| CreativeProtagon / Shutterstock / Netflix
Θέματα

Αντζελίνα Τζολί: «Ντίβα; Είμαι σκληρά εργαζόμενη»

Με αφορμή την πρώτη προβολή της νέας της ταινίας, «Μαρία», η χολιγουντιανή ηθοποιός μιλάει στους Sunday Times του Λονδίνου για τη φήμη, την οικογένεια και γιατί το να υποδυθεί τη θρυλική Μαρία Κάλλας ήταν απλώς η θεραπεία που χρειαζόταν
Protagon Team

Την πρώτη μέρα που εργάστηκε για τη νέα της ταινία, «Μαρία», η Αντζελίνα Τζολί έκανε μάθημα τραγουδιού για να γνωρίσει τον χαρακτήρα της «La Divina». Πήρε μια βαθιά ανάσα αλλά αντί να βγουν νότες, ξέσπασε σε κλάματα. «Ηταν η θεραπεία που δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι χρειαζόμουν», λέει στη συνέντευξή της στους βρετανικούς The Sunday Times, «Το να τραγουδάς όπερα απαιτεί να είσαι συναισθηματικά ανοιχτή όσο μπορείς. Δεν είναι όπως όταν τραγουδάς στο αυτοκίνητο. Είναι καθαρτικό. Ποτέ δεν πίεσα τον εαυτό μου ούτε ανοίχθηκα με αυτόν τον τρόπο. Ηταν τρομακτικό».

Η ταινία «Μαρία», η οποία θα αρχίσει να προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες στις 5 Δεκεμβρίου, είναι ένα είδος επιστροφής για την Τζολί. Ο προηγούμενος κινηματογραφικός της ρόλος ήταν μια ημιθέα στο έπος με υπερήρωες της Marvel «Eternals» (2021). Τώρα «προτιμά να σκηνοθετεί», λέει στη Σουζάνα Μπάτερ των Sunday Times, και ζήτησε «λίγο χρόνο» για να σκεφτεί αν θα δεχτεί τον ρόλο, όταν ο σκηνοθέτης της «Μαρίας», Πάμπλο Λαρέιν, της τον πρόσφερε. Εμφανίζεται σχεδόν σε όλες τις σκηνές και υπάρχουν παραλληλισμοί με τη ζωή της ως γυναίκα στο προσκήνιο, που εμπνέει λατρεία στους θαυμαστές της, οι οποίοι νιώθουν ότι τη γνωρίζουν αλλά αντιμετωπίζουν και την πίεση να λάμψει (και να μην γεράσει).

Εχουν γίνει συγκρίσεις με το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι» (1972), μια ταινία που θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί ότι αφορά την εικόνα σκληρού άντρα του Μάρλον Μπράντο ή τα «Φώτα της Ράμπας» (1952), στο οποίο ο Τσάρλι Τσάπλιν προβληματίζεται για τη διασημότητα και την αποτυχία. Αλλά η Τζολί κουνάει το κεφάλι της όταν η δημοσιογράφος της βρετανικής εφημερίδας τη ρωτάει αν η απεικόνιση της φήμης είχε απήχηση. Η Κάλλας λατρεύεται παγκοσμίως αλλά είναι και μονίμως μοναχική. Συνηχεί στο σημείο αυτό με την ηθοποιό; «Δεν το νιώθω αυτό γιατί έχω οικογένεια. Η Μαρία δεν είχε οικογένεια, οπότε η δουλειά της ήταν το παν. Η δουλειά μου δεν είναι το παν. Το να είσαι γονιός είναι το παν».

Η Τζολί, η οποία έχει έξι παιδιά, λέει ότι είναι «ευγνώμων επειδή αυτή η ταινία μου έδωσε χρόνο να σταματήσω και να μάθω, να ακούσω και να εκτιμήσω». Δεν πρόκειται απλώς για τη σταρ του Χόλιγουντ, που διατυπώνει ανούσιες καλιφορνέζικες επιβεβαιώσεις. Εχει πολλά να αντιμετωπίσει, και όχι μόνο τη νομική της αντιπαράθεση με τον πρώην σύζυγό της Μπραντ Πιτ, η οποία διαρκεί από τον χωρισμό τους το 2016 (το διαζύγιο βγήκε το 2019). Του χρόνου θα συναντηθούν στο δικαστήριο εξαιτιας μιας διαμάχης για την ιδιοκτησία του γαλλικού αμπελώνα τους, Château Miraval, όπου παντρεύτηκαν το 2014, όταν ήταν γνωστοί ως «Μπραντζελίνα».

Πριν από τρία χρόνια η Τζολί πούλησε το μερίδιό της στον αμπελώνα χωρίς την άδεια του πρώην συζύγου της, κατά παράβαση της συμφωνίας τους, όπως υποστηρίζει ο Πιτ. Στο μεταξύ, ο δικηγόρος της Τζολί αντιτείνει ότι ο Πιτ προσπαθεί να θάψει τους ισχυρισμούς ότι ήταν βίαιος, ρίχνοντας αλκοόλ στην οικογένεια κατά τη διάρκεια μιας πτήσης. Ο σταρ έχει παραδεχτεί σε συνεντεύξεις ότι είχε πρόβλημα με το αλκοόλ (τώρα είναι νηφάλιος) αλλά πάντα αρνιόταν ότι ήταν σωματικά βίαιος. Ωστόσο, τουλάχιστον δύο από τα παιδιά του ζευγαριού, η 16χρονη Βιβιέν και η 18χρονη Σιλό έχουν απαρνηθεί το επώνυμο του Μπραντ Πιτ.

Η 49χρονη ηθοποιός είναι κάπως επιφυλακτική, πράγμα που δεν προκαλεί έκπληξη εξαιτίας όλων αυτών. Υπάρχουν πολλά που δεν μπορεί να συζητήσει για νομικούς λόγους. Η εμφάνισή της ενισχύει την εντύπωση της σφίγγας. Αρνείται σταθερά ότι έχει κάνει οποιαδήποτε επέμβαση, αλλά αυτό δεν έχει σταματήσει τη σε βάθος συζήτηση για το αν έχει κάνει πλαστικές επεμβάσεις από τότε που έγινε γνωστό σε ταινίες όπως το «Κορίτσι που άφησα πίσω» (1999). Στην πραγματική ζωή, τα χαρακτηριστικά της είναι ακόμη πιο καρτουνίστικα έντονα από ό,τι στις φωτογραφίες, με σαρκώδη χείλη, έντονα ζυγωματικά και στρογγυλά γκριζογάλανα μάτια τονισμένα με eyeliner σαν της Κλεοπάτρας, γράφει η Μπάτερ στους Times.

Παρών στη συνέντευξη ήταν και ο σκηνοθέτης της «Μαρίας», Πάμπλο Λαρέιν, ο οποίος από την πρώτη στιγμή ήθελε την «Αντζι» για την ταινία του και να την βάλει σε πειρασμό να απομακρυνθεί από τη σκηνοθεσία. Η τελευταία της ταινία «Without Blood» (2024), για την οποία δεν έχει οριστεί μέχρι στιγμής ημερομηνία κυκλοφορίας, είναι ένα αντιπολεμικό δράμα που σκηνοθέτησε και διασκεύασε η ίδια από το ομώνυμο μυθιστόρημα του ιταλού συγγραφέα, Αλεσάντρο Μπαρίκο «Senza sangue» (Χωρίς Αίμα), με πρωταγωνίστρια τη συμπρωταγωνίστριά της στο «Eternals», Σάλμα Χάγιεκ. Είναι συνεπής με το ανθρωπιστικό της έργο, καθώς έχει περάσει δύο δεκαετίες αγωνιζόμενη για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε χώρες όπως η Συρία, η Σιέρα Λεόνε και το Αφγανιστάν, μεταξύ άλλων ως ειδική απεσταλμένη της Υπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες. Και έχει ένα τατουάζ στην πλάτη της με τον τίτλο του τραγουδιού των Clash, «Know your rights».

Στην πρεμιέρα της ταινίας “Maria” στο Χόλιγουντ, τον Οκτώβριο. (Photo by Michael Kovac/Getty Images for AFI)

Είναι πιο άνετη όταν μιλάει για τον κλάδο της διεθνούς βοήθειας της ζωής της. Οταν ένας δημοσιογράφος έρχεται να της πει ότι θα την πάει στο επόμενο ραντεβού της, για φωτογράφιση, τον κοιτάζει με σκεπτικισμό. Μετά θυμάται: «Ω, ο Τζάιλς τραβάει τις φωτογραφίες;» Αυτός είναι. «Είναι φίλος μου», λέει περήφανα στην Σουζάνα Μπάτερ των Sunday Times, «Εχασε το χέρι του σε μια έκρηξη νάρκης και τα κάνει όλα εκπληκτικά. Βγάζει φωτογραφίες, μαγειρεύει καλύτερα από εμένα», αποκαλύπτει.

«Μπορείς να νιώσεις την τεράστια ποσότητα ανθρωπιάς που κουβαλάει η Αντζι», λέει ο Λαρέιν. «Είναι περίεργο να το συζητάω αυτό μπροστά στην Αντζι, αλλά νομίζω ότι το να είσαι ντίβα σχετίζεται με το να έχεις ένα ισχυρό όραμα για τον κόσμο και τη δική σου δουλειά. Η Αντζι θα μπορούσε να συσχετιστεί με την Κάλλας ως προς αυτό».

Η «Μαρία» είναι η τρίτη ταινία που έχει κάνει ο Λαρέιν για κομβικές στιγμές στη ζωή διάσημων αλλά κατεστραμμένων γυναικών. Προηγήθηκαν η «Τζάκι» (2017), με πρωταγωνίστρια τη Νάταλι Πόρτμαν ως Ζακλίν Κένεντι και το «Σπένσερ» (2021), με την Κρίστεν Στιούαρτ ως Νταϊάνα. Η «Μαρία»,  σε σενάριο του Στίβεν Νάιτ (η Τζολί λέει ότι απολαμβάνει τη σειρά του «Peaky Blinders»), μιλάει για τις τελευταίες μέρες της «αστρικής» σοπράνο, πριν πεθάνει από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 53 ετών το 1977.

Εχοντας χάσει την ικανότητά της να τραγουδάει όπως παλιά, η Μαρία περνά τις μέρες της σε ένα διαμέρισμα στο Παρίσι με δύο κανίς, συντηρούμενη από ένα κοκτέιλ ναρκωτικών, το οποίο συνοδεύεται με λικέρ Fernet-Branca. Εχει παραισθήσεις ότι ένας δημοσιογράφος ονόματι Mandrax, που πήρε το όνομά του από το αγαπημένο της ηρεμιστικό, έρχεται να κάνει ένα ντοκιμαντέρ γι’ αυτήν, γεγονός το οποίο πυροδοτεί αναδρομές. Βλέπουμε τα δυστυχισμένα παιδικά της χρόνια στην Αθήνα της δεκαετίας του 1940, όπου έφτασε να περιφρονεί τη μητέρα της, που την ανάγκαζε να τραγουδάει για χρήματα, πώς ερωτεύτηκε τον «άσχημο», όπως τον αποκαλεί, μεγιστάνα Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος της απαγόρευσε να τραγουδάει και τελικά την παράτησε για να παντρευτεί τη Ζακλίν Κένεντι.

Στο γκαλά της ταινίας, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου. (Photo by Neil Mockford/Getty Images for BFI)

Αλλά ενώ η Κάλλας πιστεύει ότι τα γηρατειά σημαίνουν ότι μειώνεται η δύναμή της, η Τζολί είναι προκλητική. «Εχω καλύτερη δουλειά όσο μεγαλώνω», λέει. «Δεν το σκέφτομαι από την άποψη των ρόλων που προσφέρονται, αλλά από την άποψη της εμπειρίας ζωής που συνεισφέρεις. Είναι πιο εύκολο για τους ηθοποιούς από ό,τι για τους τραγουδιστές ή τους χορευτές επειδή το σώμα σου δεν αλλάζει». Ομολογουμένως, αυτή η τελευταία πρόταση ισχύει μόνο αν μοιάζεις με την Τζολί, σημειώνει η Μπάτερ στους Times.

Αν η Τζολί δεν ταυτίστηκε με τον φόβο της Κάλλας για τα γεράματα, αυτό το οποίο την συνδέει μαζί της ήταν η «αφοσίωση της Κάλλας στη δουλειά της». Η Κάλλας ονομαζόταν ντίβα και η Τζολί θέλει να βγάλει την αρνητική χροιά της λέξης, ειδικά όταν χρησιμοποιείται για γυναίκες. «Είμαι σκληρά εργαζόμενη», λέει. «Και ένας άνθρωπος με βαθιά συναισθήματα. Η Μαρία είναι ευάλωτη επειδή αισθάνεται και μερικές φορές δεν είναι σε θέση να προστατεύσει τον εαυτό της από τη μοναξιά ή τον συναισθηματικό πόνο. Γιατί είναι μέρος της ζωής και της δουλειάς της να είναι εξαιρετικά ανθρώπινη και να ζει έτσι. Ζεις μέσα από την επικοινωνία σου με το κοινό. Για τη Μαρία και για μένα αυτό ήταν πάντα εξαιρετικά σημαντικό», τονίζει. Τι γίνεται όμως αν αυτό το κοινό θέλει στη συνέχεια να μάθει τα πάντα για τις σχέσεις τους; Η Τζολί παραδέχεται ότι αυτό είναι δύσκολο.

Οταν ξεκίνησε, η Τζολί ήταν φανατική ηθοποιός της Μεθόδου. Κατά τα γυρίσματα του «Τοπ μόντελ» (1998),- βιογραφικό δράμα για την Τζία Καράντζι, ένα από τα πρώτα τοπ μόντελ-  είχε πει στον τότε σύζυγό της Τζόνι Λι Μίλερ ότι δεν μπορούσε να του τηλεφωνεί όταν ήταν στο πλατό, επειδή ήταν μέσα στον χαρακτήρα της Τζία που ήταν εθισμένη στην ηρωίνη. Και μετά εγκατέλειψε για λίγο την υποκριτική γιατί ένιωθε ότι δεν είχε «τίποτα άλλο να δώσει».

«Ως νεαρή ηθοποιός λες ναι σε όλα», λέει τώρα, «Μπορείς να καβαλήσεις άλογο; Μπορείς να μιλήσεις αυτή τη γλώσσα; Πρέπει να μάθεις». Για τον ρόλο της Μαρίας πέρασε επτά μήνες κάνοντας εντατικά μαθήματα τραγουδιού και Ιταλικών. Και το αποτέλεσμα του μιξαρίσματος της φωνής της με  της Κάλλας είναι εντυπωσιακό.

«Μαρία» / Netflix

Για τον 48χρονο Λαρέιν η ταινία ξεκίνησε με τη μουσική. Η μητέρα του, πολιτικός στη Χιλή όπου μεγάλωσε, τον πήγαινε στην όπερα όταν ήταν παιδί. «Ημουν ένα τυχερό παιδί», λέει. «Αλλά μετά γυρίζαμε σπίτι και η μαμά μου έλεγε: “Ηταν υπέροχο, αλλά το αυθεντικό πράγμα είναι εδώ ” και έβαζε μια κασέτα με την Κάλλας, οπότε μεγάλωσα με αυτή τη φιγούρα. Αργότερα έμαθα περισσότερα για τη ζωή της και σκέφτηκα ότι ήταν ένα προκλητικό θέμα».

Ο Λαρέιν πιστεύει ότι η Κάλλας θα είχε διαφορετική αντιμετώπιση αν ήταν άνδρας. «Ηταν μια ισχυρή γυναίκα σε μια εποχή που αυτό δεν ήταν πραγματικά ανεκτό», λέει στους Sunday Times. «Αλλά αυτή η ταινία είναι επίσης μια πράξη σεβασμού απέναντί της. Ηταν στωική και δυνατή, προδόθηκε, αλλά πάντα στεκόταν στα πόδια της, προσπαθώντας να κάνει την τέχνη της μέχρι που δεν μπορούσε πια».

Εχει τραγουδήσει ποτέ ο χιλιανός σκηνοθέτης; Η Τζολί βρίσκει την ερώτηση ξεκαρδιστική. «Ναι, Πάμπλο», λέει. «Νιώθω ότι αυτό μου το χρωστάς». Κι εκείνος απαντάει ότι αυτό «δεν πρόκειται να συμβεί»…

Ο σκηνοθέτης και η πρωταγωνίστριά του θα ήθελαν η ταινία να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτή η όπερα: «Η Αντζι κι εγώ μιλάμε συχνά για τη μουσική της Κάλλας που φέρνει την όπερα σε περισσότερους ανθρώπους», λέει. «Η Μαρία Κάλλας νοιαζόταν για τη μορφή της τέχνης, αλλά ήθελε επίσης να συνδεθεί με τους ανθρώπους. Ελπίζουμε ότι μπορεί να απαλλαγεί από τον ελιτισμό και να φέρει τον κόσμο πίσω στην όπερα».

Πώς θα ήταν λοιπόν μια βιογραφική ταινία του Λαρέιν για τη Τζολί; «Αυτή παίρνει το βραβείο της πιο τρελής ερώτησης», λέει η Τζολί και τόσο αυτή όσο και ο Λαρέιν γελούν δυνατά. «Οταν είσαι δημόσιο πρόσωπο και  υποδύεσαι, έχεις συνείδηση του πόσο δεν θα ήθελες να ερμηνεύσει κάποιος τη ζωή σου ή να νομίζει ότι καταλαβαίνει τη ζωή σου, οπότε προσπαθήσαμε να είμαστε προσεκτικοί. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα υπάρξει ταινία για τη ζωή μου», λέει η χολιγουντιανή σταρ.