κάποτε έφερε το όνομα του Ιωσήφ Στάλιν. Ο νυν επικεφαλής του Κρεμλίνου υποκλίθηκε και γονάτισε μπροστά από ένα στεφάνι που κατατέθηκε προς τιμή των ηρώων της μάχης που άλλαξε τον ρου του B’ Παγκοσμίου Πολέμου (φωτογραφία επάνω). Την προηγούμενη ημέρα, σε επίσημη τελετή έγιναν τα αποκαλυπτήρια μιας χάλκινης προτομής του σοβιετικού δικτάτορα στην πόλη η οποία από το 1961 ονομάζεται ξανά Βόλγκογκραντ.
«Αλλά για τον Πούτιν, η πόλη είναι ακόμη το Στάλινγκραντ και το έτος είναι ακόμη το 1943, οι Ναζί εξακολουθούν να διεξάγουν έναν πόλεμο εφαρμόζοντας τακτική καμένης γης και ο ηρωικός ρωσικός λαός εξακολουθεί να πολεμά έναν πολύ ισχυρότερο εχθρό, υπερασπιζόμενος την πατρίδα», γράφει ο Τζορτζ Πάκερ του The Atlantic. Στην πραγματικότητα, όμως, διανύουμε το 2023 και ο εχθρός της Ρωσίας «είναι το ανεξάρτητο, δημοκρατικό, πολύ μικρότερο κράτος της Ουκρανίας, με επικεφαλής έναν εβραίο πρόεδρο και εξοπλισμένο από δυτικές δημοκρατίες— περιλαμβανομένης της Γερμανίας», θυμίζει στην ανάλυσή του.
Εξηγεί πως ο Πούτιν μετέβη στην ιστορική ρωσική πόλη, επιδιώκοντας να συνδέσει τον αποκαλούμενο από τους Ρώσους Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο κατά της ναζιστικής Γερμανίας με τον πόλεμο που μαίνεται στην Ουκρανία, για να τονώσει την εθνική περηφάνεια του ρωσικού λαού αλλά και να εκφοβίσει τους εχθρούς του.
«Δυστυχώς, βλέπουμε ότι η ιδεολογία του ναζισμού στη σύγχρονη μορφή και έκφανσή της απειλεί και πάλι άμεσα την ασφάλεια της χώρας μας», δήλωσε σε ομιλία του, απευθυνόμενος σε στρατιωτικό ακροατήριο. «Πρέπει, ξανά και ξανά, να αποκρούσουμε την επιθετικότητα της συλλογικής Δύσης. Είναι απίστευτο αλλά αποτελεί γεγονός: μας απειλούν και πάλι με γερμανικά τανκς Leopard που φέρουν σταυρούς», πρόσθεσε ο Πούτιν.
Εστιάζοντας την προσοχή του στο ίδιο θέμα και κάνοντας λόγο για «επινόηση ενός Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που δεν διεξήχθη ποτέ, τουλάχιστον όπως τον αφηγείται η προπαγάνδα του πουτινικού καθεστώτος», ο Αντρέα Ρομάνο της La Repubblica θυμίζει πως λίγες ημέρες πριν από την επίσκεψη του Πούτιν στο Βόλγκογραντ, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, εκτελώντας χρέη φερεφώνου του ρώσου προέδρου, είπε πως «οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες, μαζί με τους ουκρανούς ναζιστές, είναι οι άμεσοι κληρονόμοι εκείνων που στο παρελθόν κήρυξαν τον πόλεμο στη Ρωσία. Αλλά η χώρα μας νίκησε και τον Ναπολέοντα και τον Χίτλερ. Και αυτός κατέστη επίσης Πατριωτικός Πόλεμος για εμάς: θα κερδίσουμε ξανά αυτή τη φορά, όπως συνέβη το 1812 και το 1945».
Ενώ ο ιταλός αρθρογράφος γράφει για την «τελευταία απάτη» του Κρεμλίνου, ο αμερικανός συνάδελφός του αναφέρεται σε ένα τεράστιο ψέμα, στο «θεμελιώδες ψέμα του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας». Ποια είναι, όμως, η αλήθεια που παραποιεί το Κρεμλίνο;
Επικαλούμενος το κλασικό «Ανοδος και Πτώση του Τρίτου Ράιχ» του Γουίλιαμ Σίρερ, ανταποκριτή του αμερικανικού CBS Radiο στο Βερολίνο τη δεκαετία του 1930, ο Τζορτζ Πάκερ γράφει ότι η πρώτη κατακτητική ενέργειά του Αδόλφου Χίτλερ ήταν η προσάρτηση της Αυστρίας, με τον ναζιστή ηγέτη να χαρακτηρίζει τη χώρα ως ιστορικό μέρος του Τρίτου Ράιχ και στη συνέχεια να διεξάγει δημοψήφισμα με το 99,75% των Αυστριακών να τάσσεται υπέρ της ένωσης με τη Γερμανία.
Αντίστοιχα η πρώτη ενέργεια που Βλαντίμιρ Πούτιν στο πλαίσιο του πολέμου που μαίνεται σήμερα στην Ουκρανία, ήταν η προσάρτηση της Κριμαίας, με τον ρώσο δικτάτορα να την χαρακτηρίζει ως ιστορικό κομμάτι της ρωσικής αυτοκρατορίας και στη συνέχεια να διεξάγει δημοψήφισμα με το 97% των πολιτών της χερσονήσου να επιθυμεί την ένωση με τη Ρωσία.
Το επόμενο βήμα του Χίτλερ ήταν η προσάρτηση της Σουδητίας, των γερμανόφωνων περιοχών της πάλαι ποτέ Τσεχοσλοβακίας, όπου οι ντόπιοι ναζιστές προετοίμαζαν τεχνηέντως το έδαφος για την κατάκτησή τους από τις δυνάμεις του Βερολίνου. Η ναζιστική προπαγάνδα είχε εμφανίσει την Τσεχοσλοβακία, «μια προοδευτική δημοκρατία», σε απαίσιο καταπιεστή των Γερμανόφωνων που ζούσαν στην επικράτειά της και τον πρόεδρό της Εντβαρντ Μπένες σε στυγνό εγκληματία.
«Είναι αφόρητο για μια παγκόσμια δύναμη να γνωρίζει ότι υπάρχουν άνθρωποι με φυλετική συγγένεια δίπλα της, που υποφέρουν συνεχώς από τα πιο σοβαρά βάσανα για τη συμπάθεια ή την ενότητά τους με ολόκληρο το έθνος, το πεπρωμένο του και την κοσμοθεωρία (Weltanschauung) του», είχε υποστηρίξει ωρυόμενος ο Χίτλερ. «Στα συμφέροντα του γερμανικού Ράιχ ανήκει η προστασία εκείνων των γερμανικών λαών που δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν κατά μήκος των συνόρων μας την πολιτική και πνευματική τους ελευθερία με τις δικές τους προσπάθειες».
Και, όντως, λαμβάνοντας τα παραπάνω υπόψη, δεν είναι καθόλου δύσκολο, όπως επισημαίνει ο Τζορτζ Πάκερ στο άρθρο του, να αντικαταστήσει κανείς τη «Weltanschauung», τη γερμανική κοσμοθεωρία, με τον «Ruskiy Mir», τον ρωσικό κόσμο, τον Χίτλερ ως προστάτη των καταπιεσμένων Γερμανόφωνων με τον Πούτιν ως απελευθερωτή των καταπιεσμένων Ρωσόφωνων, τον Εντβαρντ Μπένες με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, τη Σουδητία με το Ντονμπάς και τους υποστηριζόμενους από το Βερολίνο σουδήτες ναζιστές με τους υποστηριζόμενους από τη Μόσχα ουκρανούς αυτονομιστές.
Επιπλέον και στις δύο περιπτώσεις, επεισόδια στις αυτονομιστικές περιοχές προκλήθηκαν κατόπιν εντολής της γειτονικής υπερδύναμης, ούτως ώστε να προκύψει μια αφορμή για να επέμβει στρατιωτικά ενώ οποιαδήποτε αναφορά σε διαπραγματεύσεις με στόχο την ειρήνη αποσκοπούσε στο να κερδηθεί περισσότερος χρόνος για πόλεμο. Εξι μήνες μετά τη Διάσκεψη του Μονάχου τον Σεπτέμβριο του 1938 με την οποία συνομολογήθηκε η προσάρτηση της Σουδητίας στο Τρίτο Ράιχ, ο Χίτλερ κατέκτησε και τη υπόλοιπη Τσεχοσλοβακία. Οκτώ χρόνια μετά την έναρξη ενός πολέμου στην Κριμαία και το Ντονμπάς, ο Πούτιν εξαπέλυσε μια πλήρους κλίμακας επίθεση κατά Ουκρανίας.
«Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, σπανίως, μάλιστα, ομοιοκαταληκτεί. Ο ισχυρισμός του Πούτιν ότι η Ρωσία ξαναζεί την υπεράσπιση του Στάλινγκραντ δείχνει πόσο παραπλανητικές και καταστροφικές μπορεί να είναι οι αναλογίες. Είναι γενικά σοφό να αντιστέκεται κανείς στις αναλογίες – κυρίως επειδή ο Χίτλερ ήταν πραγματικά μοναδικός», γράφει ο δημοσιογράφος του The Atlantic. Παραδέχεται, ωστόσο, ότι ξαναδιαβάζοντας τις περισσότερες από 1.000 σελίδες της «Ανόδου και της Πτώσεως του Τρίτου Ράιχ» δυσκολεύτηκε πολύ περισσότερο να αντισταθεί στις όποιες αναλογίες παρά να τις εντοπίσει.
Υποστηρίζει πως ο Πούτιν επικαλείται το φάσμα του ναζισμού, όχι μόνο για δυσφημίσει και να δαιμονοποιήσει τους εχθρούς του αλλά για να μην κατηγορηθεί ο ίδιος ως στυγνός εγκληματίας, το οποίο θα ήταν πολύ πιο εύλογο, λαμβάνοντας υπόψη τα γεγονότα. «Αυτή είναι προπαγάνδα ως προβολή — μια κοινή τεχνική των δημαγωγών. Ο Χίτλερ κατηγόρησε τους Τσέχους και τους Πολωνούς για επιθετικότητα κατά της Γερμανίας καθώς ετοιμαζόταν να εισβάλει», συνοψίζει ο Πάκερ.
Σημειώνει πως στην επέτειο της Μάχης του Στάλινγκραντ ο ρώσος πρόεδρος παραποίησε την Ιστορία, θέλοντας να πλήξει πρωτίστως τους Γερμανούς. Εξηγεί πως η αρχική έλλειψη αποφασιστικότητας του Βερολίνου όσον αφορά την αποστολή βαρέων αρμάτων μάχης στην Ουκρανία δεν σχετιζόταν τόσο με τον φόβο αντιποίνων, ακόμη και πυρηνικών, από τη Ρωσία, αλλά στο γεγονός πως «τα Leopard της Γερμανίας εξακολουθούν να είναι Πάντσερ και η χρήση τους στην Ουκρανία θα μπορούσε να θυμίσει την Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, την σκοτεινότατη ιστορία της οποίας η Ρωσία δεν μπορεί να την ξεπεράσει».
Αυτό εξηγεί γιατί το 2014, μετά την έναρξη των εχθροπραξιών στην Ουκρανία, η γερμανική κοινωνία είχε διχαστεί, με ένα σημαντικό (αλλά όχι πλειοψηφικό) ποσοστό να διάκεινται ευνοϊκά απέναντι στους Ρώσους. Ο εφιάλτης ενός νέου πολέμου με τη Μόσχα εξακολουθεί να στοιχειώνει τη Γερμανία, όμως αυτό που βαραίνει περισσότερο του Γερμανούς είναι η συλλογική και διιστορική ενοχή για τους 27 εκατομμύρια Σοβιετικούς που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του B΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
«Ο Πούτιν, που υπηρέτησε στη Δρέσδη, στην Ανατολική Γερμανία, ως αξιωματικός της KGB, καταλαβαίνει ότι δεν έχει παρά να πει “ναζί” για να κάνει τη γερμανική ψυχή να τρέμει», γράφει ο Πάκερ, ο οποίος θα ήθελε να ακούσει τον γερμανό καγκελάριο Ολαφ Σολτς, ή, έστω, τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι ή τον Τζο Μπάιντεν, να ανταποδίδει την ίδια κατηγορία στον Βλαντίμιρ Πούτιν.
«Τα Leopards της Γερμανίας θα χρησιμοποιηθούν, επιτέλους και πολύ αργά, για να βοηθήσουν τον στρατό της Ουκρανίας να υπερασπιστεί τη χώρα ενάντια σε έναν πολύ πιο πολυάριθμο και βαριά οπλισμένο στρατό εισβολής. Οι Γερμανοί ήταν πρόθυμοι να θυσιάσουν ολόκληρες μεραρχίες στο Στάλινγκραντ. οι Ρώσοι είναι πρόθυμοι να κάνουν το ίδιο στο Μπαχμούτ και στέλνουν δεκάδες χιλιάδες ακόμη στρατιώτες για μια νέα επίθεση στο Ντονμπάς […] Η καθυστερημένη απόφαση του Σολτς θα πρέπει να θεωρηθεί όχι ως αποτυχία να διδαχθεί από την Ιστορία, αλλά ως ένα ακόμη βήμα στο πλαίσιο του μακροχρόνιου απολογισμού της Γερμανίας όσον αφορά τα εγκλήματά της. Τα Leopard αποτελούν μέρος του ίδιου εγχειρήματος εθνικής εξιλέωσης στο οποίο ανήκει και το Μνημείο του Ολοκαυτώματος στην καρδιά του Βερολίνου. Δεν θα σβήσουν το παρελθόν, ούτε θα το παραποιήσουν όπως κάνει ο Πούτιν. Θα το τιμήσουν», καταλήγει ο Τζορτζ Πάκερ.