Η Ιστορία της μουσικής έχει καταγράψει ήδη το όνομά του. «Με χρυσά γράμματα», για να δέσει απόλυτα ένα από τα κλισέ, εκείνα που ο Τζέιμς Μάρσαλ Χέντριξ, ο Τζίμι, απεχθανόταν. Ετσι κι αλλιώς, η ζωή του, η στάση του απέναντι σε αυτήν, όπως και κάθε έκφρασή του, στην καθημερινότητα ή στις νότες του, ήταν ένα ροκ απαύγασμα, ο ορισμός του τι είναι ροκ.
Γεννήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1942, πριν από λίγες ημέρες «γιορτάσαμε» τα γενέθλια μιας τεράστιας απουσίας από τη ζωή και, εννοείται, από τη μουσική. Και έτσι, υπό αυτή την αφορμή, θυμηθήκαμε ξανά την πλούσια καριέρα που κάθε μουσικός θα ήθελε στο βιογραφικό του, βάλαμε ξανά τα βινύλια στο πικάπ για να θυμηθούμε τα αξεπέραστα σολαρίσματά του.
Αλήθεια, τι να πρωτοθυμηθείς από αυτόν τον απίστευτο βιρτουόζο, την ίδια στιγμή που όλα έχουν γραφεί άπειρες φορές για εκείνον, σε κάθε σημείο του πλανήτη; Ομως, υπάρχουν κάποιοι σημαντικοί σταθμοί στη ζωή του οι οποίοι, όσες φορές και να διαβάσουμε για αυτούς, πάντα θα μας κάνουν να στέκουμε με το στόμα ανοιχτό. Και χωρίς λόγια.
Την πρώτη του κιθάρα την απέκτησε στα 14 χρόνια του. Τη βρήκε πεταμένη στα σκουπίδια και είχε μόνο μία χορδή. Του άρεσε να την κρεμά πίσω από την πλάτη του, όπως ο μοναχικός ήρωας του γουέστερν «Τζόνι Γκιτάρ». Ο πιτσιρικάς Χέντριξ θαύμαζε τον Ελβις Πρίσλεϊ και τον Λιτλ Ρίτσαρντ και άκουγε μανιωδώς δίσκους τού Μάντι Γουότερς, του Λάιτνινγκ Χόπκινς και του B.B. King. Υπόκλιση.
Ο χωρισμός των γονιών του τον επηρέασε, ωθώντας τον να είναι πιο ντροπαλός και ευαίσθητος. Στα 15 του, αγόρασε την πρώτη του ακουστική κιθάρα -έναντι πέντε δολαρίων- από έναν γνωστό του πατέρα του. Εμαθε να παίζει μόνος του, αντιγράφοντας στην ουσία τον τρόπο με τον οποίο έβλεπε ότι έπαιζαν άλλοι κιθαρίστες. Το 1959, ο πατέρας του του χάρισε την πρώτη του ηλεκτρική κιθάρα. Μάρκας «Supro Ozark».
Οι σημαδιακοί σταθμοί της ζωής του αναφέρουν ότι η πρώτη του συναυλία δόθηκε στο υπόγειο μίας εβραϊκής συναγωγής, στο Σιάτλ. Οτι το πρώτο του επίσημο συγκρότημα ήταν οι Velvetones, ενώ ακολούθησαν οι Rocking Kings. Από τότε ο Χέντριξ άρχισε να παίζει κιθάρα ενώ την κρατούσε πίσω από το κεφάλι του ή ανάμεσα στα πόδια του!
Το πρώτο βραβείο του το κέρδισε σε διαγωνισμό ερασιτεχνών μουσικών, στο «Apollo Theater», το 1964. Τότε, έγινε μέλος των The Isley Brothers, με πρώτη του ηχογράφηση το σινγκλ «Testify», τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς.
Ακολούθησαν οι Experience και με εκείνο το μουσικό σχήμα έδωσε την πρώτη του συναυλία, στις 13 Οκτωβρίου 1966, στο Εβρό της Γαλλίας, έπειτα από πρόσκληση του Τζόνι Χαλιντέι. Επειτα από άλλες τρεις ζωντανές εμφανίσεις επί γαλλικού εδάφους, οι Experience επέστρεψαν στην Αγγλία, όπου έγιναν γνωστοί για τις συναυλίες τους και τα υψηλά ντεσιμπέλ στα οποία έπαιζαν. Φυσικά, και για τη σπουδαία τεχνική κατάρτιση του Τζίμι. Παρά τη μεγάλη αρχική τους επιτυχία στην Ευρώπη, οι Experience αναγνωρίστηκαν στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού μετά την εμφάνισή τους στο Monterey International Pop Festival, στις 18 Ιουνίου 1967. Στο τέλος της εμφάνισής τους, ο Χέντριξ έβαλε φωτιά στην κιθάρα του, επί σκηνής, σε μια εικόνα που στοίχειωσε για πάντα τη ροκ μουσική.
Πάντα το 1966, στο Λονδίνο, δημιούργησε, μαζί με τους Μιτς Μίτσελ στα τύμπανα και Νόελ Ρέντινγκ στο μπάσο, το φημισμένο συγκρότημά του, The Jimi Hendrix Experience. Από τότε έχουμε τα τραγούδια «Hey, Joe», «Purple Haze» και «The Wind Cries Mary». Το 1968, το συγκρότημα διαλύθηκε και τον αμέσως επόμενο χρόνο ο Χέντριξ συνέχισε με το συγκρότημα Band of Gypsys. Μια από τις πιο γνωστές του εμφανίσεις ήταν αυτή στο φεστιβάλ του Γούντστοκ, στις 18 Αυγούστου του 1969. Εκεί, μεταξύ άλλων, παρουσίασε μια διασκευή του εθνικού ύμνου των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι σταθμοί στη ζωή και στην καριέρα του είναι αμέτρητοι, όπως -αντίστοιχα- και οι διαξιφισμοί για το εάν είναι ο καλύτερος κιθαρίστας στην ιστορία της ροκ μουσικής. Και, εννοείται, για το εάν υπάρχει διάδοχος, ο επόμενος.
Η αλήθεια είναι ότι ο Χέντριξ όρισε νέους ορίζοντες σε αυτό το μουσικό είδος, περνώντας με μοναδικό τρόπο την πένα του επάνω στις χορδές της ηλεκτρικής κιθάρας. Μέσα από τους ενισχυτές το κοινό άκουσε τα σόλο του, μαγεύτηκε από τις μελωδίες του και γέμισε ορμή, αφού το ροκ αυτό είναι: επανάσταση απέναντι σε κάθε καθεστηκυία τάξη, σε οτιδήποτε κανονικό. Και η τεχνική τού Τζίμι ήταν από μόνη της μια ολάκερη επανάσταση, από τη στιγμή που ξεκίνησε να παίζει, ο κόσμος τής μουσικής δεν θα ήταν ποτέ ξανά ο ίδιος.
Κι όλα αυτά από έναν καλλιτέχνη που δεν πήγε ποτέ σε ωδείο και δεν ήξερε καν να διαβάζει μουσική, νότες, παρτιτούρες. Κι όμως, δημιούργησε μια σειρά από νέους όρους στο παίξιμο της κιθάρας, όπως το «φίντμπακ» και ο «ελεγχόμενος θόρυβος». Με λίγα λόγια, ήταν ο πιονέρος. Ο πρώτος. Οποιοσδήποτε ήρθε στη ζωή μας έπειτα από εκείνον ήταν, απλώς, ο επόμενος. Δεν υπήρξαν σημαντικοί κιθαρίστες μετά τον Χέντριξ; Φυσικά. Απειροι. Αλλά κανένας δεν ήταν Τζίμι. Ο ίδιος, βέβαια, δεν νοιάστηκε ποτέ για αυτόν τον τίτλο, άλλωστε «ο κορυφαίος κιθαρίστας» είναι κάτι εξαιρετικά υποκειμενικό, δεν μπορεί να υπάρξει τέτοιου τύπου αντικειμενικότητα στη ροκ. Ας συμφωνήσουμε, λοιπόν, ότι ήταν μοναδικός…
Ουδείς μπορεί να προβλέψει ποια θα ήταν η πορεία του εάν δεν μεσολαβούσε εκείνος ο Σεπτέμβριος του 1970 – 17 έγραφε το ημερολόγιο. Πολλοί ισχυρίζονται πως ό,τι ήταν να δώσει το προσέφερε απλόχερα και έπειτα θα επαναλαμβανόταν. Ακριβώς την ίδια στιγμή, υπάρχουν άλλοι τόσοι που θεωρούν ότι μια τέτοια μουσική ιδιοφυία δεν θα σταματούσε ποτέ να μας εκπλήσσει με τον τρόπο που έκανε την κιθάρα του να «μιλά». Το βέβαιο είναι ότι εκείνη την ημέρα ο Χέντριξ συνάντησε τη φίλη του, Μόνικα Ντάνεμαν, στο ξενοδοχείο «Samarkand» του Νότινγκ Χιλ, στο Λονδίνο.
Επειτα από κατανάλωση αλκοόλ, η Ντάνεμαν οδήγησε τον Χέντριξ στην οικία φίλου τους, όπου παρέμειναν για λίγη ώρα και μετά επέστρεψαν στο διαμέρισμά της, στις τρεις τη νύχτα. Σύμφωνα με τη μοναδική μαρτυρία από την Ντάνεμαν, παρέμειναν άυπνοι μέχρι τις επτά το πρωί, όταν και αποφάσισαν να κοιμηθούν. Τέσσερις ώρες αργότερα, βρήκε τον Χέντριξ ζωντανό αλλά αναίσθητο και χωρίς να μπορεί να ξυπνήσει. Αμέσως, κάλεσε ασθενοφόρο το οποίο έφθασε 18 λεπτά αργότερα και μετέφερε τον Χέντριξ στο νοσοκομείο «St. Mary Abbot’s», όπου ανακοινώθηκε ο θάνατος του στις 12:45 της 18ης Σεπτεμβρίου 1970. Η νεκροψία έδειξε ότι ο θάνατος του κιθαρίστα προήλθε από πνευμονική αναρρόφηση του εμετού του και ασφυξία, ενώ βρισκόταν υπό την επήρεια βαρβιτουρικών. Αργότερα, η Ντάνεμαν αποκάλυψε ότι ο Χέντριξ είχε καταπιεί το περιεχόμενο από εννέα ταμπλέτες «Vesparax» – δηλαδή, 18 φορές πάνω από την επιτρεπτή δόση.
Οπως ήρθε και άλλαξε τη μουσική, όταν έφυγε ο κόσμος της δεν θα ήταν ποτέ ο ίδιος – αλλά, είπαμε, ας αφήσουμε τα κλισέ κατά μέρος.
Σήμερα, εάν ζούσε, θα ήταν 75 ετών, ένας ροκ παππούς που θα έπιανε ακόμα την κιθάρα στα χέρια του -πάντα με το αριστερό- και θα έπαιζε ένα σόλο, ανάμεσα στις βιμπράτο ιστορικές ρήσεις που θα πέταγε στην παρέα: «Οταν η δύναμη της αγάπης υπερκεράσει την αγάπη της δύναμης, ο κόσμος θα γνωρίσει την ειρήνη».
Ντραν…