| Shutterstock
Θέματα

Eνα νέο αντιβιοτικό καταπολεμά τα σούπερ-βακτήρια

Μέχρι στιγμής, η δοκιμή του σε πειραματόζωα δημιουργεί βεβαιότητες για την καταπολέμηση ενός από τα πιο επικίνδυνα παθογόνα - Καταπολεμά το Acinetobacter baumannii το οποίο έχει ταξινομηθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως ένα από τα πιο επικίνδυνα παθογόνα ακριβώς εξαιτίας της αντοχής του στα φάρμακα
Protagon Team

Οι επιστήμονες ανακάλυψαν μια εντελώς νέα κατηγορία αντιβιοτικών η οποία φαίνεται να δρα ενάντια σε ένα από τα τρία βακτήρια που θεωρούνται ως η μεγαλύτερη απειλή για την ανθρώπινη υγεία, λόγω της εκτεταμένης αντοχής τους στα διαθέσιμα φάρμακα.

Ο λόγος για το Zosurabalpin το οποίο δοκιμάστηκε σε πειραματόζωα με βαριά πνευμονία και σήψη και καταπολέμησε το Acinetobacter baumannii στελέχη του οποίου είναι ανθεκτικά ακόμη και σε αντιβιοτικά νέας γενιάς όπως οι καρβαπενέμες.

Το Acinetobacter baumannii έχει ταξινομηθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως ένα από τα πιο επικίνδυνα παθογόνα ακριβώς εξαιτίας της αντοχής του στα φάρμακα (το ίδιο ισχύει και για άλλα βακτήρια όπως τα Pseudomonas aeruginosa και Enterobacteriaceae).

«Είναι μια σημαντική αιτία ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, κυρίως σε μονάδες όπου χρησιμοποιούνται αναπνευστήρες. Δεν είναι επιθετικό παθογόνο, αλλά η θεραπεία του είναι πολύ δύσκολη καθώς είναι ανθεκτικό σε πολλά διαφορετικά αντιβιοτικά. Επιπλέον, μέχρι σήμερα η ανάπτυξη νέων θεραπειών κατά του Acinetobacter baumannii αποτελούσε πρόκληση, αφού το βακτήριο έχει την ιδιότητα να εμποδίζει τα φάρμακα να διαπεράσουν το εξωτερικό των κυττάρων του. Η ανάπτυξη του νέου φαρμάκου δημιουργεί ελπίδες για την αντιμετώπιση αυτής της απειλής», εξηγεί στον Guardian ο Δρ Αντριου Εντουαρντς, ανώτερος λέκτορας μοριακής μικροβιολογίας στο Imperial College του Λονδίνου.

Η μικροβιακή αντοχή αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για την παγκόσμια υγεία. Εχει υπολογιστεί ότι κάθε χρόνο τουλάχιστον ένα εκατομμύριο ασθενείς παγκοσμίως πεθαίνουν από λοιμώξεις ή επιπλοκές που σχετίζονται με ανθεκτικά βακτήρια. Η μεγαλύτερη απειλή να προέρχεται από τα Gram-αρνητικά βακτήρια, τα κύτταρα των οποίων προστατεύονται από ένα εξωτερικό περίβλημα που περιέχει μια ουσία που ονομάζεται λιποπολυσακχαρίτης (LPS). Οπως γράφει ο Guardian, κανένα νέο αντιβιοτικό για Gram-αρνητικά βακτήρια δεν έχει εγκριθεί εδώ και περισσότερα από 50 χρόνια.

«Το LPS επιτρέπει στα βακτήρια να επιβιώνουν σε δύσκολα περιβάλλοντα και να αποφεύγουν τις επιθέσεις από το ανοσοποιητικό σύστημα», αναφέρει στον Guardian ο Δρ Μάικλ Λόμπριτς, επικεφαλής μολυσματικών ασθενειών στη Roche Pharma Research and Early Development, η οποία ανέπτυξε το νέο φάρμακο.

Μέσω μιας σειράς πειραμάτων που δημοσιεύθηκαν στο Nature, ο καθηγητής Ντάνιελ Καν από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και οι συνεργάτες του έδειξαν ότι το Zosurabalpin εμπόδιζε τη μεταφορά του LPS στην εξωτερική κυτταρική μεμβράνη του βακτηρίου. Επιπλέον το φάρμακο μείωνε το βακτηριακό φορτίο σε ποντίκια με πνευμονία από Acinetobacter, ενώ περιόριζε τη θνησιμότητα των πειραματόζωων με σηψαιμία.

Ο Λόμπριτς είπε στον Guardian: «Είναι η πρώτη φορά που διαπιστώνουμε ότι ένα φάρμακο λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο, επομένως είναι μοναδικό ως προς τη χημική του σύνθεση και τον μηχανισμό δράσης του». Και πρόσθεσε πως δεν πρόκειται βέβαια για πανάκεια κατά των ανθεκτικών μικροβίων αλλά πως σίγουρα η ανακάλυψη αυτή μπορεί να γίνει η αρχή για νέες θεραπείες των ανθεκτικών λοιμώξεων.

Ηδη, σύμφωνα με τον Έντουαρντς, το αντιβιοτικό murepavadin δοκιμάζεται κατά του LPS μέσω διαφορετικού μηχανισμού και κάποια αποτελέσματα δείχνουν ότι μπορεί να δράσει κατά της ψευδομονάδας (Pseudomonas aeruginosa). Επομένως, θα μπορούσε να υπάρξει ελπίδα και για άλλα πολύ-ανθεκτικά βακτήρια όπως η Klebsiella και το E coli.
Βασική προϋπόθεση, όλα τα παραπάνω να αποδειχθούν αποτελεσματικά και φυσικά ασφαλή για τον άνθρωπο.

Το Nature γράφει ότι θα χρειαστεί ακόμη πολλή δουλειά ώστε το νέο φάρμακο να περάσει από την έρευνα στην κλινική πράξη και οι λόγοι δεν είναι μόνο επιστημονικοί.

Σύμφωνα με την ανάλυση του διεθνούς επιστημονικού περιοδικού, τα οικονομικά κίνητρα είναι ανεπαρκή για πολλές εταιρείες οι οποίες δεν αναλαμβάνουν το ρίσκο ανάπτυξης θεραπειών που θα μπορούσαν να αχρηστευθούν πριν καλά καλά λανσαριστούν, λόγω της διαρκώς αυξανόμενης μικροβιακής αντοχής.

Την ίδια ώρα, στο πεδίο της ανάπτυξης νέων αντιβιοτικών, μόνο ένα στα 30 υποψήφια νέα φάρμακα καταφέρνουν να φτάσουν μέχρι τις δοκιμές σε ανθρώπους. Αλλά κι όταν ακόμη ένα νέο αντιβιοτικό τελικά φτάνει στο στάδιο της παραγωγής, μπαίνει αμέσως στις «εφεδρείες», φυλάσσεται δηλαδή για πολύ σοβαρές λοιμώξεις ώστε τα βακτήρια να μην αναπτύξουν αντοχή απέναντί του.

Ακριβό και ασύμφορο σπορ

Το Nature αναφέρει ότι η ανάπτυξη μιας νέας αντιβιοτικής θεραπείας συχνά κοστίζει πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια ΗΠΑ, ενώ η άνταξή της στις εφεδρείες σημαίνει ότι θα επιφέρει ως κέρδος λιγότερα από 100 εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Ο ΠΟΥ και άλλοι φορείς προειδοποιούν, βέβαια, ότι το κόστος διαχείρισης των πολυανθεκτικών λοιμώξεων είναι πολλαπλάσιο για τα συστήματα υγείας. Ορισμένες κυβερνήσεις φαίνεται να το κατάλαβαν και έχουν θεσπίσει κίνητρα για τη φαρμακοβιομηχανία ώστε να συνεχιστεί η έρευνα για νέα αντιβιοτικά. Όμως, όπως σημειώνει το περιοδικό, έχουν γίνει περισσότερες συζητήσεις παρά πράξεις…

Η λύση, σύμφωνα με τους ειδικούς στα Οικονομικά της Υγείας, είναι ένας συνδυασμός δράσεων που θα μπορούσαν να μειώσουν το κόστος της πρώιμης έρευνας και επιβραβέυσεων για τις φαρμακοβιομηχανίες που αναπτύσσουν νέα αποτελεσματικά αντιμικροβιακά φάρμακα.

Το Ηνωμένο Βασίλειο ακολουθεί μια επιτυχημένη σχετική πρακτική. Εδώ και μια πενταετία περίπου έχει υιοθετήσει ένα σύστημα που ανταμοίβει τις εταιρείες με βάση την αξία των φαρμάκων στο σύστημα υγείας και όχι με βάση τις πωλήσεις τους. Σε άλλες χώρες, οι «αντιστάσεις» είναι πιο σθεναρές: Οι Ηνωμένες Πολιτείες, εδώ και 4 χρόνια συζητούν αλλά δεν νομοθετούν συστήματα κινήτρων για την καταπολέμηση της μικροβιακής αντοχής, ενώ ούτε η Ευρώπη έχει κάνει πρόοοδο στον τομέα αυτό.

Οπως το θέτει το Nature, είναι καιρός να περάσουν από τα σχέδια δράσης στη δράση…