Καθώς το αεροπλάνο προσγειώνεται στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» μία έκπληξη περιμένει τον ανυποψίαστο επισκέπτη της 85ης Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης. Η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας έχει αποκτήσει ένα σύγχρονο, ανακαινισμένο τερματικό σταθμό, εφάμιλλο των αεροδρομίων άλλων μεγάλων πόλεων της Ευρώπης. Πρόκειται για ένα από τα 14 αεροδρόμια της χώρας, τη διαχείριση των οποίων ανέβαλε η γερμανική Fraport από το 2016, με σύμβαση που ψηφίστηκε στη Βουλή από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, παρότι ώς αντιπολίτευση την είχε πολεμήσει σφόδρα μιλώντας για ξεπούλημα της κρατικής περιουσίας.
Μπροστά σ’ αυτήν, την «ευχάριστη» εικόνα του αεροδρομίου «Μακεδονία», σαν μια φωνή από το παρελθόν ακούγονται οι νέες αντιπολιτευτικές κορώνες του ΣΥΡΙΖΑ και οι καταγγελίες του για την πώληση του 49% του ΔΕΔΔΗΕ. Της μεγαλύτερης (εφόσον ολοκληρωθεί) ιδιωτικοποίησης στην ιστορία της χώρας, όπως προκύπτει από το ύψος της προσφοράς των 2,1 δισ. ευρώ της αυστραλιανής εταιρείας που πλειοψήφησε στον διαγωνισμό της ΔΕΗ. Όπως έγινε και με το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, ο ΔΕΔΔΗΕ, με τα κεφάλαια του ξένου επενδυτή, θα έχει την ευκαιρία να εκσυγχρονίσει το απαρχαιωμένο δίκτυο ηλεκτρισμού της χώρας, εξαιτίας του οποίου, ουκ ολίγες φορές τα τελευταία χρόνια, προκλήθηκαν μικρά και μεγάλα “μπλακ άουτ” αλλά και πυρκαγιές.
Επιστροφή στο παρελθόν, λόγω ένδειας επιχειρημάτων απέναντι στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης; Αδιέξοδο στη χάραξη μιας αξιόπιστης αντιπολιτευτικής ρητορικής; Ιδεολογικές εμμονές και αγκυλώσεις; Το τι συμβαίνει στον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι δικό του εσωτερικό θέμα. Ομως, ο ρόλος του από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν παύει να είναι κρίσιμος για τη χώρα. Το αφήγημα του για την οικονομία κάθε άλλο παρά συμβαδίζει με τις τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις και με τα δεδομένα που αρχίζουν να διαμορφώνονται στο μέτωπο της ανάπτυξης παρά την παγκόσμια κρίση της πανδημίας. Και αντικατοπτρίζει μια μεγάλη μάχη, σε πολλά κρίσιμα μέτωπα, από δύο αντίρροπες δυνάμεις που βρίσκεται σε εξέλιξη στην ελληνική κοινωνία. Από την έκβαση της οποίας είναι βέβαιο ότι θα κριθεί το μέλλον της χώρας.
Για παράδειγμα, η ρητορική της καταστροφολογίας που έχει επιστρατεύσει η ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης για οτιδήποτε κάνει η κυβέρνηση στο μέτωπο της οικονομίας δεν επιβεβαιώνεται από την ίδια την πραγματικότητα. Η ελληνική οικονομία φέτος αναμένεται να παρουσιάσει ρυθμό ανάπτυξης 5,9% υπερβαίνοντας κατά πολύ τον αρχικό στόχο του 3,6% όπως ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός από το βήμα της ΔΕΘ το Σαββατοκύριακο. Αλλωστε, δεν είναι καθόλου τυχαία η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας από τον διεθνή οίκο αξιολόγησης Scope Ratings την περασμένη Παρασκευή. Ούτε τα, σχεδόν, μηδενικά επιτόκια με τα οποία δανείζεται η χώρα από τις ξένες αγορές, όπως επιβεβαίωσαν οι δύο πρόσφατες εκδόσεις ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου.
Συμβαίνει, όπως και στην περίπτωση του αντιεμβολιαστικού κινήματος. Βρίσκεται τελείως απέναντι από την αντίληψη που έχει η πλειονότητα των πολιτών για την ανάγκη του εμβολιασμού προκειμένου η χώρα να ξεπεράσει τον κάβο της υγειονομικής κρίσης που τόσο μεγάλο κόστος έχει προκαλέσει στην κοινωνία και στην οικονομία. Το επιβεβαιώνουν αυτό οι δημοσκοπήσεις, η σταδιακή, έστω και αργή αύξηση του ρυθμού των εμβολιασμών, αλλά και οι υποτονικές όπως αποδείχθηκαν, κινητοποιήσεις που είχαν προαναγγελθεί στη Θεσσαλονίκη για την ώρα της ομιλίας του Πρωθυπουργού στο Βελλίδειο Μέγαρο.
Για τους δύο αυτούς βασικούς λόγους ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε ένα εύκολο Σαββατοκύριακο στη φετινή ΔΕΘ. Επικαλούμενος τις θετικές ειδήσεις για την πορεία της οικονομίας εξήγγειλε ένα ευρύ πακέτο μέτρων στήριξης και ελαφρύνσεων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Θα αρχίσουν να εφαρμόζονται από τους επόμενους μήνες και αφορούν μεγάλες κοινωνικές ομάδες, τους νέους, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις με τη μορφή φοροαπαλλαγών, ενισχύσεων αλλά και μέτρων στήριξης μπροστά στο παγκόσμιο κύμα των ανατιμήσεων που έχει προκαλέσει τη υγειονομική κρίση.
Η εκτίμηση αξιόπιστων οικονομικών παραγόντων είναι ότι ο Πρωθυπουργός κατάφερε, προς ώρας, με τις εξαγγελίες του αυτές να αλλάξει την ατζέντα. Από το αρνητικό για την κυβέρνηση κλίμα που δημιούργησαν οι πυρκαγιές και από τις αστοχίες του κυβερνητικού ανασχηματισμού που ακολούθησε, έστρεψε τη συζήτηση στις μεγάλες προκλήσεις που έχει μπροστά της η οικονομία και η κοινωνία.
Ωστόσο, όπως προσθέτουν οι ίδιοι παράγοντες, στην πράξη θα δοκιμαστούν οι πρωθυπουργικές εξαγγελίες και τότε θα γίνει ο λογαριασμός. Η πανδημία εξακολουθεί να απειλεί την κοινωνία και την οικονομία. Το άνοιγμα των σχολείων και η διατήρηση της ομαλής λειτουργίας τους τη νέα χρονιά είναι το πρώτο μεγάλο τεστ που πρέπει να περάσει με επιτυχία η κυβέρνηση. Τυχόν αρνητικές εξελίξεις στο μέτωπο αυτό θα ξαναβάλουν μετ’ επιτάσεως στο τραπέζι το δύσκολο ζήτημα της επέκτασης της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, θα οδηγήσουν σε νέους περιορισμούς στην οικονομική δραστηριότητα και θα εντείνουν την πολιτική πόλωση.
Αλλά και οι ανατιμήσεις που έρχονται σε βασικά καταναλωτικά είδη θα δοκιμάσουν σκληρά, όχι μόνο τις οικονομικές αντοχές των νοικοκυριών, αλλά και την αποτελεσματικότητα του κυβερνητικού πακέτου μέτρων στήριξης που ανακοινώθηκε από το βήμα της ΔΕΘ. Δεν είναι μόνο οι αυξήσεις στα τιμολόγια του ρεύματος, οι οποίες θα καλυφθούν σε ποσοστό 80% όπως ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός. Είναι και δεκάδες άλλες μικρές και μεγάλες ανατιμήσεις σε βασικά καταναλωτικά προϊόντα και οικοδομικά υλικά ως αποτέλεσμα των ανισορροπιών μεταξύ και προσφοράς και ζήτησης στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα που έφεραν η πανδημία και τα lock down. Και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερα ασφυκτικό για τα νοικοκυριά αφού τους επόμενους μήνες θα πρέπει να εξοφλήσουν τους λογαριασμούς τους προς την Εφορία, από τον φόρο εισοδήματος και τον ΕΝΦΙΑ, που παραμένουν ακόμη υψηλοί.
Είναι σαφές ότι η πανδημία και οι ανατιμήσεις θα είναι οι μεγάλες προκλήσεις των επόμενων μηνών για την κοινωνία και την κυβέρνηση. Από τις εξελίξεις στα δύο αυτά καυτά μέτωπα θα κριθούν πολλά. Μέχρι να έρθει η δοκιμασία του επόμενου καλοκαιριού στο μέτωπο των πυρκαγιών, όπου εκεί η κυβέρνηση και το νέο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας θα περάσουν “δια πυρός και σιδήρου” μετά την εμπειρία με τις καταστροφικές πυρκαγιές του φετινού καλοκαιριού.