Το «Αβέρωφ» σε μάχιμη υπηρεσία | Φωτογραφία αρχείου
Θέματα

Θωρηκτό «Αβέρωφ»: Η αποδοτικότερη εθνική επένδυση

Αν δεν υπήρχε το «Αβέρωφ», η Ιστορία θα είχε γραφτεί εντελώς διαφορετικά. Μας κόστισε 22,3 εκατ. χρυσές δραχμές, αλλά έτσι διπλασιάσαμε την έκταση της χώρας. Το εμβληματικό πλοίο που προχθές επέστρεψε στη θέση του, εκτός από πολεμικός θρύλος υπήρξε και η αποδοτικότερη εθνική επένδυση
Δημήτρης Καμπουράκης

Στις 16 Μαΐου 1911, λίγο πριν ξεσπάσουν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι που διπλασίασαν την έκταση της Ελλάδας, το ελληνικό πολεμικό ναυτικό παρέλαβε από τα ναυπηγεία Ορλάντο που βρίσκονταν στο Λιβόρνο της Ιταλίας, το θωρηκτό Αβέρωφ. Το θρυλικό αυτό πλοίο, που οι έντρομοι Τούρκοι ονόμασαν «σαϊτάν-παπόρ» δηλαδή «διαβολοκάραβο», ήταν τότε το πιο σύγχρονο πολεμικό πλοίο της ανατολικής Μεσογείου.

Η ταχύτητα του (23 κόμβοι), η θωράκιση και το βεληνεκές των πυροβόλων του ήταν σαφώς ανώτερα των αντιστοίχων πολεμικών των Τούρκων. Το «Αβέρωφ» όμως, εκτός από πολεμικός θρύλος, κατέχει κι έναν ακόμα αξιοζήλευτο τίτλο: Είναι μακράν η αποδοτικότερη επένδυση που έκανε ποτέ το ελληνικό κράτος από συστάσεως του.

Πρώτον, αν δεν υπήρχε το «Αβέρωφ», η Ελλάδα δεν θα γινόταν δεκτή στη συμμαχία των βαλκανικών κρατών που συνασπίστηκαν για να επιτεθούν όλα μαζί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Σέρβοι και Βούλγαροι, λαοί με ανερχόμενο εθνικισμό, δεν υπολόγιζαν την μικρή πτωχευμένη Ελλάδα, που προερχόταν μάλιστα από τον «ατυχή πόλεμο» του 1897 στον οποίον σαρώθηκε απ’ τους Τούρκους. Οι δυο βαλκανικές χώρες, έχοντας συμφωνήσει να κρατήσουν όσα τουρκικά εδάφη καταλάμβανε ο καθένας τους δια της λόγχης, πίστευαν ότι η ανίσχυρη στρατιωτικά Ελλάδα θα ήταν περισσότερο μπελάς παρά αποφασιστικός σύμμαχος.

Eνα πράγμα μόνο φοβούνταν οι «σύμμαχοι»: ήξεραν ότι ο αστραπιαίος πόλεμος που σχεδίαζαν, είχε καλές πιθανότητες να κατανικήσει τις σχετικά μικρές στρατιωτικές δυνάμεις που διατηρούσαν οι Τούρκοι στα Βαλκάνια, όμως η αυτοκρατορία θα μπορούσε μέσω του Αιγαίου να μεταφέρει γρήγορα στα μέτωπα τις θηριώδεις εφεδρείες της από τη Μικρά Ασία, τον Λίβανο, τη Συρία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη. Ο Βενιζέλος, με ατού την ύπαρξη του Αβέρωφ, εγγυήθηκε ότι το Αιγαίο θα έκλεινε ερμητικά για τις τουρκικές δυνάμεις. Έτσι η Ελλάδα έγινε δεκτή στην συμμαχία.

Λιβόρνο, 1911. Η Ελλάς παραλαμβάνει το «Αβέρωφ»

Δεύτερον, το Αβέρωφ νίκησε ουσιαστικά μόνο του τον τουρκικό στόλο στις δύο ναυμαχίες (της Έλλης στις 3 Δεκέμβρη 1912 και της Λήμνου στις 5 Ιανουαρίου 1913), υποχρεώνοντας τους Τούρκους να παραμείνουν άπραγοι μέσα στα Δαρδανέλια σ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Το Βόρειο Αιγαίο βρέθηκε στην αγκαλιά της Ελλάδας. Τα πλοία του στόλου μας, με το Αβέρωφ ναυαρχίδα του, απελευθέρωσαν δίχως σοβαρή αντίσταση τη Λέσβο, τη Λήμνο, την Ικαρία, τον Άη-Στράτη, τη Θάσο, την Τένεδο (που επέστρεψε αργότερα στην Τουρκία) και όλα τα μικρότερα νησάκια γύρω τους. Επίσης, το Αβέρωφ απελευθέρωσε το Άγιον Όρος, προλαβαίνοντας τους Βουλγάρους που κατέβαιναν. Αυτό που σήμερα μοιάζει ιστορικό παράδοξο (το επισημαίνει άλλωστε τακτικά ο Ερντογάν) να μην καταφέρει μια ολόκληρη αυτοκρατορία να κρατήσει έστω κι ένα νησί κατά μήκος των ακτογραμμών της, οφείλεται στο θωρηκτό Αβέρωφ.

Η Σοφία Βέμπο με ναύτες του «Αβέρωφ» στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Αλλά και η απόκτηση του πλοίου από την Ελλάδα οφειλόταν σε μια σειρά από ευτυχείς συμπτώσεις. Κατ’ αρχάς, το κόστος του ήταν υπερβολικό για την φτωχή Ελλαδίτσα και καμιά πολιτική κυβέρνηση δεν θα υπέγραφε για μια τέτοια αγορά που υπερέβαινε κατά πολύ τις δυνατότητες των άδειων κρατικών ταμείων. Όμως οι στρατιωτικοί που είχαν καταλάβει την εξουσία το 1909 με την Επανάσταση στου Γουδή, δεν πολυσκάμπαζαν από πολιτικά κόστη, ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και τέτοια. Οι ναυταίοι επαναστάτες διαμαρτύρονταν ότι η πλειοψηφία του Επαναστατικού Συνδέσμου ήταν πεζικάριοι και ότι φρόντιζαν μόνο για τον εξοπλισμό του Στρατού Ξηράς. Το Ναυτικό μάλιστα στασίασε και μια φορά (16 Οκτωβρίου 1909), με αποτέλεσμα να γίνει κανονική ναυμαχία ανάμεσα στα ελληνικά καράβια έξω από την Σαλαμίνα με δεκάδες νεκρούς και τραυματίες. Για να κατευνάσει λοιπόν τους εξοργισμένους ναυταίους, ο Σύνδεσμος υπέγραψε μια παραγγελία που στην πραγματικότητα ήταν πέραν των δυνατοτήτων της χώρας.

Επίσης, το πλοίο μόνον από τύχη δεν κατέληξε στους Τούρκους. Ο σουλτάνος έστειλε εμπειρογνώμονες στην Ιταλία να το αγοράσουν, αλλά αυτοί το απέρριψαν διότι είχε μικρές καρβουναποθήκες κι αυτοί το ήθελαν για μεγάλες αποστάσεις σε όλη τη Μεσόγειο, όχι μόνο για το Αιγαίο (αυτοκρατορία γαρ). Οταν έμαθαν ότι το διαπραγματεύεται και η Ελλάδα έτρεξαν πίσω και πρόσφεραν 250.000 χρυσές δραχμές πάνω από κάθε ελληνικό τίμημα, όμως οι Ελληνες είχαν προλάβει να βάλουν υπογραφή.

Το «Αβέρωφ» στις ημέρες μας, ως ένα πλωτο μουσείο

Η αγορά του «Αβέρωφ» (όταν το πήραμε ήταν σχεδόν έτοιμο στο Λιβόρνο, καθότι προερχόταν από ιταλική παραγγελία που ακυρώθηκε) στοίχισε 22.300.000 χρυσές δραχμές. Τα οκτώ απ’ αυτά τα εκατομμύρια προήλθαν από το 20% της κληρονομιάς που άφησε ο εθνικός ευεργέτης Γεώργιος Αβέρωφ, τα υπόλοιπα πληρώθηκαν από το ταμείο του Στόλου, δηλαδή από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αφού με 14.300.000 μπορέσαμε να μπούμε σ’ έναν πόλεμο που διπλασίασε την εθνική έκταση και έφερε στην ελληνική αγκαλιά όλο το Βόρειο Αιγαίο, τότε η αγορά του «Αβέρωφ» ήταν μακράν η πιο επιτυχημένη επένδυση που έκανε ποτέ η νεότερη Ελλάδα, αν το δούμε από καθαρά οικονομική σκοπιά.

Και κάτι τελευταίο: Η καριέρα του Αβέρωφ ως ελληνικό καράβι, ξεκίνησε μ’ έναν πολύ… ελληνικό τρόπο. Μόλις παραδόθηκε και πριν καν καταπλεύσει σε ελληνικό λιμάνι, το κατώτερο πλήρωμα στασίασε διαμαρτυρόμενο εναντίον των αξιωματικών του και έχοντας διάφορα αιτήματα για την ποιότητα ζωής του εντός του πλοίου. Την στάση κατέστειλε ο ναύαρχος Κουντουριώτης, αποκατέστησε την πειθαρχία και οδήγησε το καράβι στην Ελλάδα για να πάρει μέρος σε έναν απελευθερωτικό πόλεμο που ξεκίνησε μόλις λίγους μήνες αργότερα.