Ούτε ένα λεπτό δεν θα στοιχημάτιζε o Στέφανο Μανκούζο ότι κατά τη διάρκεια της Συνόδου των ηγετών των 20 βιομηχανικά πιο αναπτυγμένων χωρών του κόσμου (G20), που πραγματοποιήθηκε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο στη Ρώμη, θα λαμβανόταν τουλάχιστον μία απόφαση, η υλοποίηση της οποίας θα μπορούσε όντως να συμβάλει καίρια στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Τώρα, όμως, ο διακεκριμένος ιταλός βιολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας και ιδρυτής του Διεθνούς Εργαστηρίου Φυτικής Νευροβιολογίας, παραδέχεται «με χαρά», σε άρθρο του στην La Repubblica, ότι έκανε λάθος.
Θεωρεί ότι αυτή τη φορά οι ισχυροί του πλανήτη δεν περιορίστηκαν μόνο στην καταγραφή των καλών, αλλά αόριστων προθέσεών τους. Προέβησαν επίσης στην υιοθέτηση, εγγράφως μάλιστα, μιας «ταπεινής» περιβαλλοντικής πολιτικής που εάν εφαρμοστεί, θα ενισχύσει σημαντικά τις προσπάθειες της ανθρωπότητας για τον δραστικό περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Αναφέρεται στη δέσμευση των ισχυρών του κόσμου για τη φύτευση ενός τρισεκατομμυρίου δέντρων έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας.
Στην παράγραφο 19 της τελικής δήλωσης των ηγετών της Ομάδας των Είκοσι, επισημαίνεται ότι «μοιραζόμαστε τον φιλόδοξο στόχο να φυτέψουμε από κοινού ένα τρισεκατομμύριο δέντρα, εστιάζοντας στα πιο επιβαρυμένα οικοσυστήματα του πλανήτη και παροτρύνοντας άλλες χώρες να ενώσουν τις δυνάμεις τους με την G20, ούτως ώστε να επιτευχθεί αυτός ο παγκόσμιος στόχος έως το 2030, και μέσω περιβαλλοντικών projects με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα και της κοινωνίας των πολιτών».
Σύμφωνα με τον ιταλό επιστήμονα, πρόκειται αναμφίβολα για μία σημαντική απόφαση, η οποία εάν υλοποιηθεί, θα αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα για τη διασφάλιση ενός πιο γαλήνιου μέλλοντος για την ανθρωπότητα. «Αυτά τα ένα τρισεκατομμύριο δέντρα αποτελούν στην πραγματικότητα ένα πολύ αποτελεσματικό όπλο για τη μείωση των επιπέδων του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, από τα οποία εξαρτάται άμεσα η αύξηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας, δηλαδή η περιβόητη υπερθέρμανση του πλανήτη», εξηγεί.
Τα επίπεδα CO2 στην ατμόσφαιρα της Γης άρχισαν να αυξάνονται από το 1800 και έπειτα, εξαιτίας της αύξησης των εκπομπών που ακολούθησε τη Βιομηχανική Επανάσταση και συνεχίζεται έως σήμερα. Αυτός είναι ο κύριος λόγος, αλλά όχι ο μοναδικός. Από την έναρξη του ανθρώπινου πολιτισμού μέχρι τώρα, η ανθρωπότητα έχει κόψει σχεδόν τα μισά από όλα τα δέντρα του πλανήτη. Ηταν έξι τρισεκατομμύρια πριν από την εφεύρεση της γεωργίας, ενώ σήμερα έχουν απομείνει περί τα τρία τρισεκατομμύρια.
«Εχουμε κόψει, οπότε, τρία τρισεκατομμύρια δέντρα κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12.000 ετών, αυξάνοντας εξαιρετικά την ταχύτητα από το 1700 έως σήμερα», συνοψίζει Μανκούζο, υπενθυμίζοντας ότι αυτά τα χιλιάδες δισεκατομμύρια δέντρα που αφαιρέσαμε από την επιφάνεια του πλανήτη, επιτελούσαν σημαντικό έργο, απορροφώντας από την ατμόσφαιρα –χάρη στο φαινόμενο της φωτοσύνθεσης– τεράστιες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα.
«Με άλλα λόγια, τα δέντρα μπορούν να κάνουν αυτό που η τεχνολογία μας προς το παρόν μπορεί μόνο να ονειρεύεται, δηλαδή να απομακρύνουν το CO2 από την ατμόσφαιρα με χαμηλό κόστος και υψηλή απόδοση», σημειώνει ο Μανκούζο, υποστηρίζοντας πως το ότι οι ισχυροί του πλανήτη έλαβαν υπόψη το εν λόγω απλό επιστημονικό δεδομένο και αποφάσισαν να στηρίξουν την πρόταση για τη φύτευση ενός τρισεκατομμυρίου δέντρων αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα άσκησης realpolitik, ρεαλιστικής πολιτικής.
Η εστίαση αποκλειστικά στην ανάγκη μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα εξακολουθεί να μη φέρνει απτά αποτελέσματα, αναφέρει ο ιταλός βιολόγος, προβλέποντας ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια οικολογικής «μεταστροφής» προτού οι μεγάλοι ρυπαντές του πλανήτη αντιληφθούν την απόλυτη ανάγκη δραστικής μείωσης των εκπομπών CO2. «Εν τω μεταξύ, κερδίζουμε τις δεκαετίες που χρειαζόμαστε φυτεύοντας 1 τρισεκατομμύριο δέντρα».
Το ότι την Τρίτη, στο πλαίσιο της COP26 που διεξάγεται στη Γλασκώβη, υπεγράφη από τους εκπροσώπους 124 χωρών η αποκαλούμενη Διακήρυξη για τα Δάση και τη Χρήση Γης αποτελεί αναμφίβολα ένα τεράστιο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Στόχος της διεθνούς κοινότητας όσον αφορά τα δάση πλέον είναι έως το τέλος της δεκαετίας, όχι μόνον να έχει τερματιστεί η απώλεια δασικών εκτάσεων, αλλά και να έχει ενταθεί και η αποκατάστασή τους.