Παρέλαση τεθωρακισμένων στην Κόκκινη Πλατεία, στη Μόσχα, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την Ημέρα της Nίκης, Τον Μάιο του 2014 | Shutterstock
Θέματα

Γιατί αρέσει στη Ρωσία να πολεμάει;

Παρά τις σημαντικές απώλειες και τη σχεδόν πλήρη απομόνωση από τη Δύση, η ρωσική κοινωνία δεν αποσυντέθηκε. Αντιθέτως, φαίνεται να λειτουργεί ακόμα καλύτερα από ό,τι πριν τον πόλεμο, ενώ καταγράφονται σημάδια αξιοσημείωτης κοινωνικής συνοχής. Μια εξήγηση για αυτό το παράδοξο είναι πως η ρωσική κοινωνία λειτουργεί με έναν σκοπό: να εξυπηρετεί τα συμφέροντα του πολεμοχαρούς κράτους της
Protagon Team

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, κάθε χρόνο στις 12 Ιουνίου γιορτάζεται στη Ρωσία η Ημέρα της Ανεξαρτησίας. Ο εορτασμός καθιερώθηκε από τον τότε πρόεδρο Μπόρις Γέλτσιν το 1992, με τους απλούς Ρώσους, όμως, να διερωτώνται από ποιον είχε κηρύξει την ανεξαρτησία της η χώρα τους και να μη δίνουν ιδιαίτερη σημασία στις όποιες εκδηλώσεις.

Επειτα από μια δεκαετία ο Βλαντίμιρ Πούτιν έδωσε νέα πνοή στην επέτειο, ανυψώνοντάς την σε μεγάλη εθνική γιορτή, ενώ την τελευταία διετία κατά την «Ημέρα της Ρωσίας», όπως είναι ευρέως γνωστή, δεν γίνονται μόνον αναπαραστάσεις ιστορικών στρατιωτικών νικών, αλλά γιορτάζεται και η συνεχιζόμενη εισβολή των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία, με φιλανθρωπικές δημοπρασίες και μαζικές κινητοποιήσεις για την υποστήριξη των στρατευμάτων, και εκδηλώσεις που καταδεικνύουν την ενότητα του ρωσικού λαού. Και είναι αλήθεια, σημειώνει σε ανάλυσή της στο The Atlantic η γεννημένη στη Ρωσία αμερικανίδα συγγραφέας και ιστορικός Αναστάζια Εντελ, ότι ο ρωσικός λαός δείχνει να είναι αναπάντεχα ενωμένος.

Παρά τις σημαντικές απώλειες –έως και 500.000 νεκροί και τραυματίες σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της Βρετανίας– και τη σχεδόν πλήρη απομόνωση από τη Δύση, η ρωσική κοινωνία δεν αποσυντέθηκε. Αντιθέτως, φαίνεται να λειτουργεί ακόμα καλύτερα από ό,τι πριν τον πόλεμο, ενώ καταγράφονται σημάδια μιας αξιοσημείωτης κοινωνικής συνοχής.

Σύμφωνα με την Εντελ, «μια εξήγηση για αυτό το παράδοξο –την εθνική ευημερία εν μέσω μιας εκτυλισσόμενης καταστροφής– είναι ότι, σε αντίθεση με τα Δυτικά κράτη, τα οποία έχουν σχεδιαστεί για να προωθούν τα συμφέροντα των πολιτών τους, η ρωσική κοινωνία λειτουργεί με έναν σκοπό: να εξυπηρετεί τα συμφέροντα του πολεμοχαρούς κράτους της».

Μια διαχρονικά άκαμπτη απολυταρχία

Η αμερικανίδα ιστορικός, συγγραφέας του βιβλίου «Ρωσία: ο Παιδότοπος του Πούτιν», αναφέρει πως ανέκαθεν, από τότε που το ρωσικό έθνος αναδύθηκε από την κυριαρχία των Μογγόλων τον 15ο αιώνα, το ρωσικό κράτος ήταν μια άκαμπτη απολυταρχία που στην πράξη δεν αναγνώριζε ποτέ τη διάκριση των εξουσιών.

Κατά το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ιστορίας τα περιθώρια για ειλικρινή πολιτικό διάλογο ήταν ελάχιστα, πόσω μάλλον για διαφωνία, ενώ το δικαστικό σύστημα το μόνο που έκανε ήταν να επικυρώνει τις όποιες διαταγές των εκάστοτε ηγεμόνων. Οσον αφορά τη σημασία, την αξία του ατόμου και τον ατομικών δικαιωμάτων, «στο σχολείο μάς έλεγαν πως το Я, η ρωσική αντωνυμία που σημαίνει “εγώ”, είναι “το τελευταίο γράμμα του αλφαβήτου”» αναφέρει χαρακτηριστικά η Αναστάζια Εντελ.

Εξηγεί πως αυτή η υποταγή στη συλλογικότητα που ενσαρκώνει το ρωσικό κράτος είναι ο λόγος που ο Πούτιν μπόρεσε τόσο εύκολα να κινητοποιήσει την κοινωνία για πόλεμο. Πριν την εισβολή το ένα τέταρτο των Ρώσων πίστευε ήδη ότι το κράτος έχει το δικαίωμα να εξυπηρετεί τα συμφέροντά του σε βάρος των ατομικών δικαιωμάτων. Επειτα, δε, από περισσότερο από μια διετία αιματοχυσίας και καταστροφής, η δημόσια υποστήριξη του πολέμου στην Ουκρανία ανέρχεται κατά μέσο όρο στο 75%.

«Σε καιρό ειρήνης ο κομφορμισμός, ο νεποτισμός, το αδύναμο κράτος δικαίου και η διαφθορά δεν ευνοούν την καινοτομία και την ανάληψη πρωτοβουλιών που απαιτούνται για την οικονομική πρόοδο. Αλλά όταν έρχεται ο πόλεμος, η Ρωσία αρχίζει ξαφνικά να πετάει. Ολα όσα κρατάνε πίσω τη Ρωσία εν καιρώ ειρήνης –η ακαμψία του αυταρχισμού, το κεντρικό σύστημα διακυβέρνησης, ο μηχανισμός καταστολής, η κεντρικά σχεδιαζόμενη οικονομία– μετατρέπονται σε πλεονεκτήματα εν καιρώ πολέμου, επειδή επιτρέπουν στην κυβέρνηση να κινητοποιεί γρήγορα και ανελέητα την κοινωνία και τη βιομηχανία για την πολεμική της προσπάθεια, αναπληρώνοντας την τεχνολογική υστέρηση και τον κοινωνικό ατομικισμό, που κατά τα άλλα χαρακτηρίζει τη χώρα. Στο κράτος ο πόλεμος παρέχει τον λόγο ύπαρξής του, που είναι η προστασία των Ρώσων από τους εχθρούς. Με άλλα λόγια, η Ρωσία έχει φτιαχτεί για τον πόλεμο» γράφει η Εντελ.

Η χώρα ξεχειλίζει από χρήμα

Οσον αφορά το ανανεωμένο σφρίγος της Ρωσίας, είναι αναντίρρητο. Το 2023 το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά 3,6%, λόγω της αύξησης των στρατιωτικών δαπανών κυρίως, ενώ εκτιμάται πως θα αυξηθεί περαιτέρω κατά το τρέχον έτος. Η φυγή κεφαλαίων από την οικονομία ανήκει πλέον στο παρελθόν, γεγονός που επιτρέπει στον Πούτιν να προωθήσει μεγαλεπήβολα έργα υποδομής.

Σε αντίθεση με τις προβλέψεις ξένων σχολιαστών περί άδειων ραφιών στα ρωσικά σουπερμάρκετ, οι πολίτες της Ρωσίας συνεχίζουν να απολαμβάνουν τα αγαπημένα τους προϊόντα –απλώς με νέα, ρωσική επωνυμία– χάρη στην εξαγορά ή την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων Δυτικών εταιρειών που εγκατέλειψαν τη ρωσική αγορά μετά την εισβολή στην Ουκρανία.

Υποπτοι ελιγμοί με στόχο την παράκαμψη των οικονομικών κυρώσεων επέτρεψαν στη Ρωσία να προμηθεύεται στρατηγικής σημασίας τεχνολογίες και εξαρτήματα, περιλαμβανομένων εκείνων που χρειάζεται για τα όπλα της, και αυτό με τη σειρά του δημιούργησε χρυσές ευκαιρίες για τους ρώσους επιχειρηματίες.

«Η χώρα είναι γεμάτη χρήμα» γράφει η Αναστάζια Εντελ, σημειώνοντας ότι σε γενικές γραμμές τα εισοδήματα αυξάνονται. Ο μισθός που λαμβάνει κάποιος που κατατάσσεται για να πολεμήσει στην Ουκρανία είναι τουλάχιστον οκταπλάσιος από τον εθνικό μέσο μισθό. Τα εφάπαξ ποσά που καταβάλλονται στους τραυματίες ή στους συγγενείς όσων σκοτώνονται στη μάχη είναι αρκετά για την αγορά διαμερισμάτων, αυτοκινήτων και άλλων καταναλωτικών αγαθών που προηγουμένως ήταν απλησίαστα.

Και στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης, επίσημα και ανεπίσημα, γίνεται διαρκώς λόγος για περιπτώσεις όπως εκείνη του Αλεξέι Βορόνιν, ο οποίος δεν μετανιώνει που πολέμησε στην Ουκρανία, παρότι έχασε ένα μέρος του ποδιού εκεί. «Τώρα έχω τα πάντα» είπε, ενώ η μητέρα του συμφώνησε ότι ο γιος της στάθηκε τυχερός, καθώς «πάτησε μόνο μία νάρκη», σε αντίθεση με αρκετούς από τους συντρόφους του, που σκοτώθηκαν.

Η κατάσταση στο μέτωπο έχει επίσης βελτιωθεί από πέρυσι. Οι εθελοντές συνεχίζουν να εγγράφονται για να πολεμήσουν στην Ουκρανία χωρίς να χρειάζεται ο Πούτιν να κηρύξει εκ νέου επιστράτευση. Σε σύγκριση με την αρχή της εισβολής, οι πιθανότητες επιβίωσης είναι πια πολύ περισσότερες για όσους πολεμούν στην Ουκρανία. Ο ρωσικός στρατός διαθέτει καλύτερα όπλα και προμήθειες, εν μέρει χάρη στην προθυμία των εργαζομένων στη βιομηχανία πυρομαχικών να εργάζονται όλο το 24ωρο, ξεπερνώντας την ουκρανική και τη Δυτική παραγωγή.

Υπερεθνικισμός και προπαγάνδα

Οπως εξηγεί η Αναστάζια Εντελ, αυτή η αυξημένη αυτοπεποίθηση δεν οφείλεται μόνο στον ρωσικό υπερεθνικισμό: μετά τις αλλαγές στη στρατιωτική διοίκηση και τη βελτίωση της επιμελητείας η Μόσχα έχει κερδίσει έδαφος στην Ουκρανία, εξουδετερώνοντας πρακτικά την περυσινή ουκρανική αντεπίθεση.

Οι Ρώσοι έχουν μάθει επίσης πώς να δημιουργούν παρεμβολές σε Δυτικά δορυφορικά συστήματα και οπλικά συστήματα υψηλής ακριβείας. Επιπλέον, η Ρωσία επέκτεινε το θέατρο του πολέμου προς όφελός της. Εχει πραγματοποιήσει επιτυχημένες επιχειρήσεις σαμποτάζ στην Ευρώπη και αύξησε την επιρροή της στην Αφρική, συσφίγγοντας τις σχέσεις της με διάφορες κυβερνήσεις και τοπικούς πολεμάρχους.

Αναλαμβάνοντας χρέη ηγέτιδας δύναμης στον παγκόσμιο αγώνα ενάντια στην αμερικανική ηγεμονία, η Ρωσία έχει φλερτάρει με επιτυχία καθεστώτα εχθρικά προς τις ΗΠΑ σε ολόκληρο τον κόσμο, περιλαμβανομένων των καθεστώτων του Ιράν και της Βόρειας Κορέας, ενώ διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με πιο ουδέτερες, τουλάχιστον κατά τα φαινόμενα, χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ουγγαρία και η Βραζιλία. Αυτό σημαίνει πως η Ρωσία απέχει πολύ από το να είναι διπλωματικά απομονωμένη.

Τα ποσοστά αποδοχής του Πούτιν παραμένουν υψηλά χάρη και στην προπαγάνδα του Κρεμλίνου, που τον παρουσιάζει ως πρόεδρο εν καιρώ πολέμου που υπερασπίζεται τη Ρωσία από το ΝΑΤΟ και τη Δύση. Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι είναι νεκρός, ενώ άλλοι αντιφρονούντες έχουν εξοριστεί, φυλακιστεί ή δολοφονηθεί, επομένως δεν κυκλοφορεί καμία εναλλακτική άποψη ή αφήγημα.

Αντί να διαμαρτύρονται για έναν πόλεμο που για πολλούς κυριολεκτικά εξολοθρεύει τους συγγενείς τους –περίπου 11 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν συγγενείς στην Ουκρανία στην αρχή της εισβολής– οι νέοι Ρώσοι περιμένουν σήμερα στην ουρά για να δουν άρματα μάχης του ΝΑΤΟ και συρρέουν σε συναυλίες πατριωτών τραγουδιστών που υμνούν τη Ρωσία. Τουλάχιστον ένα μέρος αυτής της ζέσης είναι μάλλον γνήσιο, ενώ περισσότεροι από τους μισούς Ρώσους πιστεύουν ότι η χώρα τους κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση.

Φυσικά, η Ρωσία δεν είναι η μοναδική χώρα που απολαμβάνει ένα ισχυρό κίνημα για εθνική ενότητα, στο πλαίσιο ενός αγώνα εναντίον μιας αντιληπτής εξωτερικής απειλής. Το ιδιαίτερο όσον αφορά τη Ρωσία είναι το γεγονός πως «οι αυταρχικοί ηγέτες της παρουσιάζουν πάντα την επιθετικότητά τους ως άμυνα και ο ρωσικός λαός πάντα συμμορφώνεται με αυτό» εξηγεί η Αναστάζια Εντελ.

Το δόγμα της επίθεσης ως άμυνας

«Οι πρίγκιπες της μεσαιωνικής Μοσχοβίας κατέλαβαν γειτονικά εδάφη με το πρόσχημα της “συνένωσης των ρωσικών εδαφών”. Οι τσάροι του 18ου και 19ου αιώνα επέκτειναν αυτή την υποτιθέμενη προστασία της Μητέρας Ρωσίας για να συμπεριλάβουν την Κριμαία, τη Βαλτική, τη Φινλανδία, την Πολωνία και τον Καύκασο. Στον 20ό αιώνα οι μπολσεβίκοι “υπερασπίστηκαν τα επιτεύγματα της Επανάστασης” σε επαρχίες της ρωσικής αυτοκρατορίας που είχαν ανακηρύξει την ανεξαρτησία τους, αναγκάζοντάς τες να επιστρέψουν στο μαντρί, υπό έναν κομμουνιστικό ζυγό» προσθέτει.

Αυτό το μύθευμα του Κρεμλίνου περί της επίθεσης ως άμυνας παραμένει ιδιαίτερα ισχυρό στη Ρωσία εξαιτίας δυο μεγάλων εισβολών που βίωσε η χώρα: του Ναπολέοντα το 1812 και των ναζιστών κατά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Εκείνες οι ασκήσεις εθνικής αντίστασης κόστισαν εκατομμύρια ζωές, ωστόσο η επίσημη ευσέβεια ορίζει ότι αυτή ακριβώς η θυσία είναι που κατέστησε τη Ρωσία μεγάλη. Ο Πούτιν συνέχισε την παράδοση υπό νέα διοίκηση, διεξάγοντας ιμπεριαλιστικούς πολέμους στην Τσετσενία, στη Γεωργία και τώρα στην Ουκρανία.

»Επί δεκαετίες ο προπαγανδιστικός μηχανισμός εκμεταλλευόταν το πραγματικό τραύμα της ναζιστικής εισβολής για να υποστηρίξει το αφήγημα ότι όλο το κακό έρχεται στη Ρωσία από τη Δύση, η οποία φθονεί το μεγαλείο και τους πόρους της χώρας, επομένως είναι καθήκον κάθε Ρώσου να ορθώσει το ανάστημά του και να πολεμήσει» σημειώνει η Αναστάζια Εντελ.

Προειδοποιεί επίσης ότι «αυτή η ανίερη συμβίωση ενός στρατιωτικού κράτους και ενός πειθήνιου λαού είναι κακή είδηση για τον ελεύθερο κόσμο. Καταδεικνύει ότι ο Πούτιν κατάφερε να κινητοποιήσει τη Ρωσία για να πραγματοποιήσει τα όνειρά του για κυριαρχία, και η Ρωσία μπορεί να συνεχίσει να ικανοποιεί επ’ αόριστον την επεκτατική μανία της, καθώς η Δυτική απάντηση περιορίζεται από τον φόβο της κλιμάκωσης.

»Αλλά ο Πούτιν έχει ήδη επιλέξει την κλιμάκωση, επεκτείνοντας την επικράτεια της σύρραξης με τον υβριδικό πόλεμο των σαμποτάζ, των ψυχολογικών επιχειρήσεων και των επεμβάσεων στην Αφρική. Η Δύση πρέπει να λάβει στα σοβαρά αυτή την απειλή και να αντεπιτεθεί».