Μία δεκαετία πέρασε από τον θάνατο της Αν Νικόλ Σμιθ. Τι άφησε πίσω της; Την Κιμ Καρντάσιαν. Αυτή δεν είναι το σύγχρονο παράδειγμα μίας περσόνας που είναι διάσημη επειδή… είναι διάσημη; Οχι. Οταν ξεψύχησε η Σμιθ, τέτοια εποχή πριν από 10 χρόνια, 8 Φεβρουαρίου του 2007, «υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες» (υπερβολική δόση ναρκωτικών) ξεψύχησε μαζί της μία ολόκληρη εποχή. Οπως σημειώνει ο αρθρογράφος της βρετανικής Telegraph, Τζόναθαν Μπέρνσταιν, η Σμιθ ήταν η «τελευταία σταχτοπούτα του «λευκού παρακμιακού» («white trash») στις ΗΠΑ.
Η Σμιθ έκανε μία τεράστια πορεία (εξ ου και το «σταχτοπούτα») για να βρεθεί τελικά στο εξώφυλλο του περιοδικού New York με τίτλο «White Τrash Νation», εξ ου και το «παρακμιακό». Αλλά αυτή ήταν η εποχή της.
Γεννήθηκε σε μία πόλη 7.000 κατοίκων, στο Τέξας, παράτησε το σχολείο στο λύκειο, έπιασε δουλειά ως σερβιτόρα σε εστιατόριο με θαλασσινά και μέχρι να κλείσει τα 20 είχε γίνει σύζυγος και μητέρα. Από πέντε ετών ονειρευόταν να γίνει η επόμενη Μέριλιν Μονρόε, αλλά μεγαλώνοντας έπρεπε να ονειροπολεί πίσω από το ταμείο ενός καταστήματος Walmart ή την ώρα που στριφογυρνούσε στον στύλο ενός στριπτιτζάδικου.
Βρήκε τον πρίγκιπα που την έβγαλε από τον βούρκο, χωρίς να την πειράζει που αυτός ήταν 89 ετών: ο εκατομμυριούχος επιχειρηματίας Χάουαρντ Μάρσαλ. Η Σμιθ πήρε τα πάνω της. Διεκδίκησε μία θέση στο Playboy και τελικά οι καμπύλες της την οδήγησαν στις κεντρικές σελίδες του. Από εκεί τράβηξε το ενδιαφέρον του Πολ Μαρκάνο, συνιδρυτή του οίκου Guess και κάπως έτσι η Βίκι Λιν, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, εκτόπισε την Κλόντια Σίφερ και πήρε τη θέση της ως το σώμα μέσα στα τζιν της αμερικανικής μάρκας. Εζησε τη γκλαμουριά του Vanity Fair, Harper’s Bazaar και του ιταλικού Vogue. Εμφανίστηκε στο μουσικό βίντεο του Μπράιαν Φέρι «Will You Love Me Tomorrow» και στην ταινία των Κοέν «Hudsucker Proxy» (1994). Στέφθηκε Playmate της χρονιάς.
Η ζωή της -μόλις ένας χρόνος της ζωής της!- ήταν ένα success story. Αλλά τότε γιατί την εμφάνισε στο εξώφυλλό του το περιοδικό New York με τίτλο «White Trash Nation» («Το Εθνος του Λευκού Παρακμιακού»); Οπως περιγράφει η Telegraph, αυτό ήταν οι ΗΠΑ το 1994. «Η εποχή που κάθε λαίμαργος, ψυχικά ανισόρροπος βλάχος (hillbilly) έψαχνε την ευκαιρία του για λίγη διασημότητα. Και η εποχή που υπήρχαν δεκάδες πλατφόρμες για να δώσει σε «κατεστραμμένα άτομα» την αναγνώριση που αναζητούσαν». Υπήρχαν τα τάμπλοιντ, οι τηλεοπτικές εκπομπές και τα κατάλληλα πρόσωπα που έχτιζαν την καριέρα μοντέλων, τραγουδιστριών και ηθοποιών. Για την Σμιθ αυτός ήταν ο αμερικανός ραδιοφωνικός παραγωγός, συγγραφέας, ηθοποιός και φωτογράφος, Χάουαρντ Στερν.
Η λάμψη της «σταρ» άρχισε να φθείρεται όταν παντρεύτηκε τον ηλικιωμένο της πρίγκιπα, το 1993. «Με διεκδικούσε για δυόμιση χρόνια», δικαιολογούνταν η ίδια. «Του είχα υποσχεθεί ότι θα τον παντρευτώ αφού κάνω κάτι για εμένα». Ο σύζυγός της πέθανε ύστερα από έναν μήνα του μέλιτος στην Ελλάδα και 13 μήνες γάμου. Και τότε η Σμιθ άρχισε τον δικό της αγώνα διεκδίκησης στα δικαστήρια, για να πάρει μέρος της περιουσίας του. Το μοντέλο των περιοδικών εξαφανίστηκε. Για τα επόμενα 11 χρόνια η Σμιθ συνέχισε να απασχολεί τα μίντια, αλλά πλέον ήταν καταδικασμένη στον ρόλο της άμοιρης «καπάτσας» ή όπως το λένε στις ΗΠΑ,«Gold digger».
Ακόμη κι αυτόν τον ρόλο, τον εκμεταλλεύτηκε. Μετέτρεψε την ιστορία της σε ένα ριάλιτι σόου («The Anna Nicole Show») στο κανάλι E! Στο σόου εμφανίστηκε ακόμη και ο γιος της, Ντάνιελ, που πέθανε σε ηλικία 20 ετών, «υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες», το 2006. Την ίδια χρονιά η έκπτωτη σταρ γέννησε την κόρη της -με «αδιευκρίνιστη πατρότητα». Η περσόνα τροφοδοτούσε διαρκώς τα μέσα ενημέρωσης με τις εξελίξεις της προσωπικής της ζωής.
Πέθανε το 2007 σε ηλικία μόλις 39 ετών. Τότε, οι «θεατές» της άρχισαν να αναρωτιούνται γιατί ασχολούνταν τόσο καιρό μαζί της: «Για ποιο πράγμα ήταν διάσημη, πέρα από τη διασημότητά της;
Δεν ήταν η μόνη φυσικά. Αλλωστε, ειδικά σήμερα, στην εποχή των social media, καθένας μπορεί να γίνει διάσημος «πουλώντας» τη ζωή του. Αλλά κανένας δεν έχει διαγράψει την τροχιά της Σμιθ. Σύμφωνα με την Telegraph, οι σύγχρονες διασημότητες δεν έχουν χύσει ιδρώτα για το δικό τους success story. Δεν άρχισαν από το μηδέν για να φτάσουν στα πλούτη, άρχισαν από πλούτη κι εκτοξεύθηκαν σε ακόμη περισσότερα πλούτη. Γι’ αυτό και η Σμιθ ήταν η «τελευταία σταχτοπούτα του “λευκού trash”.