Θέματα

H ζωή και ο θάνατος του ανθρώπου από σίδερο

Τι ήταν ο θρυλικός ανθρακωρύχος Σταχάνοφ, που ακόμα και το Time τον έκανε εξώφυλλο τέτοιες μέρες πριν από 80 χρόνια; Αναμφίβολα ένας ήρωας της σοσιαλιστικής εργασίας. Αλλά και ένας ρομαντικός που το σοβιετικό σύστημα έκανε εικόνισμα και ύστερα τον παράτησε
Protagon Team

Ολα άρχισαν στις 30 Αυγούστου του 1935, στις 22.00 ακριβώς. Ο 29χρονος ανθρακωρύχος Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς Σταχάνοφ μπαίνει στις στοές του ορυχείου στο Ντονμπάς της ανατολικής Ουκρανίας όπου εργάζεται, μαζί με τρεις συναδέλφους του, τον γραμματέα της τοπικής οργάνωσης του Κομμουνιστικού Κόμματος και ένα δημοσιογράφο της περιοχής. Εξι ώρες αργότερα, βγαίνουν με βήμα θριαμβευτικό έχοντας εξορύξει 102 τόνους άνθρακα, μια ποσότητα που ξεπερνά τη μέχρι τότε νόρμα κατά 14 φορές!

Με δεδομένο πως το ανθρακωρυχείο του Ντονμπάς είχε μία από τις χαμηλότερες επιδόσεις σε ολόκληρη τη Σοβιετική Ενωση, το νέο προκαλεί τεράστια αίσθηση. Ολοι θέλουν να μάθουν πώς τα κατάφερε αυτός ο απλοϊκός και αμόρφωτος ανθρακωρύχος. Και εκείνος, βέβαια, δεν κρατιέται να τους το αποκαλύψει. Μέχρι τότε οι ανθρακωρύχοι έβγαζαν τον άνθρακα με αξίνες και στη συνέχεια τον φόρτωναν όλοι μαζί σε βαγονέτα, τα οποία τραβούσαν πάνω σε ράγες μέχρι έξω βραχύσωμα αλογάκια. Συχνά οι εργάτες δούλευαν ξαπλωμένοι ανάσκελα και κατά διαστήματα στήριζαν το ταβάνι με ειδικές ατσάλινες βέργες για να μην καταρρεύσει. Η «Μέθοδος Σταχάνοφ» συνίστατο στον καταμερισμό της εργασίας – άλλος εργάτης εξορύσσει, άλλος φορτώνει, άλλος στηρίζει το ταβάνι και ένας ακόμη οδηγεί τα αλογάκια έξω. Ο πραγματικός όμως νεωτερισμός ήταν η χρησιμοποίηση βαριών σοβιετικής κατασκευής τρυπανιών (βάρους 15 κιλών) τα οποία απαιτούσαν ειδική εκπαίδευση και έκαναν τα τοιχώματα της στοάς φύλο-φτερό, σωριάζοντας κάτω μεγάλες ποσότητες ορυκτού.

Ο μουτζουρωμένος προλετάριος και το Κραχ

Τι είχε όμως προηγηθεί και ποιος ήταν αυτός ο μουτζουρωμένος σωματώδης προλετάριος που είχε αναγκάσει όλη τη χώρα να μιλάει γι΄ αυτόν; «Αγαπούσε τη δουλειά του παθιασμένα, όλα όσα πέτυχε τα όφειλε στην προσήλωσή του σ΄ αυτήν και στην ικανότητά του να αντέχει τις κακουχίες» επισημαίνει σε μια αποκαλυπτική, «εκ βαθέων», συνέντευξή της στο BBC και την Ντίνα Νιούμαν η κόρη του Σταχάνοφ, Βιολέτα Σταχάνοβα. «Ηταν εξαιρετικά ανταγωνιστικός, σκεφτόταν διαρκώς τρόπους να αυξήσει την παραγωγή. Και με την επιμονή του κατόρθωσε να βρει την ιδιοφυή αυτή λύση».

Τα σοβιετικά μέσα ενημέρωσης πανηγυρίζουν για τη θέληση και την ευρηματικότητα των σοβιετικών εργατών, η Πράβδα, επίσημο όργανο των σοβιετικών κομμουνιστών επαινεί με πηχυαίους τίτλους την επαναστατική μέθοδο του θρυλικού πλέον Σταχάνοφ. Ο ίδιος ο υπουργός βιομηχανίας Σέργκο Ορτζονικίτζε παρουσιάζει τη νέα μέθοδο εξόρυξης άνθρακα στον σοβιετικό ηγέτη Ιωσήφ Στάλιν. Ας μην ξεχνάμε τη συγκυρία, οι ΗΠΑ βρίσκονται ακόμη σε ύφεση υποφέροντας από τα απόνερα του Μεγάλου Κραχ του 1929. Είναι λοιπόν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να φανεί επιτέλους ποιο σύστημα είναι πιο έξυπνο, πιο ευέλικτο, πιο αποδοτικό. Δεν είναι δε τυχαίο πως στη γοητεία του Σταχάνοφ υπέκυψε ακόμα και το αμερικανικό περιοδικό Time, φιλοξενώντας τον στο εξώφυλλό του, πριν από 80 χρόνια, Δεκέμβριο του 1935.

«Ο πατέρας μου επιβραβεύτηκε με ένα μικρό επιπλωμένο διαμέρισμα και ένα μόνιππο για να κυκλοφορεί άνετα, καθώς τα αυτοκίνητα εκείνες τις ημέρες ήταν λιγοστά» υπογραμμίζει στο BBC η Βιολέτα. «Ιδιαίτερα όμως καμάρωνε για το άλογό του». Βέβαια δεν έτριβαν όλοι τα χέρια τους από χαρά, που κάποιος ανθρακωρύχος από το πουθενά ανέβασε τον πήχη τόσο ψηλά (το πιο πρόσφατο ρεκόρ του συνεργείου Σταχάνοφ ήταν 176 τόνοι άνθρακα σε μόλις 6 ώρες!). Οπως διηγείται η Βιολέτα, ο πατέρας της ήρθε κάποια στιγμή αντιμέτωπος με μια δράκα εργατών οπλισμένων με φαλτσέτες που απείλησαν να του κόψουν το λαρύγγι γιατί χάλαγε την πιάτσα. Εκείνος όμως κατάφερε να τους εξουδετερώσει γλιτώνοντας με ελαφρές μόνο αμυχές .

Ο Σταχάνοφ ήταν πλέον μια εμβληματική μορφή στη σταλινική Σοβιετική Ενωση. Αρχισε να περιέρχεται την αχανή επικράτεια και να διδάσκει τους ανθρακωρύχους πώς να βγάζουν από τα έγκατα της γης όλο και μεγαλύτερες ποσότητες άνθρακα για να χορτάσουν την πείνα των υψικαμίνων που τροφοδοτούσαν τη βιομηχανία με ατσάλι. Ετσι φτιάχνονταν τα τρακτέρ και οι θεριζοαλωνιστικές μηχανές αλλά και τα τανκς για τον πόλεμο που φαινόταν στον ορίζοντα να έρχεται. Αδυνατώντας να παρακολουθήσει αυτόν το φρενήρη ρυθμό και νιώθοντας άβολα με τις τιμές που του αποδίδονταν, η αρραβωνιαστικιά του Σταχάνοφ, μια τσιγγάνα ονόματι Γιεβντόκια τον εγκατέλειψε και έφυγε με έναν άλλο άντρα, αφήνοντάς του τα δύο παιδιά που είχαν αποκτήσει μαζί, με την ελπίδα ότι κοντά του θα είχαν ένα καλύτερο μέλλον. Ομως δεν έμεινε πολύ καιρό μόνος. Σε μια επίσκεψη που έκανε με τους συντρόφους του σε σχολείο στο Χάρκοβο, ο άβγαλτος και άμαθος στα παιχνίδια της καρδιάς ανθρακωρύχος γνώρισε και ερωτεύτηκε παράφορα τη μαθήτρια Γκαλίνα Μπονταρένκο, που ανέβηκε στη σκηνή για να τραγουδήσει προς τιμήν του ένα πατριωτικό τραγουδάκι. Η Γκαλίνα ήταν από μορφωμένη αλλά φτωχή οικογένεια και είχε τη μισή ηλικία του Σταχάνοφ. Μετά τον γάμο τους που έγινε λίγες μέρες μετά, εκείνη επέστρεψε στο σχολείο της κι αυτός έπεσε με ακόμη μεγαλύτερη ορμή στο πρόγραμμα διαφώτισης των εργατών σχετικά με τη μέθοδό του. Φαίνεται όμως πως η Γκαλίνα δεν έτρεφε τα ίδια αισθήματα με κείνον. «Ο πατέρας μου τη λάτρευε» εκμυστηρεύεται η κόρη τους Βιολέτα. «Η μητέρα μου όμως δεν φαίνεται να ήταν ερωτευμένη μαζί του. Αυτό που ένιωθε έμοιαζε περισσότερο με σεβασμό επειδή εκείνος ήταν αρκετά μεγαλύτερός της».

Υπό το βλέμμα του «Πατερούλη»

Και τότε, μια νέα λέξη βλέπει το φως της ημέρας, υιοθετείται από το καθημερινό σοβιετικό λεξιλόγιο και ύστερα από χρόνια μπαίνει και στα λεξικά όλων των γλωσσών του κόσμου για να περιγράψει κάποιον που είναι παθιασμένος με τη δουλειά του και δουλεύει σκληρά, δίχως να υπολογίζει τα ανθρώπινα όρια και τη φυσική του υπόσταση: σταχανοβίτης. Ηταν στη Α΄ Συνδιάσκεψη του Σταχανοβίτικου Κινήματος που διεξήχθη στη Μόσχα υπό το βλέμμα του παντοδύναμου «Πατερούλη των λαών», παρουσία πλήθους σοβιετικών εργατών που με δάκρια στα μάτια παραληρούσαν από ενθουσιασμό και ζητωκραύγαζαν εκστασιασμένοι. «Η ζωή μας έγινε πιο εύκολη, σύντροφοι, η ζωή μας έγινε πιο ευτυχισμένη» ανακοινώνει στο διψασμένο ακροατήριο ο Στάλιν.

«Και όταν κάποιος είναι ευτυχισμένος δουλεύει καλύτερα. Αν η ζωή μας ήταν σκληρή, θλιβερή και άχαρη, δεν θα είχαμε το Σταχανοβίτικο κίνημά μας». Η πραγματικότητα που βίωναν βέβαια η σοβιετικοί πολίτες τη δεκαετία του 1930 ήταν πολύ διαφορετική από την ψεύτικη και εξιδανικευμένη αυτή εικόνα: οι τρομερές φυλακές της Λουμπιάνκα ξεχείλιζαν από αντιφρονούντες, τα παγωμένα Γκουλάγκ το ίδιο, ενώ οι Δίκες της Μόσχας που θα ξεκινούσαν σε λίγο θα ξεκλήριζαν την αφρόκρεμα της σοβιετικής ιντελιγκέντσιας. Αλλά και θα σύντριβαν τη ραχοκοκκαλιά του Ερυθρού Στρατού, που πολλοί άξιοι και σπουδαίοι αξιωματικοί του στάλθηκαν αναπολόγητοι στα εκτελεστικά αποσπάσματα της Εν-Κα-Βε-Ντε, της διαβόητης μυστικής αστυνομίας του Στάλιν.

Για τον Σταχάνοφ όμως τα πράγματα πήγαιναν πολύ καλύτερα, η τύχη τού χαμογελούσε. Η κυβέρνηση τού χορήγησε ένα άνετο διαμέρισμα σε μια περιοχή της Μόσχας όπου διέμεναν τα κομματικά στελέχη και του έδωσε δουλειά στο υπουργείο Ανθρακωρυχείων. Ενώ η νεαρή γυναίκα του Γκαλίνα τον βοήθησε να μη χαθεί στους δαιδαλώδεις διαδρόμους των κυβερνητικών κτηρίων της Μόσχας, εκεί όπου εκτυλισσόταν το μακιαβελικό παιχνίδι της εξουσίας, κάτω πάντα από τη σκιά του τρόμου.

Φανταστείτε όμως την έκπληξη, την αμηχανία και το φόβο του αγαθού Σταχάνοφ, όταν σε μια δεξίωση άκουσε τον Στάλιν να τον «αναγορεύει» -προφανέστατα για να διασκεδάσει κυνικά και ανάλγητα- σε μέλλοντα υπουργό της σοβιετικής κυβέρνησης! Να πώς το διηγείται η κόρη του Βιολέτα: «Ο Στάλιν σύστηνε τη μητέρα μου, η οποία όπως πάντα ήταν πολύ κομψή, με τα εξής λόγια: “Ευαρεστηθείτε να σας γνωρίσω τη σύζυγο του μελλοντικού μας υπουργού”. Ο πατέρας μου μόλις το άκουσε πανικοβλήθηκε, ήταν αληθινά τρομοκρατημένος. Η μητέρα μου μού είπε αργότερα πως έπρεπε να του κρατήσει το χέρι πολύ ώρα μέχρι να καταφέρει να τον ηρεμήσει. Από ό,τι μου είπε, ο πατέρας μου απάντησε: “Σας ευχαριστώ θερμά για την ύψιστη τιμή, Σύντροφε, όμως οι γνώσεις μου δεν είναι αρκετές, να με συμπαθάτε, αυτά τα πράγματα…” Και στο σημείο εκείνο σάστισε τελείως και έχασε τα λόγια του!»

«Τι παθαίνουν εκείνες οι άμοιρες γυναίκες»

Μια σκηνή που αποδίδει πιστά την ατμόσφαιρα της εποχής είναι και η παρακάτω, την οποία επίσης εκμυστηρεύεται στο BBC η Βιολέτα. Μια μέρα η μητέρα της, καθώς βάδιζε στο δρόμο, πρόσεξε ένα αυτοκίνητο να την παρακολουθεί διακριτικά. Την επόμενη στιγμή το αυτοκίνητο της έκλεισε το δρόμο και ο αξιωματικός που βγήκε από μέσα της ζήτησε ευγενικά αλλά αποφασιστικά να τον ακολουθήσει στο αυτοκίνητο. Την πήγαν στην έπαυλη του διαβόητου Λαυρέντι Μπέρια, αρχηγού των μυστικών υπηρεσιών και ενός από τους πιο στενούς συνεργάτες του Στάλιν, ο οποίος είχε το συνήθειο να αρπάζει όμορφες γυναίκες από το δρόμο και να τις αναγκάζει να περάσουν τη νύχτα μαζί του. Από ό,τι φαίνεται, η αισθαντική Γκαλίνα του είχε τραβήξει την προσοχή.

«Την έβαλαν να περιμένει στον προθάλαμο» διηγείται η Βιολέτα «και ένας άλλος αξιωματικός εμφανίστηκε για να την υποδεχθεί. Εκείνη με ύφος αγέρωχο, αλλά με έκδηλα στο πρόσωπο τα σημάδια της ταραχής, του είπε: “Είμαι η σύζυγος του σύντροφου Σταχάνοφ, είμαι έγκυος και δεν έχω ιδέα για ποιο λόγο βρίσκομαι εδώ”. Ο αξιωματικός, που ήταν εξαιρετικά ευφυής, κατάλαβε αμέσως τι διακυβευόταν και φώναξε στη στιγμή μια ορντινάντσα για να τη συνοδεύσει σπίτι της, όπου έφθασε μέσα σε λίγα λεπτά. Οταν ο πατέρας μου έμαθε για το επεισόδιο, έγινε έξαλλος και της έβαλε τις φωνές λέγοντας: “Πώς μπόρεσες να μπεις σ΄ αυτό το αυτοκίνητο; Αφού ξέρεις τι παθαίνουν εκείνες οι άμοιρες γυναίκες!”»

Οι τελευταίες δύο δεκαετίες στη ζωή του Σταχάνοφ δεν ήταν τόσο συναρπαστικές όσο οι προηγούμενες. Για την ακρίβεια, ήταν μια σκέτη καταστροφή. Τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο του Στάλιν, ο νέος ηγέτης του ΚΚΣΕ, Νικίτα Χρουστσώφ, φρόντισε να απαλλαγεί από οτιδήποτε θύμιζε το προηγούμενο καθεστώς της προσωπολατρείας και εκείνους που είχαν συνδεθεί άρρηκτα μαζί του. Το 1957 ο Σταχάνοφ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Μόσχα οριστικά και στάλθηκε πίσω στο Ντoνμπάς της Ουκρανίας. Χωρισμένος από την οικογένειά του, η οποία παρέμεινε στην πρωτεύουσα, αφέθηκε στη μόνη παρηγοριά που του απόμενε, τη βότκα και το φτηνό μηλόκρασο των Ουραλίων.

Ο Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς Σταχάνοφ άφησε την τελευταία του πνοή το 1977 χτυπημένος από εγκεφαλική συμφόρηση. Προς τιμήν του, το όνομά του δόθηκε σε μια πόλη της ευρύτερης περιοχής. Αν και η τιμή αυτή ήρθε κάπως αργά, όπως άλλωστε και η αναγνώρισή του ως Ηρωα της Σοσιαλιστικής Εργασίας μετά από παρέλευση 35 ολόκληρων χρόνων, μόλις το 1970, για την οποία παραπονιόταν διαρκώς στα γράμματα που έγραφε στην οικογένειά του. Ο αγαθός εκείνος άνθρωπος δεν μπόρεσε ίσως να εννοήσει ποτέ πόσο σκοτεινά και δόλια ήταν τα γρανάζια της σοβιετικής εξουσίας, αν και έζησε όλη σχεδόν τη ζωή του ανάμεσά τους…