Ηταν νωρίς το απόγευμα της 26ης Απριλίου του 1937 όταν ο ήχος των γερμανικών αεροπλάνων ακούστηκε πάνω από τη μικρή βασκική πόλη της Γκερνίκα. Εκατοντάδες κάτοικοι απορημένοι και περίεργοι συγκεντρώθηκαν να δουν το μοναδικό θέαμα. Ούτε που φανταζόντουσαν αυτό που θα ακολουθούσε. Τα γερμανικά και τα ιταλικά βομβαρδιστικά έριξαν περίπου 40 τόνους βομβών. Τρεις ώρες μετά η Γκερνίκα δεν υπήρχε πια.
Ηταν ένα από τα πρώτα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ένα αιματηρό πρελούδιο σε όσα θα ακολουθούσαν λίγα χρόνια αργότερα. Ο βομβαρδισμός της πόλης ήταν η πρώτη σχεδιασμένη από αέρος επίθεση κατά πολιτικού στόχου, λίγα χρόνια πριν από τις καταστροφές του Κόβεντρι, της Δρέσδης και της Χιροσίμα και δεκαετίες πριν από το Χαλέπι.
«Ημουν ο πρώτος πολεμικός ανταποκριτής που έφτασε στην πόλη», έγραψε ο Νόελ Μονκς, δημοσιογράφος της βρετανικής London Daily Express. «Κάποιοι στρατιώτες έκλαιγαν σαν μικρά παιδιά. Παντού υπήρχαν φωτιές και καπνοί, η οσμή της καμένης ανθρώπινης σάρκας προκαλούσε ναυτία, ενώ σπίτια κατέρρεαν μέσα σε ένα εφιαλτικό σκηνικό».
«Πολυβολούσαν μέχρι και κοπάδια από πρόβατα» ενώ «οι πυρκαγιές από τις εμπρηστικές βόμβες ήταν τόσο εκτεταμένες που πολλές από τις σορούς των θυμάτων δεν θα βρεθούν ποτέ» περιέγραφε μία άλλη βρετανική εφημερίδα. Οι εκτιμήσεις της εποχής ανεβάζουν τους νεκρούς σε 1.600 αλλά νεότερες έρευνες υπολογίζουν ότι ο τελικός αριθμός ήταν σημαντικά μικρότερος.
Η πόλη δεν αποτελούσε σε καμία περίπτωση στόχο στρατιωτικού ενδιαφέροντος. Ενα εργοστάσιο όπλων λίγα χιλιόμετρα από την πόλη έμεινε άθικτο από τον βομβαρδισμό. «Στόχος ήταν να πλήξουν το ηθικό των κατοίκων και να καταστρέψουν ένα σύμβολο του Βασκικού λαού», έγραψε ένας βρετανός δημοσιογράφος λίγες ημέρες μετά την καταστροφή. Οπως προέκυψε από τις μεταγενέστερες έρευνες η καταστροφή της πόλης ήταν μία «δοκιμή επί του πεδίου» της γερμανικής πολεμικής μηχανής, γυμνάσια επί πραγματικών στόχων για να εκτιμήσουν οι γερμανοί στρατηγοί την αποτελεσματικότητα της αεροπορίας.
Η «Λεγεώνα Κόνδωρ» – η δύναμη της Λουφτβάφε που ο Χίτλερ έστειλε στην Ισπανία να βοηθήσει τους εθνικιστές του Φράνκο – έφερε σε πέρας την επίθεση σε συνεργασία με δυνάμεις των Εθνικιστών και τη συνδρομή αεροπλάνων της φασιστικής Ιταλίας. Σύμφωνα με έναν ιστορικό «η καταστροφή της Γκερνίκα σχεδιάστηκε ως δώρο γενέθλιων του Χέρμαν Γκέρινγκ προς τον Χίτλερ και εκτελέστηκε σαν ένα βαγκνερικό «Δαχτυλίδι της Φωτιάς».
«Η Γκερνίκα μία πόλη 5.000 κατοίκων καταστράφηκε εκ θεμελίων. Οι δρόμοι είναι γεμάτοι κρατήρες από τις βόμβες. Απλά υπέροχο» έγραψε με ανατριχιαστική αυταρέσκεια στο ημερολόγιό του ο επικεφαλής της Λεγεώνας, στρατάρχης Βόλφραμ φον Ριχτχόφεν (πρώτος ξάδελφος του άσου του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου Μάνφρεντ φον Ριχτχόφεν, γνωστού ως «Κόκκινος Βαρώνος»).
Το έγκλημα της Γκερνίκα έμεινε στην Ιστορία όχι μόνον γιατί ήταν το πρώτο του είδους του αλλά και χάρη στον ισπανό ζωγράφο Πάμπλο Πικάσο, ο οποίος παρουσίασε το διάσημο έργο του για τη σφαγή σε μία διεθνή έκθεση στο Παρίσι τον Ιούλιο του 1937. «Μία κυβιστική αποκάλυψη. Ο Πικάσο ήξερε ακριβώς τι έκανε όταν ζωγράφιζε τον πίνακα. Ηθελε να δείξει την αλήθεια με τρόπο σοκαριστικό και έντονο» έγραψε ο βρετανός κριτικός τέχνης Τζόναθαν Τζόουνς.
Ο ασπρόμαυρος πίκανας με τις γκροτέσκες φιγούρες ανθρώπινων σωμάτων κακοποιημένων και σπασμένων σαν κούκλες πέτυχε τον στόχο του. Η Γκερνίκα πέρασε στην Ιστορία σαν μία πόλη-σύμβολο εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας που διέπραξαν δικτάτορες. Από τον Φράνκο και τον Χίτλερ ως τον Σαντάμ και τον Ασαντ.