Θέματα

Φάρμακα: Η θεωρία του χάους και το «ταμείο του Πλεύρη»

Για τις λεγόμενες εποχικές (και παγκόσμιες) ελλείψεις, που οι αρμόδιοι ευελπιστούν ότι θα ξεπεραστούν μέσα στον επόμενο μήνα, το πρόβλημα ξεκινάει από την Ινδία και την Κίνα. Οσο για τις μόνιμες ελλείψεις, η λύση περνάει από τις αυξήσεις τιμών. Απαιτείται δηλαδή κρατική παρέμβαση πολλών εκατοντάδων εκατ. ευρώ. Μας «παίρνει» δημοσιονομικά; Δύσκολο…
Protagon Team

Το φαινόμενο της πεταλούδας θέλει το φτερούγισμα της στον Αμαζόνιο να φέρνει βροχή στη Κίνα, αναδεικνύοντας μέσω της ποιητικής αυτής μεταφοράς τους ευαίσθητους συσχετισμούς και ισορροπίες ενός συστήματος. Ποιο είναι το κοινό σημείο της θεωρίας αυτής με τις ελλείψεις στην αγορά φαρμάκου σε ένα παγκοσμιοποιημένο παραγωγικό και οικονομικό περιβάλλον; Eνα ντόμινο κρουσμάτων σε εργάτες στην Ινδία πιθανόν να είναι η αιτία που ένας πατέρας στην Ελλάδα επιδίδεται σε «σαφάρι» για να βρει αντιπυρετικό για το παιδί του.

Οι  ελλείψεις, άλλωστε, σε βασικά φάρμακα δεν αποτελούν αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο την τρέχουσα περίοδο, ούτε και τα περασμένα χρόνια της πανδημίας. Η αδυναμία εξυπηρέτησης των ασθενών εντάθηκε εξ αιτίας του μοντέλου παραγωγής των σκευασμάτων που βασίζεται σε μια κατακερματισμένη γεωγραφικά μηχανή. Μοιραία, στην πράξη διαπιστώνεται ότι λείπουν εκείνες οι ασφαλιστικές δικλίδες που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν την προμήθεια φαρμάκων, χωρίς ανατροπές εν μέσω κρίσεων.

Για να αντιληφθεί κανείς την ευθραυστότητα του συστήματος αρκεί να κοιτάξει τη μεγαλύτερη εικόνα: το 60% της παγκόσμιας παραγωγής δραστικών ουσιών, συμπεριλαμβανομένων και των αντίστοιχων γενοσήμων, παράγονται σε δύο χώρες: Ινδία και Κίνα.

Πιο συγκεκριμένα, η Ινδία καλύπτει το 20% της παγκόσμιας αγοράς γενοσήμων. Είναι, δε, αξιοσημείωτο πως  το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της προορίζεται για εξαγωγές. Η Κίνα, πάλι, είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παίκτης στη διεθνή αγορά. Η κατάσταση όμως γίνεται ακόμη πιο πολύπλοκη αν αναλογιστεί κανείς πως ο παραγωγός της δραστικής ουσίας στην Ασία είναι ο ίδιος που προμηθεύει, τόσο τον παραγωγό του πρωτότυπου όσο και αυτόν του γενοσήμου προϊόντος.

Σε ανάλυση του Ινστιτούτου Κοινωνικής Υγείας του πανεπιστημίου του Oσλο σημειώνεται, για παράδειγμα, πως η Ινδία αποτελεί μια από τις σημαντικότερες έδρες παραγωγής αντιβιοτικών. Μια σημαντική λεπτομέρεια, εντούτοις, είναι πως για να προμηθεύσει την υφήλιο με τα απαραίτητα αυτά σκευάσματα, πρέπει  να εισάγει συστατικά από την Κίνα! Οι συνοριακές συγκρούσεις, όμως, ανάμεσα στις δύο χώρες αποτελούν ένα ακόμη σημείο προβληματισμού.

Και έπειτα, είναι και το θέμα των συσκευασιών… Μια δραστική ουσία μπορεί να παρασκευάζεται στην Κίνα, αλλά η συσκευασία του φαρμάκου να γίνεται στο Πακιστάν, ανοίγοντας ακόμη περισσότερο τη βεντάλια των πιθανοτήτων απορρύθμισης σε περίπτωση μιας παγκόσμιας κρίσης, όπως διαπιστώθηκε με το ξέσπασμα του SARS-CoV-2 τα προηγούμενα χρόνια,  με το δυναμικό «comeback» των αναπνευστικών ιώσεων σήμερα, αλλά και την πιθανότητα ενός βίαιου ξεσπάσματος με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως εν μέσω πανδημίας η Ευρωπαϊκή Ενωση έβαλε ψηλά στην ατζέντα της το θέμα του επανασχεδιασμού του χάρτη παραγωγής πρώτων υλών, δίνοντας έμφαση στην επάρκεια σε φάρμακα μέσω και της ενίσχυσης της φαρμακοβιομηχανίας σε ευρωπαϊκό έδαφος.

Οι μόνιμες ελλείψεις φαρμάκων

Είναι σαφές πως οι ασιατικές χώρες έχουν το προβάδισμα στην παραγωγή πρώτων υλών και συσκευασιών, αφού κρατούν χαμηλά το παραγωγικό κόστος. Αν οι πρώτες ύλες και τα υλικά συσκευασίας αρχίσουν να παράγονται σε ευρωπαϊκό έδαφος, πιθανότατα θα κοστίζουν ακριβότερα, συμπαρασύροντας και τις τελικές τιμές των φαρμάκων…

Αυτά για τις λεγόμενες εποχικές (και παγκόσμιες) ελλείψεις, που οι αρμόδιοι ευελπιστούν ότι θα ξεπεραστούν μέσα στον επόμενο μήνα, με τις διορθωτικές κινήσεις που, αν και τελευταία στιγμή, έγιναν.

Η ελληνική αγορά, όμως, γνωρίζει και μόνιμες ελλείψεις φαρμάκων, ενώ είναι αντιμέτωπη και με την οριστική απόσυρση σκευασμάτων. Περίπου 350 σκευάσματα «εξαφανίζονται» ανά διαστήματα από τα ράφια των φαρμακείων, ενώ αυτή τη στιγμή περί τα 1.300 σκευάσματα βαίνουν προς απόσυρση.

Οι ελληνικές φαρμακαποθήκες έχουν κέρδος 4,67% για κάθε φάρμακο που διακινούν στην ελληνική αγορά. Για κάθε ίδιο φάρμακο που εξάγουν το ποσοστό κέρδους κυμαίνεται από 80% έως και 189%… Εισάγουν, λοιπόν, οι πολυεθνικές τα φάρμακα στην Ελλάδα και οι φαρμακαποθήκες τα επανεξάγουν σε καλύτερη τιμή! Οι επανεξαγωγές (παράλληλες εξαγωγές, όπως είναι ευρύτερα γνωστές) είναι απολύτως νόμιμες βάσει της νομοθεσίας για το ενδοκοινοτικό εμπόριο. Είναι όμως και η αιτία των διαχρονικών ελλείψεων σε φάρμακα, αφού οι ποσότητες που εισάγονται δεν επαρκούν για να καλύψουν τόσο την ελληνική αγορά όσο και τις παράλληλες εξαγωγές.

Θα μπορούσαν βέβαια να εισαχθούν εξ αρχής μεγαλύτερες ποσότητες, όμως αυτό δεν συμφέρει τις πολυεθνικές, οι οποίες έχουν πολύ μεγαλύτερες και πολύ πιο συμφέρουσες αγορές να καλύψουν. Οι τιμές των φαρμάκων στην Ελλάδα είναι από τις χαμηλότερες σε όλη την Ευρώπη, κάτι που καθιστά ασύμφορες τις αθρόες εισαγωγές.

Αυτή τη στιγμή διατίθενται στην ελληνική αγορά 1.300 σκευάσματα σε τιμή πιο κάτω και από τη χαμηλότερη τιμή της Ευρωζώνης. Είναι φανερό ότι δεν θα κυκλοφορούν για πολύ ακόμη, ενώ όταν αποσυρθούν θα αντικατασταθούν από άλλα, πολύ πιο ακριβά φάρμακα. Η αναπροσαρμογή της τιμής τους μπορεί να τα κρατήσει στην αγορά, με μικρή ή και καθόλου επιβάρυνση για τον ασθενή (συνήθως πρόκειται για φάρμακα που χορηγούνται χωρίς συμμετοχή).

Μπορούν οριζόντια να αυξηθούν οι τιμές για όλα τα φάρμακα; Μεγάλο το λογιστικό και πολιτικό κόστος…

Κάπου εδώ εμφανίζεται η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία, πολύ ισχυρή, με 42 παραγωγικές μονάδες που μπορούν να καλύψουν έως και 80% των αναγκών της χώρας σε φάρμακα καλής ποιότητας.

Ομως και οι ελληνικές εταιρείες εξαρτώνται από την Ασία για πρώτες ύλες και συσκευασίες, ενώ με τις υποχρεωτικές εκπτώσεις και επιστροφές (rebate – clawback) δίνουν πίσω το 50% όσων κερδίζουν. Αρα, στα πολύ φθηνά φάρμακα υποστηρίζουν ότι «μπαίνουν μέσα» (λένε, για παράδειγμα, πως για ένα φάρμακο των 2,5 ευρώ, το 1,2 επιστρέφει μέσω clawback, ενώ το υπόλοιπο είναι το κόστος παραγωγής).

Οι φαρμακοβιομήχανοι ζητούν αναπροσαρμογή του clawback, υποστηρίζοντας πως αυτό θα τους δώσει τη δυνατότητα να αυξήσουν την παραγωγή τους, καλύπτοντας ακόμη μεγαλύτερο μέρος των αναγκών, να ενισχύουν τις επενδύσεις τους σε έρευνα και ανάπτυξη και να διευρύνουν τις εξαγωγές, που φέρνουν «ζεστό χρήμα» στα ταμεία τους και στο ΑΕΠ της χώρας.

Για να μειωθεί όμως το clawback πρέπει να αυξηθεί η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, να υπάρξει δηλαδή παρέμβαση πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στον προϋπολογισμό. Μας «παίρνει» δημοσιονομικά; Δύσκολο…

Και να σκεφτεί κανείς ότι η τιμή είναι μόνο μία από τις πολλαπλές διαστάσεις του ζητήματος «φάρμακο» σε αυτή τη χώρα…