Οι ιστορικοί το υπέθεταν, αλλά πλέον είναι πεπεισμένοι, μετά και τον αποχαρακτηρισμό σοβιετικών εγγράφων από το ρωσικό υπουργείο Αμυνας: ο Ιωσήφ Στάλιν εξεπλάγη τόσο πολύ από τη ναζιστική εισβολή του 1941 ώστε έδωσε αντιφατικές και καθυστερημένες εντολές, σχεδόν δύο ώρες μετά την έναρξη του γερμανικού blitz.
Τα ξημερώματα της 22ας Ιουνίου 1941 η Γερμανία παραβίασε το Σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ και εισέβαλε στη Σοβιετική Ενωση εφαρμόζοντας την άρτια σχεδιασμένη Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα.
Κατά δημοσίευμα της Corriere della Sera, λιγότερο από τρεις ώρες προτού ο Χίτλερ δώσει εντολή για την έναρξη της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα, ο σοβιετικός Επίτροπος Αμυνας ειδοποίησε τον στρατό, καλώντας τον να μην απαντήσει σε «προκλήσεις»· μια διφορούμενη εντολή που πολλοί διοικητές στην πρώτη γραμμή δεν ακολούθησαν καν.
Στις 4 το πρωί, τρία εκατομμύρια Γερμανοί επιτέθηκαν από όλες τις πλευρές με 3.500 τεθωρακισμένα και 600.000 οχήματα. Αλλά ακόμη και τότε οι Σοβιετικοί δεν απάντησαν, από φόβο μήπως παραβιάσουν τη εντολή του Στάλιν! Αλλωστε, ας μην ξεχνάμε, στα δύο πρώτα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (1939-1941) η χιτλερική Γερμανία και η ΕΣΣΔ του Στάλιν ήταν σύμμαχοι.
Μόνο στις 7:15 το πρωί της 22ας Ιουνίου και αφού είχαν περάσει τρεις κρίσιμες ώρες δόθηκε επιτέλους η εντολή για αντεπίθεση.
Αλλά ακόμη και στην περίπτωση αυτή, η Μόσχα δεν φαίνεται να είχε καταλάβει την κρισιμότητα της κατάστασης. Στο επίμαχο αποχαρακτηρισμένο έγγραφο, που έμεινε κρυμμένο για 77 χρόνια, εμφανιζόταν μια αμφίσημη διαταγή σύμφωνα με την οποία τα στρατεύματα καλούνταν να «επιτεθούν στους εχθρούς και να τους καταστρέψουν», όμως συνοδευόταν από τη σημείωση «να μην προχωρήσουν (οι Σοβιετικοί) πέρα από τα σύνορα».
Ο Στάλιν είχε στείλει τη διαταγή, αφού πρώτα έλαβε αμέτρητες αναφορές για τις μυστικές προετοιμασίες των Γερμανών. Οπως και σε άλλες εξίσου «λεπτές» περιστάσεις -γράφει πάντα η ιταλική εφημερίδα-, είχε βάλει τους υφισταμένους του να υπογράψουν προκειμένου να μην αναλάβει ο ίδιος την ευθύνη: τους στρατηγούς Τιμοσένκο και Ζούκοφ. Τα έγγραφα που έγιναν γνωστά μάς αποκαλύπτουν τη βραδύτητα της σοβιετικής μηχανής. Η διαταγή εκδόθηκε τριάντα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, παραλήφθηκε από το Κέντρο Κρυπτογράφησης του Γενικού Επιτελείου μετά από μία ώρα και 15 λεπτά, ενώ στη συνέχεια μεταφέρθηκε στους αρχηγούς του στρατού στις 2.35 μετά τα μεσάνυχτα!
Οπως αποκαλύπτουν μαρτυρίες, τουλάχιστον τρεις στρατιωτικοί διοικητές δήλωσαν ότι δεν την έλαβαν ποτέ. Ο Πιότρ Σομπενίκοφ, επικεφαλής της 8ης Μεραρχίας, δήλωσε ότι οι διαταγές ήταν αντιφατικές: «Οι διαταγές ήρθαν, αλλά στη συνέχεια, έρχονταν αντικρουόμενες διαταγές. Επιβεβαίωσα τις αρχικές διαταγές αλλά σε κάποιο σημείο μου είπαν να αποσύρω τους στρατιώτες από τα χαρακώματα. Τότε αρνήθηκα».
Ενώ οι Γερμανοί επιτίθεντο με πρωτοφανή ορμή, σκοτώνοντας, καίγοντας και συλλαμβάνοντας στρατιώτες, ο Στάλιν προσπαθούσε ακόμη να σταματήσει αυτό που θεωρούσε ότι ήταν απλώς μια «πρόκληση» για να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις. Μόνο στις 7:15 το πρωί έδωσε την εντολή στον στρατό να αντεπιτεθεί. Μέσα σε αυτό το χάος, οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί πολέμησαν με ηρωισμό, αντιμετωπίζοντας όμως έναν ασταμάτητο και αποφασισμένο εχθρό.
Μέσα σε μόλις μία εβδομάδα η Βέρμαχτ είχε προελάσει 300 χλμ. μέσα στο σοβιετικό έδαφος, είχε καταστρέψει 4.000 αεροσκάφη και είχε σκοτώσει, αιχμαλωτίσει ή τραυματίσει περίπου 600.000 άνδρες του Κόκκινου Στρατού.
Ο Στάλιν, συγκλονισμένος και σοκαρισμένος από την κίνηση του πρώην συμμάχου του, της Γερμανίας, εξαφανίστηκε από προσώπου Γης για 10 ημέρες. Απλώς ανέθεσε στον πιστό υπουργό Βιατσεσλάβ Μολότοφ το καθήκον να ενημερώσει τη χώρα το μεσημέρι της επόμενης ημέρας (23 Ιουνίου 1941) πως «τα γερμανικά στρατεύματα επιτέθηκαν στη χώρα μας, ο σκοπός μας είναι δίκαιος, η νίκη θα είναι δική μας».
Η νίκη όντως ήρθε, αλλά ύστερα από δύο αιματηρά χρόνια και με τρομακτικό κόστος, για τον σοβιετικό λαό αλλά και την Ευρώπη ολόκληρη…