Πριν από δύο δεκαετίες στην Ολλανδία, καθώς αυξανόταν η ανησυχία για την ικανότητά της να θρέψει τους 17 εκατ. ανθρώπους της, δόθηκε το σύνθημα για τον διπλασιασμό της παραγωγής τροφίμων με τη χρήση των μισών πόρων. Η χώρα, η οποία έχει επιφάνεια σχεδόν όσο η Μακεδονία και η Θράκη μαζί, όχι μόνο το πέτυχε, αλλά επιπλέον έγινε ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας γεωργικών προϊόντων στον κόσμο σε αξία μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο, ίσως ακόμη πιο σημαντικό από την άποψη της υπερθέρμανσης του πλανήτη, είναι από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς γεωργικής τεχνολογίας και τεχνολογίας τροφίμων. Οι Ολλανδοί πρωτοστάτησαν στο συνθετικό κρέας (με κυτταροκαλλιέργεια), την κάθετη καλλιέργεια, την τεχνολογία σπόρων και τη ρομποτική, στο άρμεγμα και τη συγκομιδή, καθώς και σε καινοτομίες που επικεντρώνονται στη μειωμένη χρήση νερού και τις μειωμένες εκπομπές άνθρακα και μεθανίου.
Η Ολλανδία παράγει 4 εκατ. αγελάδες, 13 εκατ. χοίρους και 104 εκατ. κοτόπουλα ετησίως και είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας κρέατος στην Ευρώπη, ενώ εξάγει επίσης λαχανικά σε μεγάλο μέρος της Δυτικής Ευρώπης, γράφει στην Washington Post η Λόρα Ράιλι. Διαθέτει σχεδόν 97.125 στρέμματα καλλιεργειών σε θερμοκήπια, τα οποία, χρησιμοποιώντας λιγότερα λιπάσματα και νερό, μπορούν να παράγουν σε ένα στρέμμα ποσότητες που θα χρειάζονταν 10 στρέμματα παραδοσιακής καλλιέργειας σε χώμα. Οι ολλανδικές φάρμες χρησιμοποιούν μόνο 3,79 λίτρα νερό για την παραγωγή περίπου μισού κιλού ντομάτας, ενώ ο παγκόσμιος μέσος όρος είναι πάνω από 106 λίτρα νερό.
Πάνω από τη μισή επιφάνεια της ολλανδικής γης καλλιεργείται. Οι Ολλανδοί συχνά λένε ότι ο μοναδικός λόγος που τους κάνει να εστιάζουν στην παραγωγή τροφίμων οφείλεται στον οδυνηρό λιμό που γνώρισε η χώρα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα μπορούσε, ωστόσο, να υποστηριχθεί ότι η ενασχόληση με τις τροφές ξεκίνησε τον 17ο αιώνα, όταν οι Ολλανδοί ήταν στο επίκεντρο του παγκόσμιου εμπορίου μπαχαρικών.
Η πρωτοπορία τους στην παγκόσμια έρευνα τροφίμων είναι αδιαμφισβήτητη: δεκαπέντε από τις 20 μεγαλύτερες επιχειρήσεις προϊόντων διατροφής –μεταξύ των οποίων οι Nestlé, Coca-Cola, Unilever, Cargill και Kraft Heinz– διαθέτουν στην Ολλανδία μεγάλα κέντρα έρευνας και ανάπτυξης.
Με περιορισμένη γη και βροχερό κλίμα, οι Ολλανδοί έχουν γίνει αυθεντίες στην αποτελεσματικότητα. Υπάρχουν όμως προκλήσεις: Η βιομηχανία του θερμοκηπίου έχει μεν ανθίσει, εν μέρει λόγω της φθηνής ενέργειας, αλλά η Δυτική Ευρώπη έχει να αντιμετωπίσει τώρα την αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου. Οι εντατικές κτηνοτροφικές πρακτικές της χώρας κινδυνεύουν επίσης. Πρόσφατα, ο συντηρητικός κυβερνητικός συνασπισμός δεσμεύτηκε να μειώσει στο μισό τις εκπομπές αζώτου έως το 2030, κάτι που θα απαιτούσε δραματική μείωση του αριθμού των ζώων που εκτρέφονται στη χώρα. Αγρότες και κτηνοτρόφοι έχουν διαμαρτυρηθεί και μένει να δούμε πώς θα λυθεί αυτή η αναταραχή, γράφει στην Washington Post η Λόρα Ράιλι.
Σπόροι
Οι ολλανδικές εταιρείες είναι οι μεγαλύτεροι προμηθευτές σπόρων για καλλωπιστικά φυτά και λαχανικά στον κόσμο. Στην Κοιλάδα των Σπόρων, στα βορειοδυτικά της χώρας, όπου αναπτύσσονται συνεχώς νέες ποικιλίες, έχει την έδρα της και η Enza Zaden, η οποία από οικογενειακό κατάστημα σπόρων, ύστερα από τρεις γενιές, έχει εξελιχθεί σε παγκόσμιο ηγέτη στην παραγωγή λαχανικών, με περισσότερους από 2.500 υπαλλήλους και 45 θυγατρικές σε 25 χώρες.
Η εταιρεία ξοδεύει 100 εκατ. δολάρια ετησίως για έρευνα, εισάγοντας περίπου 150 νέες ποικιλίες λαχανικών κάθε χρόνο: «Με την κλιματική αλλαγή, βλέπουμε τον καιρό να γίνεται πιο ακραίος. Εξετάζουμε ανθεκτικές ποικιλίες, σπόρους για βιολογικά αγροκτήματα, καθώς και ποικιλίες που είναι πιο ανθεκτικές στο αλάτι, για μέρη όπου η ποιότητα του νερού δεν είναι καλή. Πρέπει να βρούμε λύσεις για όλους τους αγρότες, από μικρούς, μέχρι μεγάλης κλίμακας αγρότες», λέει στην Washington Post ο διευθύνων σύμβουλος της Enza Zaden, Γιαπ Μαζερέου.
Η εταιρεία παράγει σπόρους για όλες τις κλιματικές ζώνες, για εξωτερική και εσωτερική καλλιέργεια. Στο δικό της θερμοκήπιο αναπτύσσει τις ποικιλίες του μέλλοντος που μπορούν να αναπτυχθούν γρήγορα: μαρούλια, βότανα, φυλλώδη λαχανικά. «Η γενετική μπορεί να βελτιωθεί, καθώς και ολόκληρη η τεχνολογία· η καλλιέργεια σε εσωτερικούς χώρους θα γίνει φθηνότερη. Είναι ακόμη νωρίς για τον κλάδο», λέει ο Μαζερέου.
Μπορεί κάθε χρόνο να καλλιεργούνται πάνω από 12 δισ. μαρούλια από τους σπόρους της Enza Zaden, αλλά στην πραγματικότητα μια ντομάτα ήταν αυτή που έβαλε την εταιρεία στον χάρτη στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και, ίσως, με τη σειρά της έβαλε την Ολλανδία στον παγκόσμιο χάρτη για τις ντομάτες. Τα θερμοκήπια της χώρας παράγουν σχεδόν 1 εκατ. τόνους ντομάτας ετησίως και έχουν συνολικές εξαγωγές περίπου 2 δισ. ευρώ ετησίως.
Η φύση είναι βάναυση. Μπορεί να υπάρχει πολύς ήλιος ή όχι αρκετός, επιδρομή εντόμων, βροχή που διώχνει τους σπόρους. «Πιστεύουμε ότι μπορούμε να κάνουμε πράγματα πολύ καλύτερα από τη φύση», λέει στην Washington Post ο Ιλκο Οκερς, διευθύνων σύμβουλος της PlantLab, η οποία αναπτύσσει και λειτουργεί «μονάδες κάθετης παραγωγής» σε ειδικά κατασκευασμένα εσωτερικά αγροκτήματα σε όλο τον κόσμο. Οι αγρότες κάθετης καλλιέργειας ανταλλάσσουν τη δωρεάν ηλιακή ενέργεια με ακριβό ηλεκτρικό φως, με το πλεονέκτημα ότι ελέγχεται πολύ πιο εύκολα η σταθερή και αξιόπιστη απόδοση.
Η PlantLab ιδρύθηκε το 2010 και βοήθησε τους ολλανδούς αγρότες θερμοκηπίων και εσωτερικών χώρων να αυξήσουν τις αποδόσεις τους με φώτα LED, ακόμη και όταν η τεχνολογία ήταν στα σπάργανα. Στο σύστημά τους μπορούν να καλλιεργηθούν, σε μια έκταση όχι μεγαλύτερη από δύο γήπεδα ποδοσφαίρου, αρκετές ποσότητες για να προμηθεύουν 100.000 κατοίκους καθημερινά με σχεδόν μισό κιλό φρέσκων λαχανικών για τον καθένα.
Στόχος της εταιρείας είναι τα επόμενα πέντε χρόνια να επεκταθεί στις ΗΠΑ, την Ασία και τη Λατινική Αμερική, με εγκαταστάσεις παραγωγής λαχανικών σε μεγάλη κλίμακα χωρίς φυτοφάρμακα ή ζιζανιοκτόνα, κοντά στους καταναλωτές, και τα επόμενα 10 χρόνια να έχει περίπου 1.012 στρέμματα κάθετων αγροκτημάτων παγκοσμίως.
Το κέντρο έρευνας και ανάπτυξης του PlantLab στο Ντεν Μπος είναι το μεγαλύτερο κέντρο κάθετης γεωργίας στον κόσμο και χρησιμοποιεί LED περιορισμένου φάσματος φωτός και στοιβαγμένους πλαστικούς δίσκους παραγωγής, με τα φυτά να αναπτύσσονται σε βερμικουλίτη, με τις ρίζες τους στο νερό. Τα ανθρώπινα χέρια δεν αγγίζουν τίποτα και το νερό ανακυκλώνεται. Προς το παρόν, το σύστημα είναι πιο αποτελεσματικό για την καλλιέργεια φυλλωδών λαχανικών, βοτάνων και ντομάτας, αλλά είναι επίσης κατάλληλο για αγγούρια, κολοκυθάκια και μούρα. Με τον περιορισμό του χρονικού διαστήματος μεταξύ συγκομιδής και κατανάλωσης, εξάλλου, η σπατάλη ελαχιστοποιείται και η πυκνότητα των θρεπτικών συστατικών είναι πολύ υψηλότερη από τις παραδοσιακές καλλιέργειες.
Γυάλινα θερμοκήπια
Η Agro Care δημιουργήθηκε το 1997 σε μια περιοχή κοντά στη θάλασσα, νότια του Ρότερνταμ, με πολλές ηλιόλουστες ώρες, χειμώνες όχι πολύ κρύους και καλοκαίρια όχι πολύ ζεστά. Και μέσα σε 25 χρόνια, έφτασε να έχει περίπου 2.610 στρέμματα ντομάτας σε γυάλινα θερμοκήπια και 1.500 υπαλλήλους, με στόχο τον διπλασιασμό τους μέχρι το 2030.
Είναι μια από τις πρώτες εταιρείες nτοματοπαραγωγής, που συμπλήρωσε το φυσικό φως με τεχνητό, και έχει εξελιχθεί σε μια από τις μεγαλύτερες καλλιέργειες ντομάτας στην Ευρώπη, παράγοντας σχεδόν 91.000 τόνους ετησίως, με εγκαταστάσεις επίσης στη Γαλλία, το Μαρόκο και την Τυνησία. Οι ντοματιές καλλιεργούνται σε μικρές σακούλες με υπόστρωμα πετροβάμβακα, στις οποίες εισάγονται θρεπτικά συστατικά μέσω του νερού.
Το σημαντικό επίτευγμά της είναι ότι έχει αλλάξει την κακή φήμη της ολλανδικής ντομάτας (σκληρή, άοσμη, μαζεύεται πράσινη). Το 2000, η Agro Care τοποθέτησε φώτα πάνω από τις ντομάτες και άρχισε τη συγκομιδή όταν ήταν εντελώς ώριμες στο τσαμπί. Το ένα τέταρτο της παραγωγής μένει στην Ολλανδία, ενώ το υπόλοιπο εξάγεται σε όλη την Ευρώπη.
Ακόμη, λόγω των μεγάλων αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια, η Agro Care ξεκίνησε τη δική της μικρή ενεργειακή εταιρεία. Το διοξείδιο του άνθρακα, που παράγεται, χρησιμοποιείται ως θρεπτικό στοιχείο, διοχετευόμενο στα θερμοκήπια μέσω τεράστιων αεραγωγών, όπου μετατρέπεται σε οξυγόνο από τα φυτά. Το αποτέλεσμα είναι απόδοση 99% και πολύ λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα απελευθερωμένο στην ατμόσφαιρα.
Κτηνοτροφία
Η Ολλανδία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας κρέατος στην Ευρωπαϊκή Ενωση: το 2020 εξήγαγε κρέας και πουλερικά αξίας 8,8 δισ. ευρώ, κυρίως στη Γερμανία (βόειο κρέας), τη Βρετανία (πουλερικά) και την Κίνα (κυρίως χοιρινό).
Η Vion Food Group διαθέτει 12 τοποθεσίες παραγωγής χοίρων, τέσσερις στην Ολλανδία και οκτώ στη Γερμανία. Σφάζει 15 εκατ. χοίρους και σχεδόν 1 εκατ. αγελάδες ετησίως, περισσότερο από το ήμισυ όλων των ολλανδικών χοίρων και σχεδόν το 40% του συνόλου των χοίρων της Γερμανίας. Η μεγαλύτερη μονάδα σφαγής της εταιρείας (20.000 την ημέρα) βρίσκεται στο Μπόξτελ της νότιας Ολλανδίας. Η Vion χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για να ανιχνεύει σημάδια κακοποίησης των ζώων και να ελαχιστοποιεί το άγχος τους.
Οι χοίροι είναι έτοιμοι για σφαγή σε 175 ημέρες και ζυγίζουν περίπου 265 κιλά. Αφού ελεγχθούν για αρρώστιες και τραυματισμούς ναρκώνονται με μονοξείδιο του άνθρακα και σφάζονται γρήγορα με μαχαίρι.
Αφού επαληθευτεί η υγεία τους με εξέταση αίματος, τα πτώματα βυθίζονται σε ζεστό λουτρό, για να αφαιρεθούν οι τρίχες, και τα υπολείμματα καίγονται σε υψηλή θερμοκρασία (που σκοτώνει επίσης τα βακτήρια). Οι χοίροι κόβονται στη μέση κατά μήκος και ψύχονται στους 6,67 βαθμούς Κελσίου.
Στη συνέχεια μεταποιούνται από κρεοπώλες κυρίως με το χέρι. Τα εσωτερικά όργανα πωλούνται στην Κίνα για τροφή για κατοικίδια, τα ζαμπόν πωλούνται στην Ιταλία και τα παϊδάκια σε μεγάλες αλυσίδες εστιατορίων στις ΗΠΑ.
Η Kipster είναι μια εταιρεία και στοχεύει στην συνεχή βελτίωση της διαβίωσης των πουλερικών, στην αντιμετώπιση της σπατάλης τροφίμων και στην παραγωγή πιστοποιημένων αυγών με ουδέτερο άνθρακα. Οι φάρμες έχουν φυσικό φως και καθαρό αέρα, τα κοτόπουλα ζουν ελεύθερα στη φύση και τρέφονται εξ ολοκλήρου με υπολείμματα τροφών από σούπερ μάρκετ και κατασκευαστές τροφίμων, αντί με δημητριακά (Το 30% της παγκόσμιας παραγωγής σιτηρών προορίζεται για ζωοτροφές). Και αντίθετα από την παγκόσμια πρακτική της θανάτωσης αρσενικών νεοσσών, τα αρσενικά –όπως και τα θηλυκά στο τέλος της παραγωγικότητάς τους– διατηρούνται και εκτρέφονται για το κρέας τους. Χρησιμοποιούνται κυρίως για κεφτεδάκια που πωλούνται από την αλυσίδα Lidl, η οποία αγοράζει επίσης όλα τα αυγά της Dutch Kipster.
Η εταιρεία ιδρύθηκε το 2017 και τώρα έχει τρεις φάρμες στην Ολλανδία καθώς και μια φάρμα στο Νορθ Μάντσεστερ της Ιντιάνα, ενώ ετοιμάζονται άλλες τρεις στις ΗΠΑ, με 24.000 πουλιά. Ολα τα αγροκτήματα (με εσωτερικούς κήπους με φεγγίτες, δέντρα, κορμούς δέντρων για σκαρφάλωμα και ράμφισμα) είναι ανοιχτά σε επισκέπτες για να παρακολουθούν τις πρακτικές καλής μεταχείρισης των ζώων. Εχουν μηδενικές εκπομπές, καθώς η ενέργεια παράγεται από ηλιακούς συλλέκτες.
Το concept, το οποίο είναι κατάλληλο για αστική γεωργία, αναπτύχθηκε με τη συμβολή τόσο της Dutch Society for Prevention of Cruelty to Animals (Ολλανδική Εταιρεία για την Πρόληψη της Κακοποίησης των Ζώων) όσο και του Πανεπιστημίου και Ερευνητικού Κέντρου του Βάχενινγκεν για τη μεγιστοποίηση της καλής μεταχείρισης των ζώων και τη διασφάλιση ευελιξίας και επεκτασιμότητας.
Εξαγωγές
Το 2021, οι ολλανδικές εξαγωγές γεωργικών προϊόντων έφθασαν τα 105 δισ. ευρώ, ρεκόρ που οφείλεται στις υψηλότερες τιμές και τον αυξημένο όγκο. Από το 1995, ο όγκος της ολλανδικής γεωργικής και ζωικής παραγωγής αυξήθηκε κατά 20% με μειωμένη χρήση λιπασμάτων και χωρίς σημαντική αύξηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου.
Από τις περσινές εξαγωγές, τα 12 δισ. ευρώ αφορούσαν καλλωπιστικά είδη (λουλούδια, φυτά, βολβούς και δενδροκομικά προϊόντα), με επόμενες πιο κερδοφόρες κατηγορίες τα φρούτα και τα λαχανικά, το κρέας και τα γαλακτοκομικά. Το ένα τέταρτο των συνολικών εξαγωγών οδηγήθηκε στη Γερμανία ενώ οι τρεις επόμενες μεγαλύτερες αγορές ήταν το Βέλγιο, η Γαλλία και η Βρετανία, με τα κρεμμύδια και τις ντομάτες στην κορυφή της λίστας των εξαγωγών.
Η κυριαρχία της Ολλανδίας στο πεδίο των εξαγωγών οφείλεται εν μέρει στους πόρους για έρευνα και ανάπτυξη, που τριπλασιάστηκαν τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, εστιάζοντας στην αύξηση της απόδοσης με μείωση της εξάρτησης από την ενέργεια, το νερό και τα φυτοφάρμακα (τα θερμοκήπια της χώρας έχουν σχεδόν εξαλείψει τη χρήση τους).
Ακόμη, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, η Ολλανδία έχει γίνει ένας από τους σημαντικότερους «επαναεξαγωγείς» παγκοσμίως, καθιστώντας την εμπορικό κόμβο για πολλά αγαθά που πωλούνται στην ευρωζώνη από χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, κυρίως μέσω του λιμανιού του Ρότερνταμ. Το ένα πέμπτο των φρέσκων φρούτων και λαχανικών, που εισάγονται στην Ευρώπη προέρχονται από ένα ολλανδικό λιμάνι.
Το Σίπχολ είναι το κύριο διεθνές αεροδρόμιο της Ολλανδίας και το πιο πολυσύχναστο στην Ευρώπη. Πέρυσι επεξεργάστηκε ένα ρεκόρ φορτίων 1,66 εκατ. τόνων, αν και ο πόλεμος στην Ουκρανία σήμανε επιβράδυνση επιβατών και φορτίων για το 2022, λόγω των δυτικών κυρώσεων.
Το 2024 ετοιμάζεται, μάλιστα, να τεθεί σε λειτουργία ένας νέος τερματικός σταθμός, που θα διαθέτει ένα πλήρως αυτοματοποιημένο σύστημα αποθήκευσης και ανάκτησης, με 12 γερανούς στοίβαξης και χώρο για αποθήκευση 2.500 παλετών, αυτοματοποιημένα κατευθυνόμενα οχήματα για να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της μετακίνησης φορτίων, και «έξυπνες πύλες», οι οποίες θα καταγράφουν αυτόματα τον όγκο και το βάρος όλων των εισερχόμενων αποστολών μέσω τρισδιάστατων σαρώσεων.
Τέλος, το 2018, η «Albert Heijn», η μεγαλύτερη ολλανδική αλυσίδα σούπερ μάρκετ (αντιπροσωπεύει το 35% των πωλήσεων της χώρας), σε συνεργασία με τη Vanderlande (logistics) δημιούργησε στο Ζάανταμ ένα πλήρως αυτοματοποιημένο περιφερειακό κέντρο διανομής για μη φθαρτά προϊόντα, χωρίς ανθρώπινη επίβλεψη και χειροκίνητη ανύψωση, από την άφιξή τους στην εγκατάσταση έως τη φόρτωσή τους σε φορτηγά για διανομή σε μεμονωμένα καταστήματα.
Χρησιμοποιώντας τεχνητή νοημοσύνη, βέλτιστη στοίβαξη και ομαδοποίηση προϊόντων που παραδίδονται μαζί, το σύστημα ελαχιστοποιεί τα ταξίδια με φορτηγά και, κατ’ επέκταση τη χρήση καυσίμων. Εξοπλισμένη με 11.000 ηλιακούς συλλέκτες, η εγκατάσταση είναι ένα από τα πλεονεκτήματα που επέτρεψαν στην αλυσίδα παντοπωλείων να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 92%. Για τις υπόλοιπες ενεργειακές ανάγκες της, αγοράζει 100% ολλανδική αιολική ενέργεια και έχει εγκαταστήσει 310.000 λαμπτήρες LED, με αποτέλεσμα την εξοικονόμηση ενέργειας κατά 50%.