Πέρυσι δεν διοργανώθηκε λόγω της πανδημίας. Προσφάτως, ωστόσο, άνοιξε ξανά τις πύλες της η Art Basel Miami Beach, η διάσημη έκθεση σύγχρονης τέχνης του Μαϊάμι που προσελκύει πλήθος διασημοτήτων από τον χώρο της τέχνης, της μόδας και του χρήματος.
Σε άρθρο του ο Αντονι Φαϊόλα της Washington Post κάνει λόγο για «όργιο χλιδής» στο οποίο φέτος πρωταγωνιστούν μεγιστάνες του πλούτου που εγκατέλειψαν τα υπερπολυτελή καταφύγια στα οποία είχαν κλειστεί για να προστατευτούν από τον κορονοϊό και μετέβησαν στο Μαϊάμι για να προλάβουν να αγοράσουν έργα τέχνης αξίας από πολλές χιλιάδες έως αρκετά εκατομμύρια δολάρια.
Στην περίφημη και πανάκριβη South Beach, τη γειτονιά του Μαϊάμι όπου διεξάγεται η έκθεση, τα ξενοδοχεία χρεώνουν τη διανυκτέρευση σε μία από τις σουίτες τους έως 27.000 δολάρια ενώ τα νάιτ κλαμπ ζητούν για την κράτηση, όχι ολόκληρου του καταστήματος αλλά ενός τραπεζιού, 75.000 δολάρια.
Μετά την κολλημένη-στον-τοίχο-μπανάνα του Μαουρίτσιο Κατελάν αξίας 120.000 δολαρίων που προσέφερε στον κόσμο η Art Basel Miami Beach το 2019, φέτος στην έκθεση όποιος το επιθυμεί μπορεί έναντι 1.000 δολαρίων να απολαύσει μερικές γουλιές καφέ μιας εκλεκτής και πολύ σπάνιας, εξωτικής ποικιλίας από το Εκουαδόρ που σερβίρεται σε ένα χάρτινο ποτηράκι με σχέδια ενός animator/youtuber από τη Νέα Υόρκη (φωτογραφία επάνω).
Στην μητρόπολη της Φλόριντα ιδιαίτερα αισθητή είναι κατά τη διάρκεια της έκθεσης και η παρουσία κορυφαίων οίκων μόδας που επιδιώκουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους με εκπροσώπους της παγκόσμιας καλλιτεχνικής κοινότητας, διοργανώνοντας χλιδάτα πάρτι.
Γιατί όμως αναφέρεται εκτενώς στην Art Basel Miami Beach ο αμερικανός αρθρογράφος; Διότι θεωρεί πως αποτελεί τον καμβά πάνω στον οποίο αποτυπώνονται με τον πλέον ξεκάθαρο και συγκλονιστικό τρόπο οι παγκόσμιες ανισότητες στην εποχή της πανδημίας.
«Ισως περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη πρόσφατη διεθνή εκδήλωση, το τεράστιο σόου τέχνης του Μαϊάμι […] αποτελεί ένα πάρτι εξόδου μετά την πανδημία για τους ζάπλουτους του κόσμου, παρότι ο ιός εξακολουθεί να κυριαρχεί στις διεθνείς εξελίξεις», εξηγεί. H Art Basel Miami Beach αποδεικνύει περίτρανα πως «παρά την πανδημία ή ακόμη και εξαιτίας αυτής, οι ζωές των μελών της παγκόσμιας ελίτ (ή τουλάχιστον των τραπεζικών λογαριασμών τους) δεν ήταν ποτέ καλύτερες», συμπληρώνει.
Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, ο καθαρός πλούτος του ανώτατου 1% των πλουσιότερων νοικοκυριών αυξήθηκε κατά σχεδόν 35% από τότε που ξέσπασε η πανδημία ενώ ο πλούτος των νοικοκυριών που ανήκουν στο κατώτατο 50% αυξήθηκε κατά μόλις 5%, σύμφωνα με ανάλυση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ που δημοσιεύτηκε τον προηγούμενο μήνα. Σε παγκόσμιο επίπεδο την ώρα που αυξάνεται η φτώχεια, ειδικά μεταξύ των νέων χαμηλής ειδίκευσης και των γυναικών, οι έχοντες ήδη πλούτο επωφελούνται από την καλή πορεία των χρηματιστηριακών αγορών και την αύξηση της αξίας των ακινήτων.
Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι η ανισότητα μεταξύ των χωρών αυξάνεται για πρώτη φορά από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 ενώ ολοένα περισσότερα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι οι ανισότητες εντείνονται και στο εσωτερικό ολοένα περισσότερων κρατών. Ωστόσο για να ανακτήσουν τον πλούτο που έχασαν εξαιτίας της πανδημίας οι 1.000 πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο, χρειάστηκαν μόλις εννέα μήνες σύμφωνα με την Oxfam.
Οσον αφορά την κατάσταση στην κομητεία του Μαϊάμι, για τις ΗΠΑ η εισοδηματική ανισότητα καταγράφεται πιο έντονα μόνο στην Νέα Υόρκη. Η θεαματική ανάπτυξη της αμερικανικής μητρόπολης και, κατ’ επέκταση, η αύξηση των ανισοτήτων στην περιφέρειά της, οφείλεται εν μέρει στην Art Basel.
Από το 2002, χρονιά κατά την οποία άρχισε να οργανώνεται η έκθεση, το Μαϊάμι κατέστη σταδιακά αγαπημένος προορισμός της παγκόσμιας ελίτ με «φιλοτέχνους» κροίσους από τη Ρωσία, την Κίνα και την Τουρκία να αγοράζουν υπερπολυτέλη διαμερίσματα και να εντάσσονται στην κοινότητα των ζάπλουτων Ευρωπαίων και Λατινοαμερικανών που άρχισαν πρώτοι να εγκαθίστανται στην μητροπολιτική περιοχή του Μαϊάμι.
Στη συνέχεια ξέσπασε η πανδημία και την προσοχή τους άρχισαν να στρέφουν ξαφνικά στο Μαϊάμι και ζάπλουτοι Αμερικανοί, επικεφαλής επενδυτικών ταμείων από τη Νέα Υόρκη και μεγιστάνες της τεχνολογίας από την Καλιφόρνια. Αναζητώντας μεγαλύτερα και πιο ηλιόλουστα υπερπολυτελή καταφύγια από τον κορονοϊό και επιδιώκοντας να επωφεληθούν από το ιδιαίτερα γενναιόδωρο φορολογικό σύστημα της Φλόριντα, αποφάσισαν να μετακομίσουν ξαφνικά δίπλα σε «μεγιστάνες από τη Βενεζουέλα, σούπερ σταρ από την Κολομβία και αμερικανοκουβανούς επιχειρηματίες», αναφέρει ο Φαϊόλα.
Οι τιμές των ακινήτων
Κατά συνέπεια, στη διάρκεια του τρίτου τριμήνου του τρέχοντος έτους, οι τιμές στην αγορά πολυτελών κατοικιών στην ευρύτερη περιοχή του Μαϊάμι αυξήθηκαν περισσότερο από όσο αυξήθηκαν στη Μόσχα, στη Σανγκάη και στο Χονγκ Κονγκ και άλλες 41 μητροπόλεις ανά την υφήλιο.
Αυτό σημαίνει πως το Αμερικανικό Ονειρο απόκτησης κατοικίας θα παραμείνει όνειρο για τους περισσότερους πολίτες του Μαϊάμι, λαμβάνοντας υπόψη ότι το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών στην κομητεία Μαϊάμι-Ντέιντ δεν ξεπερνά τις 51.000 δολάρια τον χρόνο ενώ η μέση τιμή για την απόκτηση μιας κατοικίας ανέρχεται στις 490.000 δολάρια. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, μόλις το 8% των 2,7 εκατομμυρίων κατοίκων της κομητείας έχει την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσει δικό του σπίτι.
«Πρόκειται πραγματικά για την ιστορία δύο πόλεων. Στην πραγματικότητα, μου θυμίζει πολύ το Ρίο ντε Τζανέιρο. Αν είχαμε λόφους αντί να είμαστε επίπεδοι, θα μπορούσατε να δείτε τις φτωχές γειτονιές μας από την πιο ακριβή ακτή, όπως ακριβώς μπορείτε να δείτε τις φαβέλες στο Ρίο», ανέφερε στον δημοσιογράφο της Washington Post o Νεντ Μάρεϊ από το Διεθνές Πανεπιστήμιο της Φλόριντα.
Οσον αφορά την τέχνη, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, την ώρα που απλοί άνθρωποι έμεναν άνεργοι, οι γκαλερίστες της πόλης έκαναν χρυσές δουλειές. Μάλιστα αρκετοί από αυτούς «αποδίδουν την αύξηση των πωλήσεων τους τουλάχιστον εν μέρει στην αύξηση των πωλήσεων ακινήτων και την ανάγκη των πλουσίων να καλύψουν ακόμη περισσότερους τοίχους», σημειώνει ο Φαϊόλα. «Στελέχη πολυεθνικών επιχειρήσεων άρχισαν να αγοράζουν ακίνητα στο Μαϊάμι, ήθελαν μια εναλλακτική επιλογή από το να ζουν στο Μανχάταν», ανέφερε σχετικά ένας γκαλερίστας της πόλης.
Λόγω της κατακόρυφης αύξησης της αξίας των ακινήτων κατά τους μήνες της πανδημίας, τα ενοίκια στην μητροπολιτική περιοχή του Μαϊάμι αυξήθηκαν περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στις ΗΠΑ. Εως το ξέσπασμα της πανδημίας ο Φρέντι Ντέιβις, ένας φορτηγατζής με αναπηρία κατέβαλε ενοίκιο 825 δολάρια. Πέρυσι, ωστόσο, ο ιδιοκτήτης το αύξησε στα 1.400 δολάρια με αποτέλεσμα ο άνθρωπος αυτός να ζει σήμερα σε δομές φιλοξενίας αστέγων. «Υπάρχουν όλοι αυτοί οι πλούσιοι που ξοδεύουν όλα αυτά τα λεφτά», είπε αναφερόμενος ειδικά στην Art Basel. «Καλά κάνουν, φίλε. Αλλά με μένα τι γίνεται;».