Μία δήλωση του Γιάνη Βαρουφάκη «δεν συνεργαζόμαστε με μια σαθρά δομημένη επιτροπή», μία χειραψία σαν λαβή wrestling, και μία απάντηση του Γερούν Ντάισελμπλουμ: «μόλις σκότωσες την Τρόικα».
Και, βέβαια, ένα «ουάου!»…
Από τα πρώτα δείγματα γραφής, στις 30 Ιανουαρίου 2015, πέντε μόλις ημέρες μετά τις εκλογές που ανέδειξαν την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καλλιεργούνται ανησυχίες που δείχνουν προς την κατεύθυνση των capital controls. Λίγο μετά, εντός του Φεβρουαρίου, ο διοικητής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, σύμφωνα με πληροφορίες, λέει στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα ότι το ενδεχόμενο των κεφαλαιακών περιορισμών δεν είναι και κάτι τόσο απίθανο να ισχύσει για τη χώρα μας.
Στις αρχές του Φεβρουαρίου του 2015, όπως είχε γράψει ο ίδιος ο Γιάνης Βαρουφάκης μερικά χρόνια αργότερα στο Spiegel, στην πρώτη του συνάντηση με τον Πόουλ Τόμσεν από το ΔΝΤ ο τελευταίος του διεμήνυσε ότι ήταν υπέρ της διαγραφής τουλάχιτον 54 δισεκατομμυρίων ευρώ των δανείων από το πρώτο πρόγραμμα της Ελλάδας, υπό τον όρο όμως να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις.
Την ίδια ώρα έρχεται και το πρώτο αδιέξοδο στη διαπραγμάτευση – η ελληνική κυβέρνηση δεν δέχεται την πρόταση για την παράταση του μνημονίου και οι δανειστές αρνούνται το πρόγραμμα-γέφυρα που είχε προταθεί από τον Βαρουφάκη. Εκείνο το Eurogroup ολοκληρώθηκε χωρίς ανακοινωθέν, με σενάρια Grexit να πλανώνται στον αέρα. Η «περήφανη» διαπραγμάτευση της «πρώτης φοράς Αριστερά» είχε ξεκινήσει για τα καλά.
Μετά την επικοινωνία με τον Ντράγκι, εντός του Φεβρουαρίου ο Γιάννης Στουρνάρας φέρεται να ενημερώνει τον τότε αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη για τις ανησυχίες περί κεφαλαιακών περιορισμών. Ήδη συντασσόταν έναν ανεπίσημο ενημερωτικό σημείωμα δεκάδων σελίδων με λεπτομέρειες για τα capital controls από ειδικούς της Τράπεζας της Ελλάδας, το οποίο, σύμφωνα με πληροφορίες, παραδόθηκε και αυτό εντός του μήνα στην Κωνσταντίνα Κιντώνη, προϊσταμένη του ιδιαιτέρου γραφείου του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα. Τόσο η ενημέρωση του Γιάννη Δραγασάκη όσο και η παράδοση του ογκώδους σημειώματος φέρεται να έγιναν με την παρουσία μάρτυρα. «Ο Αλέξης Τσίπρας είχε πλήρη εικόνα για τα capital controls και τι σημαίνουν για την Ελλάδα από τον Φεβρουάριο του 2015», βεβαιώνουν πηγές που μίλησαν στο Protagon.
Από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούνιο, κατά την «περήφανη» διαπραγμάτευση, μεσολάβησαν περίπου οκτώ έκτακτα και τακτικά Eurogroup, μία άτυπη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ, ένα Εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, μία Ειδική Συνάντηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για θέματα μετανάστευσης, μία Σύνοδος Κορυφής για την Ανατολική Εταιρική Σχέση στη Ρίγα, μία Σύνοδος Κορυφής ΕΕ-Χωρών Λ. Αμερικής και Καραϊβικής. Αν και το «ελληνικό ζήτημα» τέθηκε τόσο στο επίκεντρο όσο και στο περιθώριο των παραπάνω συναντήσεων δεν έγινε τίποτα για να αποτραπεί η εικόνα που είχε αποκτήσει ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας από το non paper που φέρεται να έχει παραλάβει για τα capital controls. Εν τω μεταξύ από τη στιγμή που προκηρύχθηκαν οι εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 και ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ έως και τον Ιούνιο οι καταθέσεις που «πέταξαν» από τις ελληνικές τράπεζες έφταναν τα 45 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το βράδυ της Παρασκευής 26 Ιουνίου, όταν ανακοινώθηκε το δημοψήφισμα και άρχισαν να δημιουργούνται ουρές στα ATM των ελληνικών τραπεζών, ο Γιάννης Στουρνάρας βρισκόταν στη Βασιλεία της Ελβετίας, στα πλαίσια ενός φόρουμ του Bank of International Settlements (BIS). Βασική αποστολή του διατραπεζικού διεθνούς φορέα BIS –όσο ειρωνικό και αν ακούγεται δεδομένης της χρονικής συγκυρίας- είναι «να εξυπηρετεί τις κεντρικές τράπεζες στην επιδίωξη νομισματικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας». Εκεί βρίσκονταν και άλλοι διοικητές κεντρικών τραπεζών από την Ευρώπη, οι οποίοι φέρεται να εξεπλάγησαν από τις εξελίξεις στην Ελλάδα, όπως ακριβώς συνέβη και με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία ζητούσε να μάθει τι ακριβώς γινόταν στη χώρα μας, καθώς οι εικόνες που μεταδίδονταν ανέδυαν οσμή «bank run», τραπεζικού πανικού και μαζικών αναλήψεων.
Από τα μεσάνυχτα της Παρασκευής μέχρι τα μεσάνυχτα της Κυριακής, με τις τράπεζες κλειστές, υπολογίζεται ότι περίπου ένα δισεκατομμύριο ευρώ βγήκαν από τα ΑΤΜ. Ταυτόχρονα όμως παιζόταν και ένα θρίλερ με την έκδοση του Φύλλου της Εφημερίδας της Κυβέρνησης όπου θα οριζόταν η τραπεζική αργία, το ότι οι τράπεζες δεν θα άνοιγαν τη Δευτέρα και θα παρέμεναν κλειστές για τρεις εβδομάδες, καθώς και το όριο αναλήψεων που θα έφτανε τα 60 ευρώ την ημέρα από τη Δευτέρα και μετά.
Όπως πληροφορείται το Protagon, δύο μέλη της κυβέρνησης, ο αντιπρόεδρος Γιάννης Δραγασάκης και ο τότε αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, είχαν συνταχθεί με την κοινή λογική και ήταν αυτοί που ασκούσαν επίμονα πιέσεις στον τότε γενικό γραμματέα της κυβέρνησης Σπύρο Σαγιά ώστε να εκδοθεί το ΦΕΚ πριν από τα μεσάνυχτα της Κυριακής, να μην ανοίξουν τα καταστήματα τη Δευτέρα και να αποφευχθεί το τραπεζικό χάος. Γιατί εκείνο το διήμερο φαίνεται, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι υπήρξαν και στελέχη της τότε κυβέρνησης με κεντρικό ρόλο στην οικονομική πολιτική που επιθυμούσαν το αντίθετο – να ανοίξουν οι τράπεζες και να γίνει ό,τι είναι να γίνει. Τελικά το ΦΕΚ για την τραπεζική αργία φέρεται να παραλήφθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδας λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της Κυριακής. Εάν δεν γινόταν αυτό και υπερίσχυαν οι δυνάμεις του «ό,τι βρέξει ας κατεβάσει» ένα από τα σενάρια που είχαν πέσει στο τραπέζι για να μην ζήσουμε στιγμές «bank run» ήταν να ανακληθούν όλες οι άδειες των τραπεζών έτσι ώστε να μην μπορούν να λειτουργήσουν.
Από τις 29 Ιουνίου 2015 χιλιάδες επιχειρήσεις και εκατομμύρια πολίτες βίωσαν στο πετσί τους το κόστος των capital controls τα οποία, όπως θεωρούσε ο Αλέξης Τσίπρας, θα αίρονταν μέχρι το τέλος του 2016. Κατά τη διάρκειά τους η ρευστότητα και οι συναλλαγές μειώνονταν και η δυσπιστία ως προς το ελληνικό επιχειρείν αυξανόταν. Στην «παρένθεση» αυτή, όπως την αποκαλούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, η οποία όμως κατέληξε να είναι ένα στίγμα διαρκείας τεσσάρων χρόνων και δύο μηνών για την ελληνική οικονομία, μπαίνει τελεία και παύλα την 1η Σεπτεμβρίου.