Από αριστερά: Ρόμπερτ Χάμπεκ, Ολαφ Σολτς και Κρίστιαν Λίντνερ | Reuters: Annegret Hilse / Bernadett Szabo / Liesa Johannssen / Creative Protagon
Θέματα

Γερμανία: Γιατί είναι καλό νέο για την ΕΕ η διάλυση του συνασπισμού

Σε ανάλυσή τους οι Financial Times χαρακτηρίζουν «δυσλειτουργικό» τον συνασπισμό κόκκινων-κίτρινων-πρασίνων της Γερμανίας. Εκτιμούν ότι μόνο κακό έκανε στην Ευρώπη και βλέπουν στην κατάρρευσή του μια θετική εξέλιξη
Protagon Team

Η κυβέρνηση συνασπισμού της Γερμανίας κατέρρευσε λίγες ώρες μετά την εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ και αυτό από πολλούς ερμηνεύθηκε ως το πρώτο από ένα κύμα «δεινών» που θα χτυπήσουν την Ευρώπη μετά τις εξελίξεις στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Οι Financial Times, παρ’ όλα αυτά, έχουν αντίθετη άποψη και πιστεύουν ότι ο «δυσλειτουργικός», όπως τον αποκαλούν, συνασπισμός της Γερμανίας, μόνο κακό έκανε στην Ευρώπη και η κατάρρευσή του είναι μια θετική εξέλιξη.

Οι τρεις εταίροι του συνασπισμού, οι Σοσιαλδημοκράτες του Ολαφ Σολτς, οι Πράσινοι του υπουργού Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ διαφωνούν μεταξύ τους εδώ και μήνες για βασικά θέματα πολιτικής, έχοντας φτάσει την κυβέρνηση σε σημείο παράλυσης, εξηγούν οι FT. Την Τετάρτη 6 Νοεμβρίου συναντήθηκαν για να προσπαθήσουν να επιλύσουν τις διαφορές τους σχετικά με μια τρύπα 9 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό του 2025.

Το συγκεκριμένο δημοσιονομικό έλλειμμα ήταν μικροσκοπικό μπροστά στις προγραμματισμένες δαπάνες που ξεπερνούν τα 2 τρισ. ευρώ. Στην πραγματικότητα, η διαφωνία δεν ήταν παρά ένα δείγμα του ευρύτερου –και τελικά αγεφύρωτου– ιδεολογικού χάσματος ανάμεσα στους τρεις εταίρους. Ο Σολτς και ο Χάμπεκ προσπαθούσαν εδώ και καιρό να συμφωνήσει ο Λίντνερ να χαλαρώσει τους αυστηρούς κανόνες για το χρέος της Γερμανίας, ώστε η κυβέρνηση να μπορεί να ξοδέψει περισσότερα για την άμυνα, τη στήριξη της Ουκρανίας και την αναζωογόνηση της οικονομίας.

Ο Σολτς υποστήριξε την Τετάρτη ότι η επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο μετατρέπει το ουκρανικό ζήτημα ακριβώς στο είδος της έκτακτης ανάγκης που επιτρέπει τη χαλάρωση των κανόνων. Ο Λίντνερ αρνήθηκε και απολύθηκε, γράφοντας το τέλος του συνασπισμού.

Ηταν μια σπάνια επίδειξη αποφασιστικότητας από τον Σολτς, επισημαίνουν οι FT, ο οποίος, σχετικά δικαιολογημένα, κατηγόρησε τον υπουργό Οικονομικών του ότι ενήργησε ανεύθυνα και κακόπιστα. Ο Λίντνερ και το FDP έχουν πράγματι υποκινήσει συχνές συγκρούσεις στους κόλπους του συνασπισμού, για δικό τους πολιτικό όφελος. Το FDP έχει πέσει κάτω από το όριο του 5% στις δημοσκοπήσεις και ο Λίντνερ αναζητούσε διαρκώς αφορμές για να το διασώσει. Δεδομένων όσων διακυβεύονται για την ευημερία και την ασφάλεια της Γερμανίας στην παρούσα συγκυρία, οι αποφάσεις του ήταν όντως πολύ κακές και υστερόβουλες. Ταυτόχρονα, όμως, οι διαμάχες και η αναποφασιστικότητα που έπλητταν την κυβέρνηση είχαν γίνει αβάσταχτες.

Η Ευρώπη αποδεικνύεται στην πράξη ότι δεν είναι προετοιμασμένη για μια προεδρία Τραμπ, γράφουν οι FT. Η στρατηγική της ήταν να ελπίζει για το καλύτερο, παρά να προετοιμάζεται για το χειρότερο. Δεν είχε την προνοητικότητα να εξοπλίσει εγκαίρως την Ουκρανία και να ενισχύσει τη δική της ασφάλεια. Η πολιτική αστάθεια στη Γερμανία δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Η Γαλλία βρίσκεται σε πολιτική σύγχυση και ο Εμανουέλ Μακρόν έχει υποστεί δραματικές απώλειες στην πολιτική ισχύ του.

Οι μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες βρίσκονται σε παρακμή και οι προϋπολογισμοί τους βρίσκονται υπό σοβαρή πίεση. Αλλά η ΕΕ πάντα κλονίζεται όταν υπάρχει κενό εξουσίας στο Βερολίνο, σχολιάζουν οι FT. Η Ευρώπη δεν μπορεί να αναζωογονήσει την οικονομία της ή να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για την ασφάλειά της, εκτός εάν το Βερολίνο χρησιμοποιήσει τη δημοσιονομική του δύναμη για να την παρακινήσει, με τη μορφή περισσότερου κοινού δανεισμού.

Ο Σολτς βρέθηκε στο απόγειό του του όταν, μετά την εισβολή του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία στις αρχές του 2022, ανέλαβε μια μακροπρόθεσμη δέσμευση να μετατρέψει τη Γερμανία σε στρατιωτική δύναμη. Με τη «δύναμή μας» θα κρατάμε υπό έλεγχο τυράννους όπως ο Πούτιν, είχε πει. Αλλά η φιλοδοξία του συρρικνώθηκε πολύ σύντομα. Και ενώ η κυβέρνησή του πέτυχε γρήγορα τον απογαλακτισμό της γερμανικής βιομηχανίας από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, η οικονομία συνεχίζει να υφίσταται τις συνέπειες και αγωνίζεται να βρει ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης.

Πολλοί Γερμανοί πιστεύουν ότι η χώρα τους χρειάζεται νέα κατεύθυνση και ιδέες. Οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι έχουν χάσει τη λαϊκή υποστήριξη. Ο Σολτς έκανε έκκληση την Τετάρτη στους Χριστιανοδημοκράτες της αντιπολίτευσης να βρουν κοινό έδαφος για την επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων για τη στήριξη της οικονομίας και την ενίσχυση της άμυνας.

Το CDU, όμως, υπό την ηγεσία του δεξιού Φρίντριχ Μερτς, αντιμετωπίζει επίσης μια κρίσιμη επιλογή, σύμφωνα με τους FT. Για να παρουσιάσει αξιόπιστες μακροπρόθεσμες πολιτικές για την ενίσχυση της γερμανικής άμυνας και την αναβίωση του βιομηχανικού μοντέλου της χώρας, πρέπει επίσης να αναγνωρίσει την ανάγκη για περισσότερες δημόσιες επενδύσεις, πράγμα που σημαίνει χαλάρωση των κανόνων για το χρέος. Εκεί είναι πιθανό να κριθεί η μεγάλη συμφωνία που θα στηρίξει έναν μελλοντικό συνασπισμό μεταξύ του CDU και του SPD, το πιο πιθανό αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών.

Ο Σολτς είπε ότι η Γερμανία δεν πρέπει να ακολουθήσει την Αμερική, όπου «η ιδεολογία έχει καταστήσει σχεδόν αδύνατη τη συνεργασία διαφορετικών πολιτικών σχημάτων». Η αλήθεια είναι ότι το πολιτικό σύστημα της Γερμανίας είναι σχεδιασμένο για κυβερνήσεις συνασπισμού, όμως το CDU δεν θέλει να δώσει στον Σολτς περισσότερο χρόνο και απαιτεί πρόωρες εκλογές τον Ιανουάριο.

Ο λεγόμενος συνασπισμός «κόκκινων-κίτρινων-πρασίνων» παρέπαιε, καταλήγουν οι FT και δεν μπορούσε να συνεχίσει. Αλλά είναι λυπηρό το γεγονός ότι το πιο ισχυρό μέλος της ΕΕ θα αναλωθεί σε μια προεκλογική εκστρατεία ακριβώς τη στιγμή που ο Τραμπ επιστρέφει στην εξουσία, απειλώντας με τιμωρητικούς δασμούς κατά των γερμανικών και ευρωπαϊκών εισαγωγών, την απόσυρση της αμερικανικής ομπρέλας ασφαλείας και μια άδικη ειρηνευτική συμφωνία για την Ουκρανία.

Μια διχασμένη Γερμανία έχει πολλά να χάσει. Και μαζί της και η Ευρώπη.