O κόσμος δεν θα είναι ποτέ ξανά όπως ήταν πριν από την 24η Φεβρουαρίου, ημέρα κατά την οποία ο Βλαντίμιρ Πούτιν διέταξε τα στρατεύματά του να εισβάλουν στην Ουκρανία, υποστηρίζουν δημοσιογράφοι και αρθρογράφοι, στρατιωτικοί και πολιτικοί αναλυτές, ειδικοί στις διεθνείς σχέσεις, οικονομολόγοι, ιστορικοί, πρωθυπουργοί και πρόεδροι σε όλον τον κόσμο. Μάλιστα κάποιες αλλαγές έχουν ήδη επέλθει ενώ εκτιμάται πως θα είναι μακράς διαρκείας. Επειτα από είκοσι ημέρες πολέμου η συντακτική ομάδα της Corriere della Sera προέβη στην καταγραφή των πιο σημαντικών από αυτές.
1. Η νεκρανάσταση του ΝΑΤΟ
«Η ενότητα είναι πολύ πιο ισχυρή από όσο ανέμενε ο πρόεδρος Πούτιν. Θέλει λιγότερο ΝΑΤΟ, λαμβάνει περισσότερο ΝΑΤΟ». Με αυτά τα λόγια ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ περιέγραψε την πιο προφανή αλλαγή στις διεθνείς σχέσεις. Μόλις πριν από λίγα χρόνια, με έναν αμερικανό πρόεδρο να χαρακτηρίζει την Βορειοατλαντική Συμμαχία «παρωχημένη» πριν καν αναλάβει τα καθήκοντά του, το ΝΑΤΟ έδειχνε να έχει φτάσει σε απόλυτο αδιέξοδο, διερωτώμενο ποιος είναι ο ρόλος του και ποια η χρησιμότητά του. Εχοντας απαυδήσει με τον αμερικανικό νέο-απομονωτισμό ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν έφτασε στο σημείο να υποστηρίξει πως «αυτό που ζούμε είναι ο εγκεφαλικός θάνατος» του ΝΑΤΟ αλλά και ότι είναι αναγκαία η ανάπτυξη μιας άμεσης σχέσης ανάμεσα στην Ευρώπη και στη Ρωσία, ανεξάρτητα από τις θέσεις και τις ιδιοτροπίες του εκάστοτε ενοίκου του Λευκού Οίκου.
Τώρα το ΝΑΤΟ ενισχύεται αναπάντεχα εξαιτίας της «αυτοεκπληρούμενης προφητείας» των δύο εμπόλεμων κρατών: της Ουκρανίας που ζητούσε να εισέλθει στη συμμαχία, ούτε ώστε να μην δεχθεί επίθεση, και της Ρωσίας που θεωρούσε την επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά άμεση απειλή για την ασφάλειά της και επέλεξε να την αντιμετωπίσει με τον πλέον βάναυσο και απαράδεκτο τρόπο. Ομως ο ρόλος του ΝΑΤΟ εξακολουθεί να καθορίζεται από τις περιστάσεις και στην προκειμένη περίπτωση αυτό σημαίνει πως δεν μπορεί να ρισκάρει το ξέσπασμα ενός Γ’ Παγκόσμιου Πολέμου στο όνομα της Ουκρανίας.
2. Η μετατροπή του Πούτιν σε παρία της διεθνούς κοινότητας
Εως την 24η Φεβρουαρίου ο Βλαντίμιρ Πούτιν ήταν ένας εγνωσμένος αυταρχικός ηγέτης από κάθε άποψη: ο ελάχιστα κεκαλυμμένος και ενίοτε φονικός δεσποτισμός του ήταν γνωστός, αλλά ο ρόλος του στη διεθνή τάξη πραγμάτων έμοιαζε να είναι ακλόνητος. Ομως με το που διέταξε στις δυνάμεις του να επιτεθούν στην Ουκρανία, κατέστη αυτομάτως παρίας ενώ σήμερα, έπειτα από σχεδόν τρεις εβδομάδες πολέμου, η επανένταξή του στη διεθνή κοινότητα θεωρείται απίθανη.
Στη Δύση το ερώτημα όσον αφορά το μέλλον του Πούτιν είναι εάν η προφανής υποτίμηση του αντίκτυπου της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» στη Ρωσία και τους πολίτες της θα του κοστίσει τελικά τη θέση του. Είναι σαφές ότι μια αλλαγή καθεστώτος στη Μόσχα θα ήταν καθοριστική και ένας από τους στόχους των δυτικών κυρώσεων είναι ακριβώς αυτός: να παρακινηθούν ολιγάρχες, κρατικοί μηχανισμοί και απλοί άνθρωποι να επαναστατήσουν. Αλλά ο επικεφαλής του Κρεμλίνου σε καμία περίπτωση δεν έχει απολέσει ακόμη την υπερβολική ισχύ του στο εσωτερικό της Ρωσίας και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποκλειστεί μια περαιτέρω κλιμάκωση του πολέμου.
Ιδιαίτερα σημαντικό στην παρούσα φάση είναι η αποφυγή της άκρατης και τυφλής ρωσοφοβίας (στην Ιταλία, για παράδειγμα, υπήρξε όντως καθηγητής πανεπιστημίου που ακύρωσε κύκλο μαθημάτων αφιερωμένων στον Ντοστογιέφκσι).
3. Η Ουκρανία υπάρχει
Πλέον, έπειτα από τρεις εβδομάδες ηρωικής αντίστασης κατά των ρωσικών δυνάμεων, κανένας δεν πρέπει να έχει την παραμικρή αμφιβολία πως σε αντίθεση με όλα όσα γράφει και διατείνεται ο Πούτιν, η Ουκρανία δεν είναι Ρωσία και σε καμία περίπτωση ο ουκρανικός και ο ρωσικός δεν είναι ένας λαός. Η Ουκρανία είναι ένα ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος και για να το καταστήσουν ξεκάθαρο οι Ουκρανοί επέλεξαν τον πόλεμο από την παράδοση, καθώς η υποταγή στις βουλές του Κρεμλίνου θα σήμανε τον αφανισμό της χώρας.
Το πνεύμα της αντίστασης κατά των ρώσων εισβολέων ανέλαβε να ενσαρκώσει (με εξαιρετική επιτυχία έως σήμερα) ο 44χρονος πρόεδρος της Ουκρανίας. Εάν είχε διαφύγει η ιδέα του αγώνα στο όνομα της πατρίδας θα είχε καταρρακωθεί ανεπανόρθωτα ενώ όσο παραμένει στη θέση του, αψηφώντας τη ζωή του, κανένας ρωσικός πύραυλος δεν μπορεί να κλονίσει το ηθικό του ουκρανικού λαού.
Είτε κληθεί να αντιμετωπίσει μια ρωσική κατοχή είτε αναγκαστεί να «φινλανδοποιηθεί» μόνιμα, είτε εισέλθει, τελικά, στην ΕΕ είτε όχι, η Ουκρανία δεν πρόκειται να υποταχτεί ποτέ ξανά. Περί αυτού αρκεί να σημειωθεί πως ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι σε συνέντευξη που παραχώρησε στη γερμανική Die Zeit χαρακτήρισε την ηρωική αντίσταση κατά των ρωσικών δυνάμεων Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο της Ουκρανίας.
4. Η εδραίωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης
«Η Ευρώπη θα οικοδομηθεί μέσα από κρίσεις και θα είναι το άθροισμα των λύσεων που θα έχουν δοθεί σε αυτές τις κρίσεις» είχε πει το 1954 ο Ζαν Μονέ, ένας από τους αρχιτέκτονες της ΕΕ, και η Ιστορία τον δικαίωσε, τελικά, την τελευταία διετία. Αρχικά με την κοινή ευρωπαϊκή απάντηση (μέσω της έκδοσης κοινού χρέους έπειτα από τη σύγκρουση ανάμεσα στον «φειδωλό» Βορρά και στον «χρεωμένο» Νότο) στο δράμα της πανδημίας και τώρα με την σχεδόν ομόφωνη εναντίωση των κρατών-μελών της ΕΕ στην επιθετικότητα του Βλαντίμιρ Πούτιν (παρά τις στρατηγικές αποκλίσεις όσον αφορά την προμήθεια ενέργειας από τη Ρωσία). Οι Ευρωπαίοι αποφάσισαν από κοινού να επιβάλουν βαρύτατες οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία, να χρηματοδοτήσουν τον επανεξοπλισμό της Ουκρανίας, να υποδεχτούν και να φιλοξενήσουν άνευ όρων πρόσφυγες από την εμπόλεμη χώρα. Ιδιαίτερα σημαντική για την ΕΕ είναι και η εντυπωσιακή αλλαγή στάσης της Γερμανίας η οποία αποφάσισε να μπλοκάρει τη λειτουργία του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 αλλά και να επανεξοπλιστεί.
Ενώπιον του πολέμου στην Ουκρανία οι Ευρωπαίοι καλούνται πλέον, να σκεφτούν τι θα απαντήσουν στους Ουρανούς εάν η ένταξη της πατρίδας τους στην ΕΕ (και η απομάκρυνσής της από το ΝΑΤΟ) αναδειχθεί ως πιθανή διέξοδος από την αιματηρή κρίση.
5. Η επιτάχυνση (ή η επιβράδυνση;) της ενεργειακής μετάβασης
Το ότι η ενεργειακή μετάβαση επρόκειτο να είναι μια πολύπλοκη διαδικασία είχε καταστεί σαφές πριν από το ξέσπασμα του πολέμου. Περί τις τρεις εβδομάδες πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία η Κομισιόν ανακοίνωσε πως σκοπεύει χαρακτηρίσει «πράσινες» τις επενδύσεις σε φυσικό αέριο και πυρηνική ενέργεια. Ο πόλεμος περιέπλεξε περαιτέρω την κατάσταση, δεδομένου ότι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία και η Ιταλία εξαρτώνται σημαντικά από το ρωσικό φυσικό αέριο. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να αρχίσουν να λειτουργούν ξανά στην πατρίδα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρισμού από άνθρακα. Στην προκειμένη περίπτωση οι ευρωπαίοι ηγέτες καλούνται να λάβουν υπόψη την ηθική υποχρέωση να στηρίξουν την Ουκρανία αλλά και την κύρια αποστολή τους που είναι η κάλυψη των αναγκών των πατρίδων τους και των πολιτών τους.
Αρκετοί υποστηρίζουν πως εάν η ΕΕ επιθυμεί να είναι πραγματικά και ουσιαστικά αλληλέγγυα προς τον μαχόμενο ουκρανικό λαό πρέπει να σταματήσει να προμηθεύεται φυσικό αέριο από τη Ρωσία. Το ότι εάν αποφασιστεί κάτι τέτοιο θα προκύψουν σημαντικές δυσκολίες είναι δεδομένο. Ωστόσο ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας εκτιμά πως η εξάρτηση της ΕΕ από το φυσικό ρωσικό αέριο θα μπορούσε να περιοριστεί μέσα σε έναν χρόνο κατά τουλάχιστον ένα τρίτο. Μια τέτοια απόφαση θα συνέβαλε αναγκαστικά και στη σημαντική αύξηση και επιτάχυνση των επενδύσεων σε εναλλακτικές και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, επιταχύνοντας την ενεργειακή μετάβαση.
6. Κυρώσεις: ο οικονομικός πόλεμος της Δύσης
Μην μπορώντας, και μην θέλοντας, να εξαπολύσει μια στρατιωτική αντεπίθεση κατά της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η Δύση επέλεξε να κηρύξει οικονομικό πόλεμο στη Ρωσία του Πούτιν, με στόχο να γονατίσει την οικονομία της και να στραγγαλίσει το καθεστώς της. Οι πρωτοφανείς, βαρύτατες κυρώσεις επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ, την ΕΕ και τη Βρετανία. Ο αντίκτυπος έγινε αμέσως αισθητός με την κατάρρευση του ρουβλιού και το πάγωμα αποθεμάτων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας στο εξωτερικό αλλά και των περιουσιακών στοιχείων του ίδιου του Βλαντίμιρ Πούτιν. Από τις δυτικές κυρώσεις δεν γλίτωσαν, φυσικά, ούτε οι ρώσοι ολιγάρχες, που είδαν πολυτελείς βίλες τους και αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων κότερα τους να κατάσχονται από τις αρμόδιες ευρωπαϊκές αρχές. Στόχος στην προκειμένη περίπτωση είναι να καταστούν οι στενές τους σχέσεις με τον Πούτιν εξαιρετικά επιζήμιες για τους ίδιους και τις όποιες επιχειρηματικές και άλλες δραστηριότητές τους ανά τον κόσμο. Ηδη κάποιοι έχουν ταχθεί δημόσια υπέρ του άμεσου τερματισμού του πολέμου.
Βαρύτατο πλήγμα για τη Ρωσία αποτέλεσε και ο αποκλεισμός ρωσικών τραπεζών από διεθνές σύστημα πληρωμών Swift. Ο Πούτιν δήλωσε πως ισοδυναμούν με «κήρυξη πολέμου», ωστόσο παραμένει άγνωστο εάν οι κυρώσεις θα αναγκάσουν τελικά τον ρώσο πρόεδρο να υποχωρήσει ή εάν ο αντίκτυπος τους θα γίνει πλήρως αισθητός όταν θα είναι, πλέον, πολύ αργά. Πάντως η Μόσχα αποπειράται να αντιδράσει, προσφέροντας φθηνό πετρέλαιο στην Ινδία και ζητώντας να πληρώνει τόκους ομολόγων της σε γουάν.
7. Το μεγάλο δίλημμα της Κίνας
Επίσημα η αποτροπή ή η αποκλιμάκωση της ουκρανικής κρίσης ήταν για το Πεκίνο μια μοναδική ευκαιρία για να βελτιώσει την εικόνα του στη διεθνή σκηνή που έχει αμαυρωθεί από την καταστολή στον Χονγκ Κονγκ, τις διώξεις κατά των Ουιγούρων και όχι μόνο. Αντιθέτως ο Σι Τζινπίνγκ επέλεξε να τιμήσει τις εκλεκτικές συγγένειες που τον συνδέουν με τον «στενό του φίλο» Πούτιν. Κατά τη συνάντηση των δύο ηγετών την 4η Φεβρουαρίου στο Πεκίνο με αφορμή την έναρξη της χειμερινής Ολυμπιάδας, ο κινέζος πρόεδρος μάλλον έδωσε το πράσινο φως – με αντάλλαγμα απλώς τον σεβασμό της «ολυμπιακής εκεχειρίας» – για αυτό που ίσως να πίστευε πως επρόκειτο όντως να είναι μία ειδική στρατιωτική επιχείρηση περιορισμένης κλίμακας και όχι ένας ολικός πόλεμος. Ομως τώρα (όπως αποδεικνύει η πρόσφατη συνάντηση του Γιανγκ Τζιετσί, επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του ΚΚΚ, με τον αμερικανό σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν στη Ρώμη) το Πεκίνο ενδέχεται να επανεξετάζει τη στάση του.
Πώς θα ωφεληθεί η Κίνα εάν η διεθνής κοινότητα διαιρεθεί σε δημοκρατίες και αυταρχικά καθεστώτα, θέτοντας σε κίνδυνο, έτσι, την παγκοσμιοποίηση από την οποία ευνοήθηκαν κυρίως οι Κινέζοι; Αξίζει το Πεκίνο να συνδράμει το Κρεμλίνο που πλήττεται από τις δυτικές κυρώσεις, γνωρίζοντας πως το διμερές εμπόριο με τη Ρωσία ανέρχεται στα 147 δισεκατομμύρια δολάρια ενώ με τις ΗΠΑ γύρω στα 750 δισεκατομμύρια και με την Ευρώπη ξεπέρασε τα 820 δισεκατομμύρια; Απαντώντας ψύχραιμα σε αυτά τα ερωτήματα δεν αποκλείεται τελικά οι Κινέζοι να αποφασίσουν να συμβάλουν στην εξεύρεση μιας κάποιας λύσης.
8. Η παγκοσμιοποίηση και το τέλος του «τέλους της Ιστορίας»
Αρχικά η πτώση του Τείχους του Βερολίνου (την 9η Νοεμβρίου του 1989) και στη συνέχεια η ένταξη της Κίνας στον Διεθνή Οργανισμό Εμπορίου (την 11η Δεκεμβρίου του 2001) έδωσαν πρωτοφανή ώθηση στις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές. Στη συνέχεια, ωστόσο, σημειώθηκαν η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, το Brexit, ο πόλεμος των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ, η πανδημία του κορονοϊού και, εσχάτως, ο πόλεμος στην Ουκρανία και πλέον πολλοί έγκριτοι διεθνείς αναλυτές υποστηρίζουν πως η παγκοσμιοποίηση όπως την γνωρίζαμε έχει τελειώσει.
Στο παρελθόν φαίνεται να ανήκει πλέον και το περίφημο «μέρισμα ειρήνης» (τα οικονομικά οφέλη που προέκυψαν από τη μείωση των αμυντικών δαπανών μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ) όπως επίσης και η ιδέα της «Αλλαγής μέσω του Εμπορίου» σύμφωνα με την οποία η ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου ευνοεί τη διεθνή σταθερότητα, τη συνεργασία μεταξύ των λαών και τη διάδοση της δημοκρατίας. Το εν λόγω δόγμα έχει αμφισβητηθεί αρκετές φορές από την Κίνα ενώ τώρα ο Βλαντίμιρ Πούτιν αποφάσισε να το καταρρίψει με τον πλέον αιματηρό και απάνθρωπο τρόπο.
9. Οι πρόσφυγες και η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη
Σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών από την 24η Φεβρουαρίου έως την 13η Μαρτίου περισσότεροι από 2,8 εκατομμύρια Ουκρανοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους ενώ εκτιμάται πως σύντομα θα ξεπεράσουν τα τέσσερα εκατομμύρια. Προς το παρόν τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων υποδέχονται οι χώρες που συνορεύουν με την Ουκρανία, κυρίως η Πολωνία, όπου έχουν καταφύγει τουλάχιστον 1,7 εκ. Ουκρανοί, γεγονός που σηματοδοτεί μια ακόμη σημαντική αλλαγή στους κόλπους της ΕΕ.
Τα τελευταία χρόνια το προσφυγικό αποτέλεσε αγκάθι στις σχέσεις των κρατών-μελών της ΕΕ, με ελάχιστες χώρες να εισακούν τις εκκλήσεις της Ελλάδας και της Ιταλίας για δικαιότερη κατανομή των προσφύγων.
Ομως ενώπιον του πολέμου στην Ουκρανία η ΕΕ άλλαξε αναπάντεχα και ριζικά τη στάση της. Σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ, οι εκτοπισμένοι δικαιούνται άδεια προσωρινής προστασίας διάρκειας 12 μηνών, η οποία μπορεί στη συνέχεια να ανανεώνεται κάθε 6 μήνες επί μία τριετία. Χάρη σε αυτό το άτυπο διαβατήριο ο κάθε πρόσφυγας από την Ουκρανία μπορεί να μεταβεί οπουδήποτε επιθυμεί εντός της ΕΕ. Οσον αφορά το κόστος υποδοχής και φιλοξενίας των προσφύγων από την Ουκρανία, σύμφωνα με μια πρώτη εκτίμηση του ιταλικού Ινστιτούτου Μελετών Διεθνούς Πολιτικής (ISPI) θα ανέλθει για την ΕΕ στα 23 δισεκατομμύρια ευρώ. Το πώς θα εξελιχθεί η νέα ανθρωπιστική/προσφυγική κρίση δεν το γνωρίζει κανένας. Ωστόσο είναι γνωστό τοις πάσι πώς οι πρόσφυγες μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μέσο άσκησης πολιτικών πιέσεων. Σε μία ιδιαίτερα ανησυχητική επίδειξη προέβη πριν από λίγους μήνες ο Αλεξάντερ Λουκασένκο, ο δικτάτορας της Λευκορωσίας, απειλώντας να κατακλύσει την ΕΕ με πρόσφυγες από το Ιράκ και το Αφγανιστάν, ενώ δεν αποκλείεται κάποιο ανάλογο σχέδιο να έχει καταστρώσει και ο Βλαντίμιρ Πούτιν.