Με τον Πούτιν να θριαμβολογεί ωσάν να ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος του παιχνιδιού, αμφισβητώντας ακόμη και τη νομιμότητα του Ζελένσκι στην εξουσία, «έχει νόημα να μην καταβαλλόμαστε από την ηττοπάθεια;», διερωτάται σε ανάλυσή του ο Τζανλούκα Μερκούρι της Corriere della Sera. «Εχει νόημα να λέμε στους εαυτούς μας και στους Ουκρανούς ότι στην πραγματικότητα ο επιτιθέμενος της 24ης Φεβρουαρίου 2022 δεν έχει νικήσει και ότι, ανεξάρτητα από τα τμήματα εδαφών που θα του επιτρέψει ο Τραμπ να προσαρτήσει, δεν θα νικήσει ποτέ;».
Ο ιταλός σχολιαστής σημειώνει πως κάλλιστα θα μπορούσε να γίνει λόγος για «παρηγοριά στον άρρωστο». Γιατί στην παρούσα φάση οι Ρώσοι κερδίζουν περί τα δέκα χιλιόμετρα τη μέρα, και εκτός από τη φωτιά που εξακολουθεί να καίει στη ρωσική περιφέρεια του Κουρσκ, η ουκρανική αντεπίθεση αποδείχθηκε μάταιη, όπως φοβούνταν και προειδοποιούσαν αρκετοί αναλυτές, ενώ τα «περί ολικής ήττας» του Πούτιν κενά λόγια, όπως είχε καταγγείλει εξ αρχής ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν.
Ωστόσο υπάρχουν κάποια δεδομένα που παραμένουν ακλόνητα, ανεξάρτητα από την κατάσταση στο πεδίο και τις θριαμβολογίες του επικεφαλής του Κρεμλίνου. Τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν άρχισε να επιδεινώνεται η κατάσταση για τους Ουκρανούς, ο πολιτικός επιστήμονας Ράτζαν Μένον, ανώτερος εταίρος της δεξαμενής σκέψης Defense Priorities, έγραψε πως «εάν ο θεμελιώδης στόχος του πολέμου του Πούτιν ήταν να κρατήσει την Ουκρανία στην τροχιά της Ρωσίας -πολιτικά, πολιτιστικά και οικονομικά- τότε έφερε το αντίθετο αποτέλεσμα. Οι ηγέτες και οι πολίτες της Ουκρανίας, ειδικά εκείνοι των νεότερων γενιών, αποφάσισαν ότι το μέλλον τους είναι με τη Δύση, όχι με τη Ρωσία».
«Αυτές οι σκέψεις παραμένουν πιο έγκυρες από ποτέ τώρα που όλα δείχνουν να καταρρέουν», σχολιάζει ο Τζανλούκα Μερκούρι. «Ακριβώς τώρα που πρέπει να μπει ένα τέλος, είναι δίκαιο να υπογραμμίσουμε ότι η ουκρανική αντίσταση είχε, έχει και θα έχει πάντα νόημα: ένα νόημα ζωτικής σημασίας για τους Ουκρανούς -τα θύματα- και για εμάς, που τους υποστηρίξαμε με θάρρος και συνοχή […] για εμάς που τους εξοπλίσαμε και αλλάξαμε ξαφνική τη χαλαρή μας ενεργειακή πολιτική, για εμάς που είπαμε “αρκετά” στον αυταρχικό ηγέτη της δεύτερης πυρηνικής δύναμης στον κόσμο και για να κάνουμε το σωστό -σωστό πρωτίστως για μας- επιβαρυνθήκαμε με υψηλότερους λογαριασμούς ενέργειας και γεωπολιτικούς κινδύνους που αποφεύγονταν επί τρεις γενιές», προσθέτει. Πού εδράζεται, όμως, αυτή η «συνειδητοποίηση», όπως την χαρακτηρίζει ο αρθρογράφος της Corriere della Sera; Στις παρακάτω πέντε διαπιστώσεις:
1. Ο Πούτιν δήλωνε ότι η Ουκρανία δεν υπάρχει (ως κρατική οντότητα) αντιθέτως κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η Ουκρανία όχι μόνον υπάρχει αλλά και θα συνεχίσει να υπάρχει. Παρά τον προβλεπόμενο ακρωτηριασμό της θα παραμείνει μία από τις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης, με μισό εκατομμύριο άνδρες στρατό και αμυντικές ικανότητες απαράμιλλες μεταξύ των άλλων κρατών της ηπείρου.
2. Ο Πούτιν αρνιόταν την ίδια την ταυτότητα της Ουκρανίας, αντιθέτως η ουκρανική ταυτότητα ενισχύθηκε δραστικά, όπου ήδη υπήρχε, και σφυρηλατήθηκε, όπου ήταν λιγότερο διακριτή, χάρη στη ρωσική επιθετικότητα.
3. Ο Πούτιν θεωρούσε αδύνατο να καταστεί ευρωπαϊκή η Ουκρανία, ωστόσο τα ευρωπαϊκά κράτη την υποστήριξαν αμέριστα (εξαιρουμένης της Ουγγαρίας) ωσάν να ανήκε ήδη στην ευρωπαϊκή οικογένεια, στην οποία κάποια στιγμή θα ενταχθεί και επίσημα.
4. Ο Πούτιν ισχυριζόταν ότι αυτός ο πόλεμος θα προκαλούσε ανείπωτη κρίση στους κόλπους του ΝΑΤΟ, αντιθέτως η Βορειοατλαντική Συμμαχία διευρύνθηκε και ενισχύθηκε, μέσω της προσχώρησης της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας, αυξήθηκαν οι αμυντικές δαπάνες των περισσότερων κρατών-μελών της συμμαχίας.
5. Ο Πούτιν είχε στόχο να αποτρέψει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και τυπικά μέχρι στιγμής το έχει πετύχει, γιατί λίγες κυβερνήσεις στη Δύση θα ήθελαν να εγγυηθούν στο Κίεβο για την άμεση και αμέριστη συνδρομή τους, σε περίπτωση νέας επίθεσης από τη Ρωσία, όπως ορίζει το άρθρο 5 της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Ωστόσο οι δεσμοί του Κιέβου με το ΝΑΤΟ είναι πολύ πιο ισχυροί σε σχέση με πριν από μία τριετία ενώ σε περίπτωση μιας νέας επίθεσης από τη Ρωσία, ούτε καν ο Τραμπ δεν θα μπορούσε να κάτσει με τα χέρια σταυρωμένα.
Θα μπορούσε να υποστηριχθεί πως αυτή αντιμετώπιση των πραγμάτων με πραγματισμό, αυτή η «οπτική του μικρότερου κακού», όπως την αποκαλεί ο Τζανλούκα Μερκούρι, θα μπορούσε να είχε φανεί χρήσιμη πολύ νωρίτερα, όταν σημείο αναφοράς ήταν το απαραβίαστο των ουκρανικών συνόρων και όποιος αμφέβαλε για τη δυνατότητα ανάκτησης του Ντονμπάς και της Κριμαίας επικρινόταν ως ηττοπαθής.
Ωστόσο η άποψη σύμφωνα με την οποία ο ρεαλισμός θα συνέβαλε στην αποτροπή χιλιάδων θανάτων, αποκρύπτει το γεγονός πως, «ότι χωρίς αυτά τα σχεδόν τρία χρόνια αντίστασης, χωρίς αυτή την τεράστια θυσία, ο Πούτιν θα είχε πραγματικά κερδίσει. Γιατί ακριβώς μέσω της αντίστασης ορίστηκε με ανεξίτηλο τρόπο η ουκρανική ταυτότητα που εκείνος αρνιόταν. Για αυτό δεν αποτελεί ψευδαίσθηση να πούμε ότι στην πραγματικότητα -χωρίς καν να λάβουμε υπόψη το τεράστιο κόστος αυτού του πολέμου για τους Ρώσους- αυτός που έχει χάσει είναι ο Πούτιν», καταλήγει ο ιταλός δημοσιογράφος.