Κίτσος Μαλτέζος: Μια ιστορία άρνησης στο δηλητήριο του διχασμού…

Πριν από καιρό ήμουν στο Α’ νεκροταφείο. Κάποια στιγμή παρατήρησα το μνήμα του στρατηγού Μακρυγιάννη.  Στη βάση του μια μικρή, μαρμάρινη επιγραφή σημείωνε: «Κίτσος Μαλτέζος. Έλλην φονευθείς.». Το ενδιαφέρον μου κεντρίστηκε. Έψαξα. Διάβασα. Συγκλονίστηκα… 

Βασίλης Σπηλιωτόπουλος

Όσο κυλά ο χρόνος, καθώς η κρίση εξακολουθεί να τραυματίζει τη χειμαζόμενη κοινωνία μας, η ανευθυνότητα, ο τυχοδιωκτισμός, η αμάθεια χώνουν διαρκώς πιο βαθιά τα γαμψά τους νύχια στο σπαρασσόμενο σώμα της κοινής μας συμβίωσης. Φανατισμός και μισαλλοδοξία εκλύουν ολοένα και περισσότερο την τοξικότατη χολή του διχασμού στις ήδη κακοφορμισμένες πτυχές της συνύπαρξης. Γύρω μου ακούω φωνές για προδότες, για δωσιλόγους, για γερμανοτσολιάδες, για τοκογλύφους και συμμορίτες… Κοιτώ τον χρόνο και βλέπω 2015! Στρέφω το βλέμμα με αποθαρρυντική, είναι η αλήθεια, προσμονή στους ηγέτες, στις «ελίτ». Αναγνωρίζω ξιπασιά, αναξιοπρέπεια, ολοκληρωτική κατάπτωση. Μια κοινωνία που βολοδέρνει δίχως κατεύθυνση, χωρίς όραμα και προορισμό.

Πριν από καιρό ήμουν στο Α’ νεκροταφείο. Κάποια στιγμή παρατήρησα το μνήμα του στρατηγού Μακρυγιάννη. Στη βάση του μια μικρή, μαρμάρινη επιγραφή σημείωνε: «Κίτσος Μαλτέζος. Έλλην φονευθείς.». Το ενδιαφέρον μου κεντρίστηκε. Έψαξα. Διάβασα. Συγκλονίστηκα… 

Κίτσος Μαλτέζος, ο τρισέγγονος του Μακρυγιάννη – απόγονος των Σκουζέ. Γεννημένος το 1921. Φοίτησε στην περίφημη σχολή Μακρή. Κατά τη δικτατορία του Μεταξά υπήρξε μέλος της Ε.Ο.Ν.. Η κατοχή τον βρήκε φοιτητή της Νομικής Αθηνών. Το 1942 εντάχθηκε στην Ο.Κ.Ν.Ε. (Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδος). Καθώς ήταν μια άκρως χαρισματική και επιβλητική προσωπικότητα, βοήθησε στο να προσελκύσει μεγάλο αριθμό νέων στην οργάνωση, με αποτέλεσμα να ανέλθει γρήγορα την ιεραρχία. Ελεύθερο και λαμπερό πνεύμα ήλθε σε σύγκρουση με τις κομματικές αγκυλώσεις και πρακτικές. Τελικά το 1943 διαγράφηκε. Οραματιστής και κυρίως γνήσιος πατριώτης αναζήτησε νέο πεδίο αντιστασιακής δράσης, το οποίο και βρήκε στη Ρ.Α.Ν. (Ρωμυλία – Νήσοι – Αυλών) – οργάνωση μαξιμαλιστικών εθνικών διεκδικήσεων. Εκεί και πάλι αναδείχθηκε σε πρωτεργάτη και πόλο έλξης πλήθους νέων. Καθώς η πολιτική πόλωση στην Ελλάδα διολίσθαινε σε θανατηφόρο διχασμό, ο Κίτσος Μαλτέζος βρέθηκε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης. Προγράφηκε… Την 1η Φεβρουαρίου 1944 προσωπικοί του φίλοι από την Ο.Κ.Ν.Ε., τυφλωμένοι από το πάθος του κομματικού μίσους, έστησαν ενέδρα στον Κίτσο απέναντι από το σπίτι του στους Στύλους του Ολυμπίου Διός. Μπροστά στο μνημείο του Λόρδου Βύρωνα εκτέλεσαν τον τελευταίο απευθείας απόγονο του στρατηγού Μακρυγιάννη. Ο Κίτσος Μαλτέζος θεωρήθηκε από πολλούς ως ο «χρυσός» νέος της γενιάς του. Υποστηρίζεται ότι, αν είχε επιβιώσει της εμφύλιας συμφοράς, θα είχε αναδειχθεί σε κεντρική μορφή της πολιτικής ζωής και ενδεχομένως να είχε συμβάλλει σε μια πιο θετική εξέλιξη της πορείας του τόπου. Αυτά βεβαίως αποτελούν εικασίες. Η αλήθεια όμως είναι, ότι πλέον, όποτε περνώ από το μνημείο του Λόρδου Βύρωνα, ένας κόμπος σκαλώνει στον λαιμό μου. Η σκέψη μου αναπαύει την ψυχή του Κίτσου, τις ψυχές τόσων ανθρώπων, που χάθηκαν βυθισμένοι στην παραφορά και την άβυσσο της εμφύλιας διχόνοιας.  

Η κρίση, που βιώνουμε, δεν είναι οικονομική. Είναι, καταρχάς, αξιακή. Είναι κρίση ηθική… Είμαστε μια δομικά χρεοκοπημένη κοινωνία, η οποία θα χρειαστεί χρόνια για να επανακτήσει το απαιτούμενο έρμα. Γι’ αυτό και οφείλουμε τουλάχιστον να διαχειριστούμε τις διεξόδους μας με ψυχραιμία, με συνέπεια και προσήλωση στις αρχές της δημοκρατίας και της συνύπαρξης. Μέσα σε αυτές τις στενές και δύσβατες συνθήκες οφείλουμε όλοι, εκτός από την απολύτως απαραίτητη αυτοκριτική, να ταχθούμε απαρέγκλιτα υπέρ του δικαιώματος κάθε συνανθρώπου να εκφράζει και να υποστηρίζει τις απόψεις του, δίχως εκπτώσεις, μέσα σε πνεύμα απόλυτης ανεκτικότητας και ελευθερίας. Η πατρίδα μας προδότες δεν έχει. Ούτε όμως και περιθώρια για πισωγυρίσματα και ανθρωποθυσίες.
Ο βωμός, που οφείλουμε όλοι να προσκυνήσουμε, είναι αυτός της κοινωνικής ειρήνης και συνύπαρξης. Όχι στην αλητεία, όχι στον φανατισμό, όχι στη διχόνοια. Γιατί το αίμα του παρελθόντος δεν λησμονείται. Είναι σύμβολο και παρακαταθήκη τιμής!