Πολίτες περιμένουν τη σειρά τους για να κάνουν το εμβόλιο κατά του κορονοϊού στο Μπουένος Αϊρες | REUTERS/Matias Baglietto
Θέματα

Γιατί μολύνονται με κορονοϊό και οι πλήρως εμβολιασμένοι;

Παρά την αύξηση των περιστατικών εκδήλωσης νόσου σε άτομα που έχουν εμβολιαστεί, οι περισσότεροι παραμένουν με ήπια συμπτώματα. Και αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος των εμβολίων...
Protagon Team

Κανένα εμβόλιο δεν είναι 100% αποτελεσματικό. Μάλιστα, πριν ακόμη εγκριθεί το πρώτο εμβόλιο για τον κορονοϊό, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Τροφίμων (ΕΜΑ) είχε ανακοινώσει ότι οποιοδήποτε υποψήφιο εμβόλιο παρέχει προστασία μεγαλύτερη από 50% και δεν έχει σοβαρές παρενέργειες, θα λάβει άδεια έγκρισης.

Ωστόσο, όπως γράφουν οι Financial Times, η νέα, παγκόσμια αύξηση των περιστατικών με λοίμωξη Covid-19 συγκρούστηκε με την παγκόσμια εκστρατεία εμβολιασμού, όπου πραγματοποιούνται περισσότερα από 200 εκατομμύρια δόσεις την εβδομάδα και πλέον υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που διερωτώνται: «Πόσο με προστατεύει το εμβόλιο από τον κορονοϊό;».

Βέβαια, οι εγκρίσεις που έχουν δοθεί στα εμβόλια είναι ξεκάθαρες, καθώς αναφέρουν τα ποσοστά από μείωση του κινδύνου νόσησης, εισαγωγής στο νοσοκομείο και θανάτου. Για κανένα από τα εμβόλια που έχουν λάβει άδεια στην Ευρώπη, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο, δεν αναφέρεται ότι εξαλείφεται ο κίνδυνος να μολυνθεί κάποιος από κορονοϊό. Απλούστατα διότι αυτό είναι κάτι το οποίο βρίσκεται υπό έρευνα.

Πόσοι πλήρως εμβολιασμένοι έχουν διαγνωστεί θετικοί;

Υπάρχουν μη επίσημες αναφορές από άτομα που έχουν εμβολιαστεί και εκδήλωσαν λοίμωξη Covid-19, ωστόσο, όπως γράφουν οι Financial Times, το φαινόμενο δεν είναι συχνό και βρίσκεται εντός των αναμενόμενων στατιστικών δεδομένων. Δηλαδή τα περιστατικά δεν έχουν προκαλέσει καμία ανησυχία στους ειδικούς, διότι ήταν αναμενόμενα.

«Δεν υπάρχει κανένα τέλειο εμβόλιο, και το ίδιο ισχύει και γι’ αυτό του κορονοϊού» λέει ο Ουίλιαμ Σάφνερ, καθηγητής Λοιμωξιολογίας στο Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ του Τενεσί.

Για παράδειγμα, το εμβόλιο του κίτρινου πυρετού, το οποίο θεωρείται το πλέον αποτελεσματικό εμβόλιο ζωντανού ιού που έχει αναπτυχθεί μέχρι σήμερα, δημιουργεί αντισώματα που διαρκούν για μεγάλο χρονικό διάστημα στο 98% των εμβολιασμένων. Ακόμα κι έτσι όμως, αυτό σημαίνει ότι οι 2 στους 100 λήπτες του εμβολίου θα βρεθούν τελικά θετικοί.

Στην περίπτωση των εμβολίων της λοίμωξης Covid-19, οι κλινικές δοκιμές έδωσαν εντυπωσιακά επίπεδα αποτελεσματικότητας, ειδικά για τα mRNA εμβόλια, τα οποία υπερβαίνουν το 90% στην πρόληψη της συμπτωματικής λοίμωξης, όπως αναφέρουν οι Financial Times.

Δεδομένα από τη Βρετανία, το Ισραήλ και τον Καναδά, όμως, δείχνουν ελαφρώς μικρότερη αποτελεσματικότητα στον πραγματικό πληθυσμό, πιθανόν λόγω της εξάπλωσης των μεταλλάξεων, όπως το στέλεχος Δέλτα.

Οι εκτιμήσεις για την πρόληψη της συμπτωματικής λοίμωξης, ανάλογα με το εμβόλιο, κυμαίνονται από το 60% έως το 90%.

Σύμφωνα με την Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας της Βρετανίας (PHE), περίπου το 17% από τους 105.598 που μολύνθηκαν στη χώρα με τη μετάλλαξη Δέλτα τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες, αφορούσε πλήρως εμβολιασμένα άτομα, δηλαδή άτομα που είχαν λάβει τη δεύτερη δόση τουλάχιστον 14 ημέρες πριν διαγνωστούν θετικοί.

«Aυτό το ποσοστό είναι αναμενόμενο να αυξάνεται, όταν μεγαλώνει και το ποσοστό των εμβολιασμένων στον πληθυσμό», εξηγεί στους FT ο Αντονι Μάστερς, της Βασιλικής Εταιρείας Στατιστικής στη Βρετανία. «Αν φτάναμε σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα κάλυψης σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, είναι λογικό ότι η πλειονότητα των κρουσμάτων θα αφορούσε πλήρως εμβολιασμένους», συμπληρώνει.

Αυτό βέβαια γίνεται ξεκάθαρο στις χώρες που έχουν υψηλή εμβολιαστική κάλυψη. Στο Ισραήλ, για παράδειγμα, όπου η εμβολιαστική κάλυψη έχει φτάσει το 60% του συνολικού πληθυσμού, περίπου το 52% των κρουσμάτων στις 21 Ιουλίου, αφορούσε πλήρως εμβολιασμένους.

Υπάρχει ομάδα εμβολιασμένων που να διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο;

Ελάχιστοι άνθρωποι που είναι πλήρως εμβολιασμένοι έχουν νοσήσει βαριά. Το εμβόλιο της Pfizer είναι 96% αποτελεσματικό στην πρόληψη της νοσηλείας σε νοσοκομείο, δηλαδή της εκδήλωσης σοβαρών συμπτωμάτων. Αντίστοιχο εκτιμάται πως είναι το ποσοστό για το εμβόλιο της Moderna, το οποίο βασίζεται στην ίδια τεχνολογία mRNA. Το εμβόλιο της AstraZeneca έχει 92% αποτελεσματικότητα στην πρόληψη της νοσηλείας.

Ωστόσο, όπως εξηγεί στους FT η Νάταλι Ντιν, καθηγήτρια Βιοστατιστικής στο Πανεπιστήμιο Eμορι της Ατλάντας, τα νούμερα αυτά είναι μέσοι όροι και ο κίνδυνος που αντιμετωπίζει ο κάθε πολίτης που εμβολιάζεται εξαρτάται από ατομικούς παράγοντες. «Ολα είναι σχετικά όσον αφορά τα εμβόλια και τους κινδύνους» επεσήμανε.

Στην ανάλυσή τους οι Financial Times δείχνουν ότι ένας άνδρας 80 ετών που είναι πλήρως εμβολιασμένος, πλέον διατρέχει τον ίδιο κίνδυνο θανάτου με έναν ανεμβολίαστο 50 ετών.

Στην Αγγλία, όπου εννέα στα 10 άτομα άνω των 50 έχουν εμβολιαστεί πλήρως, το 30% των ασθενών που χρειάστηκε νοσηλεία λόγω της μετάλλαξης Δέλτα τον Ιούλιο, ήταν πλήρως εμβολιασμένοι. Και περίπου οι μισοί από τους 460 θανάτους που αποδίδονται στο στέλεχος Δέλτα από τον Φεβρουάριο, ήταν επίσης πλήρως εμβολιασμένοι.

«Τα ποσοστά αντανακλούν τον μεγάλο αριθμό ατόμων μεγάλης ηλικίας που έχουν εμβολιαστεί. Αν είχαν εμβολιαστεί πλήρως όλοι, τότε όλοι όσοι εισάγονταν στο νοσοκομείο θα ήταν εμβολιασμένοι εξ ορισμού», εξηγεί ο δρ Μάστερς.

Ο ίδιος υπενθυμίζει ότι τα δύο τρίτα των ανθρώπων που σκοτώνονται σε τροχαία δυστυχήματα στη Βρετανία φορούσαν ζώνη ασφαλείας. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι η ζώνη σκοτώνει. Το θέμα είναι ότι το 99% των οδηγών στη Βρετανία φορούν ζώνη, οπότε είναι αναμενόμενο ότι τα περισσότερα θανατηφόρα περιστατικά αφορούν οδηγούς που φορούσαν ζώνη ασφαλείας.

Παράλληλα, τονίζει ότι οι εμβολιασμένοι που εμφανίζουν συμπτώματα κορονοϊού θα είχαν νοσήσει βαριά ή θα είχαν πεθάνει αν δεν είχαν εμβολιαστεί.

«Οταν ακούω ασθενείς να μου λένε ότι αρρώστησαν ελαφρά παρά τον εμβολιασμό, πάντα τους λέω ότι χαίρομαι που βρίσκονται εδώ για να διαμαρτυρηθούν» συμπληρώνει ο ίδιος.

Μπορεί κανείς να μάθει πόσο προστατευμένος είναι;

Δυστυχώς όχι ακόμα. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος για την εκτίμηση των επιπέδων ανοσίας είναι η μέτρηση των εξουδετερωτικών αντισωμάτων στο αίμα. Ωστόσο, στην ανοσία παίζουν ρόλο και τα Β και τα Τ-κύτταρα του ανοσοποιητικού, τα οποία όμως είναι δύσκολο να μετρηθούν.

Τα τεστ αντισωμάτων που πωλούνται στα φαρμακεία είναι αναξιόπιστα προς αυτήν την κατεύθυνση, καθώς συνήθως δείχνουν μόνο αν υπάρχουν ή όχι αντισώματα έναντι του κορονοϊού, ενώ στην πραγματικότητα η ανοσία είναι ευρύ φάσμα. «Δεν είσαι ασφαλής ή μη ασφαλής, προστατευμένος ή μη προστατευμένος. Οι άνθρωποι διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το πόσο προστατευμένοι είναι από το εμβόλιο» εξηγεί στους FT ο Ντάνι Ολτμαν, καθηγητής Ανοσολογίας στο Imperial College του Λονδίνου.

Καλύτερη εκτίμηση της ανοσίας δείχνει το τεστ εξουδετέρωσης, το οποίο εξετάζει πόσες φορές μπορούν να αραιωθούν τα αντισώματα του αίματος μέχρι να πάψουν να εξουδετερώνουν τον ιό.

Οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς ενδέχεται να διαθέτουν αντισώματα που μπορούν να αραιωθούν μόνο 100 φορές πριν πάψουν να είναι αποτελεσματικά, ενώ οι υγιείς νέοι μπορεί να φτάνουν τις 10.000 φορές σε αραίωση και ίσως να είναι άτρωτοι στον ιό, σύμφωνα με τον Ολτμαν.

Τι σημαίνει η μειωμένη αποτελεσματικότητα για την ανοσία της αγέλης;

Σύμφωνα με τον Κιτ Γέιτς, μαθηματικό βιολόγο στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ στη Βρετανία, το γεγονός ότι τα εμβόλια δεν είναι απόλυτα αποτελεσματικά σημαίνει ότι η συλλογική ανοσία μπορεί να είναι ανέφικτη, αν η εμβολιαστική κάλυψη δεν ξεπεράσει το 90%. Μάλιστα, η κατάσταση μπορεί να είναι πιο δύσκολη λόγω των μεταλλάξεων που δεν αντιμετωπίζουν σε τόσο υψηλά ποσοστά τα υπάρχοντα εμβόλια.

Από την πλευρά του ο Ανταμ Κουσάρσκι, επιδημιολόγος της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, επισημαίνει ότι ακόμη και μικρές αποκλίσεις της αποτελεσματικότητας των εμβολίων θα έχουν συνέπειες στην επιβάρυνση του συστήματος υγείας.

Για παράδειγμα, η Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας της Αγγλίας διαβεβαιώνει ότι τα εμβόλια που χρησιμοποιούνται στη Βρετανία είναι από 91% μέχρι 97% αποτελεσματικά στην πρόληψη της νοσηλείας. «Αν όμως δεις ανάποδα τα ποσοστά, βλέπεις πόσο αναποτελεσματικά είναι τα εμβόλια. Και μια αναποτελεσματικότητα κατά 9%, αντί για 3%, σημαίνει τρεις φορές περισσότερες νοσηλείες», καταλήγει ο Κουσάρσκι.