Ο διαγωνισμός τραγουδιού της Eurovision, που κλείνει 66 χρόνια και έχει πλέον αγκαλιάσει μέχρι και τη μακρινή Αυστραλία, είναι πολύ περισσότερα από όσα βλέπει ο τηλεθεατής: Τερέν διεθνούς επιρροής, ιδανικό για να περάσει κάποιος πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα ή για να διορθώσει – εξωραΐσει μια χώρα τη διεθνή εικόνα της, τεράστια σε οικονομικά μεγέθη επιχείρηση, πλατφόρμα δοκιμών της κοινωνικής «απελευθέρωσης».
Να μιλήσουμε για τις πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια τηλεθεατές;
Να μιλήσουμε για τη συμμετοχή –λόγω λατρείας– της Αυστραλίας, για την αγάπη της Ιαπωνίας και της Κίνας στον «ευρωπαϊκό» διαγωνισμό;
Για την προβολή της –φέτος– και από το αμερικανικό δίκτυο Peacock;
Να μιλήσουμε για οικονομικά μεγέθη; Τότε, θα μιλάμε για χοντρές «μπίζνες», με τέτοια νούμερα. Δισεκατομμυρίων. Και μπίζνες σε επίπεδο κρατικό και διακρατικό. «Είναι πολλά τα λεφτά, Αρη», που έλεγε και ο Σπύρος Καλογήρου προς τον Νίκο Κούρκουλο στην κινηματογραφική «Λόλα». Πάρα πολλά.
Πού να προσθέσουμε και τα διαφημιστικά έσοδα για κρατικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς των χωρών-μελών της διοργανώτριας του θεσμού Ενωσης Ευρωπαϊκών Ραδιοτηλεοράσεων (EBU). Ή τα τηλεοπτικά δικαιώματα από την Αυστραλία, την Ιαπωνία, την Κίνα, τις ΗΠΑ κ.λπ.
Το κυριότερο και εκείνο που δεν μπορεί να μετρηθεί, ούτε σε δισεκατομμύρια ούτε σε ντεσιμπέλ, είναι η τεράστια επιρροή από τα μηνύματα που μπορεί να στείλει όποιος μετέχει σε αυτές τις «μπίζνες».
Δεν είναι τυχαίο ότι στα μέσα του ’70 μπήκαν στο παιχνίδι και η ΕΙΡΤ επί χούντας και η τουρκική TRT, με στόχο να προωθήσουν, αρχικά προς Δυσμάς, ένα «ευρωπαϊκό πρόσωπο». Ούτε είναι τυχαίο ότι η Τουρκία έβαλε τα δυνατά της για τη νίκη όταν συζητούσε την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Για αντίστοιχο λόγο φαίνεται ότι το 1968 ο στρατηγός Φράνκο «αγόρασε» από αρκετές κριτικές επιτροπές χωρών-μελών της EBU τη νίκη του «La, La, La» για χάρη της Ισπανίας. Την ώρα που το δικτατορικό καθεστώς του, όχι απλώς είχε εκτραπεί, αλλά και είχε μπει στο στόχαστρο της διεθνούς κοινότητας.
Τυχαίο επίσης δεν είναι ότι οι ισραηλινές συμμετοχές επιμένουν να θυμίζουν και να υπενθυμίζουν πόσο «ειρηνικό» και «τολμηρά προοδευτικό» είναι το κράτος που εκπροσωπούν.
Το ίδιο παράδειγμα ακολούθησε και η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν, ειδικά στη συμμετοχή του 2015, με ένα τραγούδι που μιλούσε για ειρήνη και ίαση μέσω προσευχής. Κάποιοι φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν τη Eurovision ως… κολυμβήθρα του Σιλωάμ.
Βέβαια, υπάρχουν και κάποιοι που τήρησαν σκληρή στάση απέναντι στο Ισραήλ. Oπως το Μαρόκο, το οποίο συμμετείχε μόνον το 1980 (με το τραγούδι που ο Φίλιππος Νικολάου έκανε ελληνικό σουξέ, ως «Τόση καρδιά, τόση αγάπη»), όταν απείχε το Ισραήλ, και έκτοτε –λόγω ισραηλινής συμμετοχής– δεν επανήλθε.
Ή, όπως ο Λίβανος, που επίσης ζήτησε να αποκλειστεί το Ισραήλ, βάζοντας όρο να μην περιλαμβάνεται ισραηλινή συμμετοχή στην τηλεοπτική μετάδοση. Αποτέλεσμα; Πρόστιμο από την EBU και καμία λιβανέζικη συμμετοχή έως σήμερα.
Από την άλλη πλευρά, προβάλλοντας το «προοδευτικό πρόσωπο» της τρανσέξουαλ Ντάνα Ιντερνάσιοναλ, το Ισραήλ έχτισε μεθοδικά ένα νέο τουριστικό τοπίο, με έσοδα αμέτρητων εκατομμυρίων έκτοτε. Ειδικά στο Τελ Αβίβ, που θεωρείται πλέον από τους ισχυρότερους πόλους έλξης γκέι τουρισμού, με το ετήσιο ογκώδες Gay Parade.
Σε ανάλογα τουριστικά οφέλη στόχευσαν η Τουρκία παλαιότερα, και το –ισλαμικό– Αζερμπαϊτζάν, που δαπάνησε εκατομμύρια πετροδολάρια για να κλείσει το μάτι στους «πελάτες» της Δύσης, επιδεικνύοντας το Μπακού ως ολόφωτο «Παρίσι της Ανατολής».
Πάνω στη «διαφορετικότητα» έχει χτίσει το πιο στιβαρό οικοδόμημά του ο διαγωνισμός που ξεκίνησε ως Gran Prix Eurovision (γαλλιστί), πριν από 66 χρόνια, και μπορεί πλέον να πάρει βραβείο… πολιτικοκοινωνικής πολυπλοκότητας.
Η Eurovision από τη μία πλάθει και υπηρετεί στερεότυπα (η ίδια η ευρωπόπ είναι στερεότυπη) και από την άλλη επιχειρεί να τα σπάσει. Να δούμε ένα παράδειγμα; Οι Πολωνέζες Donatan & Cleo, με τις παραδοσιακές φορεσιές και τα αποκαλυπτικότατα ντεκολτέ, μπορεί να εμφανίστηκαν ως έκφραση του στερεοτύπου που έχουν πολλοί λαοί για τη γυναίκα από την Ανατολική Ευρώπη. Ομως, πλένοντας σε σκάφες και αποκαλύπτοντας τα κάλλη τους, το 2014, έπαιξαν εν γνώσει τους με το στερεότυπο, φωνάζοντας: «We are Slavic» – «Είμαστε Σλάβες». Υπενθυμίζοντας ότι έχουν να επιδείξουν εθνική –και πολιτιστική– ταυτότητα. Στερεότυπο και κόντρα στο στερεότυπο συνάμα.
Η ελληνική δημόσια ραδιοτηλεόραση και οι άνθρωποί της δεν είναι σίγουρο ότι έχουν καταλάβει, ύστερα από 42 συμμετοχές, τι παίζεται, εν τέλει, στη Eurovision. Ισως μόνον ο αξέχαστος Μάνος Χατζιδάκις, από το πόστο του στην Ελληνική Ραδιοφωνία, είχε καταλάβει ότι στον διαγωνισμό περνούν μαζικά μηνύματα. Γι’ αυτό έστειλε τη Μαρίζα Κωχ να μιλήσει με το «Παναγιά μου, Παναγιά μου» για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Κάπως έτσι και η Αρμενία έστειλε τους Genealogy να μιλήσουν για τη Γενοκτονία, στην 100ή της επέτειο, φωνάζοντας προς την πλευρά της Τουρκίας «Don’t Deny» («Μην αρνείσαι»).
Μπορεί το τραγούδι της Κωχ να ήρθε τελευταίο στη βαθμολογία, το μήνυμα ωστόσο πέρασε. Και εξόργισε την Τουρκία, που δεν το πρόβαλε ποτέ στις μικρές οθόνες της.
Οι νίκες έχουν τη δική τους λογική. Και δεν βασίζονται σε κανέναν μυστικό αλγόριθμο. Μέχρι το ’70 η «εξουσία» ανήκε –και εκ των πραγμάτων σε τόσο περιορισμένες συμμετοχές– στις «παραδοσιακές» γιουροβιζιονικές χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Με κυρίαρχο το Λουξεμβούργο, που πόνταρε σε ερμηνευτές από όλη την Ευρώπη (ανάμεσά τους, η Νάνα Μούσχουρη και η Βίκυ Λέανδρος), την Ολλανδία ή την Ισπανία.
Τη σκυτάλη έως το 1990 πήραν νέες χώρες εξ Ανατολών, όπως το Ισραήλ, ενώ το ρεκόρ σε νίκες είχαν οι Ιρλανδοί, με κυρίαρχο τον Αυστραλό στην καταγωγή «κύριο Eurovision» Τζόνι Λόγκαν (δύο βραβεία!). Σταθερά παρούσα η αγγλική «παραδοσιακή» γιουροβιζιονική δύναμη (ειδικά όταν περνούσε το κατώφλι της Ντάουνινγκ Στριτ 10 ο νέος –και ελπιδοφόρος τότε– Τόνι Μπλερ) να συναγωνίζεται ανήλικα: τη 16χρονη Νικόλ της Γερμανίας και τη 13χρονη Σάντρα Κιμ από το Βέλγιο.
Τα επόμενα χρόνια τα χαρακτηρίζει η κυριαρχία εκπροσώπων από χώρες που προέκυψαν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας (Σερβία) και της Σοβιετικής Ενωσης (Εσθονία, Λετονία, Ουκρανία). Σύμπτωση; Είναι η περίοδος που διευρύνεται ο χάρτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την ώρα που μαίνεται ο πόλεμος στην πρώην Γιουγκοσλαβία, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη συμμετέχει με το τραγούδι «Sva Bol Svijeta» («Ολος ο πόνος του κόσμου») για να μην εισπράξει ούτε μία ψήφο από την Κροατία και τη Σλοβενία και να καταλήξει στη 18η θέση.
Ολα αυτά, προτού ξεκινήσει η νέα στροφή προς Ανατολάς (Τουρκία, Ισραήλ, αλλά και Ελλάδα), για να καταλήξουμε στην επίδειξη δύναμης –πολιτικής ή οικονομικής– από τη Ρωσία του Πούτιν ή τα πετροδολάρια του Αζερμπαϊτζάν. Ενώ παράλληλα επανήλθε δριμύτερο το σκανδιναβικό μπλοκ (Φινλανδία, Νορβηγία, Σουηδία).
Τυχαίες δεν είναι ούτε οι συμμαχίες ούτε οι αντιπαλότητες, ούτε τα γιουροβιζιονικά μπλοκ. Να πάμε στα πρώτα –και αδιαμφισβήτητο πανευρωπαϊκά– κρατούμενα: Τα «δωδεκάρια» της Κύπρου προς την ελληνική συμμετοχή και τούμπαλιν. Στο σκανδιναβικό μπλοκ, που είναι το πιο «αγαπημένο», με τα δωδεκάρια να πάνε και να έρχονται μεταξύ Σουηδίας, Νορβηγίας, Δανίας. Ακόμη και στη Φινλανδία ή την Εσθονία που δεν έχουν αντίστοιχες συγγένειες.
Αντίθετα το νεόκοπο μπλοκ των Βαλκανίων μόνον «αγαπημένο» δεν είναι. Ποια δωδεκάρια; Ούτε έναν βαθμό σε γείτονες.
Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο με το «ρωσικό» μπλοκ, που προέκυψε μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Υποστήριξη υπήρχε μέχρι πρόσφατα, κυρίως προς τη «μαμά Ρωσία» από τα –αποσχισθέντα– παιδιά. Εκτός κι αν γινόταν πόλεμος…
Ή υπήρχε αμφισβήτηση. Οπως το 2007, οπότε έγινε διάβημα από τη Ρωσία προς τη διοργανώτρια ΕΒU, επειδή άκουσε ως… «Russia Goodbye» («Αντίο Ρωσία») την ακατάληπτη φράση «Lasha Tumbai» στο ουκρανικό τραγούδι του κωμικού σούπερ σταρ Αντρέι Μιχαήλοβιτς Ντανίλκο, με το καλλιτεχνικό όνομα Βέρκα Σερντούτσκα.
Μπορεί τότε η Ρωσία να μην κατάφερε τον αποκλεισμό της Ουκρανίας, αλλά δύο χρόνια αργότερα, λίγο πριν από τον ημιτελικό της Eurovision στη Μόσχα, το πέτυχε με το γεωργιανό τραγούδι «We Don’t Wanna Put In». Ενόχλησαν οι δύο τελευταίες λέξεις, ειπωμένες επιτηδευμένα, ώστε να θυμίζουν το όνομα του ρώσου προέδρου…
Η Γεωργία συμμετείχε στον διαγωνισμό όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Κριμαία, και οι οργανωτές φοβήθηκαν έκτροπα σε βάρος της ρωσικής συμμετοχής, τα οποία τελικά περιορίστηκαν σε μακρόσυρτο γιουχάισμα των διδύμων αδελφών Τολματσέβι που εκπροσωπούσαν τη χώρα. Οσοι βρίσκονταν στην αίθουσα, όμως, γνώριζαν ότι η αποδοκιμασία δεν αφορούσε τόσο την εισβολή, όσο την επιβολή σκληρών νόμων «εναντίον της ομοφυλοφιλικής προπαγάνδας» από το καθεστώς Πούτιν.
Στον αντίποδα, η συμμετοχή της αυστριακής drag queen Κοντσίτα Βουρστ («προοδευτικό» πρόσημο για την Αυστρία, την ώρα που είχε δεχθεί τον ψόγο της στροφής προς τον άκρατο συντηρητισμό) είχε προκαλέσει διαδηλώσεις διαμαρτυρίας από φανατικές «αντιγκέι» οργανώσεις σε Ρωσία και Λευκορωσία.
Αντίστοιχες διαδηλώσεις έγιναν στο Μπακού για τις αθρόες συλλήψεις και φυλακίσεις αζέρων αντιφρονούντων στο καθεστώς του Ιλχάμ Αλίγιεφ, όπως και όσων ξεσπιτώθηκαν για να χτιστεί το υπερπολυτελές Μέγαρο των Κρυστάλλων που φιλοξένησε τον Διαγωνισμό της Eurovision.
Από εκείνο το αζέρικο εγχείρημα, έμειναν τελικά στο καθεστώς αρκετά δημοσιεύματα στον ευρωπαϊκό Τύπο, οι ανακαινισμένες προσόψεις κτιρίων στο κέντρο του Μπακού, αλλά και 600 παραδοσιακά λονδρέζικα ταξί που καλοπλήρωσε το Αζερμπαϊτζάν για να τα χαρούν οι γιουροεπισκέπτες. Στόχος δεν ήταν μόνον η τουριστική διαφήμιση, αλλά κυρίως το «ευρωπαϊκό προφίλ» μιας χώρας που ανήκει στο Ισλάμ, αλλά φλερτάρει με τη Δύση.
Στα δικά μας, η πιο έντονη διαμαρτυρία της ελληνικής αντιπροσωπείας προς την EBU καταγράφτηκε το 1988, επειδή το βιντεοκλίπ της τουρκικής συμμετοχής Sufi είχε γυριστεί μέσα στην Αγία Σοφία.
Την προηγούμενη χρονιά, ελληνική και κυπριακή αντίδραση είχε προκαλέσει η αφαίρεση από την τουρκική ραδιοτηλεόραση της λέξης «Cyprus» από την οθόνη, την ώρα που διαγωνιζόταν η Αλέξια με το «Ασπρο Μαύρο». Η EBU απλώς επέβαλε πρόστιμο…
Το 1990, το βελγικό τραγούδι του Φιλίπ ΛαΦοντέν, που περιέγραφε τη Macédomienne («Μακεδονίτισσα», εκ Σκοπίων) σύζυγό του, προκάλεσε επίσης αντίδραση.
Το ίδιο συνέβη το 2013 με το βιντεοκλίπ της Βόρειας Μακεδονίας, με τον Βλάτκο και τη «Βασίλισσα των τσιγγάνων» Εσμα, που περιείχε πλάνα από το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στα Σκόπια.
Πλατφόρμα δοκιμών «Η ωραία Eurovision»
Το σεξ, λένε, έχει να κάνει με τα πάντα εκτός από το ίδιο το σεξ. Eτσι και ο διαγωνισμός τραγουδιού της Eurovision έχει να κάνει με όλα τα άλλα εκτός από το τραγούδι!
Λίγοι κατάλαβαν πώς και γιατί, κυρίως βρετανοί δημοσιογράφοι, άρχισαν να χρησιμοποιούν τον όρο «Γκέι Παγκόσμιο Κύπελο» / Gay World Cup ή «Γκέι Χριστούγεννα» / Gay Christmas για την Γιουροβίζιον. Παράξενο. Το Κύπελλο Ποδοσφαίρου ανάγεται, κοινωνικά και ως στερεότυπο, στον ανδρισμό. Και τα Χριστούγεννα στην οικογένεια.
Κάτι άλλο ήθελαν να πουν, μάλλον. Oτι η Γιουροβίζιον είναι πεδίο δοκιμών κοινωνικών στερεότυπων –ίσως και συμπεριφορών– που η κοινωνία δεν τολμάει να δοκιμάσει ή να ψηφίσει.
Δεν θα μπορούσε να ακούσει αλλού η κοινωνία φινλανδούς μουσικούς με σύνδρομο Down, σε ενάμισι θορυβώδες λεπτό, να φωνάζουν «Δεν θέλουμε να ζούμε σε ιδρύματα».
Ούτε θα μπορούσε –μέχρι τότε– να δώσει αλλού βραβείο σε μια τρανς από το συντηρητικό Ισραήλ, με εμπόλεμη και σκληρή πολιτικά και κοινωνικά στάση. Είτε στην παρενδυσία μιας μουσάτης περφόρμερ από μια συντηρητική χώρα, όπως η Αυστρία.
Η Ντάνα Ιντερνάσιοναλ και η Κοντσίτα Βουρστ δεν ήταν οι πρώτες και μόνες «διαφυλικές» παρουσίες στην Eurovision. Πολύ πιο πριν, το 1973, στο διάλειμμα του διαγωνισμού, εμφανίστηκε ο πρώτος παρενδυτικός κλόουν, με κατακόκκινο φουστάνι και τεράστιο… ντεκολτέ από μπαλόνια. Ο Τσάρλι Ριβέλ (κατά κόσμον Ζοζέπ Αντρέ), γεννημένος το 1896 και αγαπημένος των Ναζί, στο γερμανικό καμπαρέ!
Το ενδυματολογικό ή κινησιολογικό μέρος των «εθνικών» εμφανίσεων, κυρίως μετά το ορόσημο του Waterloo των ΑΒΒΑ το 1974, παρέπεμπε πολύ συχνά σε αυτή τη «διαφορετικότητα», ιδωμένη μέσα από τα μάτια μιας κοινωνίας που δεν την ανέχεται αλλού: υπερβολική, εκκεντρική, γκροτέσκα. Απορριπτέα μεν εν γένει, αλλά πού αλλού θα την ψήφιζε αναφανδόν ο τηλεθεατής, εκτός από την Eurovision;
Πολλές κρατικές ραδιοτηλεοράσεις, μέλη της EBU, κατάλαβαν νωρίς πως μπορούν να επενδύσουν σε όλα αυτά. Στο πεδίο δοκιμών «Η ωραία Eurovision», όπου ακόμη και το ακραίο περνάει το μήνυμα. Ειδικά το μήνυμα της αγοράς, όταν άρχισε να στρέφεται μαρκετινίστικα στο ομοφυλόφιλο κοινό με την μεγάλη αγοραστική δύναμη.
Η δεκαετία του ’80 βρίθει παραδειγμάτων που απευθύνονταν στο «απελευθερωτικό» ένστικτο του τηλεοπτικού κοινού, όσο η –έγχρωμη– εικόνα έμπαινε σε εκατομμύρια σπίτια και ο διαγωνισμός γινόταν πρώτο σε τηλεθέαση γεγονός σε πολλές (κυρίως σκανδιναβικές) χώρες. Ακόμη και πάνω από τα Μουντιάλ!
Αλλά και σε επιδραστικότητα. Η φήμη των ΑΒΒΑ και της Σελίν Ντιόν, φέρ’ ειπείν, ξεπερνούσε τα χρονικά και τοπικά όρια της Eurovision και μπορούσε να πλασαριστεί σε ένα παγκόσμιο αγοραστικό κοινό, για χρόνια μετά. Η επανάσταση –που ξεκίνησε δειλά και ραδιοφωνικά το 1956– ήταν εκεί!
Αυτή η επανάσταση, στο πεδίο των κοινωνικών δοκιμών, μπορούσε να «πλάσει»… προοδευτικά προφίλ κρατών, να παίξει με στερεότυπα, να τα διαλύσει, να υπνωτίσει ή να αφυπνίσει στο όνομα μιας ποπ που μόνον με το τραγούδι δεν είχε σχέση.
Δεν είναι τυχαίο ότι, σχεδόν παράλληλα με την «ενωτική» Eurovision, γεννήθηκαν και ενωτικοί οργανισμοί με εμπορικο-οικονομικό χαρακτήρα, όπως η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ανθρακα και Χάλυβα και η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και πλέον Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η τάση ήταν σαφής: το τηλεοπτικό θέαμα μπορούσε να αποδειχθεί πιο δυνατό από κάθε άλλη «ένωση». Εκεί, άλλωστε, μπορείς να μιλήσεις –ή να περάσεις μηνύματα– ακόμη και για την κατασκευή μιας υδροηλεκτρικής μονάδας (νορβηγική συμμετοχή, 1980, με τους Σβέρε Κίλσμπεργκ και Μάτις Χέτα στο «Sámiid Ædnan» – «Γη του Σάμιντ»). Ή για τη νομοθετική διάσταση των διαζυγίων για τους Καθολικούς (ιταλική συμμετοχή, 1974, με την Τζιλιόλα Τσινκουέτι και το «Si» – «Ναι»).
Εκεί μπορείς να επιδείξεις την ομοερωτική «ελευθερία» (ρωσική συμμετοχή, 2003, με τις t.Α.T.u. και το «Ne Ver’, Ne Boysia» – «Mην πιστεύεις, μη φοβάσαι») ή για τους γάμους μεταξύ ομοφύλων. Οπως η φινλανδική συμμετοχή του 2013, με την Κρίστα Ζίγκφριντς και το «Marry Me» – «Παντρέψου με», παραμονές της νομιμοποίησης, στην Φινλανδία, των γάμων αυτών.
Ειδικοί έχουν παρατηρήσει ότι πολλά από τα θέματα που αγγίζουν τραγούδια της Eurovision προετοιμάζουν ή αποτυπώνουν τα διλήμματα ή τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Οπως, π.χ., το 1997 στην περίπτωση της Βρετανίας που δεν είχε εναρμονιστεί στο όριο ηλικίας ενηλικίωσης, σε σχέση με τις σεξουαλικές επιλογές.
Ηταν η ίδια χρονιά που ο ισλανδός Πολ Οσκαρ, εκπροσωπώντας μια χώρα που είχε νομιμοποιήσει από το 1940 την ομοφυλοφιλία ύστερα από επανειλημμένες προσφυγές στο Συμβούλιο της Ευρώπης, κατέθετε ανοιχτά την ομοερωτική άποψή του (χαϊδευόμενος πάνω σε ένα δερμάτινο καναπέ, μπροστά σε ένα «ζωντανό» σαδομαζοχιστικό σκηνικό).
Το 2007, παρά τις αντιδράσεις της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, η σέρβα νικήτρια του διαγωνισμού, Μαρίγια Σερίφοβιτς, αποκάλυψε επίσης δημόσια τις σεξουαλικές επιλογές της. Αυτό, από μια χώρα που ήθελε να δείξει ότι «προόδευσε κοινωνικά» από τα χρόνια του εθνικισμού και του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Ανοίγοντας τον δρόμο στο, μονίμως εμποδισμένο από σκίνχεντ, Gay Parade του Βελιγραδίου.