Μουσική Ακόμη και οι Μπιτλς τραγούδησαν για «Revolution»
Δεκάδες ήταν οι καλλιτέχνες σε Ευρώπη και Αμερική που εμπνεύστηκαν από την ορμή της νεολαίας και συνέθεσαν κομμάτια με αντοχή στον χρόνο: από τους Μπιτλς και τους Ρόλινγκ Στόουνς έως τον Λεό Φερέ και τον Φαμπρίτσο Ντε Αντρέ
«Λες ότι θέλεις μια επανάσταση. Λοιπόν, ξέρεις; Oλοι θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Oμως άμα μιλάς για καταστροφές, εμένα μη με λογαριάζεις…»
Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα εκείνο τον Μάη πριν από 50 χρόνια. Με πάθος αλλά και με φόβο. Εδώ να προσθέσουμε και τον φόβο του Πολ ΜακΚάρτνεϊ, που είχε αντιρρήσεις στην έκδοση του τραγουδιού «Revolution». Το οποίο ο Τζον Λένον είχε εμπνευσθεί από τις παρισινές κινητοποιήσεις. Φοβόταν ο ισχυρός των Beatles ότι θα σπιλωθεί με πολιτική το ανάλαφρο στυλ τους. Τελικά νίκησε ο Λένον.
Το «Revolution» είναι ένα από τα τραγούδια που γέννησε εκείνος ο Μάης. Την ώρα που στις αγγλόφωνες χώρες της ροκ επανάστασης γεννιούνταν συγκροτήματα θρυλικά, όπως οι Led Zeppelin, Deep Purple, Creedence Clearwater Revival, Iron Butterfly και στα πικάπ των «επαναστατημένων» νέων της υφηλίου έπαιζαν –παράλληλα με το Magical Mystery Tour των Beatles– άλμπουμ όπως το «Waiting for the sun» των Doors και η «Lady soul» της μεγάλης Αρίθα Φράνκλιν – ανάλογα με τη μουσική όχθη όπου «κατοικούσαν».
Στην Αριστερή Οχθη του Σηκουάνα, πάντως, είχε ήδη γεννηθεί –πέρα από το σύνθημα «η φαντασία στην εξουσία» και τις άγριες συμπλοκές με την Αστυνομία- από τον 16χρονο Ρενό (Renaud) ο, a capella, ύμνος των ξεσηκωμένων φοιτητών «Crève, salope» (ή «Ψόφα, σκύλα», αν θέλετε). «Διαδήλωσα στο Καρτιέ (σ.σ.: Λατέν) / κι έφτασα σπίτι κατάκοπος / μου λέει ο πατέρας μου: Παιδί μου, πώς είσαι; / Και απαντώ: Σκάσε, βρωμοηλίθιε, δεν είναι δική σου δουλειά / Και είπα: Ψόφα, σκύλα…».
Εκεί που γεννιούνταν οι κομμούνες και τα στέκια για τα γκρουπούσκολα τροτσκιστών και μαοϊκών, η φωνή της Ντομινίκ Γκραντζ, μιας 28χρονης τότε από τη Λιόν, τραγουδούσε για ιδεολογία, δυνάμεις καταστολής, παραβίαση του δικαιώματος της έκφρασης και του λόγου. Και να φανταστεί κάποιος ότι η Γκραντζ είχε ξεκινήσει δειλά το 1963 στις μπουάτ και στα καμπαρέ της Αριστερής Οχθης, με ένα ερωτικό τραγουδάκι: «Je ne suis plus ton copain» ή «Δεν είμαι πια ο γκόμενός σου». Από τα τραγούδια των εφηβικών σχέσεων στις οργανώσεις και στις διαδηλώσεις των μαοϊκών, να εμψυχώνει.
Ηδη, πάντως, από το 1965 ο Μπάρι ΜακΓκουάιρ είχε τραγουδήσει, στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, για την επερχόμενη… επαναστατική καταστροφή, με το πολυπαιγμένο «Eve οf destruction» και, στη Γαλλία, η Κολέτ Μανί είχε εμποτίσει από το 1967 με πολιτική το χαλαρό και μάλλον απολίτικο έως τότε γαλλικό σανσόν, γράφοντας τραγούδια διαμαρτυρίας για το Βιετνάμ.
Ανάλογη αφετηρία, δηλαδή, με έναν από τους σημαντικούς μουσικούς του Γούντστοκ, τον φολκ τραγουδοποιό Τζο ΜακΝτόναλντ. Ο οποίος έστησε την μπάντα πολιτικού ψυχεδελικού ροκ Country Joe And The Fish, υπονοώντας με το… Country την αγροτική περιφέρεια (Γεωργία) καταγωγής του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι ή Στάλιν και με το Fish την φράση του Μάο Τσε Τουνγκ «ο επαναστάτης πρέπει να κολυμπά ανάμεσα στον λαό όπως το ψάρι στη θάλασσα».
Την ώρα δε που γκρουπ όπως Ribeiro + Alpes έδιναν τον ήχο τους στις κομμούνες που στήνονταν εκτός Παρισιού, ο τραγουδοποιός Λεό Φερέ ένωνε τις δυνάμεις του και τους «κομμουνιστικούς» στίχους του με το progrock συγκρότημα Ζοο στο L’Été 68 και στο Amour Anarchie. Δίνοντας πάτημα στον Σερζ Γκενσμπούρ να εξελίξει το είδος του που έγινε θρύλος, το le chanson rock. Μαζί και έμπευση στον Μικ Τζάγκερ και τους Rolling Stones για το – επίσης θρυλικό – «Street fighting man»: «Eϊ, είπες ότι το όνομά μου είναι ταραχοποιός. Ε, λοιπόν, θα φωνάξω, θα ουρλιάξω, θα σκοτώσω τον βασιλιά, θα βρίσω τους λακέδες του…» Γραμμένο με έμπνευση σε μία διαδήλωση για το Βιετνάμ, έξω από την αμερικανική πρεσβεία στο Λονδίνο, αλλά με άξονα τις εντυπώσεις του Μικ από την εξέγερση του Παρισιού και την εικόνα ενός εκατομμυρίου διαδηλωτών, στις 13 Μαΐου 1968.
Αλλά και η λόγια μουσική δημιουργία δεν έμεινε ανεπηρέαστη από εκείνον τον Μάη του ξεσηκωμού. Η Sinfonia του συνθέτη Λουτσάνο Μπέριο το αποδεικνύει. Και αυτό πέρα από τη μουσική επίδραση που είχε εκείνος ο Μάης, κατά δήλωσή τους, σε καλλιτέχνες όπως ο εξαίρετος Ιταλός Φαμπρίτσο Ντε Αντρέ, ή στη βερολινέζική free jazz και σε μουσικούς-«θηρία» όπως ο θορυβοποιός του σαξοφώνου Πέτερ Μπρότσμαν.
Και μια μικρή ιστορία ή ένας μύθος, αν θέλετε, που καταρρίφθηκε πλέον και μας αφορά: «Το τρένο που μετέφερε τους Aphrodite’s Child σταματά με απότομο φρενάρισμα στο Παρίσι (…) Και ξαφνικά χίλιες φωνές ουρλιάζουν ενώ πέφτουν χειροβομβίδες, τσιρίζουν αυτοκίνητα πρώτων βοηθειών (…) Ο σταθμός κλείνει (…) Είναι η μεγάλη απεργία του Μαΐου» έγραφαν τα «Επίκαιρα» της 13ης Σεπτεμβρίου 1968.
Η αλήθεια, όπως προέκυψε και από το διαβατήριο του Ντέμη Ρούσσου με την ημερομηνία εισόδου στη Γαλλία (23 Μαρτίου 1968), είναι ότι οι Aphrodite’s Child των Βαγγέλη Παπαθανασίου, Ντέμη Ρούσσου, Λουκά Σιδερά και Αργύρη «Silver» Κουλούρη είχαν ήδη προλάβει να εκδώσουν το αγαπημένο τους «Rain and tears», το οποίο κατά μία εκδοχή άκουγαν σε τρανζιστοράκια οι διαδηλωτές και το συνέδεαν με τη… βροχή και τα δάκρυα από τα δακρυγόνα. Eτσι με μία έννοια το «Rain and tears» συνδέεται με τον Μάη του ’68, όχι όμως με τον αποκλεισμό του ελληνικού και διεθνούς συγκροτήματος στο Παρίσι. Oπως και το υποβλητικό τραγούδι έρωτα και… καταστροφής του κόσμου, «End of the world», που εκδόθηκε σε 45άρι το 1969. Το δε 1971, ο Ευάγγελος Οδυσσέας Παπαθανασίου ή Vangelis συνέθεσε στο Studio Europa-Sonor και κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ Poeme symphonique/«συμφωνικό ποίημα», με ήχους από τις εξεγέρσεις και μουσικές του εμπνεύσεις υπό τον τίτλο «Fais que ton rêve soit plus long que la nuit» ή «Κάνε το όνειρό σου να είναι μακρύτερο από τη νύχτα», το οποίο εκδόθηκε πρώτη φορά σε CD με την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» στις 31 Μαΐου του 2008.
Παύλος Ηλ. Αγιαννίδης