Η διερμηνεία δεν είναι πάντα ο καθρέφτης όσων διαμείβονται μεταξύ ηγετών. Τουλάχιστον τα ιστορικά παραδείγματα αυτό πιστοποιούν. Οι διερμηνείς έχουν αναγκαστεί να μεταφέρουν με τον κομψότερο και πλησιέστερο προς την αλήθεια τρόπο έκφρασης λέξεις που χρησιμοποίησε ο ένας εκ των δύο συνομιλητών αλλά λόγω πραγματολογικής αγνοίας ή διφορούμενου νοήματος δεν αντελήφθη ο δεύτερος.
Οπως καταλαβαίνετε, τρίτος και τέταρτος στην παρέα τέτοιων συζητητών καθιστά την εξίσωση εξαιρετικά δύσκολη για τους διερμηνείς. Εξάλλου στη Βαβέλ των ανθρώπων η παρανόηση είναι η φυσιολογική κατάσταση και η πραγματική επικοινωνία η εξαίρεση. Στην πολιτική, βέβαια, η παρανόηση μπορεί να είναι και εσκεμμένη.
Οι Financial Times εξέθεσαν τα προβλήματα της διερμηνείας παρουσιάζοντας το βιβλίο της Ανα Ασλανιάν «Χορός σε τεντωμένο σκοινί» («Dancing on Ropes») που πραγματεύεται ακριβώς αυτό το ζήτημα. Η –Αρμένισσα στην καταγωγή, αν κρίνουμε από το επώνυμο– συγγραφέας του έργου είναι γεννημένη στη Μόσχα και ζει στο Λονδίνο. Βιοπορίζεται από λογοτεχνικές μεταφράσεις και διερμηνείες. Για την Ασλανιάν η μετάφραση είναι τελικά ζήτημα ζωής και θανάτου, λένε οι FT. Γιατί; Επειδή από μία αθώα λεξούλα κρίνονται, καμιά φορά, τα πάντα. Ακόμη και η πορεία της Ιστορίας.
Το πουλί του Χρουστσόφ
Οι θυμόσοφοι και ανατρέχοντες στη λαϊκή σοφία πολιτικοί είναι το μεγάλο πρόβλημα των διερμηνέων. Λόγου χάρη, η καθημερινής χρήσης στη Θεσσαλία φράση «η αλεπού εκατό, το αλεπόπουλο εκατόν ένα» δεν γίνεται καθολικώς κατανοητή στην Αθήνα. Πώς θα μπορούσε να αποδοθεί αν την εκστόμιζε ο Χαρίλαος Φλωράκης, ας πούμε, απευθυνόμενος στον πρεσβευτή των ΗΠΑ; Κόλαση! Ε, αυτήν την Κόλαση αντιμετώπισαν οι διερμηνείς του σοβιετικού ηγέτη Νικήτα Χρουστσόφ όταν εκείνος επισκέφθηκε τις ΗΠΑ. Βυθίστηκε στα νάματα της ρωσικής παράδοσης και άρχισε τις παραβολές και τις παροιμίες μέσα στο κτίριο της IBM.
«Κάθε κούλικ υμνεί τον λάκκο του» είπε. Κόκαλο οι διερμηνείς. Το κούλικ είναι πουλί, άλλος το μετέφρασε πάπια και άλλος μπεκάτσα, αλλά δεν χάλασε και ο κόσμος. Το νόημα της φράσης ήταν το μεγάλο πρόβλημα. Υπήρχε Ψυχρός Πόλεμος και θέριευαν οι πυρηνικές κεφαλές. Η ακρίβεια ήταν επιβεβλημένη, τουλάχιστον για τους ευσυνείδητους διερμηνείς των δύο υπερδυνάμεων. Από το βιβλίο της Ασλανιάν μαθαίνουμε ότι ο διερμηνέας του σοβιετικού ηγέτη επέδειξε μεγάλη εφευρετικότητα και διπλωματία στην προσπάθειά του να μεταφράσει τις «εξωφρενικές καταδύσεις του Χρουστσόφ στη ρωσική λαϊκή σοφία». Κατάφερε πάντως να διορθώσει διακριτικά τα μικρολάθη του αφεντικού του και να παράσχει αξιοπρεπή και αποδεκτά ισοδύναμα εννοιών στους Αμερικανούς.
Στάλιν, το… ονειρεμένο στόμα
Αν πάμε λίγο πιο πίσω στον χρόνο, στην κορυφή του σοβιετικού συστήματος εξουσίας θα συναντήσουμε ηγέτες με μικρότερη έφεση στη ρωσική παράδοση. Ο Στάλιν δεν είχε καμία σχέση με τον διάδοχό του όταν μιλούσε. Γεωργιανός εξάλλου ο ίδιος, ποτέ δεν χρησιμοποιούσε ρωσικές παροιμίες. Ηταν σύντομος στον λόγο του, σαφής και περιεκτικός. Η Ασλανιάν τον χαρακτηρίζει «το όνειρο κάθε διερμηνέα», με την έννοια ότι η δουλειά του μεταφραστή με τον Στάλιν ήταν απλή και ακίνδυνη υπόθεση, αφού δεν υπήρχε περίπτωση να κάνει κάποια παρακινδυνευμένη απόδοση φράσεων και λέξεων. Αδρές οι γραμμές του λόγου του Στάλιν, σαν τον χαρακτήρα του. Οι FT πάντως σχολίασαν ότι ο κίνδυνος για τη ζωή των διερμηνέων επί Στάλιν δεν πρόκυπτε μόνον από την ποιότητα της εργασίας τους…
Ο προσωπικός μεταφραστής του Στάλιν ήταν κάποιος Βλαντίμιρ Παβλόφ, ένας νεαρός γλωσσομαθής που απέφευγε να φωτογραφίζεται στα διάφορα μίτινγκ. Ατυχώς ή ευτυχώς για αυτόν, η κάμερα τον απαθανάτισε κατά την υπογραφή της γερμανοσοβιετικής συμφωνίας του 1939 η οποία εν πολλοίς καθόρισε τον ρου της Ιστορίας, προδιαγράφοντας τη μοίρα της Πολωνίας, του πρώτου θύματος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Ασλανιάν γράφει ότι ακόμη και την ώρα των επισήμων γευμάτων ο νεαρός Παβλόφ πάντα κάτι σιγοψιθύριζε στο αυτί του Στάλιν. Για την Ιστορία να αναφέρουμε ότι υπήρξαν και περιπτώσεις που ο Στάλιν δεν είχε την ανάγκη κανενός μεταφραστή ή διερμηνέα. Οταν ο Τσόρτσιλ τον επισκέφθηκε στη Μόσχα, το 1944, δύο μήνες πριν από τα αθηναϊκά Δεκεμβριανά και κυνικότατα του έδωσε τον φάκελο με τα ποσοστά μεταπολεμικής επιρροής στην Ελλάδα (90 προς 10 υπέρ των Δυτικών), ο Στάλιν συγκατένευσε. Τα λόγια ήταν περιττά. Η πρώτη φάση του ελληνικού Εμφυλίου θα άρχιζε με την τράπουλα σημαδεμένη από τους Βρετανούς και τους Σοβιετικούς.
Βαβέλ στη δίκη της Νυρεμβέργης
Οι μεταπολεμικές δίκες των κορυφαίων ναζιστών στη Νυρεμβέργη έδειξαν πόσο περίπλοκη μπορεί να γίνει η μετάφραση, γράφει η Ασλανιάν. Η αναδυόμενη τεχνολογία είχε εξοπλίσει την αίθουσα με συστήματα ταυτόχρονης μετάφρασης, υπήρχαν παντού καλώδια μήκους πολλών χιλιομέτρων, εκατοντάδες ακουστικά. Τριάντα έξι διερμηνείς, «ένα ετερόκλητο πλήθος» επιζώντων των γκέτο, προσφύγων, δημοσιογράφων και ακαδημαϊκών εργάστηκαν στα Γερμανικά, στα Γαλλικά, στα Αγγλικά και στα Ρωσικά. Χάος και τρομερό άγχος. Και επιπλέον, οι αγγλόφωνοι κατηγορούμενοι παρενέβαιναν στις μεταφράσεις. Ιδίως ο Χέρμαν Γκέρινγκ παραπονιόταν συνεχώς ότι οι διερμηνείς ήταν προκατειλημμένοι ή απέδιδαν με λανθασμένο τρόπο την έννοια της λεγόμενης «Τελικής Λύσης» που αφορούσε τους διωγμούς των Εβραίων. Παρά ταύτα, η διαδικασία προχώρησε και απονεμήθηκε δικαιοσύνη.
Ο «εξ απορρήτων» Μαυροκορδάτος
Η Ασλανιάν προσδιορίζει τις απαρχές του επαγγέλματος του διερμηνέα στη δράση του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, του αποκαλούμενου «εξ απορρήτων», ο οποίος υπήρξε φαναριώτης γιατρός με πατρική καταγωγή από τη Χίο και γλωσσομαθής, αφού πέραν των Ελληνικών γνώριζε Οθωμανικά, Λατινικά, Γαλλικά, Ιταλικά. Ετσι ο γιατρός διορίστηκε Μέγας Διερμηνέας της Υψηλής Πύλης ύστερα από τον θάνατο του προκατόχου του, του Παναγιώτη Νικουσίου, του πρώτου Ρωμιού που έγινε Μέγας Δραγουμάνος στην Κωνσταντινούπολη – και ως προς το σημείο αυτό, δηλαδή πότε και ποιος ξεκίνησε τις διερμηνείες, η Ασλανιάν έκανε λάθος. Για τον Μαυροκορδάτο πάντως γράφει ότι «έγινε γλωσσικός και πολιτισμικός ενδιάμεσος μεταξύ Ανατολής και Δύσης».
Ο Μπερλουσκόνι… αστειευόταν
Η συγγραφέας αναφέρει και σύγχρονες περιπτώσεις διερμηνέων οι οποίοι «έγιναν ένα» με τον πολιτικό που συνεργάστηκαν. Πιο ξεχωριστή από όλες, λέει, είναι η περίπτωση του διερμηνέα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Πρόκειται για τον Ιβάν Μελκουμτζιάν, έναν αρμενικής καταγωγής λυρικό τραγουδιστή. Η επιτυχία αυτού του διερμηνέα ήταν τόση, που ακόμη και ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν διασκέδαζε με τις αποδόσεις των αστείων, των ανεκδότων και των ιδιωματισμών του Σίλβιο. Ευχάριστη δουλειά, μηδενικός κίνδυνος. Ο Μπερλουσκόνι είχε βρει στον αλέγκρο διερμηνέα το ταίρι του.