Το ερωτευμένο ζευγάρι στα γυρίσματα της ταινίας «The Sandpiper», το 1965 | API/GAMMA/Gamma-Rapho via Getty Images
Θέματα

Ελίζαμπεθ Τέιλορ – Ρίτσαρντ Μπάρτον, ένας εκρηκτικός γάμος

Απόσπασμα από ένα νέο βιβλίο για το διάσημο ζευγάρι, το οποίο δημοσιεύει η βρετανική Telegraph. Εχοντας πρόσβαση στα ημερολόγια και τις επιστολές τους, η Κέιτ Αντερσεν Μπράουερ αποκαλύπτει τις συνεχείς εντάσεις μεταξύ τους στο «Elizabeth Taylor: The Grit & Glamour of an Icon»
Protagon Team

Την πρώτη ημέρα που η Ελίζαμπεθ Τέιλορ είδε τον Ρίτσαρντ Μπάρτον στα γυρίσματα της «Κλεοπάτρας», εκείνος είπε: «Σου έχει πει ποτέ κανείς ότι είσαι ένα πολύ όμορφο κορίτσι;». Δεν της έκανε εντύπωση. Γνώριζε τη φήμη του Ρίτσαρντ. («Ρίτσαρντ, θα γ@μούσες και φίδι, έτσι δεν είναι;» του είπε κάποτε η Τζόαν Κόλινς. «Μόνο αν φορούσε φούστα, αγαπητή μου», της είχε απαντήσει). Η Ελίζαμπεθ δεν ήθελε να είναι άλλη μια κατάκτησή του.

Ωστόσο, αυτό άλλαξε στις 22 Ιανουαρίου 1962, όταν η Ελίζαμπεθ και ο Ρίτσαρντ γύρισαν την πρώτη τους σκηνή μαζί. Ο Ρίτσαρντ είχε πιει υπερβολικά το προηγούμενο βράδυ. Ηταν πέντε το απόγευμα και τις δύο προηγούμενες νύχτες δεν είχε κοιμηθεί. Πήρε ένα φλιτζάνι καφέ, αλλά δεν μπορούσε να το φέρει στα χείλη του γιατί τα χέρια του έτρεμαν. Ζήτησε τη βοήθεια της Ελίζαμπεθ: «Κράτα το αυτό, αγάπη. Θα το κρατήσεις στο στόμα μου;». Εκείνη κράτησε το φλιτζάνι στο στόμα του και άρχισε να γελάει.

Τον ερωτεύτηκε από τη στιγμή που τον είδε. «Παθαίνω οργασμό ακούγοντας απλώς τη φωνή του» είπε. Και εκείνος το ίδιο. «Ερωτεύτηκα αμέσως. Ηταν σαν να αντανακλούσε ομορφιά αιώνων, ακαταμάχητη σαν την έλξη της βαρύτητας».

Μαζί στην θρυλική ταινία «Κλεοπάτρα», το 1963 (20th Century Fox)

Σύντομα, ο Εντι Φίσερ, τέταρτος σύζυγος της Τέιλορ, σταμάτησε να έρχεται στο πλατό όταν ο Ρίτσαρντ και η Ελίζαμπεθ γύριζαν μαζί μια σκηνή· το φλερτ τους ήταν υπερβολικά εμφανές και υπερβολικά ταπεινωτικό. «Οι Μπάρτον – Τέιλορ είναι τόσο κοντά που θα έπρεπε να τους ρίξεις ζεστό νερό για να ξεκολλήσουν», παρατήρησε ένας δημοσιοσχεσίτης της 20th Century Fox.

Ερωτεύτηκαν εμμονικά.  Ενα ιδιαίτερα παθιασμένο γράμμα βρίσκεται σε έναν φάκελο προς την Ελίζαμπεθ με την ένδειξη «Πολύ ιδιωτικό και προσωπικό». Ο Ρίτσαρντ της έγραψε: «Διάβασε το ημερολόγιό μου. Περιέχει λίγα πράγματα για σένα, σκέφτηκα ότι μπορεί να σου άρεσε να μάθεις πώς είναι να σε γ***».

Το ειδύλλιό τους προκάλεσε παγκόσμια φρενίτιδα στα μέσα ενημέρωσης, σηματοδοτώντας την αρχή της σύγχρονης κουλτούρας των σελέμπριτι. Οι φωτογραφίες τους να φιλιούνται σε γιοτ στη Μεσόγειο και να χορεύουν σε νάιτ-κλαμπ της Βία Βένετο στη Ρώμη δεν παραμέρισαν μόνο τον Ψυχρό Πόλεμο από τα πρώτοσέλιδα· τα δημοσιεύματα  για τον έρωτά τους αντικατέστησαν ακόμη και τα άρθρα για τον Τζον Γκλεν, τον πρώτο αμερικανό αστροναύτη που ετέθη σε τροχιά γύρω από τη Γη, το 1962.

Ο Ρίτσαρντ Μπάρτον και η Ελίζαμπεθ Τέιλορ στην αγκαλιά του τότε συζύγου της Εντι Φίσερ, στα γυρίσματα της ταινίας «Κλεοπάτρα» (Getty Images)

Ο Ρίτσαρντ κρατούσε ημερολόγιο και έγραψε έναν τεράστιο αριθμό σημειώσεων και επιστολών προς την Ελίζαμπεθ, που δείχνουν έναν άνδρα τρομερά ενθουσιασμένο. Μία από αυτές τελειώνει ως εξής: «Θα μου επιτρέψεις, παρεμπιπτόντως, να σε γ*** σήμερα το απόγευμα;». Και σε μια άλλη: «Σε αγαπώ άσχημα, σαν αρρώστια. Σε ονειρεύομαι στον ύπνο μου κουλουριασμένος. Ζηλεύω ακόμα και το κρεβάτι…».

Τον Απρίλιο του 1963, η σύζυγος του Ρίτσαρντ, Σίμπιλ, κατέθεσε αίτηση διαζυγίου με την αιτιολογία της «εγκατάλειψης και της σκληρής και απάνθρωπης μεταχείρισης», προσθέτοντας ότι ο σύζυγός της έκανε «διαρκώς παρέα με άλλη γυναίκα». Χώρισαν τον Δεκέμβριο και η Σίμπιλ κέρδισε την επιμέλεια (των δύο παιδιών τους), ενώ έλαβε και 1 εκατ. δολάρια.

Η Ελίζαμπεθ και ο Ρίτσαρντ παντρεύτηκαν στο Μόντρεαλ τρεις μήνες αργότερα, στις 15 Μαρτίου 1964. Εκείνη ήταν 32 ετών, εκείνος 38· ήταν ο πέμπτος σύζυγός της και έγινε η δεύτερη γυναίκα του. Παντρεύτηκαν σε μια σουίτα στον όγδοο όροφο του «Ritz-Carlton». Αυτός μπορεί να ήταν ο πιο ουσιαστικός γάμος της, αλλά και μια από τις λιγότερο εντυπωσιακές τελετές. Η Ελίζαμπεθ και ο Ρίτσαρντ δεν χρειαζόταν να δείχνουν στον κόσμο πως ήταν ερωτευμένοι· όλοι το ήξεραν ήδη. Το πάθος τους ήταν εμφανές.

Την ημέρα του γάμου τους, τον Μάρτιο του 1964 (Hulton Archive/Getty Images)

Η δημοσιότητα δεν ήταν κάτι καινούργιο για την Ελίζαμπεθ, αλλά η προσοχή που τραβούσε όταν βρισκόταν μαζί με τον Ρίτσαρντ δεν έμοιαζε με τίποτε από όσα είχε βιώσει. Ο Τρούμαν Καπότε βρέθηκε κάποτε σε μια λιμουζίνα με τους δύο τους: «Υγρά, απόκοσμα πρόσωπα ήταν κολλημένα στα παράθυρα του αυτοκινήτου· βαριά κορίτσια, σε υψηλές συνθήκες λιβιδινικού ενθουσιασμού, σφυροκοπούσαν την οροφή του αυτοκινήτου· εκατοντάδες απλοί άνθρωποι στριμώχνονταν ανάμεσα σε φανατικούς θαυμαστές των Μπάρτον – Τέιλορ, που έκλαιγαν και γελούσαν. Το όλο σκηνικό έμοιαζε με μια ακίνητη χιονοστιβάδα, που τίποτα δεν μπορούσε να τη μετακινήσει, ούτε καν μια ομάδα έφιππων αστυνομικών που ζητούσαν από τον όχλο να απομακρυνθεί, με μάλλον καλοσυνάτο τρόπο, με τα κλομπ τους».

Ζούσαν μια παρακμιακή ζωή και ταξίδευαν με μια τεράστια συνοδεία, που τους ακολουθούσε σε όλον τον κόσμο. Η Ελίζαμπεθ ζητούσε συχνά, όπου κι αν βρίσκονταν, να της φέρνουν το αγαπημένο της πιάτο, το τσίλι του εστιατορίου «Chasen», στην Καλιφόρνια.

Ο Ρίτσαρντ απολάμβανε τα χρήματα και την εξουσία, αλλά η έλλειψη ιδιωτικότητας και οι υπερβολές της Ελίζαμπεθ άρχιζαν να τον ενοχλούν· κάποτε αναφέρθηκε στον συνδυασμό της φήμης τους ως «διαβολικό». Καθώς περνούσαν τα χρόνια, οι καυγάδες τους ήταν τόσο θρυλικοί που, όταν έμεναν σε ξενοδοχεία, οι θαυμαστές προσπαθούσαν να πάρουν δωμάτια κάτω από τα δικά τους και να στέκονται σε καρέκλες με γυάλινα ποτήρια στα αυτιά τους για να τους ακούνε να ουρλιάζουν ο ένας στον άλλον.

Ταξιδεύοντας με ιδιωτικό τζετ, το 1967 (Daily Herald/Mirrorpix/Mirrorpix via Getty Images)

Σε μια σελίδα ημερολογίου τον Νοέμβριο του 1966, ο Ρίτσαρντ έγραψε: «Κάπνισα με μανία για να κοιμηθώ και πριν το κάνω είπα στην Ε ότι δεν επρόκειτο να έρθει μαζί μου στο Λονδίνο. Ασε με ήσυχο, ούρλιαξα καθώς έκλεισα τις πόρτες. Δώσε μου λίγη ησυχία! Πού θα βγουν τα νεύρα και το ποτό;… Δεν μπορούσα να συνεχίσω χωρίς αυτήν».

Αλλά ακόμα και μετά από πολλά χρόνια μαζί, εξακολουθούσαν να λαχταρούν ο ένας τον άλλον. «Ακόμα νιώθω συγκίνηση μερικές φορές, όπως σήμερα το απόγευμα στην τραπεζαρία, επειδή ο Ρίτσαρντ ανέβηκε πάνω για να πάρει κάτι και πραγματικά ανατρίχιασα ελαφρά όταν τον είδα να περπατάει στην τραπεζαρία ερχόμενος προς το μέρος μου. Γιατί μου αρέσει να τον κοιτάζω».

Τη μια στιγμή λαχταρούσαν ο ένας τον άλλον για ένα λεπτό και την επόμενη δεν άντεχαν να κοιτάζονται. «Ημασταν σαν μαγνήτες», είπε η Ελίζαμπεθ, «εναλλάξ, τραβούσαμε ο ένας τον άλλο και, αναπόφευκτα, τον σπρώχναμε μακριά». Ηταν ένας έρωτας πολύ αποπνικτικός για να διαρκέσει. Η γλύκα του ήταν αγνή, όπως και η οργή του. Ηδη από το 1965 ο Ρίτσαρντ περιέγραφε τον βασανιστικό έρωτά τους: «Παράξενος έρωτας σήμερα το απόγευμα. Ανεκτή αγωνία. Αγάπη αγωνιώδης. Ωραίος πόνος».

Ωστόσο, ιδιωτικά, ήταν πιο τρυφεροί και παιχνιδιάρικοι από ό,τι δημόσια. (Ο Ρίτσαρντ) είχε υπογράψει ένα γράμμα του με τη φράση «Ο τυφλά αφοσιωμένος Ηλίθιος Σύζυγός  σου».

Στη Βουδαπέστη, το 1972, για τα γυρίσματα της ταινίας «Bluebeard», την περίοδο που ο αλκοολισμός ήταν ο τρίτος σύντροφος στον γάμο τους (EPA/ANDOR TORMAI)

Αλλά υπήρξαν στιγμές που η οργή ξεχείλιζε και όντως χτυπούσαν ο ένας τον άλλον. Σε μια καταχώριση ημερολογίου της 9ης Σεπτεμβρίου 1969, ο Ρίτσαρντ έγραφε: «Τρελάθηκα και η Ελιζαμπεθ κατέληξε να με χτυπάει στο κεφάλι με τα δαχτυλίδια της. Αν κάποιος ή οποιαδήποτε γυναίκα το είχε κάνει αυτό, θα τον είχα σκοτώσει. Αλλά ήμουν αρκετά λογικός ώστε να σταματήσω, γιατί σίγουρα θα την είχα στείλει στο νοσοκομείο για πολύ καιρό ή ακόμα και στο νεκροταφείο της συναγωγής, για ακόμη περισσότερο»,

Ο αλκοολισμός ήταν προφανώς ο τρίτος σύντροφος στον γάμο τους. Σε πολλά από τα γράμματά του ο Ρίτσαρντ ζητά συγγνώμη από την Ελίζαμπεθ για ό,τι συνέβη το προηγούμενο βράδυ. «Θα είμαι καλός σήμερα και θα σε εκπλήξω», έγραψε στις 9 Οκτωβρίου 1972. «Σε ευχαριστώ που με φρόντισες χθες. Είσαι καλό κορίτσι και μάλιστα πολύ καλό για μένα και σε μένα». Σε ένα άλλο έγραψε: «Μπαίνω στον πειρασμό να σε ξυπνήσω, αλλά δεν το βρίσκω καλή ιδέα, αφού έτσι σου δίνω αρκετές άγρυπνες νύχτες».

Στην ταινία του 1966 «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» (Warner Bros)

Ο εθσιμός της Ελίζαμπεθ με το αλκοόλ ήταν εύκολο να παραβλεφθεί, επειδή το αντίστοιχο πρόβλημα του Ρίτσαρντ ήταν τρομερά εξουθενωτικό. «Τον τελευταίο μήνα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, πάει για ύπνο όχι απλώς ζαλισμένη ή τύφλα, αλλά πραγματικά φτιαγμένη», έγραψε ο Ρίτσαρντ στο ημερολόγιό του στις 13 Ιανουαρίου 1969. «Και εννοώ φτιαγμένη, αδιάφορη, ανίκανη να περπατήσει ευθεία, μιλώντας με μια αργή φωνή μωρού, χωρίς νόημα, εντελώς χωρίς λόγο, σαν παιδί καθυστερημένο… Αν ήταν κάποια άλλη, θα έφτιαχνα τις βαλίτσες μου, βεβαίως, θα έφευγα μακριά και θα πήγαινα να ζήσω σε ένα μοναστήρι Τραπιστών. Αλλά αυτή η γυναίκα είναι η ζωή μου».

Οι «καβγατζήδες Μπάρτον» συνέχισαν να κερδίζουν τεράστια χρηματικά ποσά, δεκάδες εκατομμύρια δολάρια, κάνοντας μαζί ταινίες την επόμενη δεκαετία. Πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος της διατηρώντας τον εξεζητημένο και πολυδάπανο τρόπο ζωής τους, ο οποίος περιλάμβανε μια τεράστια συνοδεία, απίστευτα πολλά ακριβά κοσμήματα, ταξίδια, ένα τζετ και ένα γιοτ.