Διατείνεται ότι κατέχει όσο ελάχιστοι την «τέχνη της συμφωνίας», ωστόσο οι όποιες δεξιότητες του πρώην και επόμενου προέδρου των ΗΠΑ πρόκειται να δοκιμαστούν σκληρά, όπως διαφαίνεται, στο πλαίσιο των προσπαθειών του με στόχο μια εκεχειρία μεταξύ Πούτιν και Ζελένσκι.
Προς το παρόν ουδείς γνωρίζει, ενδεχομένως ούτε καν ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ, πώς ακριβώς θα μπορούσε να τηρήσει την υπόσχεσή του να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία εντός μιας ημέρας από την ανάληψη των καθηκόντων του. Ωστόσο, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, η στρατηγική της Ουάσινγκτον για τη σύρραξη στην Ουκρανία πρόκειται να αλλάξει θεμελιωδώς.
«Ο Τραμπ διακύβευσε τη φήμη του στην εξωτερική πολιτική δεσμευόμενος να δώσει γρήγορα ένα τέλος στον πόλεμο, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι θα είναι σε θέση να αναγκάσει είτε τον πρόεδρο Πούτιν είτε τον πρόεδρο Ζελένσκι να “συνάψουν μια συμφωνία”. Τα εμπόδια στην ειρήνη είναι πολλά» γράφει σε ανάλυσή του ο Μαρκ Μπένετς των Times, ο οποίος καλύπτει τη Ρωσία και τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, περιλαμβανομένης και της Ουκρανίας, από το 2015.
Οσον αφορά τα πολλά εμπόδια, το πρώτο που αναφέρει είναι ότι το 2022 ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι υπέγραψε διάταγμα που απαγορεύει στην Ουκρανία να διεξάγει συνομιλίες με τη Ρωσία όσο ο Πούτιν είναι στην εξουσία. Εχει δηλώσει επίσης ότι το Κίεβο θα μπορούσε να παραχωρήσει επισήμως εδάφη στη Ρωσία μόνο εάν συναινούσε ο ουκρανικός λαός μέσω δημοψηφίσματος, κάτι μάλλον απίθανο, τουλάχιστον σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.
Δεδομένου, όμως, ότι η Ουάσινγκτον είναι ο βασικός αρωγός του Κιέβου από στρατιωτική άποψη, ο Τραμπ έχει υπονοήσει ότι θα διακόψει την αμερικανική βοήθεια εάν ο Ζελένσκι αρνηθεί να διαπραγματευτεί μια κατάπαυση του πυρός με το Κρεμλίνο. «Μια τέτοια κίνηση θα οδηγούσε σχεδόν σίγουρα στο τέλος της μεγάλης ουκρανικής αντίστασης στο πεδίο της μάχης» σχολιάζει ο βρετανός δημοσιογράφος.
Αναφερθείς στην αξίας δεκάδων δισ. δολαρίων υποστήριξη των ΗΠΑ που κατάφερε να εξασφαλίσει ο Ζελένσκι, ο Τραμπ τον χαρακτήρισε ως «τον μεγαλύτερο πλασιέ στον πλανήτη», ενώ έχει υπαινιχθεί επίσης πως ο ουκρανός πρόεδρος φέρει την ευθύνη για την εισβολή της Ρωσίας. Αντιθέτως, ο Τραμπ ηγέτης έχει επαινέσει τον Βλαντίμιρ Πούτιν ως ισχυρό ηγέτη, καυχιέται για τις «πολύ καλές σχέσεις» του με τον επικεφαλής του Κρεμλίνου, ενώ έχει επίσης δεσμευθεί για απεμπλοκή των ΗΠΑ από τη σύρραξη.
Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι αξιωματούχοι στο Κίεβο φέρεται να ήλπιζαν στην επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ στην εκλογική αναμέτρηση της 5ης Νοεμβρίου. Πολλοί ήταν ανοιχτά απογοητευμένοι από την αποτυχία της κυβέρνησης Μπάιντεν να συνδράμει επαρκώς και εγκαίρως στρατιωτικά την Ουκρανία, γεγονός πως είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι απώλειες μεταξύ των στρατευμάτων που πολεμούν στην πρώτη γραμμή. «Κανείς δεν μιλάει για συνθηκολόγηση με τη Ρωσία, αλλά υπάρχει η συναίσθηση ότι κάτι πρέπει να αλλάξει» συνοψίζει ο Μαρκ Μπένετς.
«Πολλοί ουκρανοί αξιωματούχοι ιδιωτικά επιθυμούσαν νίκη του Τραμπ» έγραψε στο X ο Ταϊμόφι Μαϊλοβάνοφ, κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών Επιστημών του Κιέβου και πρώην υπουργός Οικονομίας της Ουκρανίας. «Αν έχουν δίκιο δεν το γνωρίζω, αλλά ένα πράγμα είναι σαφές: ο Τραμπ θα επιβάλει μια λύση στο Κίεβο, καλώς ή κακώς».
Ωστόσο, ενώ ο Τραμπ θα είναι σε θέση να ασκήσει υπερβολική πίεση στον Ζελένσκι ώστε να συμμορφωθεί με τα όποια σχέδιά του, δεν είναι σαφές ποια κίνητρα θα μπορούσε να προσφέρει στον Πούτιν για να τον πείσει να τερματίσει τον πόλεμό του.
Παρά τις τεράστιες απώλειες, οι ρωσικές δυνάμεις προελαύνουν ταχέως στην Ανατολική Ουκρανία, ενώ σύντομα πρόκειται να ριχτούν στη μάχη και 10.000 βορειοκορεάτες επιδρομείς, συνδράμοντας τις ρωσικές δυνάμεις στο μέτωπο του Κουρσκ, της δυτικής ρωσικής περιφέρειας στην οποία εισέβαλαν οι Ουκρανοί τον περασμένο Αύγουστο. Την περασμένη Δευτέρα το Κοινοβούλιο της Βόρειας Κορέας επικύρωσε και τυπικά μια αμυντική συμφωνία με τη Ρωσία. Αυτό σημαίνει πως η Πιονγιάνγκ θα μπορούσε να στείλει επιπλέον στρατεύματα στη Μόσχα – άλλωστε ο Κιμ Γιονγκ Ουν έχει χαρακτηρίσει τον πόλεμο του Πούτιν «ιερό αγώνα».
Ο Πούτιν έχει πει ότι η ειρήνη είναι δυνατή μόνο εάν η Ουκρανία εκχωρήσει τέσσερις περιφέρειές της στα νότια και ανατολικά της χώρας, καθώς και την Κριμαία. Απαίτησε επίσης από το Κίεβο να αποκηρύξει επισήμως οποιαδήποτε σχέδια για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Και μετά την επανεκλογή του Τραμπ στην προεδρία δεν έχει δώσει καμία ένδειξη ότι είναι πρόθυμος να μετριάσει τις απαιτήσεις του ή να αποδεχτεί μια φιλοδυτική κυβέρνηση στο Κίεβο.
«Κανένας δυτικός ηγέτης –συμπεριλαμβανομένου του Τραμπ– δεν έχει σχέδιο για τον τερματισμό του πολέμου που θα μπορούσε να ήταν έστω ελάχιστα αποδεκτό από τον Πούτιν» έγραψε η Τατιάνα Στανόβαγια, μια ρωσίδα πολιτική αναλύτρια, σε άρθρο της για τη δεξαμενή σκέψης The Carnegie Endowment for International Peace.
Ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ είχε δηλώσει ότι εάν ο Πούτιν απέρριπτε τα όποια ειρηνευτικά του σχέδια, θα αντιδρούσε αυξάνοντας σημαντικά τις παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία, ενώ θα μπορούσε επίσης, όπως σημειώνει ο δημοσιογράφος των Times, να επιτρέψει (σε αντίθεση με τον Μπάιντεν) στην Ουκρανία να βάλλει με δυτικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς εναντίον στόχων βαθιά εντός της Ρωσίας. Ωστόσο η Μόσχα έχει προειδοποιήσει επανειλημμένως ότι η περαιτέρω εμπλοκή της Δύσης στον πόλεμο θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και σε πυρηνική σύρραξη.
«Ο Τραμπ θα μπορούσε να αλλάξει στάση όσον αφορά την υποστήριξη της Ουκρανίας και τη θέση του για τη Ρωσία» δήλωσε ο Εντ Αρνολντ, αναλυτής ασφαλείας με ειδίκευση στην Ευρώπη, στη βρετανική δεξαμενή σκέψης Royal United Services Institute. «Ο Ζελένσκι έχει πει ότι δεν θα διαπραγματευόταν προσωπικά με τον Πούτιν, αλλά αν ασκηθεί αρκετή πίεση θα μπορούσε να αλλάξει αυτή την τακτική. Δεδομένης, όμως, της κατάστασης που βρίσκονται η Ρωσία και η Ουκρανία, υπάρχουν πολύ λίγα πράγματα για τα οποία θα μπορούσαν να διαπραγματευτούν» πρόσθεσε.