«Η αληθινή δύναμη που έχει ένας αρχιμουσικός είναι η φλόγα που έχει μέσα στην καρδιά του», είχε πει ο ελληνικής καταγωγής μαέστρος και πρωτομάστορας ενός μικρού μουσικού θαύματος στη ρωσική… εσχατιά, Θεόδωρος Κουρεντζής. Παγκόσμιος σταρ των καιρών μας και «ανανεωτής» στην ερμηνεία της λεγόμενης κλασικής μουσικής.
Θα μιλήσουμε για φλόγα στην καρδιά, εδώ; Οχι. Μάλλον για τις φωτιές που άναψε τούτη η φλόγα (και το σταριλίκι) του Κουρεντζή στο εγκυρότερο, αν όχι το μεγαλύτερο φεστιβάλ κλασικής μουσικής και όπερας στο Ζάλτσμπουργκ, θα μιλήσουμε.
Αν και ο Θεόδωρος Κουρεντζής εμφανίζεται από το 2017, συνεχώς και με μεγάλη επιτυχία (τα εισιτήρια γίνονται ανάρπαστα) στο Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ, τούτο το καλοκαίρι, μεσούντος του πολέμου στην Ουκρανία, κρίνεται – ενίοτε και κατακρίνεται – και γι’ αυτή τη φλόγα. Απέναντι στον πόλεμο.
Μικρή αναδρομή, για να ξέρουμε πού βρισκόμαστε. Ο Κουρεντζής ανέλαβε πριν από χρόνια την Οπερα του Νοβοσιμπίρσκ και έπειτα εκείνη της Περμ («ένα κρυμμένο πολιτιστικό διαμάντι στα Ουράλια») και τα οδήγησε σε… μουσικά θαύματα. Με διεθνή ακτινοβολία.
Αυτό τού έφερε έναν ισχυρό ως φανατικό θαυμαστή: τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Χώρια ότι ο «τσάρος» εκτίμησε, τότε, τα αρχικά μεγάλα «όχι» του, για τη διεύθυνση του περίφημου Θεάτρου Μπαλσόι ή του Τεάτρ ντε λα Μονέ των Βρυξελλών και μεγάλων γερμανικών ορχηστρών, που έσπευσαν να τον διεκδικήσουν. Ή το «όχι» του σε υποτροφία για την περίφημη Μητροπολιτική Οπερα της Νέας Υόρκης, αντί της οποίας επέλεξε τη δουλειά στα «μικρά» ρωσικά λυρικά θέατρα.
Να μην προσθέσουμε εδώ ότι μέρος του ελληνικού κοινού τον αντιμετωπίζει σαν παγκόσμιο μουσικό «τοτέμ», καταχειροκροτώντας συχνά τις ερμηνείες του. Πιο πρόσφατη (τον Ιούνιο του 2021) η ερμηνεία της Συμφωνίας αρ. 7 του Μπετόβεν, στους Δελφούς, σε πανευρωπαϊκή τηλεοπτική μετάδοση, στο πλαίσιο των εορτασμών της επετείου των 250 ετών από τη γέννηση του γερμανού μουσουργού.
Πίσω στο Ζάλτσμπουργκ του σήμερα. Μπορεί οι New York Times να τον υποδέχονται, και εκεί, ξανά, με διθυράμβους: «Ο Θεόδωρος Κουρεντζής χαίρει θαυμασμού ως μία από τις πιο αυθεντικές φωνές της κλασικής μουσικής, ως ένας επαναστάτης μαέστρος που μπορεί να εμφυσήσει νέα ζωή σε πασίγνωστα έργα και οι θαυμαστές του ταξιδεύουν από κάθε άκρη του κόσμου για να τον ακούσουν».
Όμως, ο μαέστρος – «πανκ της κλασικής μουσικής», που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1972 και έχει ως έδρα πλέον τη Ρωσία, φτάνει να κατηγορείται ακριβώς γι’ αυτό. Για το ρωσικό του «διαβατήριο» και το θαυμασμό του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Έτσι, μετά το 2018 που δίχασε το «σκληροπυρηνικό» κοινό της περίφημης Σκάλας του Μιλάνου, όταν οι συντηρητικοί θεώρησαν ότι «ένας αρχιμουσικός δεν πρέπει με τις εξεζητημένες κινήσεις ή εκφράσεις του να κλέβει την παράσταση από τη μουσική», διχάζει και το jet set κοινό του Ζάλτσμπουργκ. Χώρια οι μουσικοί, οι λυρικοί τραγουδιστές, οι ατζέντηδες, οι κριτικοί στο μεγάλο φεστιβάλ της αυστριακής πόλης.
Ο Θεόδωρος Κουρεντζής θα βρεθεί στο πόντιουμ αρκετών παραστάσεων, έως τις 20 Αυγούστου 2022, στην περίφημη Felsenreitschule, με την χορωδία «του», musicAeterna, και τη Νεανική Ορχήστρα Γκούσταβ Μάλερ. Διευθύνοντας δύο έργα, σε σκηνοθεσία του – αγαπημένου και στα μέρη μας – Ρομέο Καστελούτσι: Πρώτα, το «De temporum fine comoedia» (ή Μυστήριο για το Τέλος του Χρόνου), τη χορωδιακή όπερα-ορατόριο – που ολοκληρώθηκε το 1981 – του γερμανού Καρλ Ορφ, σε αρχαία ελληνικά, λατινικά και γερμανικά.
Και, μαζί, τη μονόπρακτη όπερα «Το Κάστρο του Κυανοπώγωνα» (1918) του ούγγρου Μπέλα Μπάρτοκ. Και τα δύο σε κοινή παράσταση, με εισιτήρια έως και 455 ευρώ.
Ομως, θα δώσει και συναυλία με την ορχήστρα του, musicAeterna, στις 17 Αυγούστου, με την όπερα του βρετανού Χένρι Πέρσελ «Διδώ και Αινείας», σε μορφή κονσερτάντε και την Συμφωνία αρ. 14 του Ντμίτρι Σοστακόβιτς, στο Μεγάλο Festspielhaus (και εισιτήρια έως 230 ευρώ). Για την ιστορία, η χήρα του ρώσου συνθέτη έχει δηλώσει θαυμάστριά του και έχει βρεθεί επανειλημμένα στο καμαρίνι του Κουρεντζή.
Την ώρα που τα εισιτήρια γι’ αυτές τις εμφανίσεις του Θεόδωρου Κουρεντζή γίνονταν ανάρπαστα, ενθυμούμενοι κάποιοι τις κυρώσεις στη Ρωσία, που έχουν «εξορίσει» ρώσους μουσικούς και καλλιτεχνικά σχήματα από τη Δύση (και στα μέρη μας), έβαλαν στο στόχαστρο τον μαέστρο.
Θυμήθηκαν και διέδωσαν έντονα ότι η musiAeterna «του» στηρίζεται οικονομικά, αδρά λόγω και του θαυμασμού του Βλαντιμίρ Πούτιν, από την κρατική ρωσική VTB Bank. Μια τράπεζα που έγινε στόχος των κυρώσεων από πλευράς Ηνωμένων Πολιτειών. Παρόλα αυτά παραμένει η τράπεζα μέγας χορηγός τους.
Άλλοι το πήγαν παραπέρα, στηλιτεύοντας τη σιωπή του Κουρεντζή και των μουσικών σχημάτων του απέναντι στον πόλεμο και την εισβολή στην Ουκρανία. Διαδίδοντας επίσης ότι ο αρχιμουσικός είναι σε επαφή με στενούς συνεργάτες το ρώσου προέδρου, κάποιοι από τους οποίους συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος στο οποίο ανήκει η musicAeterna.
Βέβαια, ξεχνούν ότι ο Κουρεντζής είναι παράλληλα και αρχιμουσικός της Συμφωνικής Ορχήστρας SWR στη Στουτγκάρδη (το μουσικό σχήμα, δηλαδή, της Δημόσιας Ραδιοφωνίας της Νοτιοδυτικής Γερμανίας).
Οι ίδιοι κατήγοροι ισχυρίζονται, αντίθετα, ότι απέναντι σε αυτή τη σχέση του Κουρεντζή με τη Ρωσία και τον Πούτιν και στη στάση του απέναντι στον πόλεμο, το φετινό 102ο Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ κάνει… τον Κινέζο, παρά τις κυρώσεις της Δύσης.
«Δεν είμαστε δειλοί. Απλώς αυτή η κατάσταση είναι πολύ ευαίσθητη», είναι η απάντηση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ, Μάρκους Χιντερχόιζερ. «Δεν είμαστε υπέρ του Πούτιν. Δεν υπάρχει καν κάτι να συζητήσουμε γι’ αυτό».
Μέχρι εκεί, όμως. Παρότι το Φεστιβάλ έχει κόψει κάθε δεσμό με έναν επίσης διάσημο και σταρ μαέστρο, που υπήρξε στυλοβάτης επί πολλά χρόνια στον θεσμό της αυστριακής πόλης: τον Βαλέρι Γκεργκίεβ, δεδηλωμένο φίλο και υποστηρικτή του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Πολλοί πολιτικοί και μουσικοί έχουν ήδη διαμαρτυρηθεί στο Φεστιβάλ, ζητώντας να μην παρέχει «στέγη» στον Κουρεντζή και τα μουσικά του σχήματα, musicAeterna, όσο σοβεί ο πόλεμος.
Υιοθετώντας, λίγο ή πολύ, τις δηλώσεις του πρεσβευτή στην Αυστρία, Βάσιλ Κιμίνετς: «Ανήκει στο σύστημα του Πούτιν. Δεν άσκησε κριτική σε αυτό τον άγριο πόλεμο, και όμως μπορεί να εμφανίζεται σε μια από τις πλέον περίφημες σκηνές της Ευρώπης, αν όχι του κόσμου».
Να που κατάφερε να διχάσει και πάλι ο Θεόδωρος Κουρεντζής. Έχοντας ως σύμμαχό του, όμως, πάντα τις διαφορετικές, ρηξικέλευθες ερμηνείες του και το διεθνές σταρ μουσικό προφίλ του. Αρέσει, δεν αρέσει. Ή, όπως το είχε θέσει η ιταλική Corriere della Sera: «Η τόλμη του είναι πολύ χρήσιμη στην τέχνη. Είτε μας αρέσει, είτε όχι, σίγουρα μάς μένει αξέχαστος».