Από το 2018, η κυβέρνηση Σάντσεθ έχει κάνει σημαντικά βήματα για τη μείωση των υψηλών επιπέδων ανισότητας και φτώχειας. Οι κάλπες θα δείξουν σε ποιο βαθμό αυτό αναγνωρίζεται από τους ψηφοφόρους | REUTERS/ CreativeProtagon
Θέματα

Για ποιον ψηφίζει η Ισπανία

Μια ήττα του σοσιαλιστή πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ την Κυριακή 23 Ιουλίου πιθανότατα θα μετατρέψει τα στελέχη του ακροδεξιού κόμματος Vox από δημαγωγούς του δρόμου σε κοινοβουλευτική δύναμη. Και αν τελικά καταστεί κυβερνητικός εταίρος, η ανατριχιαστική, υπερεθνικιστική, αντι-ΛΟΑΤΚΙ, αντιφεμινιστική και αντιμεταναστευτική ατζέντα του θα ωθήσει την Ευρώπη ένα βήμα πιο κοντά σε μια ακροδεξιά άβυσσο
Γκόρντον Μπράουν

Οι εθνικές εκλογές στην Ισπανία την Κυριακή δεν έχουν σημασία μόνο για το μέλλον της χώρας, αλλά και για το μέλλον της Ευρώπης. Μια ήττα του σοσιαλιστή πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ πιθανότατα θα μετατρέψει τα στελέχη του ακροδεξιού κόμματος Vox, από δημαγωγούς του δρόμου σε κοινοβουλευτική δύναμη. Και αν, όπως αναμένεται ευρέως, το Vox και το Λαϊκό Κόμμα (PP) σχηματίσουν μια κυβέρνηση συνασπισμού, θα σημάνει το τέλος της μακράς αποστροφής της Ισπανίας για ακροδεξιούς πολιτικούς, που διατηρείται από τον θάνατο του χενεραλίσιμο Φρανθίσκο Φράνκο, το 1975.

Εάν το Vox καταστεί κυβερνητικός εταίρος, η ανατριχιαστική, υπερεθνικιστική, αντι-ΛΟΑΤΚΙ, αντιφεμινιστική και αντιμεταναστευτική ατζέντα του θα ωθούσε την Ευρώπη ένα βήμα πιο κοντά σε μια ακροδεξιά άβυσσο. Η συνθηκολόγηση μεταξύ του Vox και των ισπανών κεντροδεξιών συντηρητικών, που παραδοσιακά απέρριπταν τις συμμαχίες με την Ακροδεξιά αλλά τώρα θέλουν απεγνωσμένα να επιστρέψουν στην εξουσία, θα αντηχούσε σε ολόκληρη την ήπειρο, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ισπανία ανέλαβε πρόσφατα την προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Αυτή η ευθυγράμμιση μεταξύ των συντηρητικών και των ακροδεξιών οδήγησε σε μια προεκλογική εκστρατεία στην οποία κυριάρχησαν ζητήματα σχετικά με τους αποκαλούμενους πολιτισμικούς πολέμους. Η προπαγάνδα του θορυβώδους Vox έχει δαιμονοποιήσει μετανάστες, γκέι και φεμινίστριες, παρουσιάζοντας τον Σάντσεθ και το κόμμα του ως εχθρούς του κράτους.

Η Ιζαμπέλ Ντίαθ Αγιούσο, η πρόεδρος του Λαϊκού Κόμματος στη Μαδρίτη (και πρόεδρος της Περιφέρειας της ισπανικής πρωτεύουσας, ΣτΜ), έχει χαρακτηρίσει τους πολιτικούς της αντιπάλους «κομμουνιστές». Επιδιώκοντας να ξυπνήσει μνήμες της αντικληρική βίας σε ολόκληρη την Ισπανία πριν και κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, τους έχει κατηγορήσει ακόμη και ότι θέλουν να κάψουν καθολικές εκκλησίες.

Απαντώντας, ο Σάντσεθ χαρακτήρισε τις επερχόμενες εκλογές (οι οποίες ακολουθούν την κακή επίδοση του Ισπανικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (PSOE) στις τοπικές και περιφερειακές εκλογές του Μαΐου) ως μια υπαρξιακή μάχη για το μέλλον της ισπανικής δημοκρατίας. Και τώρα, τις τελευταίες μέρες της εκστρατείας, ο σοσιαλιστής πρώην πρωθυπουργός Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεθ Θαπατέρο κατέστη ακόμη πιο ξεκάθαρος όσον αφορά το διακύβευμα, ισχυριζόμενος ότι «η Κεντροδεξιά δεν υπάρχει πια, (υπάρχει) μόνο η Ακροδεξιά», και ότι, έχοντας εγκαταλείψει το Κέντρο, το Λαϊκό Κόμμα «εξαφανίστηκε». Η Αγιούσο έχει ήδη απαντήσει με το ίδιο νόμισμα σε τέτοιες επιθέσεις: «Οταν σε αποκαλούν φασίστα, ξέρεις ότι κάτι κάνεις σωστά».

Πέρα από το ότι βάλλουν κατά των πολιτικών δικαιωμάτων, οι ισπανοί δεξιοί έχουν βάλει στόχο την απόρριψη της περιφερειακής αυτονομίας. Επί χρόνια το Vox πρότεινε την απαγόρευση των καταλανικών και βασκικών εθνικιστικών κομμάτων και υπάρχει πραγματικός κίνδυνος, μετά από χρόνια σχετικής ηρεμίας υπό την ηγεσία του Σάντσεθ, μια διχασμένη Ισπανία να αντιμετωπίσει μια αναβίωση αυτονομιστικών/αποσχιστικών κινημάτων.

Ο ενστερνισμός των πολιτιστικών πολέμων από τη Δεξιά είναι μια σκόπιμη στρατηγική με σκοπό τη συγκάλυψη της απειλής που αποτελούν οι νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές της για το βιοτικό επίπεδο και την κοινωνική ισότητα. Το πρόγραμμα του Λαϊκού Κόμματος, το οποίο προέρχεται απευθείας από το εγχειρίδιο των Ρέιγκαν-Θάτσερ, επιδιώκει να καταργήσει τον ισχύοντα φόρο περιουσίας, να μειώσει τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, να ιδιωτικοποιήσει τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και να περιορίσει την κοινωνική ασφάλιση. Οταν η πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Λιζ Τρας προσπάθησε να εφαρμόσει ένα παρόμοιο, ξεπερασμένο, πρόγραμμα, το 2022, παραλίγο να καταστρέψει τη βρετανική οικονομία.

Ταυτόχρονα, η εστίαση του Λαϊκού Κόμματος σε θέματα που σχετίζονται με τους πολιτιστικούς πολέμους στοχεύει στην απόσπαση της προσοχής από τα οικονομικά επιτεύγματα του Σάντσεθ και του συνασπισμού του, καθώς και από την πράσινη ατζέντα τους. Από την ανάληψη των καθηκόντων της, το 2018, η κυβέρνηση Σάντσεθ έχει κάνει σημαντικά βήματα για τη μείωση των υψηλών επιπέδων ανισότητας και φτώχειας στην Ισπανία.

Επιπλέον, ο Σάντσεθ επιδίωξε και πέτυχε τη σύναψη μιας συμφωνίας για τους μισθούς με στόχο τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού, την οποία αποδέχτηκαν τόσο τα συνδικάτα όσο και οι εργοδότες, ζητώντας αύξηση μισθών 4% το 2023 και 3% το 2024 και το 2025 και, στην παρούσα φάση, η χώρα έχει τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης και ένα από τους χαμηλότερα ποσοστά πληθωρισμού στην ευρωζώνη.

Εάν επανεκλεγεί, ο Σάντσεθ θα επικεντρωθεί στη στέγαση, την οποία χαρακτηρίζει ως τη «μεγάλη εθνική υπόθεση» της Ισπανίας για την επόμενη δεκαετία. Εχει επίσης προτείνει νέες εγγυήσεις υγειονομικής περίθαλψης, περιλαμβανομένων μέγιστων περιόδων αναμονής 60 ημερών για εξειδικευμένες επισκέψεις εξωτερικών ασθενών και 15 ημερών για ψυχολογική φροντίδα για εφήβους και παιδιά κάτω των 15 ετών.

Η Ισπανία σίγουρα δεν είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα όπου η άνοδος της Ακροδεξιάς αποτελεί απειλή. Σε ολόκληρη την ήπειρο η αυξανόμενη δημοτικότητα των ακροδεξιών κομμάτων ώθησε τα προηγουμένως μετριοπαθή κόμματα να υιοθετήσουν ακραίες θέσεις.

Η Ακροδεξιά απλώνεται

Στη Γερμανία, το εθνικιστικό κόμμα Alternative für Deutschland (Εναλλακτική για τη Γερμανία), που τώρα ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις, ωθεί τη Χριστιανοδημοκρατική Ενωση και το βαυαρικό αδελφό της κόμμα, τη Χριστιανοκοινωνική Ενωση, πιο δεξιά. Και στη Φινλανδία, το υπερσυντηρητικό Κόμμα των Φινλανδών έχει σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού με την Κεντροδεξιά, αναγκάζοντάς την να ακολουθήσει σκληρές αντιμεταναστευτικές πολιτικές.

Παρόμοια κατάσταση παρατηρείται και σε άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, από τη Σουηδία μέχρι την Αυστρία, ενώ ενδέχεται να καταγραφεί και στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο του επόμενου έτους. Και, φυσικά, η ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζα Μελόνι, ηγέτιδα του κόμματος Αδέλφια της Ιταλίας, βρίσκεται περισσότερο δεξιά από οποιονδήποτε ηγέτη της χώρας από την εποχή του Μπενίτο Μουσολίνι.

Η αναδυόμενη συμβίωση μεταξύ των ακροδεξιών κινημάτων της Ευρώπης έχει υποστηριχθεί από πλούσιους συμμάχους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Σεπτέμβριο του 2022, εκπρόσωποι 16 ευρωπαϊκών εθνικιστικών κομμάτων, περιλαμβανομένων του κυβερνώντος κόμματος της Πολωνίας Νόμος και Δικαιοσύνη, σλοβάκων λαϊκιστών με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό Ρόμπερτ Φίκο και του ακροδεξιού κινήματος του πρώην πρωθυπουργού της Σλοβενίας Γιάνετς Γιάνσα, συγκεντρώθηκαν στο Μαϊάμι για ένα Συνέδριο Εθνικού Συντηρητισμού.

Το συνέδριο της Φλόριντα έμοιαζε εντυπωσιακά με μια άλλη ακροδεξιά σύνοδο κορυφής, που οργανώθηκε από την ίδια ομάδα και πραγματοποιήθηκε στο Grand Hotel Plaza της Ρώμης τον Φεβρουάριο του 2020, λίγο πριν την πανδημία. Ελπίζοντας να δημιουργήσουν μια ακροδεξιά εναλλακτική ομάδα στην ετήσια συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, οι παρευρισκόμενοι υπερασπίστηκαν τον εθνικισμό, την παράδοση και την πυρηνική οικογένεια ως προπύργια ενάντια σε «γκλομπαλιστικές» προσπάθειες με στόχο την καταστροφή των χωρών της Ευρώπης και των αντίστοιχων πολιτισμών τους.

Κατά τη διάρκεια αυτής της μάζωξης περιέγραψε η Μελόνι το πρόγραμμά της (το οποίο, τελικά, είχε απήχηση στους ιταλούς ψηφοφόρους) για την «υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας και της ίδιας της ύπαρξης των εθνικών κρατών ως το μοναδικό μέσο διασφάλισης της κυριαρχίας και της ελευθερίας των λαών».

Κατά ειρωνικό τρόπο, κάθε μέλος αυτού του απίθανου διεθνούς συνασπισμού πολέμιων της παγκοσμιοποίησης ισχυρίζεται ότι μιλάει για τη μοναδική πολιτιστική κληρονομιά της χώρας του και την επιθυμία του να είναι απαλλαγμένη από διεθνείς εμπλοκές, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιεί την ίδια ξενοφοβική ρητορική εμείς-εναντίον-εκείνων για να διεγείρει εθνικιστικές ανησυχίες.

Εχουν περάσει 175 χρόνια από τότε που ο Καρλ Μαρξ προανήγγειλε ένα φάντασμα που πλανιέται πάνω από την Ευρώπη. Σήμερα, όμως, δεν είναι το φάντασμα του κομμουνισμού, όπως ήλπιζε ο Μαρξ, αλλά του λαϊκιστικού εθνικισμού. Το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ισπανία θα μπορούσε να αναδείξει τη σοβαρότητα και το επείγον της απειλής.


*O Gordon Brown, πρώην Εργατικός πρωθυπουργός της Βρετανίας, είναι Chair of Education Cannot Wait’s High-Level Steering Group του Παγκόσμιου Ταμείου του ΟΗΕ. Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται αποκλειστικά για την Ελλάδα από το Project Syndicate