Λιγότεροι από 10 εκατομμύρια άνθρωποι παρακολούθησαν το 2021 στις ΗΠΑ μια τηλεοπτική μετάδοση που κάποτε είχε πενταπλάσια τηλεθέαση. Δύο νέα βιβλία υπενθυμίζουν ότι η βιομηχανία του κινηματογράφου έχει περάσει κρίσεις και στο παρελθόν, αλλά αυτή τη φορά ίσως δεν θα είναι τόσο εύκολο να ανακάμψει.
Υπήρξε, για παράδειγμα, το 1934. Στη μέση της Μεγάλης Υφεσης, αναφέρει στο βιβλίο του «The Academy And The Award» (Η Ακαδημία και το Βραβείο») ο Μπρους Ντέιβις (πρώην εκτελεστικός διευθυντής της Ακαδημίας που συνταξιοδοτήθηκε το 2011), η οργάνωση αναγκάστηκε να ζητήσει χρήματα από τα μέλη, σαν να έκανε έρανο, για να συνεχιστεί η τελετή.
Ή το 1989, που έμεινε στην Ιστορία αδίκως ως τα χειρότερα Οσκαρ, τα οποία ο Μάικλ Σούλμαν στο βιβλίο του «OSCAR WARS: A History of Hollywood in Gold, Sweat, and Tears» («Πόλεμοι των Οσκαρ: Μια ιστορία του Χόλιγουντ με χρυσό, ιδρώτα και δάκρυα») ανατέμνει σαν ιατροδικαστής που στέκεται πάνω από ένα ντυμένο πτώμα.
Η τελετή είχε μετατραπεί τα προηγούμενα χρόνια σε «ένα μεγάλο, ντροπιαστικό χασμουρητό» και ο Αλαν Καρ, ο παραγωγός του «Grease», που φορούσε καφτάνια, προσλήφθηκε για να την ξαναζωντανέψει, κάτι που έκανε με μια ζωντανή Χιονάτη, η οποία τραγούδησε το «Proud Mary» με τον πρίγκιπα της, τον οποίο υποδύθηκε ο Ρομπ Λόου. Η ιδέα αυτή κατέστρεψε την καριέρα του Καρ και πιθανώς τη ζωή του. Η άτυχη ηθοποιός που υποδύθηκε τη Χιονάτη, η Αϊλίν Μπόουμαν, αναγκάστηκε να υπογράψει μια συμφωνία που της απαγόρευε να μιλήσει για τα Οσκαρ για τα επόμενα 13 χρόνια. «Ποτέ μην εμπιστεύεσαι έναν άντρα με καφτάνι», την είχε προειδοποιήσει ο Λόου…
Ο Ντέιβις, του οποίου το βιβλίο φέρει τον υπότιτλο «Η εποχή των Οσκαρ και η Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών», επικεντρώνεται στα χρόνια της συγκρότησης του οργανισμού.
Ο Ντέιβις καταρρίπτει την πεποίθηση ότι το αγαλματίδιο είχε αρχικά το παρατσούκλι της Μπέτι Ντέιβις, επειδή το πίσω μέρος του έμοιαζε με αυτό του τότε συζύγου της, Χάρμαν Οσκαρ Νέλσον.
Λέει ότι η ονομασία μάλλον οφείλεται σε μια γραμματέα νορβηγικής καταγωγής, την Ελινορ Λίλεμπεργκ, η οποία είχε βαρεθεί να ψάχνει παρατσούκλια για τους «χρυσούς ιππότες που είχε στη φροντίδα της» και τους έδωσε τελικά το όνομα ενός άντρα που είχε γνωρίσει ως έφηβη και της είχε κάνει πολύ καλή εντύπωση.
Ο ίδιος εξιστορεί τον αγώνα για το Οσκαρ καλύτερης ηθοποιού του 1951 μεταξύ της Μπέτι Ντέιβις (για το «All About Eve») και της Γκλόρια Σουάνσον (για το «Sunset Boulevard»). Εχασαν και οι δύο τελικά από την Τζούντι Χόλιντεϊ (για το «Born Yesterday»), αλλά οι ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστούσαν οι δύο πρώτες αποδείχθηκαν πολύ πιο επιτυχημένες, καθώς η διαμάχη των δύο ηθοποιών ανέβασε και το ενδιαφέρον του κοινού.
Μιλάει επίσης για τη μακροχρόνια εξορία του σεναριογράφου Ντάλτον Τράμπο, ο οποίος μπήκε στη μαύρη λίστα και αναγκάστηκε να δουλεύει με ψευδώνυμα επειδή αψηφούσε την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων της Βουλής. Ο Τράμπο βραβεύτηκε για το «Roman Holiday» μόνο μετά θάνατον.
Και βέβαια κανένα βιβλίο με το όνομα «Πόλεμοι των Οσκαρ» δεν θα μπορούσε να αγνοήσει πώς ο Χάρβεϊ Γουάινστιν, που αντιμετωπίζει ισόβια κάθειρξη για τα σεξουαλικά του εγκλήματα, έφερε τα πάνω-κάτω το 1999 με το «Ερωτευμένος Σαίξπηρ». Η βασιλεία και η τελική ανατροπή του Γουάινστιν ήταν για το έθνος-κράτος του Χόλιγουντ ότι και του Νίξον για τις ΗΠΑ.
«Στιγμάτισε τα Οσκαρ», γράφει ο Σούλμαν, «χρησιμοποιώντας κόλπα όπως την εξαγορά διαφημίσεων που υποδηλώνουν ότι το «The Piano» της Miramax είχε κερδίσει το βραβείο καλύτερης ταινίας στα προκαταρκτικά βραβεία κριτικών (με την επιλαχούσα ταινία από κάτω σε μικροσκοπικά γράμματα). Ο Γουάινστιν ήταν προσβλητικός με τους ηλικιωμένους, εξαγόραζε ψήφους και κακολογούσε τους αντιπάλους του. Εφερε ακόμη και τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις στην Ουάσιγκτον για να βοηθήσει να εγκριθεί ο νόμος για τους Αμερικανούς με Αναπηρίες ως προωθητική ενέργεια για την ταινία «My Left Foot».
Τα σκάνδαλα πάντα έπλητταν το Χόλιγουντ. Πράγματι, και οι δύο συγγραφείς σημειώνουν ότι η Ακαδημία ιδρύθηκε για να το αναβαθμίζει ύστερα από μια σειρά από αυτά, με πιο διαβόητο τη σύλληψη του ηθοποιού της Paramount, Φάτι Αρμπακλ, όταν μια στάρλετ πέθανε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του μετά από όργιο. Και οι δύο συγγραφείς τονίζουν τις έμφυλες και άλλες ανισότητες και αδικίες στη βιομηχανία του κινηματογράφου, όσο και τις προσπάθειες του Χόλιγουντ να τις διορθώσει. Ή να τις καλύψει.
Τώρα, καθώς τα Οσκαρ πλησιάζουν τα 95α γενέθλιά τους, σε μια τελετή που θα προβληθεί την Κυριακή 12 Μαρτίου, το να πηγαίνεις στο σινεμά για να δεις μια ταινία είναι διασκεδαστικό αλλά όλο και πιο παλιακό, κάτι σαν μια συνήθεια-αντίκα. Κι αυτό αντικατοπτρίζεται και στα βραβεία.
«Δεν είμαι σίγουρος ότι βλέπω έναν τρόπο να αποκατασταθούν τα Οσκαρ ως εμπειρία για ένα ευρύ φάσμα του πληθυσμού της χώρας ή του κόσμου», γράφει ο Ντέιβις. «Δεν είναι δύσκολο να δεις τα Οσκαρ να καταλήγουν σαν τα Εθνικά Βραβεία Βιβλίου, απλώς με πολύ πιο λαμπερούς παρουσιαστές».