«Με τα λόγια χτίζεις ανώγεια και κατώγεια»… Η λαϊκή ρήση έρχεται γάντι στην τακτική όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης που εγκαλούν την κυβέρνηση γιατί δεν μειώνει το ΦΠΑ στα τρόφιμα, όπως έκανε η κυβέρνηση Σάντσεθ στην Ισπανία, ή τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα, όπως έκανε η κυβέρνηση Σόλτς στη Γερμανία, αλλά επιμένει στη διατήρηση των συντελεστών 6%, 13% και 24% στην οικονομία, καλύπτοντας έτσι τις ανάγκες του προϋπολογισμού και των φτωχών νοικοκυριών μέσω της πολιτικής των επιδομάτων (fuel pass, market pass) και της επιδότησης των λογαριασμών ενέργειας.
Η απάντηση που έδωσε την Πέμπτη ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σε τηλεοπτική πρωινή εκπομπή ήταν τόσο αφοπλιστική όσο και ειλικρινής: «Σας υπενθυμίζω ότι πρόσφατα μειώσαμε τον ΦΠΑ στην εστίαση. Είδατε κάποια διαφορά εσείς; Εις γνώσην μας αυτό χάθηκε στην εφοδιαστική αλυσίδα για να στηρίξουμε τις μικρομεσαίες και τις μικρές επιχειρήσεις στην εστίαση την περίοδο του κορονοϊού. Χάθηκε (ο ΦΠΑ) στην εφοδιαστική αλυσίδα».
Πράγματι, η μείωση του συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση χάθηκε στους τιμοκαταλόγους, καθώς οι τιμές για τον καταναλωτή παρέμειναν ίδιες, για να αυξηθούν στη συνέχεια, όσο η πληθωριστική έκρηξη βρισκόταν σε εξέλιξη.
Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, το υπουργείο Οικονομικών αποφάσισε να μη μειώσει τους συντελεστές ΦΠΑ στα αρτοποιεία –τουλάχιστον για το ψωμί και τα αρτοσκευάσματα– αφού, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, θα χάνονταν περισσότερα από 100 εκατ. ευρώ κρατικά έσοδα χωρίς καν να το αντιληφθεί ο καταναλωτής.
Κάτω, όμως, από την πίεση της πραγματικότητας, με αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες να μειώνουν τους συντελεστές ΦΠΑ και την ελληνική κυβέρνηση να μένει άκαμπτη, αποκαλύπτονται δύο αλήθειες:
Η πρώτη, αυτή που ομολόγησε ο κ. Σταϊκούρας, είναι ότι δεν υπάρχουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί ώστε η μείωση του ΦΠΑ να φτάσει εκεί που πρέπει, δηλαδή στο τελικό προϊόν.
Η δεύτερη, αυτή που απασχολεί τον υπουργό Οικονομικών αλλά και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι ότι στην Ελλάδα, παρά τη μεγάλη προσπάθεια που έγινε για να αναπτυχθούν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές (κάρτες, POS, e-banking), οι απώλειες εσόδων από ΦΠΑ για το κράτος είναι ακόμη τεράστιες.
Ολοι όσοι παρακολουθούν συστηματικά τις εξελίξεις στην οικονομική πολιτική γνωρίζουν ότι ο περίφημος δείκτης VAT Gap, δηλαδή το κενό του ΦΠΑ, που μετρά την απόκλιση από το σύνολο του φόρου προστιθέμενης αξίας που αναλογεί στην οικονομική δραστηριότητα και το μέγεθος της οικονομίας από αυτό που εισπράττει το κράτος, παραμένει για την Ελλάδα στα ύψη.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Κομισιόν, η Ελλάδα έχασε το 2020 (την πρώτη χρονιά της πανδημίας) το 19,7% των εσόδων ΦΠΑ που προσδοκούσε να εισπράξει, δηλαδή 3,17 δισ. ευρώ – παρά το γεγονός, μάλιστα, ότι το κενό αυτό μειώθηκε κατά 3,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με εκείνο του 2019, που είχε υπολογισθεί σε 23,4%.
Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, η Ελλάδα, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, βρίσκεται στην τέταρτη θέση σε απώλειες. Πρώτη είναι η Ρουμανία, που έχασε το 35,7% των προσδοκώμενων εσόδων ΦΠΑ και ακολουθούν η Μάλτα (24,1%) και η Ιταλία (20,8%). Σε απόλυτους αριθμούς, το μεγαλύτερο έλλειμμα ΦΠΑ καταγράφεται στην Ιταλία. με 26,2 δισ. ευρώ. και στη Γαλλία. με 14 δισ. ευρώ.
Και αφού γίνεται λόγος για την Ισπανία, ας σημείωσουμε ότι οι ετήσιες απώλειες που έχει από ΦΠΑ είναι μόλις 3,3 δισ. ευρώ (χάνει όσα και η Ελλαδα), ωστόσο η οικονομία της είναι οκταπλάσια από την ελληνική: το ΑΕΠ της Ισπανίας ανέρχεται σε 1,5 τρισ. ευρώ, όταν το ΑΕΠ της Ελλάδας το 2021 ήταν 190 δισ. ευρώ
Την καλύτερη εικόνα στη μάχη κατά της φοροκλοπής, γιατί περί αυτού πρόκειται όταν μιλάμε για τον ΦΠΑ που καταβάλλει ο καταναλωτής σε κάθε συναλλαγή, εμφανίζουν η Φινλανδία (1,3%), η Εσθονία (1,8%), η Σουηδία (2%) και η Κύπρος, οι οποίες κατ’ ουσίαν έχουν εκμηδενίσει τις απώλειες εσόδων από ΦΠΑ..
Τι συνέβη το 2022
Στη χώρα μας, πράγματι, τα έσοδα από ΦΠΑ αυξήθηκαν από 15,9 δισ. το 2021, σε 19,8 δισ. ευρώ μέχρι τέλος Νοεμβρίου του 2022. Η αύξηση αυτή οφείλεται σε δύο λόγους:
- Στην ταχεία ανάκαμψη (το rebound) της οικονομίας από την πανδημία, που οδηγεί σε αύξηση του ΑΕΠ κοντά στο 6%
- Στην πληθωριστική έκρηξη, που ξεκίνησε από την ενέργεια (καύσιμα, φυσικό αέριο, λογαριασμοί ΔΕΗ και παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας): κατά τεκμήριο δεν φοροδιαφεύγουν, άρα αποδίδουν τον αυξημένο ΦΠΑ στο Δημόσιο.
Σε αυτό το σημείο-κλειδί η κυβέρνηση έκανε τις επιλογές της. Αφού ισοσκέλισε τον προϋπολογισμό (που ήταν πρωταρχικός της στόχος, καθώς το 2023 θέλει να ζητήσει από τους οίκους αξιολόγησης την αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, και αυτό αποτελεί προϋπόθεση), ό,τι περισσότερο εισέπραξε από τους φόρους το επέστρεψε στα πιο αδύνατα στρώματα.
Οπως δηλώνει ο κ. Σταϊκούρας απαντώντας στο ερώτημα «γιατί δεν το κάνουμε όπως ο Σάντσεθ;», «η παροχή βοήθειας στους έλληνες πολίτες δεν γίνεται μόνο με ένα μέτρο – και βάζω σε αυτά και την επιδότηση του ρεύματος, η οποία είναι πολύ υψηλότερη σε σχέση με την Ισπανία. Αρα, όταν αξιολογείς το πώς βοηθάς έναν πολίτη, το αξιολογείς ως κυβέρνηση στο σύνολο των μέτρων και όχι μόνο σε ένα μέτρο».
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι το market pass είναι πολύ πιο ωφέλιμο για τους καταναλωτές από όσο θα ήταν μια ενδεχόμενη μείωση του ΦΠΑ. «Η επιλογή είναι να φορολογήσουμε τα διυλιστήρια και αυτό το ποσό, των 650 εκατ. ευρώ, να δοθεί στους καταναλωτές. Ετσι, μια τετραμελής οικογένεια θα παίρνει 52 ευρώ τον μήνα. Εάν μειωνόταν ο ΦΠΑ κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες, η ωφέλεια θα ήταν 36 ευρώ, δηλαδή μικρότερη, ενώ δεν θα ήταν βέβαιο ότι θα κατέληγε στον καταναλωτή, καθώς μπορεί να χανόταν στην εφοδιαστική αλυσίδα. Συνεπώς, η βοήθεια που δίνεται είναι στοχευμένη, σε αυτούς που έχουν περισσότερη ανάγκη και όχι οριζόντια, και καταλήγει στον καταναλωτή».
Η ακτινογραφία των εσόδων
Για να επανέλθουμε στην ουσία που έχουν επισημάνει επανειλημένως think tank όπως το ΙΟΒΕ, το ΚΕΠΕ, η Τράπεζα της Ελλάδος, αν η κυβέρνηση (το ίδιο, σε υπερθετικό βαθμό μάλιστα, ίσχυε και για τις προηγούμενες κυβερνήσεις) εισέπραττε το σύνολο των εσόδων από ΦΠΑ, θα μπορούσε να κάνει, για παράδειγμα, τα εξής:
- Να μειώσει τους υφισταμένους συντελεστές ΦΠΑ κατά 4 μονάδες, ή
- Να καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ, που αποφέρει ετησίως περί τα 3 δισ. ευρώ, ή
- Να δώσει δώρο Χριστουγέννων (13η σύνταξη σε μόνιμη βάση) σε όλους τους συνταξιούχους
Για να αντιληφθούμε την εικόνα των εσόδων του κράτους, οι κυριότεροι φόροι του 2022 (που πληρώσαμε μέχρι τέλος Νοεμβρίου) είναι οι εξής:
♦ Εσοδα από ΦΠΑ 19,82 δισ. ευρώ
♦ Εσοδα φόρων εισοδήματος 15,43 δισ. ευρώ
♦ Εσοδα από ΕΦΚ 6,34 δισ. ευρώ
♦ Εσοδα φόρων ακίνητης περιουσίας 2,54 δισ. ευρώ
Οι τρεις ΦΠΑ στην Ελλάδα – Πόσο θα πληρώνουμε και πού
α) Ο κανονικός συντελεστής 24% επί της φορολογητέας αξίας (ισχύει από 1/6/2016) σε όλες τις συναλλαγές.
β) Ο μειωμένος συντελεστής 13% επί της φορολογητέας αξίας σε:
– βασικά προϊόντα ευρείας κατανάλωσης, όπως ψωμί, γάλα, κρέας, ψάρια, ελαιόλαδο, τυριά, ζυμαρικά, άλευρα, δημητριακά, λαχανικά, καφές, τσάι, αλάτι, ξύδι, διάφορα παρασκευάσματα διατροφής με βάση τα δημητριακά, τα αλεύρια, τα άμυλα, ζώντα ζώα, είδη για εξυπηρέτηση ατόμων με ειδικές ανάγκες, αγροτικά εφόδια, παιδικά καθίσματα αυτοκινήτου, πάνες για βρέφη, κράνη δικυκλιστών κ.λπ.
– υπηρεσίες όπως διαμονή σε τουριστικά καταλύματα, παροχή υπηρεσιών κατ’ οίκον φροντίδας παιδιών, ηλικιωμένων, ασθενών κ.λπ., εκμετάλλευση εστιατορίων, καφενείων, ζαχαροπλαστείων και συναφών επιχειρήσεων κ.λπ..
γ) Ο υπερμειωμένος συντελεστής σε 6% επί της φορολογητέας αξίας σε φάρμακα, βιβλία, εφημερίδες, περιοδικά, εισιτήρια θεατρικών παραστάσεων και συναυλιών, ηλεκτρική ενέργεια, φυσικό αέριο κ.λπ.
Επιπλέον, με απόφαση του υπουργού Οικονομικών, οι ανωτέρω συντελεστές εφαρμόζονται μειωμένοι κατά 30% και ορίζονται σε 17%, 9% και 4% αντίστοιχα στα νησιά Λέρο, Λέσβο, Κω, Σάμο, Χίο.