Μέχρι σήμερα ήταν κοινό μυστικό ότι το μεγαλύτερο λαθρεμπόριο στη χώρα γινόταν και γίνεται στα καύσιμα: από τη βενζίνη μέχρι το πετρέλαιο θέρμανσης. Αλλωστε το κίνητρο του εύκολου κέρδους είναι πανίσχυρο, αν αναλογιστεί κανείς ότι σε ένα λίτρο αμόλυβδης βενζίνης που σήμερα πωλείται προς 1,80 ευρώ, οι φόροι (Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης και ΦΠΑ) ανέρχονται σε 0,9 έως 1 ευρώ το λίτρο. Αρα, αν το προϊόν πουληθεί λαθραία, ο φόρος μπαίνει στην τσέπη του κυκλώματος.
Εδώ και δεκαετίες το γνωρίζουν οι κυβερνήσεις, το παραδέχονται οι πρατηριούχοι καυσίμων (οι οποίοι διαμαρτύρονται, καθώς έχουν το μικρότερο περιθώριο κέρδους – κάτω από 5 λεπτά το λίτρο), αλλά το φαινόμενο δεν έχει εκλείψει. Και αυτό παρά το γεγονός ότι στα 5.500 πρατήρια της χώρας λειτουργεί το αυτόματο σύστημα καταγραφής εισροών και εκροών καυσίμων, ένα αποτελεσματικό μέτρο ελέγχου, το οποίο όμως δεν είναι υποχρεωμένες να εφαρμόζουν οι εταιρείες πετρελαιοειδών (!)
Το φαινόμενο διαιωνίζεται, αφού το κίνητρο του κέρδους είναι μεγάλο: φανταστείτε να πουλάς 1.000 λίτρα αφορολόγητο καύσιμο και να κερδίζεις από φόρους τα 1.000 από τα 1.800 ευρώ της τελικής τιμής. Δυστυχώς, οι τακτικές αυτές αντιγράφονται και διευρύνονται εξαιτίας του πληθωρισμού και σε άλλα προϊόντα και κλάδους της αγοράς, ταλαιπωρώντας τα νοικοκυριά.
Αυτό που διαπιστώνουν οι ελεγκτές των υπουργείων Αγροτικής Ανάπτυξης και Ανάπτυξης είναι οι ακραίες τιμές που έχουν διαμορφωθεί σε μια σειρά τροφίμων, με πρώτο το ελαιόλαδο. Τα νέα δεδομένα δημιούργησαν στην αγορά ισχυρό κίνητρο ώστε τα συγκεκριμένα προϊόντα να πωλούνται εκτός της εφοδιαστικής αλυσίδας (πόρτα με πόρτα ή χέρι με χέρι), με αποτέλεσμα να μην ελέγχεται ούτε η ποιότητα τους ούτε αν είναι νοθευμένα.
Προσμίξεις με ηλιέλαιο, «μαϊμού» βιολογικά
Σε αυτή την περίπτωση, οι αρμόδιοι προειδοποιούν τους καταναλωτές ότι ελαιόλαδο σε τενεκέδες έχει βρεθεί νοθευμένο με προσμίξεις ηλιελαίου σε ποσοστό που μπορεί να φτάνει και το 30%. Επιπλέον, αυτό που παρατηρούν είναι ότι στην αγορά του ελαιολάδου –όχι λόγω υψηλών φόρων, αλλά επειδή η διαφορά της τιμής, π.χ. ανάμεσα στο παρθένο ελαιόλαδο και το ελαιόλαδο «βιολογικής παραγωγής», είναι τεράστια (κυμαίνεται από 8-9 ευρώ το λίτρο)– μεγάλες ποσότητες μπαίνουν με την ταμπέλα «βιολογικό προϊόν».
Για να γίνει αντιληπτό το κέρδος που αποκομίζουν όσοι επιχειρούν αυτού του τύπου την εξαπάτησης των καταναλωτών, ας συγκρίνουμε τα δεδομένα:
Οι τιμές ενός λίτρου στο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο κυμαίνονται από 9-11 ευρώ το λίτρο και στο «βιολογικό» η τιμή μπορεί να φτάνει και στα 18 ευρώ ανά λίτρο. Επομένως, εξασφαλίζεται κέρδος 100% χάρη σε μια ετικέτα που διπλασιάζει την τιμή και, φυσικά, λόγω της αδυναμίας ελέγχων στο σύνολο της αγοράς.
Εισαγωγές «φέτας» ακόμη και από την Τουρκία
Ανάλογη κατάσταση διαπιστώνεται και στην αγορά της φέτας, καθώς η τιμή της έχει εκτοξευθεί στα ύψη, με τεράστιες διακυμάνσεις. Η φέτα πωλείται από 12 έως και 16 ευρώ το κιλό, ανάλογα με τη φίρμα, την προέλευση και τη συσκευασία.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι το άλμα των τιμών που ξεκινά από τις πρώτες ύλες (το γάλα) αποτελεί ισχυρό κίνητρο για να παράγεται «φέτα» από αγελαδινό γάλα, το οποίο είναι κατά 30% φθηνότερο από το πρόβειο, αλλά και για να γίνονται εισαγωγές φέτας από τις γειτονικές βαλκανικές χώρες, ακόμη και από την Τουρκία – όπου οι τιμές είναι οι πλέον συμφέρουσες για τους εμπόρους λόγω της τεράστιας υποτίμησης του τουρκικού νομίσματος.
Αυτό σημαίνει ότι οι καταναλωτές που ζητούν και παίρνουν μισό κιλό φέτα από το βαρέλι καταναλώνουν σε πολλές περιπτώσεις –χωρίς να γνωρίζουν– λευκό τυρί που έχει εισαχθεί από την Τουρκία και παράγεται από μεγάλες βιομηχανίες της γειτονικής χώρας (μας έχουν απασχολήσει και στο παρελθόν για διάφορα προϊόντα δήθεν ελληνικά στις διεθνείς αγορές).
Νοθεία α λα ελληνικά
Η τάση όμως που καταγράφηκε είναι ότι ελληνικές εταιρείες πωλούν, εκτός από την ελληνική αγορά, ακόμη και στο εξωτερικό φέτα που παράγεται από (φθηνότερο) αγελαδινό γάλα.
Οπως έχει ανακοινωθεί μετά από ελέγχους του Οργανισμού Γάλακτος (ΕΛΓΟ Δήμητρα), δεν είναι η πρώτη φορά που ελληνικές επιχειρήσεις έχουν βρεθεί υπόλογες για την πώληση νοθευμένης φέτας σε αλυσίδες σουπερμάρκετ του εξωτερικού τα τελευταία χρόνια. Μάλιστα, οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις (από την περιοχή της Λάρισας) έχουν πιαστεί και κατά το παρελθόν να νοθεύουν το πιο γνωστό ελληνικό εξαγώγιμο προϊόν.
Στην παραγωγή φέτας δραστηριοποιείται ένας σημαντικός αριθμός βιομηχανικών επιχειρήσεων. Η πορεία διάθεσης της φέτας –που είναι προϊόν ΠΟΠ– στο εξωτερικό είναι ανοδική τα τελευταία χρόνια, κάτι που αποδεικνύουν και τα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Το 2022 οι εξαγωγές φέτας ανήλθαν στα 605 εκατ. ευρώ, έναντι 388 εκατ. ευρώ το 2019.
Συνολικά, στις υπηρεσίες του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης βρίσκονται οι φάκελοι για 165 περιπτώσεις νόθευσης φέτας με αγελαδινό γάλα, σε τεράστιες ποσότητες που διατέθηκαν και στην εσωτερική αγορά, γεγονός που προβληματίζει την ηγεσία του υπουργείου για την έκταση του φαινομένου.