| CreativeProtagon
Θέματα

Είναι ξεπερασμένο να φοβόμαστε τον καρκίνο;

Οι καρδιακές παθήσεις σκοτώνουν κάθε χρόνο περίπου 15% περισσότερους ανθρώπους από όσους ο καρκίνος. Ωστόσο, στη συνείδηση των περισσοτέρων, η διάγνωσή του εξακολουθεί να ταυτίζεται με θανατική ποινή, καθότι αγνοούν την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην αντιμετώπισή του, καθιστώντας πολλές μορφές του ιάσιμες
Protagon Team

Ολα έχουν αλλάξει σχετικά με τον καρκίνο, εκτός από τον φόβο μας για αυτόν. Ενα βιβλίο υποστηρίζει ότι ο φόβος του καρκίνου είναι πια όχι απλώς… ξεπερασμένος, αλλά και επικίνδυνος. Από την άλλη, ο φόβος είναι αυτός που καθοδηγεί την πρόληψη και την έγκαιρη διάγνωση.

Ο Ντέιβιντ Ροπέικ, συνταξιούχος εκπαιδευτής στο πρόγραμμα περιβαλλοντικής διαχείρισης στη Σχολή Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης Χάρβαρντ, έγραψε το βιβλίο «Θεραπεία της Καρκινοφοβίας: Πώς ο Κίνδυνος, ο Φόβος και η Ανησυχία μάς Παραπλανούν» (Curing Cancer-phobia How Risk, Fear, and Worry Mislead Us).

«Φοβόμαστε τον καρκίνο περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ασθένεια, από τότε που έγινε η υπ’ αριθμόν 2 αιτία θανάτου στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη δεκαετία του 1920. Από τότε έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος. Η θνησιμότητα από καρκίνο στις ΗΠΑ μειώθηκε κατά 33% μόνο τα τελευταία 30 χρόνια. Τα δύο τρίτα όλων των καρκίνων μπορούν πλέον να αντιμετωπιστούν ως χρόνιες παθήσεις ή να θεραπευτούν. Ωστόσο, ο βαθύς φόβος των ανθρώπων για αυτή την ασθένεια επιμένει πεισματικά» γράφει ο Ροπέικ στη Washington Post.

Ο ίδιος αναφέρει ότι, παρά τη μεγάλη πρόοδο, στη συνείδηση των ανθρώπων η διάγνωση του καρκίνου εξακολουθεί να θεωρείται θανατική ποινή: «Οταν μια εθνική έρευνα ζήτησε από τους ανθρώπους την πρώτη λέξη που τους ερχόταν στο μυαλό όταν άκουγαν τη λέξη καρκίνος, περισσότεροι από τους μισούς απάντησαν “θάνατος”».

Η «οικογένεια» του καρκίνου αριθμεί τουλάχιστον 200 μορφές της νόσου και σκοτώνει κάθε χρόνο κάτι λιγότερο από 10 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε ηλικίας παγκοσμίως – στην Ευρώπη σχεδόν 2 εκατομμύρια, στη Βόρεια Αμερική περίπου 700.000.

Το 2020, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Καρκίνου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, διαγνώστηκαν σε όλον τον κόσμο περίπου 19,3 εκατ. νέες περιπτώσεις καρκίνου. Το Παρατηρητήριο υπολογίζει ότι το 2030 τα νέα κρούσματα καρκίνου θα ξεπεράσουν τα 30,2 εκατ. Μόλις πέντε μορφές (καρκίνος μαστού, πνεύμονα, παχέος εντέρου, προστάτη και στομάχου) ευθύνονται για το 46% του συνόλου των περιπτώσεων.

Είναι προφανές ότι όσο αυξάνεται η επίπτωση του καρκίνου, τόσο αυξάνεται και η αξία του προληπτικού ελέγχου. Αλλωστε, όλη η πρόοδος σχετικά με την αντιμετώπιση του καρκίνου βασίζεται στην έγκαιρη διάγνωση, η οποία είναι πλέον εφικτή χάρη στην εξέλιξη της ιατρικής τεχνολογίας αλλά και στην ευαισθητοποίηση για την αξία της πρόληψης. Φυσικά, αυτή η ευαισθητοποίηση έχει ως βάση της τον φόβο…

Ο Ροπέικ, πάντως, υποστηρίζει ότι στις ΗΠΑ ο φόβος του καρκίνου οδηγεί σε επιθετικές θεραπείες αλλά και σε προληπτικές χειρουργικές επεμβάσεις σε άτομα υψηλού κινδύνου. «Αυτές οι πρακτικές κοστίζουν περίπου 5,2 δισ. δολάρια ετησίως, ποσό που αντιστοιχεί στο 3% του συνόλου των δαπανών για τον καρκίνο».

Σύμφωνα με στοιχεία που επικαλείται ο συγγραφέας στο άρθρο του στην Washington Post, «τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) ανέφεραν ότι το 2017 σχεδόν 16 εκατ. άνθρωποι ελέγχθηκαν για καρκίνο, παρ’ όλο που ήταν νεότεροι ή μεγαλύτεροι από εκείνους για τους οποίους συνιστάται ο προσυμπτωματικός έλεγχος».

Οπως σχολιάζει ο ίδιος, «οι προληπτικοί έλεγχοι κοστίζουν (στις ΗΠΑ) ετησίως 9,2 δισ. δολάρια, ενώ όταν δεν ακολουθούνται οι συστάσεις, ο προσυμπτωματικός έλεγχος μπορεί και να βλάψει (με ψευδώς θετικά αποτελέσματα, παρενέργειες από τις διαγνωστικές εξετάσεις και από την επιθετική θεραπεία που μπορεί να επιλεγεί για κλινικά μη απειλητική νόσο, η οποία ανακαλύπτεται στον προσυμπτωματικό έλεγχο)».

Ο Ροπέικ υπαινίσσεται ότι ο φόβος στρέφει τις πολιτικές κατά του καρκίνου προς «λάθος» κατεύθυνση. «Η πλειονότητα των ανθρώπων πιστεύει ότι οι περισσότεροι καρκίνοι προκαλούνται από περιβαλλοντικές καρκινογόνες ουσίες. Ωστόσο, πλέον γνωρίζουμε ότι ο καρκίνος αποτελεί κυρίως συνέπεια της γήρανσης, η οποία επιτρέπει τη συσσώρευση μεταλλάξεων στο DNA και ανεξέλεγκτη ανάπτυξη κυττάρων. Περισσότεροι από τους μισούς από όσους έχουν διαγνωστεί με καρκίνο στις ΗΠΑ είναι τουλάχιστον 65 ετών, ενώ το 87% όσων πεθαίνουν από αυτόν είναι άνω των 50 ετών».

Το άρθρο στην Washington Post συνεχίζει ως εξής: «Οι κυβερνήσεις ξοδεύουν πολλά δισ. δολάρια ετησίως για να μειώσουν τον κίνδυνο από περιβαλλοντικές καρκινογόνες ουσίες, πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη περιβαλλοντική απειλή, συμπεριλαμβανομένης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από σωματίδια, η οποία σκοτώνει περισσότερους από 100.000 ανθρώπους ετησίως. Ξοδεύουμε δισεκατομμύρια σε βιολογικά τρόφιμα, βιταμίνες και συμπληρώματα, καθώς και σε πολλά άλλα προϊόντα που υπόσχονται να μειώσουν τον κίνδυνο καρκίνου, αλλά δεν το κάνουν».

Ο Ροπέικ αναφέρει ότι οι καρδιακές παθήσεις σκοτώνουν περίπου 15% περισσότερους ανθρώπους από όσους σκοτώνει ο καρκίνος κάθε χρόνο. «Ωστόσο, ο προϋπολογισμός του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου είναι 7,3 δισ. δολάρια, ενώ το Εθνικό Ινστιτούτο Καρδιάς, Πνεύμονα και Αίματος ξοδεύει μόνο 2 δισ. δολάρια για την έρευνα και την πρόληψη των καρδιακών παθήσεων. Δεν υπάρχει πόλεμος κατά των καρδιακών παθήσεων ανάλογος με τον πόλεμο που έχουν κηρύξει κατά του καρκίνου όλες οι κυβερνήσεις από τον Νίξον και μετά».

Τελικά, ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι ο φόβος του καρκίνου αντιστέκεται στον χρόνο και στην αλλαγή επειδή πολλοί αγνοούν την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην αντιμετώπισή του, καθιστώντας τον εν πολλοίς ιάσιμο. «Πολλοί τύποι καρκίνου είναι πλέον θεραπεύσιμοι ή ιάσιμοι. Πολύ λίγοι γνωρίζουν ότι αρκετοί συνηθισμένοι καρκίνοι δεν σκοτώνουν ποτέ. Επίσης, η προσήλωση στον προληπτικό έλεγχο έχει υπερτονίσει τα οφέλη και σχεδόν ποτέ δεν γίνεται αναφορά στη βλάβη. Δεν μπορούμε να θεραπεύσουμε απόλυτα τον καρκίνο, ούτε να διαγράψουμε ποτέ εντελώς την καρκινοφοβία μας. Αλλά προς το συμφέρον τόσο της ατομικής όσο και της δημόσιας υγείας, πρέπει να καταλάβουμε και να πολεμήσουμε τόσο την ασθένεια όσο και τον φόβο για την ασθένεια» καταλήγει.