Ο Μπεν Κίνγκσλεϊ ως Νταλί, ανάμεσα στη Αντρεα Πέτζικ, που υποδύεται την Αμάντα Λιρ, και την Μπάρμπαρα Ζούκοβα, στον ρόλο της Γκαλά | Zephyr Films
Θέματα

«Dalíland»: Ο Μπεν Κίνγκσλεϊ υποδύεται (και) τον Σαλβαδόρ Νταλί

Ο κορυφαίος βρετανός ηθοποιός, ενεργητικός και αεικίνητος έχοντας συμπληρώσει 79 χρόνια ζωής, εξηγεί πώς καταφέρνει να υποδύεται με μαεστρία τεράστιες προσωπικότητες δίχως να τρομάζει από το μέγεθός τους. Πρόσφατο παράδειγμα η ερμηνεία του ως υπερρεαλιστή καταλανού καλλιτέχνη στην ταινία της Μέρι Χάρον
Protagon Team

«Ανέκαθεν αγαπούσα τον Νταλί και είμαι αρκετά τυχερός που μπόρεσα να αποκτήσω ένα υπογεγραμμένο, αυθεντικό έργο του πριν από χρόνια. Αυτό που δεν ήξερα για εκείνον και κανένα βιβλίο δεν θα μπορούσε να μου το μεταδώσει, ήταν η επίδραση που είχε στους άλλους, το φως του που τους προσέλκυε και τους φώτιζε. Και παρά τις ανασφάλειές του, μετέδιδε την υπέρτατη αυτοπεποίθηση. Κατά βάθος ήξερε ότι ήταν ο Νταλί. Και οι άλλοι το αισθάνονταν. Είναι μια ιδιότητα που ξεπερνά το χάρισμα. Σε ορισμένους τομείς είναι επικίνδυνο, αλλά στην τέχνη αποτελεί ένα δώρο για την ανθρωπότητα».

Ο Μπεν Κίνγκσλεϊ έχει υποδυθεί πολλές φορές εξαιρετικούς ανθρώπους, από τον Ντμίτρι Σοστακόβιτς έως τον Μαχάτμα Γκάντι (κερδίζοντας για αυτή την ερμηνεία του το Οσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου το 1983), αλλά το να ερμηνεύσει τον Σαλβαδόρ Νταλί στο «Dalíland» της Μέρι Χάρον («American Psycho») ήταν άθλος. «Συναρπαστικός αλλά πολύ κοπιαστικός», σύμφωνα με τον πρωταγωνιστή της ταινίας.

Γιατί; Κυρίως επειδή ο συγκλονιστικός υπερρεαλιστής καταλανός καλλιτέχνης υπήρξε «ένας ακούραστος και πολύ διασκεδαστικός άνθρωπος: ποτέ δεν κουραζόταν, ποτέ δεν έμενε ακίνητος. Στο τέλος κάθε σκηνής ήμουν διαλυμένος, κάθε μόριο του σώματός μου τασσόταν στην υπηρεσία της υπέρτατης ευφυΐας του σε κάθε τομέα: στην τέχνη, στη θεωρία χρωμάτων, στην πυρηνική φυσική, στην κβαντική. Ολα αυτά σε συνδυασμό με μια βαθιά κατανόηση των ανθρώπινων παθών. Το σενάριο, που έγραψε ο σύζυγος της Μέρι Χάρον, ο Τζον Γουόλς, με βοήθησε να βρω το κλειδί. Περιγράφει καλά αυτό το μείγμα λατρείας και σύγχυσης που προκαλούσε», είπε ο Μπεν Κίνγκσλεϊ, συνομιλώντας με τη Στεφάνια Ουλίβι της Corriere della Sera.

H αφίσα της ταινίας

Η ταινία εστιάζει στο λυκόφως αυτού του εξαιρετικού, από όλες τις απόψεις, καλλιτέχνη και ανθρώπου, τον παρουσιάζει στον πυρήνα ενός κόσμου όπου κυριαρχούσε η πανίσχυρη προσωπικότητα της συζύγου του, Γκαλά, η οποία τον λάτρευε μεν, αλλά και τον εκμεταλλευόταν. «Στη “Χώρα του Νταλί”, στην οποία αναφέρεται ο τίτλος, υπήρχαν και εκείνοι που τον έβλεπαν ως κλόουν, ενώ δεν υπήρξε ποτέ. Οσο περισσότερο τον γνώριζα, τόσο περισσότερο αυξανόταν ο θαυμασμός μου» ανέφερε σχετικά ο Κίνγκσλεϊ.

Στην παρατήρηση της ιταλίδας δημοσιογράφου ότι ο Σαλβαδόρ Νταλί ήταν δυναμικός όσο και ευάλωτος, αισθανόταν θεός αλλά περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τον τρομοκρατούσε ο θάνατος, ο ηθοποιός προσέθεσε ότι «ήταν μια μεγάλη ψυχή, ένας βασιλιάς Ληρ. Διερωτήθηκα πόσο περίεργο θα πρέπει να ήταν για κάποιον πεπεισμένο, όπως ήταν εκείνος, πως η διάνοια δεν εδύνατο να πεθάνει, να γνωρίζει, αντιθέτως, ότι ο θάνατος αναμένει να τον αρπάξει. Και παρ’ όλα αυτά να ζει με τόση δίψα για ζωή, γνωρίζοντας πως η μάχη ήταν χαμένη».

Επιστέφοντας στην Γκαλά (την υποδύεται η Γερμανίδα Μπάρμπαρα Ζούκοβα), η οποία συνέβαλε μεν σημαντικά στην ευτυχία και στην επιτυχία του Νταλί αλλά ήταν συγχρόνως πηγή σύγχυσης και προβλημάτων, ο Κίνγκσλεϊ σημείωσε ότι «εκείνος φοβόταν τον θάνατο, όπως η Γκαλά φοβόταν τη φτώχεια. Η Μπάρμπαρα είναι μια ηθοποιός που δεν φοβάται τη σκοτεινή πλευρά».

»Μεταξύ των αινιγμάτων του Νταλί περιλαμβάνεται, φυσικά, και η σχέση του με το σεξ (σ.σ.: εκείνος ήταν ηδονοβλεψίας, ενώ η Γκαλά είχε πολλούς εραστές). Υπάρχουν, όμως, πτυχές ενός χαρακτήρα που δεν μπορούν να αποκαλυφθούν, να αποδομηθούν. Αυτό ήταν μέρος της λαχτάρας του για ζωή, με αυτό μου αρέσει να ταυτίζομαι» σημείωσε ο εξίσου ενεργητικός και αεικίνητος (έχοντας συμπληρώσει 79 χρόνια ζωής) βρετανός ηθοποιός.

Ερωτηθείς πώς καταφέρνει να υποδύεται με συγκλονιστική μαεστρία εξαιρετικές, τεράστιες προσωπικότητες, δίχως να τρομάζει από το μέγεθός τους, ανθρώπους τους οποίους ο ίδιος χαρακτηρίζει «ιδιοφυίες», είπε πως ένας ηθοποιός όχι μόνο πρέπει να φτάνει στα όριά του, αλλά και να τα ξεπερνάει. «Ο Σαίξπηρ, ο πνευματικός πατέρας μου, πάντα ερχόταν να με σώσει. Ακόμη και στον Γκάντι» σημείωσε.