. | CreativeProtagon
Θέματα

Είναι ο Λυκουρέζος «δικηγόρος του Διαβόλου»;

Εχει χαρακτηρισθεί, σε καλύτερες εποχές για τον ίδιο, ως «ο κορυφαίος έλληνας νομικός». Πολλοί αγαπούσαν να τον μισούν, ψιθυρίζοντας ότι επετύγχανε αριστοτεχνικά να προσδένει τα media στο άρμα του, άρμα ενός κατά τα άλλα «σκοτεινού ανθρώπου». Και τώρα απειλείται να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του πίσω από τα σίδερα της φυλακής
Ελευθερία Κόλλια

Η σύλληψη του Αλέξανδρου Λυκουρέζου στο πλαίσιο της υπόθεσης της μαφίας των φυλακών είναι πρωτόγνωρη για τα ελληνικά χρονικά. Επιφανής ποινικολόγος της Μεταπολίτευσης, πρόσωπο – σύμβολο για μια ολόκληρη γενιά δικηγόρων, και ευρύτερα αναγνωρίσιμος πέρα και έξω από τις δικαστικές αίθουσες, σύρεται στη ΓΑΔΑ και από κει στον ανακριτή, στη σκιά σοβαρότατων, σε βαθμό κακουργήματος, κατηγοριών. Έχει συμβάλει ο Λυκουρέζος σε σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, έχει αποπειραθεί να εκβιάσει;

Η ανάμειξή του στην υπόθεση προκύπτει από την ιδιότητά του ως συνηγόρου (μαζί με τον Θεόδωρο Παναγόπουλο, που επίσης κατηγορείται) ενός άλλου δικηγόρου, του 65χρονου Γιώργου Αντωνόπουλου, στην υπόθεση της απόπειρας εναντίον του, με φυσικούς αυτουργούς Αλβανούς τον Νοέμβριο του 2014 έξω από το σπίτι του στη Πεντέλη, με αντίδικο τον Αριστείδη Φλώρο, πρώην ισχυρό άνδρα της Energa – υπόθεση που εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό. Πρωτοδίκως, ο Φλώρος έχει καταδικαστεί – πέρα από το σκάνδαλο της Energa – σε 13 χρόνια κάθειρξης ως ηθικός αυτουργός στην απόπειρα κατά του Αντωνόπουλου, ενώ οι τελευταίες εξελίξεις έχουν οδηγήσει σε προφυλάκιση και του ίδιου του 65χρονου. Μια υπόθεση περιπεπλεγμένη όσο λίγες, αγγίζοντας ακόμη και τη δολοφονία του ποινικολόγου Μιχάλη Ζαφειρόπουλου.

Χονδρικά, ο Λουκουρέζος εμφανίζεται να προσπαθεί να αποσπάσει λεφτά, της τάξεως των 2 εκατομμυρίων ευρώ, από τον κρατούμενο Φλώρο, υποσχόμενος ότι θα πείσει τους Αλβανούς να αλλάξει τις καταθέσεις τους σε βάρος του, αλλά και τον μέχρι πρότινος εντολέα του, Αντωνόπουλο, να αποσυρθεί από την Πολιτική Αγωγή στη δίκη για την απόπειρα.

Αχλύ ντεκαντάνς

Ο Λυκουρέζος, 85 ετών σήμερα, έχει πολλές ιστορίες να διηγηθεί, και όχι μόνον λόγω της ηλικίας του. Έχει χαρακτηρισθεί σε καλύτερες εποχές για τον ίδιο, ως «ο κορυφαίος έλληνας νομικός» (New York Times), ο «καλύτερος έλληνας ποινικολόγος» (Economist), ο «πρίγκηπας της ποινικής δικηγορίας» (Corriere della Sera). Ο δικηγόρος που πολλοί ομότεχνοι του ανέκαθεν αγαπούσαν να μισούν, ψιθυρίζοντας ότι επετύγχανε αριστοτεχνικά να προσδένει τα media στο άρμα του, άρμα ενός κατά τα άλλα «σκοτεινού ανθρώπου».

Τον έχουν αποκαλέσει «δικηγόρο του Διαβόλου» και «πράκτορα της CIA» ενώ, σε μια πολιτισμένα επιθετική εκδοχή, ο Κώστας Σημίτης τον είχε αποκαλέσει «αγρότη του Κολωνακίου» (Intimenews)

Το γνωρίζει βαθιά και ο ίδιος. Τον έχουν αποκαλέσει «δικηγόρο του Διαβόλου» και  «πράκτορα της CIA», τον έχουν μεμφθεί για τη συμμετοχή του στο Δίκτυο 21, κίνηση πολιτών για «την απενοχοποίηση του πατριωτισμού», τον έχουν κατατάξει στους σκληροπυρηνικούς βασιλόφρονες– λόγω της στενής φιλίας του με τον τέως, την οποία και ουδέποτε φρόντισε να κρύψει. Σε μια πολιτισμένα επιθετική εκδοχή, ο Κώστας Σημίτης τον είχε αποκαλέσει «αγρότη του Κολωνακίου». «Όλα τα σφάζω, όλα τα αθωώνω», έλεγε ένα φεγγάρι για κείνον κάποιος τοίχος της πόλης – τα συνθήματα έχουν πάντα γλώσσα κοφτερή.

Το σημερινό πλήγμα στην προσωπική και επαγγελματική υπόστασή του διαφέρει, ωστόσο, κατά πολύ. Υπερβαίνει αρνητικές φήμες και απλές επιθέσεις φθόνου, ανώδυνα προσωνύμια και ηχηρούς ψιθύρους. Και έχει να κάνει με κατηγορίες που ενδέχεται να μετατραπούν σε όχημα για να περάσουν μια εμβληματική φυσιογνωμία του νομικού κόσμου δια παντός στην απέναντι όχθη – σε σχέση με αυτή που συνήθιζε να βρίσκεται. Στην όχθη του φαύλου, του εγκληματικού, του Κακού. Με κεφαλαίο.  Το πλήγμα προφανώς και δεν θα είναι μόνο δικό του…

Οι περιπέτειες του παρελθόντος

Δεν είναι η πρώτη φορά που αντιμετωπίζει προβλήματα με τη Δικαιοσύνη, αν και αυτή είναι ίσως η πιο σοβαρή. Η πολύχρονη εμπλοκή του στην υπόθεση της Αιξωνής, της καταπάτησης δημόσιας έκτασης στη Γλυφάδα, αποτελεί αναμφίβολα αγκάθι στην πορεία του, ο ίδιος διατηρεί όμως κάθε δικαίωμα να κραδαίνει την απόφαση του δικαστηρίου σε δεύτερο βαθμό, βάσει της οποίας απηλλάγη από όλες τις κατηγορίες, μόλις τον Δεκέμβριο του 2018. Πρωτοδίκως είχε καταδικασθεί για ηθική αυτουργία σε χρήση πλαστού εγγράφου κατά του Δημοσίου, σε φυλάκιση πέντε ετών με αναστολή – αφέθηκε ελεύθερος μετά την καταβολή χρηματικής εγγύησης 150.000 ευρώ.

Στη δίκη του επιχειρηματία Ιωσήφ Βαγιωνή. Στην φωτογραφία, ο Αλ. Λυκουρέζος (αριστερά), ο αδερφός του θύματος, που καταθέτει και ο κατηγορούμενος Ι. Βαγιωνής (δεξιά).

Τη δεκαετία του 1990, ένα ηθικής τάξεως ζήτημα είχε δώσει λαβές για σχόλια και υπαινιγμούς. Αφορμή, η δίκη του Ιωσήφ Βαγιωνή για το έγκλημα κατά της ερωμένης του Ελένης Πίσχου, σε μια υπόθεση έρωτα και θανάτου που απασχολούσε τα πρωτοσέλιδα του Τύπου και ερέθιζε ποικιλοτρόπως το κοινό. Απέναντι στον Λυκουρέζο είχε εξάλλου παρατάξει το νομικό του οπλοστάσιο ένας άλλος δικηγόρος βεληνεκούς, ο Αλέξανδρος Κατσαντώνης. Τη βόμβα έριξε η ίδια η πρόεδρος του δικαστηρίου στη Χαλκίδα, προσάπτοντας ευθέως στον Λυκουρέζο ότι εισέβαλε στο γραφείο της και την απείλησε, σε μια προσπάθεια να της ασκήσει ψυχολογική βία και να προκαταλάβει την απόφαση _ κατηγορία που είχε στείλει τον ίδιο στο Πειθαρχικό, ενόσω πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών ήταν ο Αντώνης Ρουπακιώτης, χωρίς ουσιαστικές συνέπειες, καθώς απηλλάγη. Ο ίδιος παραδέχθηκε αργότερα ότι προσέγγισε τη δικαστή, απέδωσε ωστόσο την άκομψη αυτή επίσκεψη στην προσωπική του αγωνία για την έκβαση της δίκης, πεπεισμένος ότι η ακροαματική διαδικασία δεν διεξαγόταν αντικειμενικά και η απόφαση διαφαινόταν ήδη προκατειλημμένη.

Το βαρύ όνομα «Λυκουρέζος»

Η αίσθηση που έχει προκαλέσει η σύλληψη Λυκουρέζου ουδόλως άσχετη είναι με την ιστορικότητα του ονόματος του. Ο «Αλέξανδρος» είναι γιος και εγγονός, είναι τζάκι, κοσμοπολίτης και αστός. Το γραφείο Λυκουρέζου έχει ιστορία ενός αιώνα και βάλε, μετρώντας τρεις γενιές : θεμελιώθηκε το 1910 από τον Κωνσταντίνο Λυκουρέζο, απολυθέντα – υπό το βάρος της νέας πραγματικότητας, μετά την Επανάσταση του Γουδή, το 1909 – εισαγγελέα Εφετών, που επέστρεψε αναγκαστικά εκεί από όπου άρχισε, στη δικηγορία · επεκτάθηκε από τον Παυσανία Λυκουρέζο και έγινε μέρος του νομικού star system από τον Αλέξανδρο, με υποθέσεις πρώτης γραμμής και ονόματα περιωπής.

Ο ίδιος ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος αρέσκεται βεβαίως να δηλώνει ότι μηδένισε το κοντέρ μετά την πτώση της Χούντας, ξεκινώντας εκ βάθρων το δικηγορικό του γραφείο σε ένα μικρό χώρο επί της οδού Σόλωνος, η αλήθεια ωστόσο είναι ότι με ένα τόσο βαρύ επώνυμο το μηδέν είναι σχετικό. Τόσο ο παππούς του όσο και ο πατέρας του είχαν άλλωστε και πορεία πολιτική, διατελέσαντες  υπουργοί, αφήνοντας σημαντική παρακαταθήκη – ακόμη και όταν τον βάραιναν μόνον χρέη – στον εκκεντρικό απόγονο τους.

Ψηλός, με λευκά μαλλιά που δεν πειθαρχούν, με πλεκτές γραβάτες και ενίοτε αξεσουάρ κομπολόι, με χέρια – εργαλεία θεατρικότητας στις δικαστικές αίθουσες και λόγο πνευματώδη, ο Λυκουρέζος διέγραψε πορεία ζηλευτή ως πληρεξούσιος δικηγόρος του Μάνου Χατζιδάκι και της Νάνας Μούσχουρη, στη σύγκρουσή τους με τη δισκογραφική του Αλέκου Πατσιφά – αλλά και της Αλίκης Βουγιουκλάκη και του Νίκου Κούρκουλου.

Υπήρξε συνήγορος, μαζί με τον Κώστα Στεφανάκη και τον Μήτσο Παπασπύρου,  του εκδότη της εφημερίδας «Ελευθερία», του Πάνου Κόκκα, εναντίον του οποίου είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για συκοφαντική δυσφήμιση, ύστερα από μηνυτήρια αναφορά της Εμπορικής Τράπεζας · του Αθανάσιου Νάσιουτζικ και του Γιάννη Γκιωνάκη · των Τσιμέντων Ηρακλής, και της Πίτσος · του αστυνομικού Αθανασίου Μελίστα στη δίκη για τη δολοφονία του 15χρονου Μιχάλη Καλτεζά · του Γιώργου Κοσκωτά στο περίφημο σκάνδαλο της εποχής, αλλά και του Ράτκο Μλάντιτς, αρχηγού του στρατού των Σερβοβόσνιων κατά τον πόλεμο στη Βοσνία, καταδικασθέντος από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για τα εγκλήματα στην πρώην Γιουγκοσλαβία.

Με τον τότε διευθυντή της «Ελευθεροτυπίας» Σεραφείμ Φυντανίδη

Στη δίκη των μελών της 17Ν, παραστάθηκε ως συνήγορος Πολιτικής Αγωγής, εκπροσωπώντας τον Βαρδή Βαρδινογιάννη και τις οικογένειες των επιχειρηματιών Αλεξάνδρου Αθανασιάδη και Δημήτρη Αγγελόπουλου, χαρακτηρίζοντας τη 17Ν «οργάνωση ατομικής τρομοκρατίας, συμμορία τρόμου και φόβου, που με την υπεροψία του αλώβητου σκόρπιζε επί 27 χρόνια τον θάνατο και την οδύνη».

Τα τελευταία χρόνια, κάθισε στα δικηγορικά έδρανα στις δίκες για τις μίζες της Siemens, του Άκη Τσοχατζόπουλου αλλά και της υπόθεσης των υποβρυχίων.

Ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Μια κίνηση ματ, στις 9 Σεπτεμβρίου του 1974, έμελλε να «του φτιάξει όνομα», το δικό του όνομα, όταν κατέθεσε την πρώτη μήνυση κατά της Χούντας, χαράσσοντας ουσιαστικά το μονοπάτι για την ποινική δίωξη των πρωταιτίων της (ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος δεν του το συγχώρεσε ποτέ, καθώς ως επικεφαλής ομάδας δικηγόρων, ήταν έτοιμος να καταθέσει αντίστοιχη…). Κίνηση ευφυής, ιστορικής σημασίας, στο σωστό timing. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, έλαβε μια εξόχως διαφορετική πρωτοβουλία, που συζητήθηκε πολύ: υποστήριξε ότι είχε φτάσει η στιγμή να βγουν από τη φυλακή.

Το 1999, με μια εξίσου θεαματική ενέργεια, κατέθεσε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης μήνυση κατά της στρατιωτικής ηγεσίας του ΝΑΤΟ για τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας.

Με τον Προκόπη Παυλόπουλο

Η κεφαλαιοποίηση αυτής της πορείας πολιτικά δεν ευδοκίμησε ούτε εύκολα, ούτε για πολύ. Ο Λυκουρέζος δοκίμασε τις δυνάμεις του αρχικώς στις εκλογές του 1974, ως υποψήφιος βουλευτής Μεσσηνίας με την Ένωση Κέντρου, αλλά τελικώς εξελέγη βουλευτής της Α’ Αθηνών, πολλά χρόνια αργότερα, το 2000, με τη Νέα Δημοκρατία. Τρία χρόνια αργότερα, ύστερα από την ψήφιση του ασυμβίβαστου, αποχώρησε.

Ο bon vivant Λυκουρέζος

Το ενδιαφέρον είναι ότι η μάχιμη δικηγορία δεν τον απέτρεψε ποτέ από την κοσμική ζωή, τα κοκτέιλ και τις δεξιώσεις. Η προσωπική συνθήκη, αυτή του γάμου του με τη Ζωή Λάσκαρη, φαίνεται ότι συνέβαλε καθοριστικά στον έρωτα με τον φακό, την προβολή, τη δημοσιότητα, την έκθεση. Έτρεφε άλλωστε από τα νιάτα του αγάπη για το θέατρο (όποιος τον έχει δει να αγορεύει σε δικαστήριο, δεν διατηρεί την παραμικρή αμφιβολία). Η ολοκληρωτική στροφή προς τη Νομική έγινε κυριολεκτικά στο πάρα πέντε, όταν κατά τις πρώτες ημέρες των μεταπτυχιακών σπουδών του στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης παρακολούθησε – με υπόδειξη του Γεώργιου Αλέξανδρου Μαγκάκη – το μάθημα ενός γερμανού καθηγητή με το όνομα Γκάλας, ο οποίος δίδασκε Ποινικό και Φιλοσοφία του Δικαίου.

Και επειδή πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι, ο Λυκουρέζος υπήρξε μόνιμος θαμώνας στα στέκια του Κολωνακίου, αλλά και ιδρυτικό μέλος – μαζί με τον Σπύρο Μερκούρη – ενός από τα αθηναϊκά κλαμπ που έχουν αφήσει εποχή, της «Αθηναίας». Όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, σύχναζε και σε ρεμπετάδικο στη Νέα Φιλαδέλφεια.

Ο ίδιος έχει εξάλλου προσδιορίσει τη σχέση του με το χρήμα ως «άθλια». Θεωρεί -σύμφωνα με παλαιότερη συνέντευξή του – τον εαυτό του ικανό «να συγγράψει την ηθική πλευρά της σπατάλης!»

Με τη σύζυγό του Ζωή Λάσκαρη  (ΑΠΕ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ)

Για κείνον το κεφάλαιο «Ζωή Λάσκαρη» άνοιξε καθοριστικά τον Φεβρουάριο του 1976, και η ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστή – απόρροια της διαχρονικής έκθεσης αμφοτέρων στη δημοσιότητα. Η σταρ της εποχής τον επισκέφθηκε στο δικηγορικό του γραφείο, με αφορμή κάποια εμπλοκή σε μια θεατρική περιοδεία της στη Γερμανία. Πήγαν για φαγητό στου Ζαφείρη, στην Πλάκα, και τέσσερις μήνες αργότερα στο Μετόχι του Παναγίου Τάφου στην Πλάκα, για να παντρευτούν. Κουμπάρος, ο δημοσιογράφος και στιχουργός Λευτέρης Παπαδόπουλος. Απέκτησαν τη Μαρία-Ελένη, ενώ μέλος της ευρύτερης οικογένειας έγινε και η Μάρθα, κόρη της Λάσκαρη από τον πρώτο της γάμο, με τον επιχειρηματία Πέτρο Κουτρουμάνο.

Ο γάμος ήταν και για τον Λυκουρέζο ο δεύτερος. Την πρώτη φορά ήταν παντρεμένος με τη βραζιλιάνα Αλίσια Κοριολάνο, έχοντας αποκτήσει δυο παιδιά, τον Ιάσονα και τη Μαρίνα, όσο ακόμη ζούσε στο Λονδίνο.

Με την κόρη του Μαρία-Ελένη (δεξιά) και τη Μάρθα, κόρη της Λάσκαρη από τον πρώτο γάμο της, στην κηδεία της  ηθοποιού (IntimeNews)

Τον τελευταίο καιρό, μετά την απώλεια της Λάσκαρη και παρά το πένθος του, είχε έλθει στο προσκήνιο για τη σχέση του με την ηθοποιό Νατάσα Καλογρίδη – μαζί με τα τρία του παιδιά, τον συμπαραστέκονταν την Παρασκευή στα δικαστήρια.

Πληθωρικός, δεν υπάρχει αμφιβολία. Πολυσχιδής, σύνθετος. Εξόχως αντιφατικός. Φιλελεύθερος αστός, με πινελιές αριστεροσύνης – ορκίζονται όσοι τον γνωρίζουν. Αλλά και τόσο διαβολικός; Ο Διάβολος αυτοπροσώπως; Η Δικαιοσύνη έχει αναλάβει το καθήκον να καταδείξει ότι ένα εμβληματικό προφίλ δεν υπήρξε κίβδηλο. Βαριά δουλειά, ασήκωτη, στα όρια μιας επικίνδυνης διαλεκτικής ανάμεσα στη δημιουργία και την ίδια την καταστροφή.

Λυκουρέζος: «Εγώ μέλος εγκληματικής οργάνωσης από το 2014; Αν είναι δυνατόν!» 

Η φήμη περί δύσκολης περιπέτειας Λυκουρέζου είχε ενταθεί το τελευταίο διάστημα, μετά και την κατάθεση μεταξύ άλλων του καθηγητή και προέδρου της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, Ηλία Αναγνωστόπουλου, πλην όμως κανείς δεν τολμούσε να πιστέψει την κινηματογραφική εξέλιξη, μέρα μεσημέρι, με φόντο το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία, με ένταλμα σύλληψης – κάτι που έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις στον νομικό και δικαστικό κόσμο.

Ο Ηλίας Αναγνωστόπουλος, ο οποίος είχε εκπροσωπήσει μαζί με τον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο κατά το παρελθόν τον Αριστείδη Φλώρο, είχε τονίσει τα εξής προς το δικαστήριο:

«Στις 30 Αυγούστου 2017 με ειδοποίησε ο Μιχάλης Ζαφειρόπουλος ότι θα συναντούσε τον Αλ. Λυκουρέζο και τον Γ. Αντωνόπουλο για να συζητήσουν την υπόθεση. Είπα ότι δεν θα πάω γιατί είμαι καινούργιος στην υπόθεση αλλά και γιατί δεν καταλαβαίνω το νόημα της συνάντησης. Δεν ήταν τροχαίο να τα βρουν. Έμοιαζε αφύσικο. Το ραντεβού ήταν για τις 18.30 και θα με ενημέρωνε μετά. Με πήρε την επόμενη ημέρα και μου είπε ότι κάναμε μια συζήτηση που δεν έβγαλε πουθενά. Μου είπε ότι τα χρήματα που ζητούνται είναι παράλογα. Του λέω 200-300 χιλιάδες; Μου λέει μιλάμε για πολλά! Του λέω 1 εκ; Και μου λέει βάλε. Του λέω 2; Μου λέει καλά είσαι! Μου είπε ότι τα ζήτησε ο Λυκουρέζος, παρουσία του Θ. Παναγόπουλου, ο οποίος δε μίλησε».

Στην κατάθεσή του, ο Αναγνωστόπουλος ανέφερε ότι πριν από τη δικάσιμο (ορίστηκε για τις 4 Σεπτεμβρίου 2017) τηλεφώνησε στον Αλ. Λυκουρέζο.

«Του είπα ότι είμαι κι εγώ στην υπόθεση. Του είπα ότι την Δευτέρα θα ζητήσουμε μια αναβολή επειδή δεν είμαι έτοιμος και ρώτησα αν θα είχε πρόβλημα να συμφωνήσει. Μου είπε: «Δε φταις εσύ που τα πράγματα δεν έχουν προχωρήσει μέχρι σήμερα. Αν δεν υπάρξει κίνηση καλής θελήσεως και δεν αλλάξει κάτι μέσα στο Σαββατοκύριακο, εμείς θα αντιλέξουμε στο αίτημα αναβολής».