Υπήρξε ένα από τα πιο φωτεινά γυναικεία σύμβολα του 20ού αιώνα, αλλάζοντας ριζικά τον τρόπο με τον οποίο νοείται η γυναίκα. Η ζωή και η σκέψη της Σιμόν ντε Μποβουάρ ξέφευγαν από τα στενά φεμινιστικά πλαίσια, περιπλέκονταν με τον υπαρξισμό, την Αριστερά, τη σεξουαλική απελευθέρωση, τη γαλλική διανόηση και επηρέασαν σε επίπεδο ιδεών και φαινομένων την κοινωνία.
Αποτελεί ειρωνία το γεγονός πως η «μητέρα του φεμινισμού» έχει αποτυπωθεί στη συνείδηση πολλών ως η σύντροφος ενός σπουδαίου άντρα, αλλά η σχέση τής Μποβουάρ με τον Ζαν-Πολ Σαρτρ -γνωρίστηκαν το 1921- τόσο στον έρωτα, όσο και στη Φιλοσοφία, είναι ιδιαίτερη, αμφίδρομη και ανεξάρτητη. Ως ζευγάρι, μένουν σε διαφορετικά σπίτια και ως ερωτικοί σύντροφοι διατηρούν ανοικτές ερωτικές σχέσεις με άλλους ανθρώπους, ενίοτε και όλοι μαζί – καταστάσεις που η Μποβουάρ θα εξιστορήσει μέσα από το λογοτεχνικό της έργο.
Ο ελεύθερος έρωτας και η αυτοδιάθεση του σώματος βρίσκονται στην καρδιά της σχέσης τους και η λέξη «γάμος» αποτελεί ένα «κακό αστείο». Οταν το 1931 ο Σαρτρ ζητά από την Μποβουάρ να παντρευτούν –για πρακτικούς, κυρίως, λόγους– η Γαλλίδα είναι κάθετη: «ο γάμος είναι περιορισμός, αστικοποίηση, αλλά και θεσμοθετημένη παρέμβαση του κράτους στην ιδιωτική ζωή των πολιτών».
Η Σιμόν ήταν μια γυναίκα με πάθος και ήταν δεδομένο ότι ο υπαρξιακός φιλόσοφος Σαρτρ δεν την κάλυπτε ποτέ σεξουαλικά, δεν ήταν ποτέ ικανοποιημένη. Ετσι, η ίδια φρόντιζε να διοχετεύει τη φλόγα της σε άλλους εραστές. Αυτό έχει γραφεί πολλές φορές, αλλά είναι η πρώτη φορά που υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία.
Ετσι, το «τρελό πάθος» της Μποβουάρ, για έναν νεαρό -με τον οποίο είχαν 18 χρόνια διαφορά- αποκαλύφθηκε μέσω μιας επιστολής η οποία δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά.
Ο νεαρός ήταν ο -μετέπειτα σπουδαίος – Κλοντ Λανζμάν, ο οποίος τότε είχε περάσει στη γαλλική Αντίσταση εναντίον των Ναζί. Ταυτόχρονα, ήταν εραστής της Σιμόν, αλλά και φίλος του Σαρτρ! Πολλά χρόνια αργότερα, το 1985, το επικό ντοκιμαντέρ του «Shoah» πέρασε στην Ιστορία ως η απόλυτη διήγηση για τους επιζώντες του Ολοκαυτώματος. Σε βιβλίο του, είχε καταγράψει τη συναρπαστική ζωή του με τη Σιμόν: «Τα μάτια της, η αγκαλιά, το στόμα και τα χέρια της έτρεχαν πάνω- κάτω στο σώμα μου, σε μια προσπάθεια να το αναγνωρίσουν από την αρχή. Ηταν το μακρύ και ελαφρώς τρεμάμενο αγκάλιασμα της επανένωσής μας».
Στην αφήγηση του Κλοντ η Μποβουάρ κρατάει τον ρόλο της «ιέρειας», την οποία ο συγγραφέας χάνει και ξαναβρίσκει πολλές φορές στη ζωή του. Μέσα από το αυτοβιογραφικό βιβλίο του «The Patagonian Hare» («Ο Λαγός της Παταγονίας») αποκαλύφθηκε ότι ήταν εραστής της γαλλίδας φιλοσόφου πριν από τον Ζαν-Πολ Σαρτρ. Στις ίδιες σελίδες περιγράφεται ότι ο Λανζμάν βιάζεται να φτάσει στην Αριστερή Οχθη του Σηκουάνα, εκεί όπου θα συναντήσει τον «Κάστορα» (το διάσημο, πλέον, παρατσούκλι της Μποβουάρ) και τον «σουλτάνο της οδού Βοναπάρτη», όπως αποκαλεί τον Σαρτρ. «Οταν ξεκίνησε η σχέση μου με την Μποβουάρ, δεν είχαν ερωτικές επαφές με τον Σαρτρ. Δεν έκαναν σεξ. Κάτι τέτοιο θα ήταν ανυπόφορο για μένα, δεν θα μπορούσα να μοιραστώ τη γυναίκα που αγαπώ με κανέναν». Μαζί τους, πάντως, θα μοιραστεί το ίδιο γραφείο, τις εξόδους στο θέατρο, συχνά νυχτοπερπατήματα στις παρισινές λεωφόρους, ταξίδια στην Ισπανία, την Κούβα, την Αίγυπτο και την Αθήνα.
Οχι, όλο αυτό μεταξύ του Λανζμάν και της Σιμόν, δεν ήταν ακριβώς ο ορισμός μιας ελεύθερης σχέσης. Η σπουδαία συγγραφέας, το 1953, του είχε στείλει μια επιστολή στην οποία έγραφε ότι θα πέσει στην αγκαλιά του, «μέσα στα χέρια σου και θα μείνω εκεί για πάντα. Είμαι η γυναίκα σου, για πάντα».
Το ερωτικό γράμμα η Μποβουάρ το είχε γράψει στο Αμστερνταμ και το δημοσίευσε η Le Monde: «Αγαπημένο μου παιδί, είσαι η πρώτη, απόλυτη αγάπη μου, αυτή που συμβαίνει μόνο μία φορά (στη ζωή) ή ίσως ποτέ. Νομίζω ότι δεν θα έλεγα ποτέ αυτά τα λόγια, τα οποία τώρα έρχονται φυσικά σε μένα όταν σε βλέπω – σε λατρεύω. Σε λατρεύω με όλο μου το σώμα και την ψυχή … Είσαι το πεπρωμένο μου, η αιωνιότητά μου, η ζωή μου».
Πέφτετε από τα σύννεφα; Σύμφωνα με τη γαλλική εφημερίδα, αυτή η επιστολή είναι μία από τις συνολικά… 112 που γράφτηκαν προς τον Λανζμάν, τον μόνο άντρα με τον οποίο η Σιμόν ένιωσε τόσα συναισθήματα – όπου όλα αυτά τα ερωτικά γράμματα υπάρχουν στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ. Και με άλλους άντρες είχε παραπάνω σχέσεις -πέραν του σεξ- η ίδια, όπως με τον αμερικανό συγγραφέα Νέλσον Ολγκρεν, δημιουργό του συγκλονιστικού μυθιστορήματος «Ο άνθρωπος με το χρυσό χέρι». Αλλά ποτέ δεν γνώρισε την ίδια ευδαιμονία, τα ίδια βαθιά συναισθήματα, όπως με τον Λανζμάν.
Και ο Σαρτρ; Στις ίδιες επιστολές που είχε στείλει η διανοούμενη προς τον σκηνοθέτη, σημείωνε για τον Ζαν-Πολ: «Μου άρεσε σίγουρα, τον αγάπησα εξαιτίας της αγάπης που είχε για μένα, χωρίς καμία πραγματική οικειότητα και χωρίς ποτέ να τον νιώσω μέσα μου», πρόσθετε.
Το αντίθετο, δηλαδή, με τον Κλοντ, ο οποίος ήταν 26 ετών όταν γνωρίστηκε με την Μποβουάρ και εκείνη ήταν 44 ετών. Και ερωτεύτηκαν τρελά.
Ο Λανζμάν, 92 ετών σήμερα, δήλωσε στην εφημερίδα Le Monde ότι η πλήρης αποκάλυψη της ιστορίας της αγάπης τους δεν είχε βγει τόσα χρόνια στην επιφάνεια λόγω της σύγκρουσης που είχε με την υιοθετημένη κόρη της Σιμόν. Πρόκειται για τη Σιλβί Λε Μπον ντε Μποβουάρ, την κληρονόμο των πνευματικών δικαιωμάτων του έργου της διάσημης μητέρας της. Μάλιστα, ο ίδιος κατηγορεί τη Σιλβί ότι προσπαθεί να τον διαγράψει από τη ζωή της μητέρας της.
Φοβούμενος, λοιπόν, ακριβώς αυτό, ότι η Λε Μπον θα έκανε τα πάντα για να εξαλείψει την ύπαρξή του από την ιστορία της Σιμόν, δώρισε τις επιστολές στο Γέιλ, ώστε οι ιστορικοί να έχουν πρόσβαση σε αυτές. Ο Κλοντ είπε ότι ποτέ δεν είχε καμία πρόθεση να τις δημοσιοποιήσει, μέχρι τη στιγμή κατά την οποία συνειδητοποίησε ότι η Λε Μπον ήταν έτοιμη να δημοσιεύσει όλες τις επιστολές της Μποβουάρ, εκτός από την αλληλογραφία που είχαν μεταξύ τους. Σκέφτηκε, λοιπόν, ότι ο ίδιος θα πεθάνει και κανείς δεν θα μάθει για αυτά τα γράμματα.
Η Le Monde, για να διασταυρώσει τα παραπάνω, επικοινώνησε με τη Σιλβί, αλλά εκείνη δεν απάντησε θετικά στο αίτημα της γαλλικής εφημερίδας για μια συνέντευξη, στην οποία θα απαντούσε και στις αιτιάσεις τού Λανζμάν.
Το βέβαιο είναι ότι αυτές τις επιστολές μπορούν τώρα να τις δουν μόνο ερευνητές, με σχετική άδεια από το Πανεπιστήμιο του Γέιλ.
«Η κόλαση είναι οι άλλοι», είχε γράψει κάποτε ο Σαρτρ. Εννοείται ότι με αυτό συμφωνούσε και η Μποβουάρ. Εκείνη που ήθελε κολασμένα τον Λανζμάν…