Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας τα ακροδεξιά κόμματα πολλών κρατών-μελών της ΕΕ κατάφεραν να εκμεταλλευτούν προς όφελός τους και τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και την προσφυγική κρίση του 2015 και τη διαρκή κρίση της κλιματικής αλλαγής.
Λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη τα έως τώρα σημάδια, φαίνεται ότι οι ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης απέτυχαν να επωφεληθούν εξίσου από την κρίση του κορονοϊού, δεδομένου ότι προς το παρόν το πάνω χέρι εξακολουθούν να το έχουν οι κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει ο Γεώργιος Σαμαράς, υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Ευρωπαϊκών και Διεθνών Σπουδών του King’s College του Λονδίνου, σε άρθρο του στο The Conversation.
Ο έλληνας ερευνητής υπενθυμίζει κατ’ αρχάς στο κείμενό του ότι τους τελευταίους μήνες ακροδεξιές ομάδες που δραστηριοποιούνται κυρίως στο Διαδίκτυο, συνέβαλαν στη διάδοση διάφορων θεωριών συνωμοσίας όσον αφορά την πανδημία του κορονοϊού.
Υποστήριξαν, για παράδειγμα, ότι ο φονικός ιός, που έχει φέρει τα πάνω κάτω στον πλανήτη με τεράστιο ανθρώπινο, κοινωνικό και οικονομικό κόστος, δημιουργήθηκε σε κάποιο εργαστήριο, ακόμη και ότι τον άφησαν σκόπιμα ελεύθερο. Κατηγόρησαν τα μέλη των μειονοτήτων για τη μετάδοση του ιού ανά την υφήλιο και υιοθέτησαν μια ρατσιστική ρητορική, βάλλοντας κυρίως κατά των Κινέζων για το ξέσπασμα της πανδημίας.
Συγχρόνως, πολλά ακροδεξιά κόμματα αλλά και ηγέτες έθεσαν κάποια από τα εν λόγω ζητήματα στον πυρήνα του δημόσιου διαλόγου. Ενώπιον αυτής της πληθώρας θεωριών συνωμοσίας που κυκλοφόρησαν ευρέως τους προηγούμενους μήνες, αρκετοί αναλυτές άρχισαν να πιστεύουν και να ανησυχούν ότι οι λαϊκιστικές και ξενοφοβικές δυνάμεις της Γηραιάς Ηπείρου επρόκειτο να ενισχυθούν περαιτέρω. Αλλά έως σήμερα φαίνεται πως η εν εξελίξει κρίση δεν ήταν «ιδιαίτερα επωφελής για αυτά τα κόμματα… Για την ακρίβεια, δείχνουν να παραδέρνουν», σημειώνει ο αρθρογράφος.
Στη Γερμανία, τα στελέχη της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) έβαλαν κατά της Ανγκελα Μέρκελ, υποστηρίζοντας κυρίως ότι το γενικευμένο lockdown που επιβλήθηκε από τη γερμανική κυβέρνηση δεν ήταν απαραίτητο. Λόγω της αναταραχής που επικράτησε ενώπιον της πρωτοφανούς κρίσης που έπληξε και την κραταιά Γερμανία, αρχικά κάποιοι πείστηκαν από τα επιχειρήματά τους.
Οταν, ωστόσο, αποδείχθηκε ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή, αλλά και ότι η καραντίνα επέφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα, το AfD βρέθηκε στο περιθώριο και το ποσοστό του μειώθηκε από το περίπου 15% που κυμαινόταν στις τελευταίες δημοσκοπήσεις πριν από την εξάπλωση του κορονοϊού, στο 9%, και αυτό αποτελεί αναμφίβολα «πλήγμα για τους υπερεθνικιστές της Γερμανίας».
Σοβαρά προβλήματα αντιμετωπίζει και ο πολύς Ματέο Σαλβίνι στην Ιταλία. Αρκεί να σημειωθεί ότι η δημοτικότητα του πάλαι ποτέ εξαιρετικά δημοφιλούς ακροδεξιού εθνικιστή πολιτικού από πέρυσι το καλοκαίρι έως σήμερα μειώθηκε κατά 11%.
Οσον αφορά την κατάσταση στη Γαλλία, η Μαρίν Λεπέν δεν παρέλειψε να επισημάνει ότι είναι λογικό και κατανοητό να διερωτώνται οι πολίτες εάν ο κορονοϊός δημιουργήθηκε σε κάποιο ερευνητικό εργαστήριο. Κατά πάσα πιθανότητα, επειδή γνωρίζει ότι το 40% των ψηφοφόρων του Εθνικού Συναγερμού, του κόμματός της δηλαδή, πιστεύει όντως ότι ο ιός παρασκευάστηκε σε κάποιο εργαστήριο. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το ποσοστό των εθνικιστών λαϊκιστών της Γαλλίας παρέμεινε σταθερό.
Ούτε το Vox κατάφερε να βελτιώσει το ποσοστό του στην Ισπανία, ενώ στην Ελλάδα «ο ηγέτης ενός νέου ακροδεξιού κόμματος ονόματι Ελληνική Λύση ερευνάται για την παραγωγή τηλεοπτικών σποτ που διαφήμιζαν βάλσαμα “που θεραπεύουν αποτελεσματικά από τον κορονοϊό”». Σύμφωνα με τον κ. Σαμαρά, η ευρωπαϊκή Ακροδεξιά και τα εθνικιστικά κόμματα βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο και αυτό σηματοδοτεί «μια πολύ σημαντική ρήξη σε σχέση με το παρελθόν».
Λόγω της αδυναμίας των ευρωπαίων ηγετών να καταλήξουν σε μια κοινώς αποδεκτή λύση για την αντιμετώπιση αρχικά της χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης και της προσφυγικής κρίσης στη συνέχεια, η Ευρωπαϊκή Ενωση διχάστηκε, επιτρέποντας έτσι στη λαϊκιστική Ακροδεξιά να αναδυθεί εκ νέου στην κεντρική πολιτική σκηνή και να εκμεταλλευτεί τη διάχυτη δυσαρέσκεια, αμφισβητώντας όχι μόνον τις πολιτικές των Βρυξελλών, αλλά ολόκληρο το ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Τόσο το 2008 όσο και το 2015, οι ακροδεξιές δυνάμεις κατάφεραν να συμπαρασύρουν πάρα πολλούς ευρωπαίους ψηφοφόρους. Ο Σαλβίνι, για παράδειγμα, διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών και αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ιταλίας. Αλλά ενώπιον του κορονοϊού και της περισσότερο επιστημονικής και πραγματιστικής στάσης που υιοθέτησαν οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κατέστη προφανής η ανεπάρκειά τους.
«Η Ακροδεξιά υπήρξε η μεγάλη χαμένη της πανδημίας», υποστηρίζει, ολοκληρώνοντας την ανάλυση του ο κ. Σαμαράς. Οχι μόνον επειδή απώλεσε την αξιοπιστία της ενώπιον μιας πρωτόγνωρης κρίσης, αλλά κι επειδή το ζήτημα των προσφύγων και των μεταναστών κατέληξε, λόγω κλειστών συνόρων, να έχει πλέον περιορισμένη σημασία. Τουλάχιστον προς το παρόν.
Ενδέχεται όμως τα δεδομένα να αλλάξουν κατά τη διάρκεια της σταδιακής και επίπονης επιστροφής στη νέα κανονικότητα. Η αναπόφευκτη ύφεση των ευρωπαϊκών οικονομιών προσφέρει πολλές ευκαιρίες: και στις κυβερνήσεις να βελτιώσουν ακόμη περισσότερο τα ποσοστά τους μέσω της αποτελεσματικής αντιμετώπισης της επερχόμενης οικονομικής κρίσης και στις ακροδεξιές δυνάμεις να υπονομεύσουν περαιτέρω τις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Το ενθαρρυντικό είναι ότι αυτή τη φορά τον πρώτο λόγο τον έχουν οι κυβερνήσεις.