Η πρόβλεψη ότι κάποια στιγμή ο πόλεμος στην Ουκρανία θα τελειώσει είναι μια αφόρητη ταυτολογία. Όλα, κάποια στιγμή, τελειώνουν. Η κρίσιμη παράμετρος είναι αν η αλληλεπίδραση των δυνάμεων που παίζουν ρόλο στη σύρραξη, μας οδηγεί ήδη προς τα εκεί.
Μια επισκόπηση των αναλύσεων και των δηλώσεων σε Ευρώπη και ΗΠΑ τα τελευταία εικοσιτετράωρα οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι η πλάστιγγα έχει γείρει: αν πριν από δυόμισι μήνες το βασικό ζητούμενο της Δύσης ήταν η στήριξη στην Ουκρανία και η τιμωρία του Πούτιν μέσω κυρώσεων, σήμερα κυριαρχεί η αγωνία για τη νέα παγκόσμια οικονομική κρίση και το κόστος που πληρώνουν ήδη οι πιο ευάλωτοι πολίτες.
Στη Δύση η ανησυχία αφορά και το κόστος για τις ίδιες τις δημοκρατίες, αλλά και το μέλλον των ηγετών, με δεδομένη τη συσσώρευση υπόκωφης έντασης από την πανδημία την οποία, ο πόλεμος στην Ουκρανία, δεν άφησε να εκτονωθεί. Η ανάκαμψη πνίγεται από τις παρενέργειες του πολέμου και η ελπίδα της όποιας κανονικότητας (έμφαση στο όποιας) σκιάζεται από τοn φόβο ανεξέλεγκτων καταστάσεων όσο συνεχίζεται η οικονομική αναταραχή.
Τρομάζει το κόστος από τη νέα οικονομική κρίση
Τους φόβους αυτούς συνοψίζει η σκοτεινή πρόβλεψη της γενικής διευθύντριας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, που ανέφερε ότι λόγω του πολέμου στην Ουκρανία η παγκόσμια οικονομία ίσως βρίσκεται μπροστά «στη μεγαλύτερη δοκιμασία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο». Η επικεφαλής του Ταμείου, με έδρα την Ουάσιγκτον, τα είπε αυτά την Κυριακή, την ώρα που το διεθνές οικονομικό κατεστημένο άρχιζε να συγκεντρώνεται στο Νταβός της Ελβετίας για το πρώτο Παγκόσμιο Φόρουμ (22-26 Μαΐου) με φυσική παρουσία (αλλά χωρίς σκι) μετά το ξέσπασμα της πανδημίας.
Οι αναφορές της Γκεοργκίεβα στις επιπτώσεις που θα έχουν ο πληθωρισμός, η διακοπή της εφοδιαστικής αλυσίδας και ευρύτερα ο οικονομικός κατακερματισμός, μετά από δεκαετίες όλο και μεγαλύτερης παγκοσμιοποίησης, εστιάζονται στους εργαζόμενους, μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος. Τα ίδια δηλαδή που ακούμε το τελευταίο διάστημα από τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον ιταλό πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι, δύο ηγέτες της Ευρώπης που ζητούν τον άμεσο τερματισμό του πολέμου και θα εστιάσουν, στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες, την ερχόμενη Δευτέρα και Τρίτη, 30-31 Μαΐου, στην περαιτέρω στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών στην Ευρώπη.
Οι μάχες και η αποδοχή ενός συμβιβασμού
Στην Ουάσιγκτον, σημαίνοντα μέλη του διπλωματικού κατεστημένου για ειδικοί για ζητήματα ασφάλειας, όπως τα στελέχη του Council on Foreign Relations, κάνουν λόγο για την ανάγκη «στρατηγικού πραγματισμού», υπέρ ενός συμβιβασμού με κάτι λιγότερο από μια «νίκη» της Ουκρανίας και την πλήρη εκδίωξη των Ρώσων από τα εδάφη της χώρας.
Με τη σειρά τους, οι New York Times σημείωσαν σε παρεμβατικό κύριο άρθρο τους ότι ο μόνος ρεαλιστικός στόχος είναι οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, προσθέτοντας, κάπως ωμά, ότι ο αμερικανός πρόεδρος θα πρέπει να διαμηνύσει στον ουκρανό ομόλογό του Βολοντίμιρ Ζελένκσι ότι θα πρέπει να αποδεχθεί την απώλεια εδαφών.
Την Κυριακή 22 Μαΐου, ο επιφανής αρθρογράφος Τόμας Φρίντμαν μετέφερε τις σκέψεις του στους αναγνώστες των New York Times μετά από την τετ-α-τετ συνάντηση και την off-the-record κουβέντα που είχε με τον Τζο Μπάιντεν, στον Λευκό Οίκο, την Δευτέρα 16 Μαΐου, την ίδια ημέρα που έγινε το ραντεβού Μπάιντεν – Μητσοτάκη.
Περιγράφοντας την «αίσθησή» του, μετά από τη συζήτηση με τον πρόεδρο, ο Φρίντμαν σχολιάζει στο άρθρο του: «Για όλους εσάς, τους μπουμπούνες του Fox News, που λέτε ότι ο Μπάιντεν δεν μπορεί να ενώσει δύο προτάσεις μεταξύ τους, ορίστε μια “έκτακτη είδηση”: Μόλις ένωσε το ΝΑΤΟ, την Ευρώπη και ολόκληρη τη δυτική συμμαχία -η οποία εκτείνεται από τον Καναδά μέχρι τη Φινλανδία και την Ιαπωνία- για να βοηθήσει την Ουκρανία να προστατεύσει τη νεοσύστατη δημοκρατία της από τη φασιστική επίθεση του Βλαντίμιρ Πούτιν».
Άραγε η… «αίσθηση» του Φρίντμαν, σημαίνει ότι και ο Μπάιντεν πιστεύει το ίδιο και ότι εφόσον οι ΗΠΑ εδραίωσαν τον ηγετικό τους ρόλο ήρθε η ώρα να πιέσουν τους Ουκρανούς για συμβιβασμό; Πάντως μέχρι τώρα κάτι τέτοιο δεν έχει καταγραφεί, παρότι οι οικονομικές επιπτώσεις, κυρίως από την έκρηξη του πληθωρισμού στις ΗΠΑ αποτελούν σημαντικό πρόβλημα για τον Μπάιντεν ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου.
«Ο μεγαλύτερος θρίαμβος του Δαυίδ»
«Η αναπόφευκτη έκβαση θα ήταν ένας συμβιβασμός, αλλά καθώς μεταβάλλεται η ισορροπία των δυνάμεων έχουμε μπροστά μας και άλλες εχθροπραξίες προτού οποιαδήποτε από τις δύο πλευρές είναι έτοιμη να τον αποδεχθεί», τονίζει από την πλευρά του ο διπλωματικός αναλυτής της βρετανικής Telegraph Ρόλαντ Ολιφαντ.
Ο Ολιφαντ θεωρεί ότι η επικράτηση των Ουκρανών έναντι των Ρώσων στο Κίεβο και στο Χάρκοβο «είναι ο μεγαλύτερος θρίαμβος του ασθενέστερου μετά τη σύγκρουση Δαυίδ και Γολιάθ».
Η Telegraph επισημαίνει ότι το κύριο άρθρο των NYTimes προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις υψηλόβαθμων αξιωματούχων στο Κίεβο κινητοποιώντας παράλληλα φόβους για «το γεγονός ότι οι ελίτ, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, έχουν αποφασίσει ότι ο πόλεμος πρέπει να τελειώνει».
Παράλληλα, ορισμένοι αναλυτές διακρίνουν στις δηλώσεις των Ουκρανών, για την «ολοένα και πιο δύσκολη κατάσταση» στο πεδίο των μαχών μια πρώτη προσπάθεια του Ζελένκσι για την προετοιμασία της κοινής γνώμης στον δρόμο για έναν συμβιβασμό.
Ο αντίλογος στην άποψη των New York Times είναι ότι οι αναλυτές της διεθνών σχέσεων στην αμερικανική πρωτεύουσα θεωρούσαν αναπόφευκτη την απώλεια εδαφών για την Ουκρανία και πριν αρχίσει ο πόλεμος, όταν θεωρείτο βέβαιο ότι οι Ουκρανοί θα έχαναν, ακόμη και με τη στήριξη της Δύσης.
Επίσης, υπογραμμίζεται το γεγονός ότι ο Μπάιντεν υπέγραψε τεράστια ποσά στήριξης για τους Ουκρανούς (40 δισ. δολάρια, το τελευταίο) δίνοντας το πράσινο φως για την ενίσχυσή τους με όλο και πιο σύγχρονα όπλα. Και επιπλέον, οι στενοί σύμμαχοι των ΗΠΑ, όπως η Βρετανία και η Πολωνία συνεχίζουν να υποστηρίζουν μαζί με τους Αμερικανούς τους στρατιωτικούς στόχους του Κιέβου.
Αναφορικά με τους στόχους, πριν από λίγες ημέρες ο επικεφαλής των ουκρανικών μυστικών υπηρεσιών, στρατηγός Κιρίλο Μπουντάνοφ, προέβλεψε ότι η πλάστιγγα θα γείρει υπέρ της Ουκρανίας μέσα στο καλοκαίρι και ότι ο πόλεμος θα τελειώσει μέχρι το τέλος του έτους με τη χώρα του να παίρνει πίσω και το Ντονμπάς και την Κριμαία από τους Ρώσους.
Και από την άλλη πλευρά, η Ρωσία δηλώνει αποφασισμένη να συνεχίσει την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» και λέει ότι ενισχύει τις δυνάμεις της, ευρισκόμενη μάλιστα πολύ κοντά στον έλεγχο ολόκληρου του Ντονμπάς .
Τα ισχυρά μηνύματα δεν αποκλείουν τις υποχωρήσεις
Επομένως τι βγαίνει από όλα αυτά; Πρόκειται μάλλον για τις δύο όψεις της ίδιας πραγματικότητας.
Ο Ζελένσκι, στις αρχές του μήνα, αντέδρασε έντονα στον υπαινιγμό του Μακρόν ότι η ειρήνη μπορεί να συνεπάγεται τον έλεγχο εδαφών από τη Ρωσία. Και γνωρίζει προφανώς ότι το αίτημα από τον Ντράγκι και τον καγκελάριο της Γερμανίας Ολαφ Σολτς για άμεση κατάπαυση του πυρός σημαίνει ότι αυξάνονται οι πιθανότητες του Πούτιν να κρατήσει τα εδάφη στα οποία θα πατάνε οι δυνάμεις του τη στιγμή της εκεχειρίας.
Από την άλλη πλευρά όμως, και ο ίδιος ο Ζελένκσι, παρότι αποκλείει τις εδαφικές παραχωρήσεις, παραδέχτηκε το Σάββατο σε διάγγελμά του προς τον ουκρανικό λαό ότι ο πόλεμος θα τελειώσει μέσω της διπλωματίας: «Με διαπραγματεύσεις».
Και αν όπως δείχνουν κάποιες πληροφορίες, η άτυπη γραμμή επικοινωνίας Ουάσιγκτον – Μόσχας έχει ανοίξει, όσα συζητούνται στις εφημερίδες και όσα συμπεραίνουμε από τις επίσημες δηλώσεις είναι ζητήματα που πιθανώς ήδη εξετάζονται, σε κάποιο επίπεδο, από τις δύο πλευρές.
Η έγκριση του πακέτου των 40 δισ. δολαρίων από τον Μπάιντεν στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα αποφασιστικότητας ότι οι ΗΠΑ θα στηρίξουν την Ουκρανία μέχρι τέλους. Το ίδιο μήνυμα αποφασιστικότητας στέλνουν και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Ίσως διότι κανένας δεν μπαίνει στη λογική του συμβιβασμού αν δεν δείξει πρώτα πυγμή.
Κάπως έτσι, το ζητούμενο για τις κυρίαρχες πια φωνές σε ΗΠΑ και Ευρώπη είναι να σταματήσει η αιματοχυσία και να συντηρηθεί η ελπίδα επιστροφής στην (όποια) κανονικότητα. Το ερώτημα που δεν έχει λυθεί όμως είναι αν, μετά από όλα όσα έχουν συμβεί, η Δύση μπορεί να μεταβολίσει ηθικά και αξιακά ένα τέλος του πολέμου με κέρδη και για τον Πούτιν.