Η Δυτική Οχθη θα μπορούσε να καταστεί το επόμενο μέτωπο στον πόλεμο μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων. Ο κίνδυνος είναι γνωστός και έχει ήδη επισημανθεί, αλλά τώρα έχει την επίσημη σφραγίδα της κυβέρνησης Μπάιντεν, η οποία προειδοποίησε την κυβέρνηση του Μπενιαμίν Νετανιάχου ότι η Εθνική Παλαιστινιακή Αρχή θα μπορούσε σύντομα να χάσει τον έλεγχο της κατάστασης.
Η ανησυχία οφείλεται καταρχάς στην αύξηση της βίας από την πλευρά των εποίκων, αλλά και στο γεγονός ότι η Παλαιστινιακή Αρχή βρίσκεται στα πρόθυρα οικονομικής κατάρρευσης. Αυτό σημαίνει ότι αδυνατεί να καταβάλλει τους μισθούς των μελών των δυνάμεων ασφαλείας, που στην παρούσα φάση εστιάζουν πρωτίστως στην αντιμετώπιση της Χαμάς και άλλων εξτρεμιστικών ομάδων.
Σχετικά σύντομα, προειδοποιούν οι Αμερικανοί, αυτές οι δυνάμεις θα μπορούσαν να σταματήσουν να φρενάρουν τις εξεγέρσεις της νεολαίας της Δυτικής Οχθης, τασσόμενες και αυτές υπέρ μιας νέας Ιντιφάντα.
Σε ανάλυσή του, ο Τζανλούκα Μερκούρι της Corriere della Sera γράφει πως όλα συμβάλλουν σε μια κλιμάκωση που θα μπορούσε να προκαλέσει χάος στη Μέση Ανατολή, με πολλαπλασιασμό των μετώπων του πολέμου και ολοένα πιο πιθανή μια γενική ανάφλεξη στην ευρύτερη περιοχή.
Υπεύθυνος για την οικονομική ασφυξία της Εθνικής Παλαιστινιακής Αρχής είναι ο Μπεζαλέλ Σμότριχ, ο ακροδεξιός υπουργός Οικονομικών του Ισραήλ και ένας από τους ηγέτες του κινήματος των εποίκων. Οπως θυμίζει ο ιταλός δημοσιογράφος, η θέση του για τους Παλαιστίνιους είναι ότι «δεν υπάρχουν» και ότι τα εδάφη στα οποία οι Παλαιστίνιοι εξακολουθούν να αποτελούν την πλειονότητα πρέπει να προσαρτηθούν στο Ισραήλ.
Μετά τις επιθέσεις της Χαμάς και το ξέσπασμα του πολέμου στη Γάζα, ο Σμότριχ ανέστειλε την καταβολή των εσόδων από φόρους, τέλη και δασμούς που πληρώνουν οι Παλαιστίνιοι της Δυτικής Οχθης και συνήθως εισπράττουν οι Ισραηλινοί, μεταφέροντας στη συνέχεια τα χρήματα στην Παλαιστινιακή Αρχή.
Ο ισραηλινός υπουργός Οικονομικών είναι ένας εκ των ηγετών –ο άλλος είναι ο Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, υπουργός Εθνικής Ασφάλειας του Ισραήλ– της υπερεθνικιστικής, ρατσιστικής και φασιστοειδούς Ακροδεξιάς, όπως συνοψίζει ο Μερκούρι, με τους οποίους ο Νετανιάχου παλαιότερα δεν θα σκεφτόταν καν να ενώσει τις δυνάμεις του, αλλά το έκανε μόλις διαπίστωσε πως ήταν οι μοναδικοί πρόθυμοι να τον υποστηρίξουν στο πλαίσιο της δικαστικής μεταρρύθμισης που επιδίωξε να προωθήσει, ούτως ώστε να μη δικαστεί ο ίδιος για υποθέσεις διαφθοράς.
Οσον αφορά την παρούσα φάση και την οικονομική ασφυξία της Χαμάς, το ότι η κατάσταση προβληματίζει τον ίδιο τον ισραηλινό πρωθυπουργό διαπιστώνεται και από το γεγονός ότι αναζητά εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης της ΕΠΑ, είτε από αραβικά κράτη είτε από τα ταμεία που εισπράττουν τις αποζημιώσεις των Παλαιστινίων που εργάζονταν στο Ισραήλ.
Το ζήτημα είναι, όπως καταγγέλλουν οι παρατηρητές, ότι οι έποικοι προσπαθούν να εκμεταλλευθούν την κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου: με την προσοχή της χώρας και του κόσμου στραμμένη στη Γάζα, έχουν τη δυνατότητα να δρουν ακόμη πιο ανενόχλητα και με ανεκτό τρόπο.
Το τρέχον έτος ήταν το πιο αιματηρό της τελευταίας εικοσαετίας για τους Παλαιστίνιους της Δυτικής Οχθης, αλλά ο αριθμός των νεκρών μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου –σχεδόν 200, περιλαμβανομένων 46 παιδιών– ξεπερνά ήδη εκείνον των προηγούμενων μηνών.
«Η επιθυμία για εκδίκηση για τα εγκλήματα της Χαμάς, αλλά και για ένα οριστικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών έχει καταστήσει τα εξτρεμιστικά στοιχεία των εποίκων ακόμη πιο επιθετικά» συνοψίζει ο ιταλός δημοσιογράφος. «Η προσοχή του στρατού είναι προφανώς στραμμένη στη Γάζα και η Δυτική Οχθη ελέγχεται από μονάδες εφέδρων, οι οποίοι διάκεινται πιο ευνοϊκά απέναντι στους εποίκους. Οι έφεδροι που τους εναντιώνονται είναι οι ίδιοι που τάχθηκαν κατά της δικαστικής μεταρρύθμισης του Νετανιάχου και στους οποίους ο ισραηλινός πρωθυπουργός θα ήθελε να μετατοπίσει μέρος της ευθύνης για την τραγωδία της 7ης Οκτωβρίου, οπότε αποστέλλονται στα κύρια μέτωπα» προσθέτει.
Οπως επισήμανε η Yesh Din, μια ισραηλινή ΜΚΟ προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, η άτυπη συμμαχία μεταξύ μελών του στρατού και των επιρρεπών στη βία εποίκων έχει πλέον αποκαλυφθεί σε όλη της την έκταση. «Οι έποικοι ενίοτε φορούν παντελόνια ή πουκάμισα του στρατού και κρατούν όπλα. Δεν είναι ξεκάθαρο αν είναι έποικοι ή στρατιώτες, δεν μπορείς να διακρίνεις τη διαφορά. Και αν πριν οι στρατιώτες στέκονταν ακίνητοι και δεν έκαναν τίποτα, τώρα ενώνονται με τους εποίκους στις επιθέσεις τους».
Επίσημα ο στρατός αποστέλλει τακτικά προειδοποιήσεις στην κυβέρνηση, αλλά σύμφωνα με τον Γκίντεον Λεβί της Haaretz είναι απλώς ένας τρόπος ώστε να είναι προετοιμασμένος για τα χειρότερα, δηλαδή μια έκρηξη στη Δυτική Οχθη, χωρίς ταυτόχρονα να κάνει τίποτα για να την αποτρέψει: «Η επόμενη έκπληξη δεν θα είναι έκπληξη. Ενδεχομένως να είναι λιγότερο θανατηφόρα από την προηγούμενη, της 7ης Οκτωβρίου, αλλά το τίμημα θα είναι πολύ υψηλό. Οταν μας πλήξει, αφήνοντάς μας έκπληκτους από τη βαρβαρότητα του εχθρού, κανείς δεν θα μπορεί να πει ότι δεν ήξερε ότι ερχόταν».
Το πρόβλημα, όπως υπογραμμίζει ο ισραηλινός δημοσιογράφος που λέει εδώ και χρόνια δύσκολες αλήθειες, είναι ότι «μεταξύ των εχθρών του Ισραήλ στη Δυτική Οχθη υπάρχουν και οι έποικοι, και ο στρατός δεν κάνει τίποτα για να τους σταματήσει. Εάν ήθελε, θα ενεργούσε όπως απαιτείται από έναν κανονικό στρατό για την αντιμετώπιση τοπικών πολιτοφυλακών και ενόπλων ομάδων».
Ο Γκίντεον Λεβί μετέβη στη Δυτική Οχθη ούτως ώστε να δει με τα ίδια του τα μάτια την κατάσταση: «Αυτή την εβδομάδα επισκέφτηκα τους νότιους Λόφους της Χεβρώνας. Ποτέ πριν δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Κάθε έποικος είναι πλέον μέλος μιας “ομάδας ασφαλείας”. Κάθε “ομάδα ασφαλείας” είναι μια ένοπλη και άγρια πολιτοφυλακή, εξουσιοδοτημένη να κακομεταχειρίζεται κτηνοτρόφους και αγρότες και να τους διώχνει.
»Δεκαέξι χωριά στη Δυτική Οχθη έχουν ήδη εγκαταλειφθεί και η εκτόπιση συνεχίζεται με τάχιστο ρυθμό. Ο στρατός ουσιαστικά δεν υπάρχει. Το Ισραήλ, που ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για το τι συνέβαινε στη Δυτική Οχθη, σίγουρα δεν θα αναφερθεί τώρα στο ζήτημα. Αντιθέτως, τα διεθνή μέσα ενημέρωσης ενδιαφέρονται πολύ. Καταλαβαίνουν πού οδηγεί όλο αυτό».
Το ανησυχητικό είναι ότι οι έποικοι χρησιμοποιούν την τραγωδία της 7ης Οκτωβρίου για να επιτύχουν τους όποιους στόχους τους, ενώ ταυτόχρονα βλέπουν σε αυτήν την επιβεβαίωση των εξτρεμιστικών τους πεποιθήσεων, σε έναν φαύλο κύκλο όπου η προπαγάνδα προωθεί τη βία.
«Δεν έχουμε πλέον εναλλακτικές λύσεις: ή εμείς ή αυτοί. Το πογκρόμ των ισλαμοναζιστών της Χαμάς αποκάλυψε τι πραγματικά πιστεύουν οι Αραβες για εμάς. Μας θέλουν όλους νεκρούς. Η συνύπαρξη είναι αδύνατη, είναι παράλογο να σκεφτόμαστε κάποιον πολιτικό συμβιβασμό, είναι αυτοκτονικό να λαμβάνουμε υπόψη την υπόθεση δύο κρατών» ανέφερε ένας έποικος στον Λορέντσο Κρεμονέζι της Corriere della Sera, ο οποίος την προηγούμενη εβδομάδα επισκέφθηκε το Γκας Ετζιόν, ένα σύμπλεγμα ισραηλινών οικισμών στους Λόφους της Χεβρώνας.
«Το 2005, ο Σαρόν διέλυσε τις εβραϊκές αποικίες στη Γάζα. Και τι λάβαμε ως αντάλλαγμα; Το δολοφονικό πογκρόμ της Χαμάς» είπε ένας άλλος. Το πρόβλημα είναι ότι ακριβώς την ίδια πεποίθηση έχει και η Χαμάς, με τα ίδια επιχειρήματα κατά της συνύπαρξης των δύο λαών και της λύσης των δύο κρατών προσπαθεί να πωρώσει σε δολοφονικό βαθμό τη νεολαία της Δυτικής Οχθης.
Γι’ αυτό οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι θα προτιμούσαν το Ισραήλ, αντιθέτως, να ανοίξει ένα παράθυρο διαπραγματεύσεων για τη μεταπολεμική περίοδο, να δεσμευθεί για την επιστροφή της Γάζας στους κατοίκους της, αντί να μιλάει ακόμη και για απέλασή τους επ’ αόριστον και να προσφέρει στους Παλαιστίνιους της Δυτικής Οχθης μια καλύτερη προοπτική για το μέλλον, αντί να επιτρέπει στους εποίκους να δρουν ανενόχλητοι.
Ο καθορισμός των συνόρων, ο τερματισμός των εποικισμών και ένα κράτος για τους Παλαιστίνιους χωρίς περαιτέρω διεκδικήσεις αποτελούν τα βασικά στοιχεία της καλύτερης έως σήμερα λύσης που έχει προταθεί, αλλά κανείς δεν θέλησε ποτέ να εφαρμόσει.