Η πλειονότητα των Γερμανών είναι ικανοποιημένη με την οικονομική κατάσταση της χώρας, η οποία ωστόσο θα μπορούσε να ναυαγήσει για πολλούς λόγους... | Shutterstock
Θέματα

Ανάλυση: Μπορεί να ναυαγήσει η γερμανική οικονομία;

Κανένας δεν μιλάει για το δημογραφικό πρόβλημα, κανένας δεν πανικοβάλλεται με την έλλειψη μηχανικών ή την παρακμή της Deutsche Bank, κανένας δεν νοιάζεται για το γεγονός ότι πολλές από τις γερμανικές πολυεθνικές είναι ελλιπώς προετοιμασμένες για την ψηφιακή εποχή
Protagon Team

Ποιο είναι το μυστικό του οικονομικού θαύματος της Γερμανίας; Σύμφωνα με τον Κόνσταντιν Ρίχτερ, αρθρογράφο του Politico και συγγραφέα του βιβλίου «Η καγκελάριος: ένα μυθιστόρημα» (για την Ανγκελα Μέρκελ και την προσφυγική κρίση), βάση της οικονομικής επιτυχίας των Γερμανών δεν ήταν η απληστία, ούτε η υπέρμετρη φιλοδοξία να δημιουργήσουν το μέλλον κατά το πρότυπο των πρωτοπόρων της Σίλικον Βάλεϊ.

Πυλώνας της εντυπωσιακής οικονομικής ανάπτυξης της Γερμανίας υπήρξε «ο πολύ γερμανικός φόβος να μην ηττηθούν από τους άλλους» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ρίχτερ, μια διαρκής ανησυχία μην τυχόν και αποτύχουν, και αυτό εξηγεί γιατί οι Γερμανοί «σήμαναν συναγερμό ακόμα και όταν οι καιροί ήταν καλοί».

Σήμερα, ωστόσο, οι ανησυχίες και οι φόβοι τους εστιάζονται σε άλλα ζητήματα, καθώς φαίνεται να τους απασχολεί περισσότερο εάν «το Βερολίνο ελέγχεται από συμμορίες Αράβων», εάν «κινδυνεύει η δημοκρατία», εάν «ήταν δίκαιη η απομάκρυνση του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της Γερμανίας Χανς – Γκέορκγ Μάασεν από τη θέση του», παρά η πορεία της οικονομίας.

Η τελευταία φορά που οι Γερμανοί ανησύχησαν πραγματικά για την οικονομία τους ήταν στις αρχές του 2000. Η χώρα ήταν «ο ασθενής της Ευρώπης, όπως σημείωνε ο ξένος Τύπος και οι Γερμανοί ασπάστηκαν την ιδέα ολόψυχα, σχεδόν μαζοχιστικά» υπενθυμίζει ο Ρίχτερ, υπογραμμίζοντας πως ο άκρατος πεσιμισμός που επικρατούσε διευκόλυνε τη σαρωτική μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας από τον Γκέρχαρντ Σρέντερ. Ακολούθησε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 αλλά η γερμανική οικονομία ανέκαμψε γρήγορα και άρχισε εκ νέου να αναπτύσσεται.

Το γεγονός αυτό σχεδόν διέγραψε από τη συλλογική συνείδηση των Γερμανών τις οικονομικές κρίσεις του 1873, του 1923 και του 1929, ο αντίκτυπος των οποίος ήταν βαρύς και λειτουργούσε επί πολλές δεκαετίες ως προειδοποίηση για το μέλλον. Αυτό δεν ισχύει πια. Γιατί πριν από μερικές ημέρες, κατά τη συμπλήρωση μιας δεκαετίας από το ξέσπασμα της κρίσης του 2008, οι γερμανοί δημοσιογράφοι απλά ανέφεραν δεόντως ότι κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβεί ξανά και να πλήξει και τη Γερμανία. Αλλά αμέσως μετά «έστρεψαν ξανά την προσοχή τους στους πρόσφυγες και τον Μάασεν». Γιατί η επιχειρηματική εμπιστοσύνη είναι υψηλή ενώ η ανεργία χαμηλή και δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν πως η πλειονότητα των Γερμανών είναι ικανοποιημένη με την οικονομική κατάσταση της χώρας.

Αλλά αυτό δεν αρκεί. Γιατί «η οικονομία κατέληξε να αποτελεί έναν αντιπερισπασμό» υποστηρίζει ο Ρίχτερ, επισημαίνοντας πως στη Γερμανία, σήμερα, κανένας δεν μιλάει για το δημογραφικό πρόβλημα, κανένας δεν πανικοβάλλεται με την έλλειψη μηχανικών ή την παρακμή της Deutsche Bank, κανένας δεν νοιάζεται για το γεγονός ότι πολλές από τις γερμανικές πολυεθνικές που ιδρύθηκαν στην αυτοκρατορική Γερμανία είναι ελλιπώς προετοιμασμένες για την ψηφιακή εποχή. Οι απειλές είναι και πολλές και γνωστές –τα κινεζικά αντίγραφα, η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού, οι εμπορικοί πόλεμοι– αλλά οι Γερμανοί απλά αδιαφορούν ενώ θα έπρεπε να σκεφτούν «εάν οι επιτυχίες των γερμανών εξαγωγέων βασίζονται στην ανωτερότητα των προϊόντων τους ή στο αδύναμο ευρώ».

Οι αυτοκινητοβιομηχανίες είναι στο έλεος της ευρωπαίας επιτρόπου Ανταγωνισμού Μαργκρέτε Φεστάγκερ για το σκάνδαλο «dieselgate»

Την ίδια ώρα, ο όμιλος Thyssenkrupp βρίσκεται στο στόχαστρο ακτιβιστών επενδυτών, η Bayern καλείται να διαχειριστεί τη ριψοκίνδυνη εξαγορά της Monsanto ενώ οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες θα πρέπει να αποδείξουν ότι δεν προέβησαν στη σύσταση καρτέλ με στόχο να περιορίσουν την ανάπτυξη τεχνολογιών για τον περιορισμό των εκπομπών ρυπογόνων αερίων.

Εάν η έρευνα που διέταξε η Ευρωπαία επίτροπος Ανταγωνισμού Μαργκρέτε Φεστάγκερ αποδείξει την ενοχή τους, τότε η BMW, η Daimler και η Volkswagen Group (Volkswagen, Porsche και Audi) θα υποχρεωθούν, κατά πάσα πιθανότητα, να πληρώσουν πρόστιμο ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ. Επιπρόσθετα, θα πληγεί περαιτέρω το κύρος των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών μετά το αποκαλούμενο «dieselgate», το σκάνδαλο που ξέσπασε το 2015 όταν αποκαλύφτηκε η εγκατάσταση ενός παράνομου λογισμικού σε 11 εκατομμύρια ντιζελοκίνητα οχήματά της Volkswagen που παραποιούσε τα αποτελέσματα στους ελέγχους για τις εκπομπές αερίων.

«Αυτό που χρειάζεται τώρα η Γερμανία είναι ένα-δύο μπεστ-σέλερ που θα αναφέρουν ότι η γερμανική οικονομία παραπαίει στο χείλος του γκρεμού. Οτι κοιτάει την άβυσσο. Οτι οδεύει προς την ολική εξαφάνιση (εκτός, φυσικά, και εάν ανασκουμπωθούμε). Κινδυνολόγοι, που είστε;» διερωτάται καταλήγοντας ο Ρίχτερ.