Χωρίς να περιορίζεται πλέον από ένα Κοινοβούλιο, ένα Σύνταγμα ή μια πολιτική αντιπολίτευση, ο Πούτιν βρίσκεται στο απόγειο της εξουσίας του | CreativeProtagon
Θέματα

Από τον Πούτιν στον «παντοτινό πουτινισμό»

Δύο διακεκριμένοι αμερικανοί «κρεμλινολόγοι» προειδοποιούν ότι ο «πουτινισμός» ως φαινόμενο θα μπορούσε να συνεχίσει να υπάρχει ακόμη και μετά τον χαμό του δημιουργού του, να καταστεί παντοτινός: τα όργανα του εξαναγκασμού θα παρέμεναν, πιθανότατα, εκεί που τα έχει τοποθετήσει, δηλαδή στο Κρεμλίνο, στις υπηρεσίες ασφαλείας και στον στρατό
Protagon Team

Από την Παρασκευή 15 Μαρτίου έως και την Κυριακή εκατομμύρια ρώσοι ψηφοφόροι θα προσέλθουν στις κάλπες στο πλαίσιο μιας παρωδίας εκλογών, για να προσφέρουν στον εδώ και μια εικοσαετία αδιαμφισβήτητο «τσάρο» της Ρωσίας ακόμα μια θητεία διάρκειας έξι ετών. Και χάρη σε μια τροποποίηση του Συντάγματος, ο Πούτιν θα μπορεί να επανεκλεγεί ξανά το 2030 και να παραμείνει, έτσι, στην εξουσία έως το 2036, χρονιά κατά την οποία θα συμπληρώσει, εκτός απροόπτου, 84 χρόνια ζωής.

Ωστόσο, δύο διακεκριμένοι αμερικανοί «κρεμλινολόγοι» προειδοποιούν ότι ο «πουτινισμός» ως φαινόμενο θα μπορούσε να συνεχίσει να υπάρχει ακόμη και μετά τον χαμό του δημιουργού του, να καταστεί τρόπον τινά διηνεκής, παντοτινός.

Ο Μάικλ Κλίματζ και η Μαρία Λίπμαν –ο πρώτος καθηγητής Ιστορίας στο Catholic University of America και συγγραφέας του βιβλίου «Collisions: The Origins of the War in Ukraine and the New Global Instability», η δεύτερη ερευνήτρια στο George Washington University και συνδιευθύντρια του ιστοτόπου Russia.post– παρουσιάζουν την υπόθεσή τους σε άρθρο τους στο Foreign Affairs, αρχίζοντας με μια ανασκόπηση της (σχεδόν) εικοσιπενταετίας του Πούτιν στην εξουσία.

«Χαρακτηριστικό του πρώιμου πουτινισμού ήταν ένα μείγμα δημόσιας αυταρέσκειας και αδιαφορίας. Ο εφησυχασμός άνθισε όταν η ρωσική οικονομία αναπτύχθηκε, μεταξύ 2000 και 2008, κατά τα πρώτα οκτώ χρόνια της προεδρίας του Πούτιν, καθιστώντας δυνατή την άνοδο μιας ρωσικής μεσαίας τάξης.

»Η αδιαφορία, την οποία εν μέρει εμφύσησε το Κρεμλίνο αποθαρρύνοντας τη συμμετοχή των πολιτών στην πολιτική, ευνόησε τον υφέρποντα αυταρχισμό του καθεστώτος. Δεν έπρεπε να αγαπάει κανείς τον Πούτιν, αρκούσε απλώς να μη νοιάζεται για το πώς παρέμενε στην εξουσία. Εως το 2022 η Ρωσία είχε φτάσει σε κάτι νέο: στον πουτινισμό εν καιρώ πολέμου. Ηταν απόλυτα αυταρχικός και εν μέρει πολεμικός, αλλά με περιθώρια εφησυχασμού και αδιαφορίας» συνοψίζουν οι δυο ειδικοί από τις ΗΠΑ.

Στη συνέχεια ο ρώσος πρόεδρος έθεσε έναν άλλο στόχο (ο οποίος οδηγεί απευθείας στον «παντοτινό πουτινισμό»). Επιδίωξε «να στερήσει από τους περισσότερους Ρώσους τη δυνατότητα να φαντάζονται ένα μέλλον χωρίς εκείνον. Το σκεπτικό έχει ως εξής: δεδομένου ότι είναι αδύνατο να του εναντιωθείς σήμερα, θα είναι αδύνατο να του εναντιωθείς και αύριο.

»Χωρίς να περιορίζεται πλέον από ένα Κοινοβούλιο, ένα Σύνταγμα ή μια πολιτική αντιπολίτευση, ο Πούτιν βρίσκεται στο απόγειο της εξουσίας του. Η κυρίαρχη αίσθηση του “παντοτινού πουτινισμού” παρέχει σε πολλούς Ρώσους μια αίσθηση σταθερότητας, είναι η πολιτική συνέχεια που γνωρίζουν καλύτερα. Μόνο σε μια μειοψηφία προκαλεί απόγνωση ή οργή» εξηγούν οι Κλίματζ και Λίπμαν.

Υπέρ του ο πόλεμος στην Ουκρανία

Η εισβολή στην Ουκρανία σίγουρα συνέβαλε στην ανάδειξη αυτής της νέας εκδοχής του πουτινισμού. Οχι τόσο επειδή προσέφερε στον ρώσο πρόεδρο τη δυνατότητα να επιδείξει σε όλον τον κόσμο την ισχύ του, αλλά γιατί του επέτρεψε να φιμώσει, στο πλαίσιο του συνεχιζόμενου πολέμου, κάθε φωνή της κοινωνίας των πολιτών.

«Ενώ έως πρόσφατα οι πολιτικές ελίτ συμμετείχαν ως έναν βαθμό στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, ο πόλεμος τις μετέτρεψε σε εκτελεστές της βούλησης του Πούτιν, σε απλούς βοηθούς του αρχιστράτηγου. Σήμερα οι ρωσικοί θεσμοί δεν μπορούν να χρησιμεύσουν ως οχήματα για την αμφισβήτηση της επίσημης πολιτικής. Αναμένεται να δείχνουν τη δέσμευσή τους στην πολεμική προσπάθεια – οποιαδήποτε έκφραση διαφωνίας σε σχέση με τον πόλεμο έχει ποινικοποιηθεί.

»Πολλοί Ρώσοι αποδέχονται τώρα τις ακόλουθες προτάσεις ως δογματικές αλήθειες: ο Πούτιν διεξάγει με μαεστρία έναν απαραίτητο πόλεμο, ο Πούτιν είναι ο μόνος που μπορεί να ηγηθεί της Ρωσίας και ο Πούτιν κρατάει στα χέρια του το πολιτικό μέλλον της Ρωσίας. Οποιος προτείνει κάτι αντίθετο, διατρέχει μεγάλο κίνδυνο […]

»Σύμφωνα με το Κρεμλίνο, ο Πούτιν είναι ο αναντικατάστατος στρατάρχης, ο στρατηγός και διπλωμάτης που μπορεί να κουβαλήσει τη χώρα στους ώμους του και ο εγγυητής της τάξης που θα οδηγήσει τη χώρα στη νίκη. Ακόμη και μεταξύ των Ρώσων που λαχταρούν την ειρήνη, πολλοί πιστεύουν ότι μόνο ο Πούτιν μπορεί να την προσφέρει».

Το γεγονός ότι κατάφερε να ανατρέψει (μετά τους πρώτους καταστροφικούς μήνες) σημαντικά τον ρου του πολέμου προς όφελός του, να κρατήσει όρθια τη ρωσική οικονομία παρά τις κυρώσεις και να αναδειχθεί ως αναστηλωτής και προστάτης της εθνικής υπερηφάνειας της Ρωσίας, επέτρεψε στον Πούτιν να εφαρμόσει το σχέδιό του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

«Πολλοί στο εσωτερικό της Ρωσίας, αν και αντιλαμβάνονται, φυσικά, ότι ο Πούτιν είναι θνητός, εξακολουθούν να μην μπορούν να διανοηθούν ένα μέλλον χωρίς αυτόν. Επομένως, οι φετινές προεδρικές εκλογές δεν είναι απλώς μια τελετουργική άσκηση που επικυρώνει ακόμη έξι χρόνια υπό τον Πούτιν. Θα πρέπει να ερμηνευθούν ως το τελευταίο αντίο σε εκείνα τα απομεινάρια του πολιτικού παρελθόντος που προηγήθηκαν της έλευσης του “παντοτινού πουτινισμού” ή που την περιέπλεξαν. Ο αυτοκράτορας βρίσκεται στον θρόνο του και το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι “Χαίρε, Καίσαρα!”» εξηγούν οι αμερικανοί πανεπιστημιακοί.

Υπάρχουν και τρωτά σημεία

Ωστόσο, ο «παντοτινός πουτινισμός» δεν είναι άτρωτος. Ο αποκλεισμός από την εκλογική αναμέτρηση ακόμη και ενός εντελώς ακίνδυνου αντιπάλου όπως ο Μπόρις Ναντέζντιν, καταδεικνύει πως ο Πούτιν πρέπει να βρίσκεται διαρκώς σε εγρήγορση για να «στερεί από τους Ρώσους τη δυνατότητα να φαντάζονται ένα μέλλον χωρίς αυτόν».

Οπως γράφουν οι δύο «κρεμλινολόγοι», η υπόθεση Ναντέζντιν «αποκαλύπτει ένα από τα διλήμματα των δικτατοριών, που δεν μπορούν να κινούνται άνετα παρά μόνο προς την περισσότερη καταστολή. Οι δικτατορικές κυβερνήσεις κινδυνεύουν περισσότερο χαλαρώνοντας τον έλεγχο που ασκούν παρά εντείνοντάς τον».

Υπάρχουν, όμως, και άλλα στοιχεία που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην υπονόμευση των όποιων σχεδίων του Πούτιν να κερδίσει, εμμέσως έστω, μια μορφή αιωνιότητας: «Για να δανειστούμε μια φράση του Καρλ Μαρξ, ο “παντοτινός πουτινισμός” ενδέχεται να εμπεριέχει τους σπόρους της ίδιας της καταστροφής του. Σε μια αμετανόητη δικτατορία υπάρχουν πολλά που μπορούν να πάνε στραβά.

»Ο ρους του πολέμου στην Ουκρανία αλλάζει κάθε λίγους μήνες και η τύχη της Ρωσίας εκεί θα μπορούσε κάλλιστα να επιδεινωθεί. Οι κοινωνίες εν καιρώ πολέμου διαθέτουν σημεία ρήξης τα οποία καθίστανται ορατά μόνον όταν φτάνονται, και ο πόλεμος του Πούτιν έχει ήδη προκαλέσει συγκλονιστικά επίπεδα ανθρώπινων απωλειών στη Ρωσία» γράφουν οι Κλίματζ και Λίπμαν.

«Η οικονομία της Ρωσίας παραμένει επίσης σε αναταραχή και ευάλωτη στις Δυτικές κυρώσεις. Ο “παντοτινός πουτινισμός” θα μπορούσε να διολισθήσει στην υπερβολή. Οι αυταρχικές κυβερνήσεις μπορούν να πλουτίσουν ασύνετα. Μπορούν να χάσουν την επαφή με αυτούς που κυβερνούν και να καταστούν σταδιακά λιγότερο μυστικοπαθείς όσον αφορά τον εξαναγκασμό και την καταστολή, που αποτελούν τη βάση της διακυβέρνησής τους» προσθέτουν.

Ωστόσο, αναφερόμενοι στις αμφιβολίες της Δύσης σχετικά με την ανάγκη να συνεχίσει να στηρίζει τον αγώνα των Ουκρανών εναντίον των δυνάμεων του Πούτιν, οι Κλίματζ και Λίπμαν επισημαίνουν ότι «έως τώρα ο πόλεμος έχει ενισχύσει τον πουτινισμό. Εάν ο ρωσικός στρατός αρχίσει να πετυχαίνει κάτι πιο κοντά στη νίκη στην Ουκρανία, το πουτινικό σύστημα θα καταστεί πιο δυναμικό στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.

»Ακόμα και αν ο Πούτιν έφευγε ξαφνικά από τη σκηνή, τα όργανα του εξαναγκασμού θα παρέμεναν, πιθανότατα, εκεί που τα έχει τοποθετήσει: στο Κρεμλίνο, στις υπηρεσίες ασφαλείας και στον στρατό. Είναι άγνωστο αν κάποιος άλλος, εκτός του Πούτιν, μπορεί να τα χειριστεί επιδέξια, αλλά με ή χωρίς τον Πούτιν αυτά τα όργανα συνάδουν με πολλά κατεστημένα συμφέροντα και πολλά προηγούμενα του παρελθόντος. Δεν θα παραδοθούν ειρηνικά στους διαχειριστές κάποιου διαφορετικού συστήματος».

Οσον αφορά τα ιστορικά προηγούμενα, μετά τον θάνατο του Στάλιν υπήρξε πράγματι ένα μερικό χρουστσοφικό «ξεπάγωμα», αλλά το σοβιετικό σύστημα σίγουρα δεν τερματίστηκε, όπως διαπίστωσαν οι Πολωνοί του Πόζναν, οι Ούγγροι και οι Τσεχοσλοβάκοι. Επομένως, παρότι δεν αποκλείεται ο «παντοτινός πουτινισμός» να έχει, τελικά, ένα απροσδόκητο τέλος, ίσως να είναι πιο συνετό να προετοιμαστούμε για το αντίθετο.

«Καθώς ο Πούτιν δεν έχει χρίσει κανέναν διάδοχο, ένας αγώνας για την εξουσία θα μπορούσε κάλλιστα να ακολουθήσει την έξοδό του από τη σκηνή. Οι εμπλεκόμενοι σε αυτόν τον αγώνα, εάν κατάφερναν να αποτρέψουν ένα λουτρό αίματος, θα είχαν πολλά κίνητρα για να διαιωνίσουν το υπάρχον σύστημα. Θα διατηρούσαν τον έλεγχο των εξουσιών του στρατού και των υπηρεσιών ασφαλείας. Δεν θα ήθελαν να δουν τις εσωτερικές διαμάχες να θέτουν σε κίνδυνο τη γεωπολιτική θέση της Ρωσίας και δεν θα ήθελαν να αποκηρύξουν τα ιδεολογικά κατασκευάσματα του Πούτιν.

Αυτό καθιστά πιθανό το θλιβερό ενδεχόμενο ο “παντοτινός πουτινισμός”, που σήμερα περιστρέφεται γύρω από έναν μόνο άνδρα, να διαρκέσει περισσότερο από τη θητεία του ίδιου του Πούτιν» καταλήγουν οι δυο «κρεμλινολόγοι» στο άρθρο τους στο Foreign Affairs.