Το πιο διασκεδαστικό ήταν η καλλιέργεια μιας καρπουζιάς, το πιο δύσκολο η συνάντηση με τον Τζίμι Κάρτερ, ενώ το πιο τρομακτικό, σύμφωνα με την ίδια, το να οδηγήσει μια Corvette. Αυτές και δεκάδες ακόμη επιθυμίες εκπλήρωσε η Λόρα Κάρνεϊ, όχι όμως τόσο για την ευχαρίστησή της, αλλά για να τιμήσει τον νεκρό πατέρα της.
Η συγκινητική ιστορία που αφηγείται η Σίντνεϊ Πέιτζ της Washington Post έχει ως εξής: το 1978, ο 29χρονος Μάικλ «Μικ» Κάρνεϊ, αμέσως μετά τη γέννηση της κόρης του, συνέταξε μια λίστα με «πράγματα που θέλω να κάνω κατά τη διάρκεια της ζωής μου!». Επρόκειτο για τις λίγο-πολύ πρωτότυπες επιθυμίες, 60 συνολικά, ενός απλού Αμερικανού, ενός άσημου πωλητή από την Πενσυλβάνια, που είχε μανία με το τραγούδι και τη συγγραφή και ήθελε, μεταξύ άλλων, να επισκεφθεί διάφορες φημισμένες πόλεις των ΗΠΑ και της Ευρώπης, να διασχίσει κολυμπώντας έναν μεγάλο ποταμό, αλλά και να ανταλλάξει επιστολές με έναν ποντίφικα.
Η λίστα ήταν γραμμένη σε τρία φύλλα ενός τετραδίου σπιράλ, ωστόσο ο Μικ Κάρνεϊ είχε κρατήσει την ύπαρξή της κρυφή από την οικογένειά του και δεν πρόλαβε ποτέ να την αποκαλύψει, καθώς το 2003 σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, σε ηλικία 54 ετών, καθώς τον παρέσυρε το αυτοκίνητο ενός 17χρονου οδηγού που πέρασε με κόκκινο, όντας προσηλωμένος στο κινητό του τηλέφωνο.
Ο θάνατός του αποτέλεσε τεράστιο πλήγμα για την οικογένειά του, ενώ η 25χρονη τότε θυγατέρα του, θέλοντας να αναπληρώσει, τρόπον τινά, το κενό που άφησε ο χαμός του πατέρα της, αποφάσισε να αφοσιωθεί στην πρόληψη τροχαίων ατυχημάτων και στη συμπαράσταση των πάμπολλων θυμάτων τους σε όλον τον κόσμο. Εως ότου ο αδελφός της , Ντέιβιντ, της έδειξε τι είχε βρει μέσα σε μια παλιά κούτα κατά τη διάρκεια μιας μετακόμισης το 2016, 13 χρόνια μετά τον τραγικό θάνατο του πατέρα τους.
Ηταν ένα δερμάτινο πορτοφόλι εντός του οποίου, ανάμεσα σε διάφορα μπιχλιμπίδια, ένα δαχτυλίδι και ένα δίπλωμα οδήγησης, υπήρχαν τρία διπλωμένα φύλλα ενός τετραδίου σπιράλ. Ανοίγοντάς τα, τα δυο αδέλφια, αφού αναγνώρισαν αμέσως τον γραφικό χαρακτήρα του πατέρα τους, διαπίστωσαν ότι εμπεριείχαν τις πιο μεγάλες επιθυμίες του, τις οποίες είχε εκφράσει τη χρονιά που ήρθε στον κόσμο η κόρη του.
Το σοκ ήταν ακαριαίο, ωστόσο η Λόρα μπόρεσε να αντιδράσει, αν και σχεδόν ανεπαίσθητα. «Κοίταξα τον σύζυγό μου και χωρίς να πω λέξη σκεφτήκαμε και οι δύο το ίδιο πράγμα: τις επιθυμίες της λίστας έπρεπε να τις εκπληρώσω εγώ», αναφέρει η ίδια, μιλώντας στην Washington Post.
Αρχικά, σκοπός της ήταν να εκπληρώσει τις επιθυμίες του νεκρού πατέρα της για να ενισχύσει τον αγώνα για την πρόληψη των τροχαίων και τη στήριξη των θυμάτων τους. Ωστόσο, σιγά-σιγά, εκπληρώνοντας μία-μία τις επιθυμίες του πατέρα της, διαπίστωσε πως ουσιαστικά ικανοποιούσε μια δική της, βαθύτερη ανάγκη: να ξαναβρεθεί κοντά στον πατέρα της κάνοντας όλα όσα ήθελε αλλά δεν πρόλαβε ο ίδιος, να τον γνωρίσει καλύτερα και να ξεχάσει τον χαμό του πραγματοποιώντας τα όνειρά του, «επειδή ο πατέρας μου ήταν ονειροπόλος και εγώ ήξερα ότι βρισκόταν εκεί, μαζί μου», λέει η κόρη του.
Αυτό το ιδιότυπο ταξίδι διήρκεσε τελικά πέντε χρόνια και 11 μήνες, εξαιτίας της πανδημίας και των περιορισμών, που επιβράδυναν τα πάντα. Ορισμένες φορές, στο πλευρό της Λόρα βρέθηκε ο σύζυγός της, ενώ άλλες φορές ο αδελφός και η μητέρα τους. Πάντως η εκπλήρωση κάθε επιθυμίας απάλυνε τον πόνο όλων. Την τελευταία από τις επιθυμίες του πατέρα της την εκπλήρωσε πριν από περίπου έναν μήνα, την 27η Δεκεμβρίου, ηχογραφώντας πέντε τραγούδια, τα αγαπημένα κομμάτια του, περιλαμβανομένου και του «Good Night» των Beatles.
Οσον αφορά την πιο… δύσκολη από τις επιθυμίες του –«να τραγουδήσω στον γάμο της κόρης μου»–, η Λόρα την εκπλήρωσε με τρόπο έμμεσο και δημιουργικό. «Ανοίξαμε ένα μπουκάλι εξαίσιο καμπερνέ που είχε αγοράσει ο μπαμπάς το 1978, γράφοντας στην ετικέτα “Να πιωθεί στον γάμο της Λάουρα”. Και σας διαβεβαιώνω πως εκείνη την ώρα οι κοιλιές μας τραγουδούσαν μαζί του», εξηγεί η κόρη του.
«Ο πατέρας μου πίστευε ότι η ζωή αποτελείται από μικρά πράγματα», προσθέτει η Λόρα Κάρνεϊ. Εκείνη η λίστα εμπεριείχε 60 από αυτά: ο άτυχος Μικ επιθυμούσε να παρακολουθήσει έναν τελικό αμερικανικού ποδοσφαίρου (Super Bowl), να πέσει με αλεξίπτωτο (μαζί με τον εκπαιδευτή), να επισκεφθεί το Παρίσι, να συναντήσει τον πρόεδρο Κάρτερ, επιθυμίες που τις εκπλήρωσε όλες η κόρη του, εκτός από έξι. Τις πέντε από αυτές πρόλαβε να τις εκπληρώσει ο ίδιος ο πατέρας της –μεταξύ των οποίων να εκφωνήσει έναν κωμικό μονόλογο σε ένα νυχτερινό κέντρο και να παρακολουθήσει έναν τελικό μπέιζμπολ–, ενώ την έκτη την είχε διαγράψει επειδή είχε αποτύχει να την εκπληρώσει: να επιστρέψει στον πατέρα του 1.000 δολάρια που του χρωστούσε, συν τους τόκους.