Σε ποιο σημείο ξεκινά η διαδικασία μεταμόρφωσης ενός ηθοποιού, καθώς ετοιμάζεται να «μπει» στον χαρακτήρα του; Για τον Τζάρεντ Χάρις, ο οποίος πρωταγωνίστησε πρόσφατα στην «Επιστροφή» (1964), ένα από τα πρώιμα έργα του Χάρολντ Πίντερ, ξεκινά καθ’ οδόν προς το Young Vic, την αδελφή σκηνή του Old Vic, με μια βόλτα για διαλογισμό στη γέφυρα Γκόλντεν Τζούμπιλι.
Ο Τζόζεφ Φάινς, όταν έπαιζε τον Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ στο έργο «Dear England» στο Εθνικό Θέατρο του Λονδίνου, ξεκινούσε ήσυχα την προετοιμασία του με ένα φλιτζάνι τσάι, ενώ ο Κεν Νουόσου, που υποδύεται τον Οθέλο στο θέατρο Σαμ Γουοναμέικερ Πλέιχαουζ, καθυστερεί να μπει στο πετσί του ρόλου του μέχρι την τελευταία στιγμή: «Θέλω να είμαι εγώ όσο μπορώ περισσότερο πριν ξεκινήσει η παράσταση», λέει στον Guardian.
Οσο για την Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, η οποία πρωταγωνιστεί -αυτή τη φορά στο θέατρο Σαβόι του Λονδίνου- μαζί με τον εδώ και 26 χρόνια σύζυγό της Μάθιου Μπρόντερικ στην κωμωδία του Νιλ Σάιμον «Plaza Suite» (1968), θα ήθελε να κάνει ολόκληρη η διαδικασία της προετοιμασίας της. «Το καλύτερο πράγμα σε όλο αυτό, για μένα, είναι να είμαι στη σκηνή», λέει. Ωστόσο πριν βγει στο σανίδι κάνει ένα ολόκληρο τελετουργικό.
Εχοντας παρατηρήσει τα παρασκηνιακά τελετουργικά που λαμβάνουν χώρα σε μια σειρά παραστάσεων του Λονδίνου –από οικογενειακά μιούζικαλ μέχρι σαιξπηρικές τραγωδίες και μεγάλες κωμωδίες– για τους δημοσιογράφους του Guardian Ντέιβιντ Λεβίν και Μίριαν Γκίλινσον είναι ξεκάθαρο ότι η διαδικασία κάθε ηθοποιού είναι εξίσου ξεχωριστή και απρόβλεπτη όσο και κάποιου άλλου. Είναι ενδιαφέρον, δε, ότι η ατμόσφαιρα στα παρασκήνια συχνά δεν έχει καμία σχέση με τον τόνο της εκάστοτε παραγωγής: όσο πιο έντονη είναι η παράσταση, τόσο πιο χαλαρή η ατμόσφαιρα στα καμαρίνια.
Ισως το πιο ανόητο περιβάλλον, που συνάντησαν οι δύο δημοσιογράφοι ήταν στα παρασκήνια της «Επιστροφής», γράφουν, όπου ο Τζάρεντ Χάρις τους εκμυστηρεύτηκε: «Δεν είναι πολύ σοβαρή ατμόσφαιρα εδώ μέσα. Το έργο του Πίντερ είναι τόσο έντονο που δεν μπορεί να είναι πολύ βαριά [η ατμόσφαιρα]». Από το καμαρίνι του, ακούγονταν γέλια και φλυαρίες, ενώ εκείνος ξυριζόταν και χτενιζόταν. (Αποδεικνύεται, μάλιστα, ότι τα μαλλιά, γενικά, έχουν τεράστια σημασία για πολλούς από τους ηθοποιούς με τους οποίους μίλησαν οι δημοσιογράφοι του Guardian.)
Είναι συναρπαστικό, λένε, να παρατηρείς τη στιγμή ακριβώς που κάθε ηθοποιός επιλέγει να «βουτήξει» στον χαρακτήρα του έργου και να χάσει τον εαυτό του καθώς τον ερμηνεύει. Ο Κεν Νουόσου, για παράδειγμα, επιμένει ότι προσπαθεί να μείνει χαλαρός όσο το δυνατόν περισσότερο, ωστόσο η σωματική του προετοιμασία για να παίξει τον Οθέλο είναι εντυπωσιακά έντονη.
Πολύ μετά τον έλεγχο ασφαλείας (που γίνεται πριν από την παράσταση) και την προθέρμανση της φωνής, ο Νουόσου τριγυρνά μόνος στη σκηνή του θεάτρου. Σε αντίθεση με το υπόλοιπο καστ, δεν λέει ούτε μια λέξη του ρόλου του. Τρίβει τα χείλη του και τραγουδά μερικά αρπέτζιο, κάνει μασάζ στο πρόσωπό του και κοιτάζει διαπεραστικά τα καθίσματα στην αίθουσα. Είναι σαν να αδειάζει το μυαλό του. Ενδεχομένως σκέφτεται το κοινό. Είναι σαν να βιώνει μια ήσυχη, σαγηνευτική, σχεδόν πνευματική εμπειρία.
Στα καμαρίνια γίνεται κατά κάποιον τρόπο αισθητό ένα κομμάτι από κάθε ρόλο, μια συγκεκριμένη παρουσία που δεν είναι αποκλειστικά εκείνη του ηθοποιού. Αυτό, ωστόσο, δεν ισχύει για το καμαρίνι του Τζόζεφ Φάινς, όπου ο ηθοποιός ετοιμάζεται για την ερμηνεία του Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ, πρώην ποδοσφαιριστή και πλέον περίφημου προπονητή της εθνικής Αγγλίας. Ενώ άλλα καμαρίνια είναι γεμάτα με σαμπάνιες, δώρα και μια δόση γκλάμουρ, το καμαρίνι του Φάινς είναι λιτό, τακτοποιημένο, σαν να ζητάει πρακτικά από όλους να μην δίνουν σημασία.
Την τελευταία εβδομάδα των παραστάσεων ο Φάινς εξακολουθεί να προσπαθεί να κατανοήσει τον Σάουθγκεϊτ. Είναι ξεκάθαρα λίγο παραπάνω εμμονικός. «Είναι τζέντλεμαν. Ενας ευγενικός άντρας», λέει ο Φάινς στον Guardian. «Μάλλον ανατράφηκε σε ένα πολύ λιγότερο ευγενές περιβάλλον, με ανθρώπους να φωνάζουν και προπονητές να πετάνε μπουκάλια στην αίθουσα τρομάζοντας στους παίκτες τους. Αλλά αυτό που μου αρέσει στον Γκάρεθ είναι ότι αναγνωρίζει ξεκάθαρα πως αυτό δεν λειτουργεί. Είναι γενναίο και αθόρυβα επαναστατικό», τονίζει. (Να σημειωθεί ότι ίδιος ο Σάουθγκεϊτ δεν έχει δει το έργο!)
Για τον Φάινς, ένας από τους βασικούς τρόπους για να μπει στον χαρακτήρα του Σάουθγκεϊτ είναι μέσα από τα γένια του. Ξοδεύει πολύ χρόνο βάζοντας προσεκτικά μαύρη μάσκαρα στα δικά του για να βεβαιωθεί ότι το σχήμα και το χρώμα είναι ακριβώς όπως πρέπει. Μετά είναι τα μαλλιά και η μύτη, που απαιτεί επίπονη προσθετική εργασία, και τέλος η φωνή. Καθώς ο Φάινς προετοιμάζει σχολαστικά την εμφάνισή του, ακούγεται το audiobook του Σάουθγκεϊτ «Anything Is Possible». Ο Φάινς επαναλαμβάνει τα λόγια του, μιμούμενος την χαρακτηριστική προφορά του προπονητή από το Κρόλεϊ του δυτικού Σάσεξ, εκπέμποντας σεμνότητα, συμπόνια και μια αίσθηση ηρεμίας.
Στο προσεκτικά διαρρυθμισμένο καμαρίνι της Σάρα Τζέσικα Πάρκερ στο θέατρο Σαβόι του Λονδίνου, υπάρχει επίσης ηρεμία, διαφορετικού είδους ωστόσο. Το άρωμα πορτοκαλιού, που διαχέεται στον χώρο, δημιουργεί μια ατμόσφαιρα η οποία θυμίζει σπα ενώ ένα τασάκι από το πραγματικό ξενοδοχείο «Plaza» της Νέας Υόρκης είναι γεμάτο με πολύτιμα μπιχλιμπίδια. Η Πάρκερ υποδύεται τρεις διαφορετικές γυναίκες, που βιώνουν έναν δυστυχισμένο γάμο, και κάθε σετ μακιγιάζ έχει τη δική του ιδιαίτερη θέση σε μια σειρά από μπουντουάρ. Μια συλλογή ποιημάτων του Γέιτς στηρίζεται στον καθρέφτη της («Προσπαθώ να διαβάσω ένα ποίημα κάθε βράδυ», λέει) και στη γωνία υπάρχει μια φωτογραφία του πατριού της, ο οποίος πέθανε το 2022.
Το καμαρίνι της Σάρα Τσέσικα Πάρκερ ίναι ένας χώρος άκρως προσωπικός και βαθιά μελετημένος. Γιατί για την αμερικανίδα ηθοποιό, το κλειδί για την προετοιμασία της είναι η δημιουργία κάποιας αίσθησης ελέγχου του χώρου, όπως λέει στον Guardian. Εχοντας παίξει στο Μπρόντγουεϊ από πολύ μικρή ηλικία, τρέφει βαθύ σεβασμό για το θέατρο. Κάθε κτίριο, λέει, έχει τους δικούς του μοναδικούς ρυθμούς και τελετουργίες, και όλα αυτά χρειάζεται να τα κατανοήσεις κατά τη διάρκεια μιας σειράς παραστάσεων.
«Δημιουργείς κυριολεκτικά ένα μονοπάτι μέσα από το θέατρο. Περπατάς με έναν συγκεκριμένο τρόπο, πηγαίνεις στη σκηνή δεξιά ή αριστερά μια συγκεκριμένη ώρα», λέει. Και προσθέτει: «Λες και κάνεις συγκεκριμένα πράγματα με τον ίδιο ηθοποιό κάθε βράδυ πριν ανέβει η αυλαία. Μπορεί να αγγίξεις ένα κομμάτι του σκηνικού με συγκεκριμένο τρόπο. Και χρειάζεται να κατανοήσεις αυτές τις δεισιδαιμονίες και να μην τις θεωρείς ανόητες, αλλά, αντίθετα, να τις δεις σαν ένα σημαντικό μέρος του σεβασμού που δείχνεις όταν εργάζεσαι στο κτίριο».
Τον τελευταίο καιρό, η Πάρκερ σκέφτεται να εγκαταλείψει όλα αυτά τα τελετουργικά πριν από την παράσταση. Αλλά δεν μπορεί να το κάνει: «Σκέφτηκα: τι θα γινόταν αν πέταγα όλες αυτές τις δεισιδαιμονίες και τις ρουτίνες για να δω τι θα συμβεί; Αλλά μετά σκέφτομαι ότι αυτό δεν θα είναι πολύ ωραίο για το κοινό εκείνη τη βραδιά. Τι θα γίνει αν όλα πάνε τρομερά στραβά και [οι θεατές] είναι τα θύματα της μελέτης του ελέγχου μου;», παραδέχεται και προσθέτει: «Τόσο τρελή μπορώ να είμαι!»…